Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Τετάρτη 8 Απριλίου 2015

Εισαγωγή και κυρίως θέμα


                                               

             (στην ημερίδα για το αν και πως περνάει η πνευματική Κοζάνη στις 
               Ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας)  

Τα πρώτα μαθητικά μου χρόνια τα έζησα σώματι στη Λευκοπηγή, πνεύματι, σκέψη άρα και διαφυγή, στα βιβλία της σχολικής βιβλιοθήκης (Ιούλιος Βερν, Εκτωρ Μαλό, Β. Ουγκώ κ.α) παράλληλα με την γλυκεία παρανομία της παραλογοτεχνίας των νεανικών περιοδικών περιπέτειας (Μικρός Ηρως, Μικρός Σερίφης, αλλά και τα συναρπαστικά Κλασσικά Εικονογραφημένα κ.α). Μ’ αρέσαν από τα μαθήματα η Ιστορία και η Γεωγραφία δηλονότι η περιπλάνηση
       
     Σιγά σιγά ήρθαν τα βιβλία σε μη παιδικές διασκευές και εκδόσεις. Εισχώρησαν ανεξίτηλα στο είναι μου, έγιναν δέρμα της καθημερινότητάς μου, εντός του οποίου έκτοτε υπάρχω, όχι αιματηρά όπως το πουκάμισο της Δηιάνειρας, αλλά ως άδηλη συναναπνοή. Ομως οι συγγραφείς τους μου ήταν κατ΄ αρχήν άγνωστοι ως είδος. Δεν ξεχώριζα στα βιβλία τα κείμενο από το συγγραφέα, τον εκδότη, δεν είχα την αίσθηση της αφής τους, την οπτική τους ιδιαιτερότητα, μοναχικότητα και μοναξιά. Σε ένα περιοδικό που αγοράζαμε τότε στο Δημοτικό Σχολείο του «Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού Νεότητος», είδα για πρώτη φορά συγγραφέα-βιογραφικό του (Τέλλου Αγρα, Ζαχ. Παπαντωνίου) δηλ. αυτού του κρυφού μάγου που έπλαθε με τις λέξεις ιστορίες μέσα στις οποίες χανόμουν...
            Τα μάθαινα.
             Στο Γυμνάσιο πρωτογνώρισα και τη συντεταγμένη ακολουθία των συγγραφέων της νεοελληνικής λογοτεχνίας σ’ ένα μικρό εγχειρίδιο γνώσης, του Γ. Καλαματιανού. Αυτό ήταν η αιτία ν΄ αγαπήσω τους βίους άρα και τις πολιτείες των συγγραφέων όπως και τις εξιστορήσεις και περιπέτειες της Ελληνικής Λογοτεχνίας· να τις κατακτώ κατακτούμενος εντελώς. Σ’ εκείνα τα χρόνια, μαθητής μετριότατος, ήμουν ο μόνος συνομιλητής με τους καθηγητές για τους συγγραφείς και τα βιβλία τους. Ενιωθα ξεχωριστά γι αυτήν μου την «πάθηση».                
            Πέρασαν τα χρόνια και πέρασαν μέσα στα βιβλία, έγιναν συν-βίωμα συντριπτικόν και συνθληπτικόν.
            Αυτή η μικρή ημερίδα έχει ως θέμα της το εάν και πως περνά η πνευματική Κοζάνη μέσα από τις κυριότερες ιστορίες της λογοτεχνίας, ή απ’ αυτές που ξεφύλλισα εγώ, τέλος πάντων.
            Ενα απωθημένο μου το οποίο παραμένει ακόμα τέτοιο είναι πως όλες αυτές οι ιστορίες μου γέννησαν μια επιθυμία για κάτι πιο σοβαρό και εμπλουτισμένο για την όποια ιδιαιτερότητα της λογοτεχνικής, συγγραφικής παρουσίας του τόπου μας. Οπως λανθάνει και μια σύντομη, εύχρηστη λογοτεχνική αφήγηση, χωρίς τα προαπαιτούμενα της επιστήμης, λόγω αδυναμίας ίσως- καταγραφή κι εξιστόρηση της πνευματικής ζωής της Κοζάνης, της οποίας μέρη και πρόσωπά της  πολλές φορές και σε παραλλαγές διεξήλθα, αλυσιτελώς σίγουρα, σε ομιλίες, δημοσιεύσεις, συνέδρια.
            Μας ενδιαφέρει ο μικρός, πνευματικά, βιότοπός μας και πως αυτός παρουσιάζεται στα μάτια των άλλων· αν υπάρχουμε ορισμένως ή απλώς νομίζουμε πως μας συμβαίνει κάτι το άξιον λόγου. Θυμίζω πως το ίδιο μας συμβαίνει και με τη Δημοτική Βιβλιοθήκη ( Δήμος και Δ.Σ. της ακόμα διατηρούν το περιττόν ου μην αλλά κι ανιστόρητον πλέον πρόσφυμα στον τίτλο της «Κοβεντάρειος). Είναι αυτή που νομίζουμε, που καλλιεργήσαμε πως είναι ή της δίνουμε ειδικό ρόλο στην ιστορία επινοούντες μύθους γύρωθέν της και μέσα σ’ αυτούς λιμνάζουμε ανίδεοι και κυρίως χορτάτοι ψευδαισθήσεις;
            Στο τχ. 560 του έγκριτου περιοδικού ΙΣΤΟΡΙΑ δημοσιεύτηκε ένα άρθρο πανεπιστημιακού με θέμα τις Ιστορικές Βιβλιοθήκες της Ελλάδος. Αναφέρονται εκεί όλες από την αρχαιότητα μέχρι τους καιρούς μας εκτός απ’ της Κοζάνης. Δεν είναι το πρώτο δημοσίευμα με παρόμοια έλλειψη. Εθλίβην.
            Αντιγράφω από το βιβλίο μου: «Ταξιδιωτικό στα βιβλία μαθητεία στο ταξίδι  1995-2003 χρόνια στο ΙΝΒΑ και τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης» 2010.
            «...Mάλιστα, όταν τα 15 σωζόμενα αντίτυπα (της Χάρτας του Ρήγα) κηρύχτηκαν διατηρητέα εθνικά μνημεία από τον Yπουργό Πολιτισμού αλλά στις εφημερίδες είδα ότι δεν αναφέρονταν η «Xάρτα» της Kοζάνης μ’ έζωσαν φίδια. ‘Eστειλα επιστολή στον Yπουργό πως...: “στην εφημερίδα Eλευθεροτυπία της Tετάρτης 20 Aυγούστου 1997 διάβασα ότι ο Yπουργός Πολιτισμού με πράξη του χαρακτήρισε διατηρητέα μνημεία τα 15 πρωτότυπα της XAPTAΣ TOY PHΓA που σώζονται σήμερα στην Eλλάδα. Mέσα σ’ αυτά τα 15 δεν περιλαμβάνεται η XAPTA που βρίσκεται στη Δημοτική Bιβλιοθήκη Kοζάνης. Tο γεγονός της ύπαρξης του πρωτοτύπου στην Kοζάνη από το 1853 είναι γνωστό τοις πάσι κι έχει περάσει όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην ξένη βιβλιογραφία. Δεν ξέρω για ποιούς λόγους έγινε αυτή η παράλειψη. Iσως από άγνοια απαράδεκτη όσων συμβουλεύουν τον κ. Yπουργό επί του εκπολιτισμού μας! Θα σας παρακαλούσα να παρέμβετε στους αρμοδίους και να διορθωθεί αυτό το ιστορικό λάθος που αδικεί τη ιστορική Δημοτική μας Bιβλιοθήκη αλλά και την Kοζάνη”. Διορθώθηκε η αβλεψία -μάλλον η άγνοια- των εισηγητών υπαλλήλων του YΠΠO και δημοσιεύτηκε χωριστή απόφαση στο Φ.E.K., όπως η προηγούμενη, κι η Xάρτα της Kοζάνης κατακυρώθηκε και νομικά μαζί με τις άλλες στα ιστορικά μνημεία. Aυτό στην ουσία του δεν σημαίνει τίποτε. Mόνο για την ιστορία και την όποια ατελέσφορη ύστερη φήμη.».
            Τίποτε δεν μας χαρίζεται στην ιστορία ακόμα κι όταν χαρίζουμε τα τιμαλφή του χώρου και του τρόπου των γραμμάτων μας στην εξυπηρέτηση αλλοτρίων επιδιώξεων. Ολα τα διεκδικούμε καθημερινά και προς τούτο χρειάζεται γνώση της τοπικής ιστορίας, διακρίβωση και συσπείρωση των υπαρκτών πνευματικών δυνάμεων, εγρήγορση και διαχωρισμός του σημαντικού από το ασήμαντο.
            Ο «σταρ» ας πούμε της βραδιάς είναι ο κ. Μάριος - Κυπαρίσσης Μώρος, νεαρός φιλόλογος. Με τον κ. Βαγγέλη Ντάγκα (που θα διεξέλθη την μικρή αλλά τόσον χρηστική Ιστορία της νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Γ. Καλαμιανού) θα συμπληρώνουμε τα ενδιάμεσά του και παρακολουθώντες κι ασθμαίνοντες τον νέο μπορούμε να παραφράσουμε αυτό που  είπε ο Κ. Παλαμάς στον Γ. Ρίτσο: «παραμερίζουμε φιλολόγιε διαπραγματευτά για να περάσεις...». Αυτός θα αναφερθεί στην πρώτη μικρή λογοτεχνική σύνοψη του Δημητρίου Αργυριάδη εκ Σιατίσης « Περί ελληνικής ποιήσεως αρχαίας τε και νεοτέρας» και του Νίκου Μπελογιάννη «Σχεδιάγραμμα για μια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας»
                                                ***
            Ας γίνω πιο σαφής στο θέμα.
            Στην Δ’ Γυμνασίου μου, ήρθε η Δ’ έκδοση της «Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας» του Κ. Θ. Δημαρά. Τη βρήκα σ’ ένα βιβλιοπωλείο κοντά στα παλιά πρακτορεία του ΚΤΕΛ, κάποιου Γαβρά. Ηταν η αποκάλυψή μου τότε αλλά και για πάντα. Πέρασα δηλ. σε ανώτερες σφαίρες γνώσεων του αντικειμένου μου. Ηταν δίτομη. Τον δεύτερο μικρό τόμο, ένα τριπλό χρονολόγιο γεγονότων παγκόσμιων κι ελληνικών, τον έχασα από τότε αφού μου τον κατακράτησε ένας φίλος. Δεν τον αντικατέστησα έκτοτε. Ο Κ.Θ.Δ. γνώστης άριστος του θέματος ειδικά της περιόδου του νεοελληνικού διαφωτισμού, αναφέρεται στους κοζανίτες αυτής της εποχής, γενικά με καλή διάθεση, παρά τις κάποιες σκωπτικές του επισημάνσεις.
Για τον Γ. Σακελλάριο γράφει πως έχουμε να κάνουμε με έναν καθαυτό λόγιο με φιλοδοξίες λογοτεχνικές. Τα ενδιαφέροντά του τον τοποθετούν στο μεταίχμιο του προρομαντισμού και του νεοκλασσικισμού. Που και που γεννούν συγκίνηση οι στίχοι του, αλλά αυτήν την προκαλεί ο ανθρώπινος πόνος, όχι η τέχνη.
Τον Γ. Ρουσιάδη τον αναφέρει ως μεταφραστή του Ομήρου και γι’ αυτή την εργασία του μας αρκεί, γράφει, η κ
ρίση των συγχρόνων του:
      «Τον Ομηρον τυφλόν ιδών ηρώτησεν ο Αδης
      Και ποίος σε ετύφλωσεν:
                 Ο Γ. Ρουσιάδης!»
Τον Χ. Μεγδάνη θεωρεί και κατονομάζει θεωρητικό της ομάδας των κοζανιτών λογίων του διαφωτισμού.
Για τον  Μιχ. Περδικάρη γράφει πως κυριαρχεί το σαρκαστικό πνεύμα μέσα του από το θεωρητικό. Ελέγχει τον κλήρο και την άρχουσα τάξη με δριμύτητα, ενώ ταυτόχρονα ελέγχει και τους οπαδούς των νέων ιδεών. Χτυπάει τη νηστεία και φτάνει να χλευάσει τις ευχές των ιερέων. Τον Βολταίρο όμως ονομάζει «αχρείο σαρκολάτρη, κακόφρονα και στραβό»· τον δε Ρήγα τον καταδικάζει στο έργο του «Ρήγας ή κατά ψευδοφιλέλληνων».
      Για τον Ν. Κασομούλη σημειώνει πως προσπαθεί να ζυγίσει μαρτυρίες και ξέρει την βαρύτητα της αυτοψίας. Εχει, από τη μεγάλη πείρα των ανθρώπων, διαίσθηση των αιτίων και αφορμών Εχει κρίση γερή όσο κι αν πιέζεται από την περιορισμένη γνώση των πραγμάτων που προσπαθεί να την συμπληρώσει με γραπτές πηγές και τέλος έχει μιαν ακοίμητη ευσυνειδησία, ένα ζωηρό πόθο για αντικειμενικότητα. Το έργο του Κ. είναι η ιδανική πύλη που μας ανοίγεται προς την ψυχή των αγωνιστών και προς τα κατορθώματα τους, γράφει ο Κ.Θ.Δ.
      Επισημαίνει δηλ. τις κορυφές του επιχώριου Παρνασσού του τότε. Επομένως και μόνον αυτή η αναφορά του Δ. στην Ιστορία του, καταξιώνει αυτούς ως πνευματικούς εκπροσώπους της πόλεως, ανεξάρτητα αν στις άλλες ιστορίες της λογοτεχνίας αυτοί αναφέρονται με 2-3 γραμμές και συνήθως απαξιωτικά.
      Ο Λίνος Πολίτης αναφέρει στην «Ιστορία» του σε 2-3 αράδες τον Γ. Σακελλάριο και τον Μιχ. Περδικάρη. Την Ιστορία αυτή την «δίδαξα» επί τροχάδην και συνοπτικά μια σχολική χρονιά (2004 μήπως;) στο ΤΕΙ Κοίλων και Δ. Μακεδονίας σε σπουδαστές του τμήματος Χρηματοοικονομικών σπουδών. Γράφει: «Η Δ.Μ. έδωσε μια πλειάδα ελασσόνων ποιητών· ο Κοζανίτης Μιχ. Περδικάρης εκδίδει το 1817 μια περίεργη σάτιρα, τον «Ερμήλο» και τον ίδιο χ
ρόνο εκδίδονται τα «Ποιημάτια» του Κοζανίτη επίσης, Γ. Σακελλάριου
ο οποίος μιμείται τις «Νύχτες» του  Young».
      Σημειώνω πως ο μεγάλος αυτός φιλόλογος κατάφερε να «υφαρπάξει» κι ευτυχώς, από το μοναστήρι της Ζάβορδας το πλέον ολοκληρωμένο σωζόμενο αντίτυπο του «Λεξικού» του Πατριάρχου  Φωτίου ένα μνημειώδες έργο της ελληνικής γλώσσας το οποίοι ήδη εκδίδεται εδώ και χρόνια στη Γερμανία.
            Ο Ιταλός Μάριο Βίττι  στην «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» του αναφέρει τον Μιχ. Περδικάρη ως μετριότατο ποιητή, του οποίου γράφει, η εξαχρείωση δεν έχει όρια αφού έφτανε στην άρνηση της ιδέας της απελευθέρωσης και τη μοιρολατρική αποδοχή της τουρκικής  κυριαρχίας. Προχώρησε ως την καταγγελία του Ρήγα, ο οποίος  γι αυτόν ήταν ένας περιπλανώμενος τρελός και φυγάς.
            Για τον Γ. Σακελλάριο αναφέρει κυρίως την ιδιότητα του ως ιατρού του Αλή Πασά. ο οποίος ως ποιητής μιμήθηκε τις «Νύχτες» του Young.
             Ο Γ. Κορδάτος στην πληθωρική του Ιστορία της Λογοτεχνίας την οποία οι κριτικοί χαρακτηρίζουν αμέθοδη, γεμάτη λάθη και προκαταλήψεις, “πολυγράφος» ούτως ή άλλως με μεροληψία θετική τώρα, σημειώνει τον Γ. Σακελλάριο, τον Μιχ. Περιδικάρη αλλά και τον Γ. Λασσάνη, αυτόν για το μικρό θεατρικό του έργο για το οποίο οι σύγχρονοί του τον ονόμασαν Ρήγα του θεάτρου αφού ξεσήκωνε με τα έργα του τους Ελληνες των παροικιών της Οδησσού κυρίως.
            Στην 8τομη εντυπωσιακή σε όγκο και πληροφορίες ιστορία του Αλέξανδρου Αργυρίου «Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας και η πρόσληψή της» που αρχίζει από το 1918 είναι σχεδόν φυσικό να μην αναφέρεται τίποτε από την Κοζάνη του 20ου αι.
            Σημ.: Στο «Λεξικό νεοελληνικής Λογοτεχνίας» εκδ. 2007 γίνεται μνεία όλων των εκπροσώπων του διαφωτισμού της Κοζάνης, ενώ στον 20 αι.  αναφέρεται μόνον το λογοτεχνικό περιοδικό «Παρέμβαση» και  οι συντελεστές του.
            Στην γλυκυτάτη «Ελληνική Λογοτεχνία» του σημαντικού φιλολόγου και σολωμιστή Στυλιανού Αλεξίου από τον Ομηρο στον 20ο αι., λείπει γενικά η Δ. Μακεδονία στο λίαν επιλεκτικό και εκλεκτικό αυτό έργο, που αναφέρεται σε προσωπικότητες των ελληνικών γραμμάτων, διαχρονικά. Ομως, εμείς ως πόλη, έστω κι εν αγνοία της αξίας του προσώπου και του έργου του, δώσαμε το όνομά του εν ζωή, σε δρόμο της πόλεως στην συνοικία Πλατάνια. Κι είναι ο μοναδικός ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας που απαθανατίζεται τοιουτοτρόπως στα ντουβάρια μας. Οταν τον ενημέρωσα για αυτή «γενναιοδωρία» της Κοζάνης γελούσε απλώς καλόκαρδα.
            Οι πρώιμες Ιστορίες των Αριστου Καμπάνη και Ηλία Βουτιερίδη  αγνοούν παντελώς τους εγγράμματους εκπροσώπους της Κοζάνης.
            Στην «Εισαγωγή στη νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία», του Αγγλου Ρόντρικ Μπήτον φυσικά και δεν υπάρχει ούτε λέξη κι ορθώς, ξένος είναι ο άνθρωπος και στους βασικούς των γραμμάτων μας αρκείται.
            Ο Μάρκος Αυγέρης στο βιβλίο του «Εισαγωγή στην Ελληνική ποίηση και πεζογραφία» σημειώνει τα ονόματα των Γ. Ρουσιάδη, Γ. Σακελλάριου και Μιχ. Περδικάρη απλώς ως στιχοπλόκους
            Στην «Αληθινή ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» του Ν. Παππά, ενός μαρξιστή και λίαν εγωκεντριστή,από τα Τρίκαλα, δεν βρήκα τίποτα αλλά είδα σχεδόν με ευχαρίστησησημείωση  στο τέλους της, πως ο Φώτης Κουβέλης ...διετέλεσαι ποιητής από το 1965 ομαδικά και το 1971  ατομικά. Διακρίνεται, γράφει, για την λιτότητα και τον εσωτερικό παλμό που κάνει καινούργιους και τους γνωστούς τόνους
      Αντιγράφω:
«Τους περιμέναμε γυμνούς κι ωραίους
Στημένοι στις πλατείες. Νύχτες ανάπαυση δε γνώρισαν
Οι νέοι των τριάντα ετών...»
      ή
«Κακόμοιροι να παραδώσετε την πόλη στους εχθρούς
Είναι μια λέξη...»

Κι αυτή είναι η τελευταία μου λέξη για απόψε.
                                                                                                4 Απριλίου 2015


Δεν υπάρχουν σχόλια: