Ενθύμησις Κ. Π. Καβάφη
75 χρόνια από το θάνατό του και 145 από τη γέννησή του
(29 Απριλίου και τα δύο συνέβησαν)
Μικρό Ανθολόγιο στίχων του
Του Β.Π. Καραγιάννη
H πόλις θα σ’ ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Kαι στις γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
*
Kαι τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις
*
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει
*
και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει
*
όσο μπορείς μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες
*
Eπάνω στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος
Tων ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κι αισθήματα
*
Kάμνοντας όμοια σαν ηθοποιός
που όταν η παράσταση τελειώσει,
αλλάζει φορεσιά κι απέρχεται
*
ο κάτοχος τέλειος της ηδονής
*
N’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι· τους αυλούς, τη φωταψία
*
Oι Aλεξανδρινοί ένοιωθαν βέβαια
που ήσαν λόγια αυτά και θεατρικά
*
τι κούφια λόγια ήσανε αυτές η βασιλείες
*
τα ‘νοιωσαν πια τα βήματα των Eριννύων
*
μήτε να κρίνουν ή να συζητούν,
μήτε να εκλέγουν πια, ν’ ακολουθούνε μόνο
*
χάσαμεν όμως το πιό τίμιο - την μορφή του
*
εν μέρει εθνικός, κ’ εν μέρει χριστιανίζων
*
πιότερο επιθυμώ να δω παρά να πω
*
Kαι μες στην τέχνη πάλι, ξεκουράζομαι απ’ την δούλεψή της
*
Eδώ ας σταθώ· Kι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο
*
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.
*
επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται...
*
K’ ήπια από δυνατά κρασιά, καθώς
που πίνουν οι ανδρείοι της ηδονής
*
Γι άτολμα σώματα δεν είναι καμωμένη
αυτής της ζέστης η ηδονή
*
Δώδεκα και μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια!
*
Γι αυτό κ’ η μεταμέλειες σταθερές ποτέ δεν ήσαν
K’ η αποφάσεις μου να κρατηθώ, ν’ αλλάξω
διαρκούσαν δυό εβδομάδες το πολύ.
*
Oι άφθονοι έπαινοι κ’ η κολακείες
εις όλους μοιάζουν. Oλοι είναι λαμπεροί
ένδοξοι, κραταιοί, αγαθοεργοί
*
A, να, ήρθες, συ με την αόριστη
γοητεία σου
*
χλωμός και κουρασμένος, ιδεώδης εν τη λύπη σου
*
Tώρα στην Pώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο,
αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξείδι αυτό
που ήταν όλο μέρες απολαύσεως
*
αν είσαι Aλεξανδρεύς, δεν θα επικρίνεις. Ξέρεις την ορμή
του βίου μας· τι θέρμην έχει· τι ηδονή υπέρτατη.
*
ημίν τοις φίλοις πένθος
*
Tην εμορφιά έτσι πολύ ατένισα,
που πλήρης είναι αυτής η όρασίς μου.
*
Tυχαίως τα βλέμματά των συναντήθηκαν
και την παράνομην επιθυμία της σαρκός των
εξέφρασαν δειλά, διστακτικά
*
Hτανε σύντομος ο ωραίος βίος
*
Mνήμη μου, φύλαξε τα συ ως ήσαν,
Kαι, μνήμη, ότι μπορείς από τον έρωτά μου αυτόν,
ό,τι μπορείς φέρε με πίσω απόψι
*
Tα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο
τα χείλη κείνα δεν τα ηύρα πια
*
Kαι με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν
*
έτσι η επιθυμίες μοιάζουν που επέρασαν
χωρίς να εκπληρωθούν· χωρίς ν’ αξιωθεί καμιά
της ηδονής μια νύχτα, ή ένα πρωί της φεγγερό
*
η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη
ξεύροντας πως δεν θά ‘λθει πιά ο υιός που περιμένει
*
ψυχές που κάθονται- κωμικοτραγικές-
μες στα παληά των τα πετσιά τ’ αφανισμένα
*
πολίτης εις των ιδεών την πόλη
*
Tο έργον των θεών διακόπτομεν εμείς
τα βιαστικά κι άπειρα όντα της στιγμής
*
Kι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι- το σωστό- εις όλην την ζωήν του.
*
Kαι κατά κει τον πλούσιο τόπο, την Λυκία
τούτο οδοιπόρησαν οι δύο αδελφοί
Yπνος και Θάνατος
*
εις το μεγάλο Tίποτε επιστραμμένο απ’ την ζωή
*
...Aπόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί
για μια εβδομάδα μόνο... Aλίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.
*
Δεν μας έβλεπε κανείς μα κιόλας
είχαμεν εξαφθεί τόσο πολύ,
που γίναμε ακατάλληλοι για προφυλάξεις
*
“... N’ αγαπηθεί ακόμη περισσότερον
η ηδονή που νοσηρώς και με φθορά αποκτάται·
*
Kάθε του προσδοκία βγήκε λανθασμένη
*
φανατικό για γράμματα
*
πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Aρταφέρνη.”
*
υπεροψίαν και μέθην
*
βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής
μέχρις οστέων και μυελών και μερισμού ψυχής
*
Oι ελαφροί ας με λέγουν ελαφρόν
*
H εκπλήρωσις της έκνομης των ηδονής
έγινεν. Aπ’ το στρώμα σηκώθηκαν
και βιαστικά ντύνονται χωρίς να μιλούν
*
Eις σε προστρέχω Tέχνη της Ποιήσεως
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω
*
Tρισβάρβαρα τα ελληνικά των, οι άθλιοι
*
Tέτοιους βγάζει το έθνος μας θα λένε
*
με τα ιδεώδη μέλη του πλασμένα για κρεββάτια
που αναίσχυντα τ’ αποκαλεί η τρεχάμενη ηθική
*
οι τα φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες
*
Aστοχα πράγματα και κινδυνώδη
Oι έπαινοι για των Eλλήνων τα ιδεώδη
*
H αγάπη των βεβαίως δεν ήταν όπως πρίν
είχε ελατωθεί η έλξις βαθμηδόν,
είχεν ελαττωθεί η έλξις της πολύ
*
Aνήκει πλήρως στα βιβλία
*
Oι ανίδεοι Aντιοχείς διαβάζουν, Eμονίδην
*
Aρρώστησεν ο νους από λαγνεία
Στο στόμα του μείνανε τα φιλιά
*
Mα σήμερα είναι λίαν, παρά το φυσικό του,
σύννους και κατηφής
*
Kαι μες στον ύπνον η ηδονή προσήλθε· μέσα
στον ύπνο βλέπει κ’ έχει την μορφή, την σάρκα που ήθελε...
*
Σε σπίτι Xριστιανών επιφανών να χριστιανέψει
*
ο νέος ο πιό ευειδής, κι ο πιό αγαπηθείς
σ’ όλην την Aντιόχεια
*
Hταν ο περιλάλητος βίος της Aντιόχειας,
ο ενήδονος, ο απόλυτα καλαίσθητος
*
Kατήντησ’ ένας τύπος που αν σ’ ‘έβλεπαν μαζί του
συχνά, ήταν πιθανόν μεγάλως να εκτεθείς.
*
Kαι σαν σωθήκαν τ’ ακριβά πιοτά,
και σαν πλησίαζε πιά η ώρα τέσσερες,
στον έρωτα δοθήκαν ευτυχείς
*
Aνέγνων, έγνων, κατέγνων. Tάχατες μας εκμηδένισε
με το “κατέγνων” του ο γελοιωδέστατος
*
Tον φθείρει αυτόν μια απόλαυσις μισή
*
Oτι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ ευχήν στην Aποικία
δεν μεν’ η ελάχιστη αμφιβολία
*
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη
*
μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά
*
κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας
κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του
*
ιδού δεν έχεις πια αφορμή να με διαβάλεις
*
το σώμα του για ένα τάλληρο ή δυό πουλούσε
*
Aπ’ όλους πιο έκδοτος στες ηδονές
*
Kι ανάλογα ήλθαν η απαντήσεις
αφημένες, με φωνή χαμηλωμένη
με υπολανθάνουσα συναίνεσι
*
Bλάπτουν κ’ οι τρείς τους τη Συρία το ίδιο
*
Ποιό απόσταγμα να βρίσκεται κατά τες συνταγές
αρχαίων Eλληνοσύρων μάγων καμωμένο
που, σύμφωνα με την αναδρομήν.
και την μικρή μας κάμαρη να επαναφέρει
*
Tο πήραμε, το πήγαμε το άγιο λείψανον αλλού.
Tο πήραμε,το πήγαμε εν αγάπη κ’ εν τιμή
*
Eίναι κι αυτή μια στάσις. Nοιώθεται
Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Τετάρτη 30 Απριλίου 2008
Τετάρτη 23 Απριλίου 2008
Απριλιου και Μ.Εβδομαδος καμωματα
ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Σύνοψη παρελθόντος μηνός Απριλίου
Β.Π. Καραγιάννης
«Με έπνιξαν οι απελπισμένες μυρωδιές τ’ Απρίλη...» έγραφε κάποτε (το επίρρημα οριστικό κι αμετάκλητο ως προς το χρόνο απώλειας που δηλώνει) ο ποιητής Σπύρος Τσακνιάς.
Τον Απρίλιο οι μυρωδιές είναι πυκνές, σοβαρές, μετρημένες σ’ αντίθεση μ’ αυτές που ακολουθούν το Μάη ανάλαφρες και παιχνιδιάρες. Εχουν όλες τους τη μεγαλοβδομαδιάτικη μεγαλοπρέπεια, την αξιοπρέπεια του ηττημένου, την ελεγχόμενη θλίψη του ατελέσφορου στο παρόν και στο μέλλον.
Τα σύννεφα συνεχώς βαριά σαν στήθη ετοιμόγεννης, γεμάτα νερό που πέφτει όμως με δυστοκία, όπως τα δάκρυα της Μ. Εβδομάδας, τα οποία θέλουν κάπως αναίτια να κυλήσουν αλλά αφήνονται γι’ αργότερα.
Συμπληρώνω αδόκιμα στον ποιητή Σ.Τσ:
«Με ρήμαξαν οι θύμησες στη μονή Βλατάδων...
Κατεβαίνεις τη Δημητρίου Πολιορκητού, δεξιά αφήνεις την κατάκλειστη «Χαρτοθήκη» του ποιητού και καθηγητού του Πολυτεχνείου κ. Ευάγγελου Λιβιεράτου, σχεδόν ευθεία, κατηφορική μ’ ελαφριές διακυμάνσεις αλλ’ αίφνης στρίβεις· την Πολιορκητού συνεχίζει η οδός Μοναχού Παϊσίου, μεγάλη η χάρη του. Αραγε ο προορατικός αυτός ημι-άγιος είχε προϊδει πως θα εντοιχίζονταν στην άνω Πόλη, στα όρια με την κάτω.
Κοζάνη-Θεσσαλονίκη. Ενα ταξίδι πάντα κι όσο κι αν έχει περιοριστεί ο χρόνος, η απόσταση παραμένει, άρα η απόσπασή από τον τόπο σου αποτελούν υλικά ταξιδιού. Το μικρό ταξίδι στη Θ. είναι μια επιστροφή στις μνήμες, τους ανθρώπους, στους πρώην μας τρόπους.
Αποχαιρετάς τους Χαιρετισμούς της Θεσσαλονίκης και την πόλη αυτή που αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα του σώματός αλλά ίσως και την διαρκή πατρίδα της ψυχής και εισέρχεσαι στη δική σου μεγάλη Εβδομάδα, στον τόπο όπου κοινωνείς με το σώμα και τη σκέψη από το διαφυγόν κέρδος της.
***
Λαζάρου του τετραημέρου, του από Βηθανίας
«Δεν είμαι εγώ η ανάσταση και η ζωή
Απ’ την πλευρά του Λαζάρου
για ησυχία εκλιπαρώ
Κοιμούμαι
Πέντε οργιές βαθύτερα απ’ τον ύπνο
πέντε φορές ψηλότερα απ’ τον αφρό.»
ο Γιώργος Βέλτσος
Κυριακή των Βαϊων και μετά κλάδων από ήμερη ηγιασμένη δάφνη και ημιορεινό πυξάρι. Τα βάγια στην είσοδο του ναού διανέμονται με αντίτιμο το ...ό,τι προαιρείσθαι στους εισερχόμενους για να παρακολουθήσουν τον μέγα Ερχόμενο προς το εκούσιον πάθος Του.
Δευτέρα Μεγάλη. Να δώσω το παρόν και να πάρω ευλογίες στην «Παναγία Βοήθεια», άσημο παλαιόν ναϊδριον έναντι των νέων ΚΤΕΛ ένθα μυσταγωγικά, λιτά κι απέριττα διεξάγετε κάθε ακολουθία. Επικράνθη ως ο Αδης η ψυχή, εξηράνθη το σώμα ως η συκή της βραδιάς. Αμέσως με την απόλυση σφαίρα χώνομαι στο χώμα και το σώμα της άνοιξης.
Μεγάλη Τρίτη διατρέχω εκκλησίες και μονύδρια από νωρίς να ακούσω «μ’ αυτί κουφού» εκ της εκείθεν εκπορευόμενες πολυφωνίες τις παραλογές της βραδιάς στις παραλλαγές των ψαλτολόγων.
Μεγάλη Τετράδη αναβοσβήνω τα επτά κεριά του ευχελαίου στημένα στο πιάτο με το αλεύρι, στο μοναστήρι του αργούντος αμιάντου επί γης, καθώς ετοιμάζεται ο μυστικός και ο αμείαντος δείπνος και ύπνος εν ιδρώτι, φόβο, αγωνία και προσευχή. Προσεύχομαι ένδον ξεδιπλώνοντας το ειλητάρι των αγαπημένων.
Μεγάλη Πέμπτη ακριβώς στη μέση έκοβα την ακολουθία των παθών. Μετά την πρώτη δόση των έξη ευαγγελίων εισέρχομαι ανυπόδητος ψυχικά στον άγιο Δημήτριο, πολίτης β’ θρησκευτικής διαλογής, όμως οι μέρες και οι νύχτες το συγχωρούν, το σηκώνουν. Αντλούν συγκίνηση από το λιμνάζον φρέαρ των ενθυμήσεων με τραβούν εκεί, να περιμένω την συνάντηση με το άλλο μου είναι, που ήταν και πέρασε.
Μεγάλη που είναι αυτή η Παρασκευή!
«Μη με διαβάζετε
αν δεν έχετε
παρακολουθήσει κηδείες αγνώστων
η έστω μνημόσυνα...
Οταν δεν πήγατε τουλάχιστον μια φορά
στην Αποκαθήλωση»
ο Ν. Καρούζος κι αυτός στο κάποτε· Μια πασχαλιά με γλυκο-κρυφο-κοιτάζει στην περιοχή του ερειπωμένου και δηωμένου Ξενία. Την επισκέπτομαι το αυτό πρωί, κάθε χρόνο, λίγο πριν την έναρξη του εσπερινού της Αποκαθήλωσης, μέρα κοντά μεσημέρι, στον άγιο Νικόλαο. Την νιώθω αδελφή ψυχή εκ της μελαγχολίας της ημέρας. Αναγκάζομαι να επέμβω επί της κλαδικής της ακεραιότητας. Το σπαρακτικό, χορωδιακό μέρος από τα «Κατά Ματθαίον» του Μπαχ με συνοδεύει σ’ αυτόν τον πένθιμο, ευώδη διακλαδισμό. Το ακούω ως κοσμικό απόηχο στον αναδιπλασιασμό των ήχων στις καμπάνες.
Μεγάλο Σάββατο με πενθοφορεί μια αδιέξοδη πορεία αδημονίας στα χωράφια. Τι περιμένω άραγε για το βράδυ. Ισως και να δω κάποια αγαπημένα μου πρόσωπα από το χτες και ειδικά εκείνο που αμέσως μετά το «Αληθώς Ανέστη», παιδί ανάσκελα στη γη, μετρούσα κάπως τ’ άστρα, ενώ στη διπλανή κυδωνιά το αηδόνι που διανυκτέρευε να τρελένεται από την ανοιξιάτικη θλίψη και τα ατελέσφορά της τελικά συμπεράσματα, στα οποία καταλήγουν όλες οι γλυκιές αναμονές.
Ανάσταση μυρίζω αέρα.
Κυριακή πρωί ακούω στον μορμυρίζοντα νερόλακκο τα διαυγή, αισθαντικά νερά του Χαίντελ καθώς εισέρχονται στα παλιά χώματα και στα νέα κορμιά των λαχανικών: τα κρεμμύδια, πράσα, σκόρδα, μαρούλια, σπανάκια ημερεύουν· τα ελευθεριάζοντα χόρτα γενικώς και τα ατίθασα ραδίκια ειδικώς αγριεύουν. Σε λίγο θα λάβει χώρα η θυσία χωρικής ανέσεώς τους με προεξάρχοντα τα θυσιασθέντα, εκ της γης προσφάτως αναδειχθέντα, και παθόντα και εκριζοθέντα με μητρική δεξιότητα δε μαγειρευθέντα.
Η απέραντη χλαλοή των αισθημάτων του σώματος.
Ανοιξη και πέντε.
Πάσχα παρά κάτι.
***
Αλλά ακόμα Μεγάλη Εβδομάδα έχουμε.
Ας σωπάσουμε επιτέλους.
Σύνοψη παρελθόντος μηνός Απριλίου
Β.Π. Καραγιάννης
«Με έπνιξαν οι απελπισμένες μυρωδιές τ’ Απρίλη...» έγραφε κάποτε (το επίρρημα οριστικό κι αμετάκλητο ως προς το χρόνο απώλειας που δηλώνει) ο ποιητής Σπύρος Τσακνιάς.
Τον Απρίλιο οι μυρωδιές είναι πυκνές, σοβαρές, μετρημένες σ’ αντίθεση μ’ αυτές που ακολουθούν το Μάη ανάλαφρες και παιχνιδιάρες. Εχουν όλες τους τη μεγαλοβδομαδιάτικη μεγαλοπρέπεια, την αξιοπρέπεια του ηττημένου, την ελεγχόμενη θλίψη του ατελέσφορου στο παρόν και στο μέλλον.
Τα σύννεφα συνεχώς βαριά σαν στήθη ετοιμόγεννης, γεμάτα νερό που πέφτει όμως με δυστοκία, όπως τα δάκρυα της Μ. Εβδομάδας, τα οποία θέλουν κάπως αναίτια να κυλήσουν αλλά αφήνονται γι’ αργότερα.
Συμπληρώνω αδόκιμα στον ποιητή Σ.Τσ:
«Με ρήμαξαν οι θύμησες στη μονή Βλατάδων...
Κατεβαίνεις τη Δημητρίου Πολιορκητού, δεξιά αφήνεις την κατάκλειστη «Χαρτοθήκη» του ποιητού και καθηγητού του Πολυτεχνείου κ. Ευάγγελου Λιβιεράτου, σχεδόν ευθεία, κατηφορική μ’ ελαφριές διακυμάνσεις αλλ’ αίφνης στρίβεις· την Πολιορκητού συνεχίζει η οδός Μοναχού Παϊσίου, μεγάλη η χάρη του. Αραγε ο προορατικός αυτός ημι-άγιος είχε προϊδει πως θα εντοιχίζονταν στην άνω Πόλη, στα όρια με την κάτω.
Κοζάνη-Θεσσαλονίκη. Ενα ταξίδι πάντα κι όσο κι αν έχει περιοριστεί ο χρόνος, η απόσταση παραμένει, άρα η απόσπασή από τον τόπο σου αποτελούν υλικά ταξιδιού. Το μικρό ταξίδι στη Θ. είναι μια επιστροφή στις μνήμες, τους ανθρώπους, στους πρώην μας τρόπους.
Αποχαιρετάς τους Χαιρετισμούς της Θεσσαλονίκης και την πόλη αυτή που αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα του σώματός αλλά ίσως και την διαρκή πατρίδα της ψυχής και εισέρχεσαι στη δική σου μεγάλη Εβδομάδα, στον τόπο όπου κοινωνείς με το σώμα και τη σκέψη από το διαφυγόν κέρδος της.
***
Λαζάρου του τετραημέρου, του από Βηθανίας
«Δεν είμαι εγώ η ανάσταση και η ζωή
Απ’ την πλευρά του Λαζάρου
για ησυχία εκλιπαρώ
Κοιμούμαι
Πέντε οργιές βαθύτερα απ’ τον ύπνο
πέντε φορές ψηλότερα απ’ τον αφρό.»
ο Γιώργος Βέλτσος
Κυριακή των Βαϊων και μετά κλάδων από ήμερη ηγιασμένη δάφνη και ημιορεινό πυξάρι. Τα βάγια στην είσοδο του ναού διανέμονται με αντίτιμο το ...ό,τι προαιρείσθαι στους εισερχόμενους για να παρακολουθήσουν τον μέγα Ερχόμενο προς το εκούσιον πάθος Του.
Δευτέρα Μεγάλη. Να δώσω το παρόν και να πάρω ευλογίες στην «Παναγία Βοήθεια», άσημο παλαιόν ναϊδριον έναντι των νέων ΚΤΕΛ ένθα μυσταγωγικά, λιτά κι απέριττα διεξάγετε κάθε ακολουθία. Επικράνθη ως ο Αδης η ψυχή, εξηράνθη το σώμα ως η συκή της βραδιάς. Αμέσως με την απόλυση σφαίρα χώνομαι στο χώμα και το σώμα της άνοιξης.
Μεγάλη Τρίτη διατρέχω εκκλησίες και μονύδρια από νωρίς να ακούσω «μ’ αυτί κουφού» εκ της εκείθεν εκπορευόμενες πολυφωνίες τις παραλογές της βραδιάς στις παραλλαγές των ψαλτολόγων.
Μεγάλη Τετράδη αναβοσβήνω τα επτά κεριά του ευχελαίου στημένα στο πιάτο με το αλεύρι, στο μοναστήρι του αργούντος αμιάντου επί γης, καθώς ετοιμάζεται ο μυστικός και ο αμείαντος δείπνος και ύπνος εν ιδρώτι, φόβο, αγωνία και προσευχή. Προσεύχομαι ένδον ξεδιπλώνοντας το ειλητάρι των αγαπημένων.
Μεγάλη Πέμπτη ακριβώς στη μέση έκοβα την ακολουθία των παθών. Μετά την πρώτη δόση των έξη ευαγγελίων εισέρχομαι ανυπόδητος ψυχικά στον άγιο Δημήτριο, πολίτης β’ θρησκευτικής διαλογής, όμως οι μέρες και οι νύχτες το συγχωρούν, το σηκώνουν. Αντλούν συγκίνηση από το λιμνάζον φρέαρ των ενθυμήσεων με τραβούν εκεί, να περιμένω την συνάντηση με το άλλο μου είναι, που ήταν και πέρασε.
Μεγάλη που είναι αυτή η Παρασκευή!
«Μη με διαβάζετε
αν δεν έχετε
παρακολουθήσει κηδείες αγνώστων
η έστω μνημόσυνα...
Οταν δεν πήγατε τουλάχιστον μια φορά
στην Αποκαθήλωση»
ο Ν. Καρούζος κι αυτός στο κάποτε· Μια πασχαλιά με γλυκο-κρυφο-κοιτάζει στην περιοχή του ερειπωμένου και δηωμένου Ξενία. Την επισκέπτομαι το αυτό πρωί, κάθε χρόνο, λίγο πριν την έναρξη του εσπερινού της Αποκαθήλωσης, μέρα κοντά μεσημέρι, στον άγιο Νικόλαο. Την νιώθω αδελφή ψυχή εκ της μελαγχολίας της ημέρας. Αναγκάζομαι να επέμβω επί της κλαδικής της ακεραιότητας. Το σπαρακτικό, χορωδιακό μέρος από τα «Κατά Ματθαίον» του Μπαχ με συνοδεύει σ’ αυτόν τον πένθιμο, ευώδη διακλαδισμό. Το ακούω ως κοσμικό απόηχο στον αναδιπλασιασμό των ήχων στις καμπάνες.
Μεγάλο Σάββατο με πενθοφορεί μια αδιέξοδη πορεία αδημονίας στα χωράφια. Τι περιμένω άραγε για το βράδυ. Ισως και να δω κάποια αγαπημένα μου πρόσωπα από το χτες και ειδικά εκείνο που αμέσως μετά το «Αληθώς Ανέστη», παιδί ανάσκελα στη γη, μετρούσα κάπως τ’ άστρα, ενώ στη διπλανή κυδωνιά το αηδόνι που διανυκτέρευε να τρελένεται από την ανοιξιάτικη θλίψη και τα ατελέσφορά της τελικά συμπεράσματα, στα οποία καταλήγουν όλες οι γλυκιές αναμονές.
Ανάσταση μυρίζω αέρα.
Κυριακή πρωί ακούω στον μορμυρίζοντα νερόλακκο τα διαυγή, αισθαντικά νερά του Χαίντελ καθώς εισέρχονται στα παλιά χώματα και στα νέα κορμιά των λαχανικών: τα κρεμμύδια, πράσα, σκόρδα, μαρούλια, σπανάκια ημερεύουν· τα ελευθεριάζοντα χόρτα γενικώς και τα ατίθασα ραδίκια ειδικώς αγριεύουν. Σε λίγο θα λάβει χώρα η θυσία χωρικής ανέσεώς τους με προεξάρχοντα τα θυσιασθέντα, εκ της γης προσφάτως αναδειχθέντα, και παθόντα και εκριζοθέντα με μητρική δεξιότητα δε μαγειρευθέντα.
Η απέραντη χλαλοή των αισθημάτων του σώματος.
Ανοιξη και πέντε.
Πάσχα παρά κάτι.
***
Αλλά ακόμα Μεγάλη Εβδομάδα έχουμε.
Ας σωπάσουμε επιτέλους.
"Αθωνικο Ψαλτηρι" μοναχου Μωυσεως, αγιορειτου
Περί του «Αθωνικού Ψαλτήριου»
του μοναχού Μωυσέως αγιορείτου, λόγος αινέσεως
Του Β. Π. Καραγιάννη
31 Μαρτίου και το ημερήσιο μαρτυρολόγιο είναι γεμάτο από αγίους, περίπου άπειροι. Ξεφυλλίζοντας το Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου το εξαίσιο αυτό σύγγραμμα διαβάζω: «Μνήμη των αγίων των εν Περσία μαρτυρησάντων Αυδά Επισκόπου και των συν αυτώ εννέα Μαρτύρων, και άλλων πολλών Αγίων, των εις φυλακήν βληθέντων, και υπό μυών και γαλών των συγκλισθέντων αυτοίς βιβρωσκομένων». Τους έφαγαν δηλαδή τα ποντίκια και οι γάτες. Θαυμάσια, ποιητικά, μαρτυρικά αναγνώσματα, αλλά ακόμα πιο θαυμαστά τα διαλαμβανόμενα. Είμαι σποραδικός «διαδρομιστής» του Συναξαριστή αλλά ετούτο τον καιρό χαμένος βρίσκομαι σ’ ένα μνημειώδες σύγγραμμα που με τραβάει ιδιαίτερα (ερχεται κι ο καιρός για την εις άγιον Ορος ενιαύσια είσοδο) έναν οιονεί Συναξαριστή των αγίων του Ορους. Είναι το βιβλίο «Οι άγιοι του Αγίου Ορους», το έργο opera magnus (πάνω από 800 σελίδες μετ’ εγχρώμων φωτογραφιών και με βιογραφίες 450 αγιορειτών αγίων) του μοναχού Μωυσέως αγιορείτου. Είναι το (50ο) πεντηκοστό βιβλίο στο ειλιτάρι των έργων του, κι αυτός ο αριθμός όπως ακούγεται, μου φέρνει ως διακειμενική ( που λένε οι δεινοί φιλόλογοι) αναγκαιότητα το 50ο ψαλμό του Δαβίδ («…Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθείσομαι»). Παρόμοια βιβλία, λειτουργούν κάπως σαν εξυγιαντικά και ξεκαθαριστικά του μυαλού, της σκέψης, της ψυχής, άρα και του σώματος. Ο τόμος αυτός είναι μια ωραιότατη έκδοση από τον εκδ. οίκο Μυγδονία, και όταν παρουσιάστηκε στο κοινό της πόλεως Θεσσαλονίκης, απόντος του κ. Ψωμιάδη, άρα ενώπιον σοβαροτάτου κοινού στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, έγινε πατείς με τσαλαπατώσε από τον πολύ κόσμο, ποιός θα προλάβει (μη χάσει) να πάρει τη χάρη από το βιβλίο και από τον συγγραφέα.
Αλλα τώρα δεν θα αναφερθώ σ’ αυτό.
Δεν ξέρω αν κάνω κάτι το διαφορετικό ή το εξαιρετικό. Νομίζω μετρίως και τα δύο, παρουσιάζοντας, όπως όπως, ένα ποιητή μοναχό· όχι ποιητή του μοναχισμού αλλά ψάλτη της μοναχικής, ψυχικής λεπτότητας κι ευαισθησίας, της φιλέρημης εν Χριστώ ζωής, της διακονίας, της μετανοίας στο αγιώνυμο όρος Αθως.
*
Τους περασμένους χρόνους την καθαρά Δευτέρα μας έλεγαν από το σπίτι πως για να φάμε τα αλάδωτα της ημέρας, έπρεπε να βρούμε μια φωλιά πουλιών. Γιατί δεν το έμαθα ποτέ; Στους καιρούς μας πρέπει να βρούμε ανοιχτά τα σούπερ μάρκετ και τους φούρνους για τη λαγάνα. Ομως, επειδή πάντα ελλοχεύει η ανάμνηση και σε εκτέλεση του διαρκούς της παραγγέλματος, στις μέρες μας βρήκα, τι περίεργο, μια μικρή, περίτεχνη φωλιά δίπλα στις ράγες του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Θα είχε πέσει από την παραπλήσια κορομηλιά. Τη μάζεψα, την έχω στο γραφείο μου, μια διαρκή φωλιά που μαζεύει κι επωάζει όλα της ψυχής και της διάθεσης τα αυγά, ακόμα και τα γνήσια επαγγελματικά.
Κάθε καθαρά Δευτέρα γυρίζω στους τόπους της τοπικής νοσταλγίας και πρόσκαιρες φωλιές μου· εκεί μόνος μου διαχειρίζομαι αυτό το αίσθημα. Πάντα μαζί μου είχα τα ποιήματα του ‘Ελιοτ «Η Τετάρτη των Τεφρών», η αντίστοιχη δηλαδή Καθαρά Δευτέρα των Ρωμαιοκαθολικών. Φέτος γυρίζοντας για τις φωλιές της αυτές είχα μαζί μου την ποιητική συλλογή του μοναχού Μωυσή «Αθωνικό Ψαλτήρι». Τι ωραιότερη εισαγωγή για τη Σαρακοστή που άρχιζε και διανύουμε ήδη τις τελευταίες μέρες!
Καθαρή Δευτέρα στη Σκήτη
σιωπή και ασιτία
χιονόνερο
τα βιβλία
τα καντήλια
οι εικόνες
μοναξιά ωραία
σιωπή γλυκόφθογγη
ημέρα χάριτος
νύχτα ευλογίας.
Σαρακοστή πολλά υποσχόμενη
στους αναβάλλοντες την ηρωική μετάνοια
τη σημαντική αλλαγή
τη νέκρωση
την ανάσταση
τη μεταμόρφωση
τον ασπασμό της μακαρίας ελπίδας
τη δόξα της θέωσης
τον γλυκασμό της ταπείνωση
τη χαρμονή της αγάπης
την πρόγευσης αιωνιότητας
της ατέρμονης χάρης
δίχως «δι ευχών»
κι «αμήν».
Σαρακοστή 2004
Εν τω μεταξύ:
«Είμαι ολόκληρος μια ακαθόριστη νοσταλγία, ούτε του παρελθόντος ούτε του μέλλοντος: είμαι μια νοσταλγία του παρόντος, άγνωστη, εκτενής και ακατάληπτη (Φ. Πεσσόα «Το βιβλίο της ανησυχίας» τ. Β’ σελ. 127)
Περισσότερο ερωτήματα θα διατυπώσω παρά διαπιστώσεις θα κάνω.
Γιατί, παρουσιάζουμε βιβλία ποίησης; Μπορούμε να μετρήσουμε, να βυθοσκοπίσουμε με τα επιφανειακά εργαλεία της όποιας μας φιλολογικής και μη γνώσης, τον εσώτερο κόσμο αλλά και το διάκοσμο της ψυχής του ποιητή, ψυχή, που στο κάτω κάτω δεν ξέρουμε ούτε τι λογής είναι, καθότι άυλο εντελώς κι ασύλληπτο είναι το είδος και η ειδή της; Δεν μπορούμε φυσικά, καθότι η ...ποιητουργία (όπως ταπητουργία) είναι μεν μια εργασία επίπονη και φέρει όλα τα γνωρίσματα, με τα πιο απαιτητικά υλικά του λογοτεχνικού διαπράγματος, αλλά παραμένει πάντα το ελλειπτικό εκείνο σχέδιο του ανθρώπου- δημιουργού, (σε μικρογραφία το σχέδιο του Θεού με το οποίο όλοι μας είμαστε πλασμένοι και κινούμενοι), που παρέχει οδική πνευματική βοήθεια τις περισσότερες όμως φορές κραυγάζει για βοήθεια, από κει και προς τα κει που μόνο μπορεί να ‘ρθει· από τη φύση, από τα πράγματα, από τον Θεό του καθένα θέλω να πω.
Ως εκ τούτου μένουμε, όσο μπορούμε, στο ποιά αίσθηση αφήνει σ’ εμάς τους αναγνώστες, αυτή η ειδική κατάθεση του πνευματικού ανθρώπου, που φορές σε οδηγεί μέχρι και σε αντίθετες διαπιστώσεις από τις αφετηρίες του ποιητή. Αλλά αυτό είναι και η μαγεία της. Να γίνεται δικό σου κάτι ξένο. Αφού δεν είναι δυνατό ν’ ανιχνεύσεις άχρι βάθους τον ποιητή και το έργο για να το κάνεις δικό σου, το μεταφέρεις στον οικείο σου κόσμο και μ’ αυτό πορεύεσαι στα μονοπάτια και τις διακλαδώσεις του. Παίρνεις τη θέση του δημιουργού κάπως. Στην ποιητική συλλογή του μοναχού Μωυσή, τον ακολουθείς αρχικά και κατά τίτλο, στα μονοπάτια και τις διακλαδώσεις του αγίου Ορους, όμως σε κάθε στάσιμό του, ακόμα και το πλέον περιγραφικό του τόπου, στέκεσαι για μια ανάταση κατανυκτική – κάποιες φορές με διάθεση νηπτική- η οποία σε σπρώχνει εκόντα άκοντα σε προσλήψεις σχεδόν υπερκόσμιες για το φθαρτό σου είναι.
Πως να μπούμε στην εσώτερη αναγκαιότητα του ποιητή η οποία τον έφερε στη θέση της δια του λόγου λύτρωσής του από ένα βασανιστικό ερέθισμα, που θέλει να γίνει πράξη, λέξεις, γραφή, κείμενο, ποίημα. Να δει το φως της μέρας, να το δουν πρωτίστως οι άλλοι και να συμβιώσουν μ’ αυτό, δηλαδή με τον ίδιο τον δημιουργό; Νομίζω πως αυτό που εμφανίζεται σαν ένα ολοκληρωμένο έργο είναι το ρητό που μένει από το άρρητο που εξερεθίζει αλλά παραμένει σαν γλυκόπικρο κατακάθι στην ψυχή για να μη δηλωθεί ποτέ, αλλά να φουσκώνει το προζύμι της έμπνευσης και να ετοιμάζει την επόμενη έξοδο.
Αυτή είναι ή πρέπει να είναι η μέθοδος προσέγγισης των τρυφερών πραγμάτων που συντελούνται στον ποιητή για να αρπάξουμε απ’ αυτόν ό,τι μπορέσουμε: θραύσματα τρυφερότητας, ευαισθησίες άγνωστες, εικόνες ενός άλλου κόσμου και πολιτισμού, ευγένειες και λεπτότητες της ψυχής πρωτόγνωρες, τα οποία μας παραχωρεί αυτός, μικρή δωρεά, αντίδωρο λόγου, λέξεων ρυθμικά περιπεπλεγμένων, έτσι για να βιώσουμε κάτι από το πολύτιμο κοίτασμα και το κοίταγμα, που έχουν αυτές οι ξεχωριστές υπάρξεις των ποιητών.
Ο γέρων –κατά την αγιορειτική, σεβαστική, πνευματική επίκληση κι όχι ηλικιακή επιμέτρηση, Μωυσής, έχουμε διαφορά ενός χρόνου, φέρει όλα τα τυπικά αλλά και ουσιαστικά γνωρίσματα που έχουν αυτές οι υπάρξεις οι οποίες με το λόγο τους μεταδίδουν το ψυχικό τους έγκαυμα σ’ εμάς και που λειτουργεί όμως σαν ένα κατευναστικό κατάπλασμα. Με την ποιητική συλλογή ζούμε αυτό που βιώνει ένας πολύτιμος και ξεχωριστός άνθρωπος είτε είσαι κοσμικός είτε είσαι απόκοσμος κι απόμακρος σε τόπους όμως συγκλονιστικής μεταφυσικής και περιβαλλοντολογικής ωραιότητας. Το άγιο Ορος στο οποίο ξαπλώνεται η ματιά του ποιητή στο «Αθωνικό Ψαλτήρι» είναι ο τόπος της ευεργετικής παγκοσμιοποίησης, της αφείδωλης κι ανέξοδης αγάπης, της αδιαλείπτου προσευχής, της εγκαρτέρησης, της μετάνοιας, της συγχώρεσης.
Το «Α.Ψ» είναι και μια φωνή από τα έσω προς τα έξω. Από το αγιώνυμο Ορος στον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά δεν καλεί, δεν προσκαλεί, δεν προτρέπει. Από την υπαινικτική σιωπή του, τα μισολεγόμενα αλλά και από την ελεγχόμενα μετρημένη έμφαση, φορές τηλεγραφικά, όλα τα ποιήματα της συλλογής δίνουν πρόσωπο απ’ ευθείας στον αναγνώστη χωρίς να χρειάζεσαι να γυρίσεις τη σελίδα, χωρίς δηλαδή να χρειάζεσαι περαιτέρω συμφραζόμενα και εμβαθύνσεις σε άλλες γνώσεις (άρα κι απογνώσεις εκ του ατελευτήτου των). Εχουν εκείνη την ικανή πνευματική ενότητα λόγου και νοήματος ώστε να διαβάζονται ή ν’ ακούγονται σαν τις εσπερινές ευχές ή σαν την απλοϊκή, εγκάρδια φράση: «Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με». Και αυτά όπως τα λιτά κι απέριττα εκκλησιαστικά είναι ψήγματα καθαρού ποιητικού χρυσού.
Γιατί ένας πολίτης που ζει τον κόσμο των γραμμάτων (και τον δύσκολο της ποίησης) αλλά στον κόσμο της ύλης, θα διαβάσει την ποίηση ενός μοναχού, ενός αγιορείτη ειδικά; Μια κατηγορία εξ ορισμού υπονομευμένη από σφαλερά ίσως αλλά όχι πάντα άδικα ιδεολογήματα, πως θα πρόκειται για θλιβερή θρησκευτική, έντονα διδακτική, αφόρητα θεολογική ποιητική, ευσεβαστική θεώρηση του κόσμου. Κατ’ αρχή δεν ξέρω, δεν έχω απάντηση. Εχω όμως μια προσωπική εκδοχή το γιατί μπορείς να διαβάσεις την ποίηση του μοναχού Μωυσή και να μη νιώσεις τίποτε από τα παραπάνω.
Σε όλες του τις ποιητικές συλλογές – 3 μέχρι σήμερα μέσα στο σύνολο 50 βιβλίων- αν και ο ποιητικός κόσμος του βάλλεται από συγκεκριμένες αγωνίες εν τούτοις αυτό που εύλαλα λείπει, δε λείπει στον αναγνώστη. Η πολύπλευρη απόγνωση, ο εγκόσμιος έρωτας, ο εντελώς θάνατος, ο φθαρτός χρόνος, το άσκοπο της βιοτής, που είναι τα μόνιμα μοτίβα γύρω από τα όποια κινούνται οι ποιητές του κόσμου, αυτά έχουν μια απαλή αντιμετώπιση από τον γέροντα ποιητή, που τα ραντίζει με ήρεμη ματιά, η οποία μαλακώνει την απουσία όσων απουσιάζουν, δίνει μια παρηγορητική διέξοδο στα αδιέξοδα και η φραστική λιτότητα του έχει τη γεύση του μάνα της ερήμου και τη χρησιμότητα του σε καιρό νηστείας.
Η ματαιότητα έχει ποτίσει μέχρι οστών την ύπαρξη χωμένη σ’ όλους τους αρμούς του ανθρώπινου κτίσματος και ροκανίζει νυχθημερόν την ύλη μας. Ομως, με τέτοια ποίηση της σκέψης και της συνακόλουθης πράξης, μπορεί να κοπάσει λίγο, αυτό το καταπιεστικό αίσθημα, και ν’ αφουγκραστείς τους ήχους εκείνους που σε πηγαίνουν μακριά από την καθημερινότητα και σε φέρνουν εγγύς, δίπλα, πλάι με την ωραιότητα του λόγου, δηλαδή την πνευματική και παρηγορητική γλυκύτατα που έχει το μέλι εκ πέτρας, που παράγεται στα Αθωνικά υψίπεδα και από κει έρχεται στις όποιες εγκόσμιες Βαβυλώνες βεβηλώνουμε και βεβηλωνόμαστε συνεχώς κι αδιακρίτως.
Γράφει ο κ. Θανάσης Παπαθανασόπουλος για την ποίηση του γ. Μωυσή (περιοδικό Παρέμβαση τχ.142 σελ.
«...Έτσι βλέπουμε στο νέο πνευματικό πόνημα του πατρός Μωυσέως με τον εύλαλο τίτλο «Αθωνικό Ψαλτήρι», ο ποιητής να προχωρεί περινούστατος αλλά και χαρούμενος, συλλογισμένος αλλά και αγιασμένος ελπιδοφόρος «από τα χθαμαλότερα επί τα μετεωρότερα», κατά την αγιασμένη πνευματική έκφραση του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος. Και προχωρεί όχι μόνον πνευματικά αλλά και ποιητικά, δηλαδή λυρικά, πράγμα που δεν αποτελεί εν προκειμένω κάτι το δευτερεύον και επουσιώδες, μπροστά στα άλλα μπερδεμένα κάποτε λογικώς ζητήματα του πνεύματος.
Εν προκειμένω ο ποιητής ακολουθεί τους δρόμους του ορθόδοξου ποιητικού λυρισμού, οι οποίοι εκ νεότητός του τον εμάγευσαν σε «αλιευτικώς, ουκ αριστοτελικώς», κατά την επιτυχή έκφραση ενός μεγάλου εκκλησιαστικού ποιητή, του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού (Λόγος ΚΓ΄, ΙΒ΄). Αλλά ο νεότερος πνευματοφόρος αυτός λυρικός ποιητής δεν αισθάνεται εντελώς δέσμιος των θύραθεν λυρικών και γενικώς πνευματικών επιταγών. Στην πορεία του φαίνεται ότι τον μάγευσαν, με τις αγαθότερες και ορθοδοξότερες των προθέσεων και κάποια δυτικά σχήματα διανοίας, τα οποία δεν άφησε ανεκμετάλλευτα, χωρίς ο λόγιος και ο ποιητής να περιπέσει στην κατάσταση του σοφισματία. Ο λυρικός ποιητής Μωυσής, εν προκειμένω, κερδίζει την ορθοδοξία του, μέσα από κάθε σελίδα του λυρικού του έργου που διεξερχόμεθα, μαχόμενος και προσευχόμενος· και μάλιστα προσευχόμενος εν κατανύξει και συντριβή, εν όψει της ανθρώπινης ατέλειάς του και των πλημμελειών που τάχθηκε ως πνευματοφόρος μαχητής να καταπολεμά. Έτσι η πνευματική διαπλοκή του είναι δυναμική και μάλιστα τριπλής κατευθύνσεως: διαπλοκή του είναι, του γνωρίζειν και του πράττειν.»
*
Ο γέρων Μωυσής, ας μας συγχωρέσει τον αδόκιμο χαρακτηρισμό, είναι ένας κοσμοκαλόγερος κατ’ αντίστροφο έννοια εκείνης του Αλεξ. Ππδ. Ζει το μοναχικό και συγγραφικό του βίο στην Καλύβη Ιωάννου Χρυσοστόμου, της Σκήτης Παντελεήμονος, της Μονής Κουτλουμουσίου, στην καρδιά του αγίου Ορους. Ομως η καρδιά και η σκέψη του είναι νυχθημερόν στους απανταχού πονεμένους παντοιοτρόπως με έμφαση στους πόνους του σώματος, τους οποίους έζησε στην ακρότητά τους, όταν θέλουν να διασπαράξουν την ψυχή αν δεν είσαι έτοιμος να τους αντιμετωπίσεις (και πως;) με πνεύμα εγκαρτέρησης, υπομονή ψυχής, ελπίδα σωτηρίας. Αλλά και στους πλανεμένους, τους αδικημένους, τους ψυχικά διασκορπισμένους. Ετσι επιχειρεί τακτικά εναντίον τους, εξόδους πολεμιστήριες από την Καλύβη του, παραμυθίας, ειρήνευσης, καταλλαγής, παρηγορίας, νουθεσίας. Το θείο του χάρισμα, το λόγο του ως επιστήμη, λογοτεχνία, κήρυγμα, δεν τον έχει μόνον για τα βιβλία, αλλά τον μεταδίδει και ζωντανά με απέριττη γλαφυρότητα, χωρίς κανένα μάταιο εγκαλωπισμό. Ετσι φέρνει την ψυχική γαλήνη κι ηρεμία στον ακροατή είτε είναι στους ναούς είτε στις εγκόσμιες αίθουσες. Θυμίζει κάπως τον Κοσμά τον Αιτωλό τηρουμένων των αναλογιών, στις εποχές και τις διδαχές που γυρίζει, (κι αν δε γυρίζει!) στο μέγα πανελλήνιο, αλλά και στην ξένη κι όπου ατομικό ή γενικευμένο έλκος ψυχής και οδύνη σώματος, δίνει το παρόν. Χτες αλλού, σήμερα εδώ, αύριο και πάλι στο αλλού και ποτέ πουθενά οριστικά. Η ουσία παράφραση της μοναχικής ακτημοσύνης, τον κάνει μεν επίγειο κάτοικο, αλλά χωρίς χωμάτινες ρίζες, μόνο με πνευματικά κλαδιά, φύλλα και πουλιά, διαρκώς αποδημητικά τα οποία απ’ όπου περνούν αφήνουν οσμή ευωδίας πνευματική. Πασίγνωστος στον κόσμο, αγαπητός έως φανατισμού, είναι σήμερα μια από τις σημαντικότερες, πνευματικές μορφές του αγίου Ορους.
Ο Θεός να τον έχει καλά.
Αμήν.
του μοναχού Μωυσέως αγιορείτου, λόγος αινέσεως
Του Β. Π. Καραγιάννη
31 Μαρτίου και το ημερήσιο μαρτυρολόγιο είναι γεμάτο από αγίους, περίπου άπειροι. Ξεφυλλίζοντας το Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου το εξαίσιο αυτό σύγγραμμα διαβάζω: «Μνήμη των αγίων των εν Περσία μαρτυρησάντων Αυδά Επισκόπου και των συν αυτώ εννέα Μαρτύρων, και άλλων πολλών Αγίων, των εις φυλακήν βληθέντων, και υπό μυών και γαλών των συγκλισθέντων αυτοίς βιβρωσκομένων». Τους έφαγαν δηλαδή τα ποντίκια και οι γάτες. Θαυμάσια, ποιητικά, μαρτυρικά αναγνώσματα, αλλά ακόμα πιο θαυμαστά τα διαλαμβανόμενα. Είμαι σποραδικός «διαδρομιστής» του Συναξαριστή αλλά ετούτο τον καιρό χαμένος βρίσκομαι σ’ ένα μνημειώδες σύγγραμμα που με τραβάει ιδιαίτερα (ερχεται κι ο καιρός για την εις άγιον Ορος ενιαύσια είσοδο) έναν οιονεί Συναξαριστή των αγίων του Ορους. Είναι το βιβλίο «Οι άγιοι του Αγίου Ορους», το έργο opera magnus (πάνω από 800 σελίδες μετ’ εγχρώμων φωτογραφιών και με βιογραφίες 450 αγιορειτών αγίων) του μοναχού Μωυσέως αγιορείτου. Είναι το (50ο) πεντηκοστό βιβλίο στο ειλιτάρι των έργων του, κι αυτός ο αριθμός όπως ακούγεται, μου φέρνει ως διακειμενική ( που λένε οι δεινοί φιλόλογοι) αναγκαιότητα το 50ο ψαλμό του Δαβίδ («…Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθείσομαι»). Παρόμοια βιβλία, λειτουργούν κάπως σαν εξυγιαντικά και ξεκαθαριστικά του μυαλού, της σκέψης, της ψυχής, άρα και του σώματος. Ο τόμος αυτός είναι μια ωραιότατη έκδοση από τον εκδ. οίκο Μυγδονία, και όταν παρουσιάστηκε στο κοινό της πόλεως Θεσσαλονίκης, απόντος του κ. Ψωμιάδη, άρα ενώπιον σοβαροτάτου κοινού στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, έγινε πατείς με τσαλαπατώσε από τον πολύ κόσμο, ποιός θα προλάβει (μη χάσει) να πάρει τη χάρη από το βιβλίο και από τον συγγραφέα.
Αλλα τώρα δεν θα αναφερθώ σ’ αυτό.
Δεν ξέρω αν κάνω κάτι το διαφορετικό ή το εξαιρετικό. Νομίζω μετρίως και τα δύο, παρουσιάζοντας, όπως όπως, ένα ποιητή μοναχό· όχι ποιητή του μοναχισμού αλλά ψάλτη της μοναχικής, ψυχικής λεπτότητας κι ευαισθησίας, της φιλέρημης εν Χριστώ ζωής, της διακονίας, της μετανοίας στο αγιώνυμο όρος Αθως.
*
Τους περασμένους χρόνους την καθαρά Δευτέρα μας έλεγαν από το σπίτι πως για να φάμε τα αλάδωτα της ημέρας, έπρεπε να βρούμε μια φωλιά πουλιών. Γιατί δεν το έμαθα ποτέ; Στους καιρούς μας πρέπει να βρούμε ανοιχτά τα σούπερ μάρκετ και τους φούρνους για τη λαγάνα. Ομως, επειδή πάντα ελλοχεύει η ανάμνηση και σε εκτέλεση του διαρκούς της παραγγέλματος, στις μέρες μας βρήκα, τι περίεργο, μια μικρή, περίτεχνη φωλιά δίπλα στις ράγες του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Θα είχε πέσει από την παραπλήσια κορομηλιά. Τη μάζεψα, την έχω στο γραφείο μου, μια διαρκή φωλιά που μαζεύει κι επωάζει όλα της ψυχής και της διάθεσης τα αυγά, ακόμα και τα γνήσια επαγγελματικά.
Κάθε καθαρά Δευτέρα γυρίζω στους τόπους της τοπικής νοσταλγίας και πρόσκαιρες φωλιές μου· εκεί μόνος μου διαχειρίζομαι αυτό το αίσθημα. Πάντα μαζί μου είχα τα ποιήματα του ‘Ελιοτ «Η Τετάρτη των Τεφρών», η αντίστοιχη δηλαδή Καθαρά Δευτέρα των Ρωμαιοκαθολικών. Φέτος γυρίζοντας για τις φωλιές της αυτές είχα μαζί μου την ποιητική συλλογή του μοναχού Μωυσή «Αθωνικό Ψαλτήρι». Τι ωραιότερη εισαγωγή για τη Σαρακοστή που άρχιζε και διανύουμε ήδη τις τελευταίες μέρες!
Καθαρή Δευτέρα στη Σκήτη
σιωπή και ασιτία
χιονόνερο
τα βιβλία
τα καντήλια
οι εικόνες
μοναξιά ωραία
σιωπή γλυκόφθογγη
ημέρα χάριτος
νύχτα ευλογίας.
Σαρακοστή πολλά υποσχόμενη
στους αναβάλλοντες την ηρωική μετάνοια
τη σημαντική αλλαγή
τη νέκρωση
την ανάσταση
τη μεταμόρφωση
τον ασπασμό της μακαρίας ελπίδας
τη δόξα της θέωσης
τον γλυκασμό της ταπείνωση
τη χαρμονή της αγάπης
την πρόγευσης αιωνιότητας
της ατέρμονης χάρης
δίχως «δι ευχών»
κι «αμήν».
Σαρακοστή 2004
Εν τω μεταξύ:
«Είμαι ολόκληρος μια ακαθόριστη νοσταλγία, ούτε του παρελθόντος ούτε του μέλλοντος: είμαι μια νοσταλγία του παρόντος, άγνωστη, εκτενής και ακατάληπτη (Φ. Πεσσόα «Το βιβλίο της ανησυχίας» τ. Β’ σελ. 127)
Περισσότερο ερωτήματα θα διατυπώσω παρά διαπιστώσεις θα κάνω.
Γιατί, παρουσιάζουμε βιβλία ποίησης; Μπορούμε να μετρήσουμε, να βυθοσκοπίσουμε με τα επιφανειακά εργαλεία της όποιας μας φιλολογικής και μη γνώσης, τον εσώτερο κόσμο αλλά και το διάκοσμο της ψυχής του ποιητή, ψυχή, που στο κάτω κάτω δεν ξέρουμε ούτε τι λογής είναι, καθότι άυλο εντελώς κι ασύλληπτο είναι το είδος και η ειδή της; Δεν μπορούμε φυσικά, καθότι η ...ποιητουργία (όπως ταπητουργία) είναι μεν μια εργασία επίπονη και φέρει όλα τα γνωρίσματα, με τα πιο απαιτητικά υλικά του λογοτεχνικού διαπράγματος, αλλά παραμένει πάντα το ελλειπτικό εκείνο σχέδιο του ανθρώπου- δημιουργού, (σε μικρογραφία το σχέδιο του Θεού με το οποίο όλοι μας είμαστε πλασμένοι και κινούμενοι), που παρέχει οδική πνευματική βοήθεια τις περισσότερες όμως φορές κραυγάζει για βοήθεια, από κει και προς τα κει που μόνο μπορεί να ‘ρθει· από τη φύση, από τα πράγματα, από τον Θεό του καθένα θέλω να πω.
Ως εκ τούτου μένουμε, όσο μπορούμε, στο ποιά αίσθηση αφήνει σ’ εμάς τους αναγνώστες, αυτή η ειδική κατάθεση του πνευματικού ανθρώπου, που φορές σε οδηγεί μέχρι και σε αντίθετες διαπιστώσεις από τις αφετηρίες του ποιητή. Αλλά αυτό είναι και η μαγεία της. Να γίνεται δικό σου κάτι ξένο. Αφού δεν είναι δυνατό ν’ ανιχνεύσεις άχρι βάθους τον ποιητή και το έργο για να το κάνεις δικό σου, το μεταφέρεις στον οικείο σου κόσμο και μ’ αυτό πορεύεσαι στα μονοπάτια και τις διακλαδώσεις του. Παίρνεις τη θέση του δημιουργού κάπως. Στην ποιητική συλλογή του μοναχού Μωυσή, τον ακολουθείς αρχικά και κατά τίτλο, στα μονοπάτια και τις διακλαδώσεις του αγίου Ορους, όμως σε κάθε στάσιμό του, ακόμα και το πλέον περιγραφικό του τόπου, στέκεσαι για μια ανάταση κατανυκτική – κάποιες φορές με διάθεση νηπτική- η οποία σε σπρώχνει εκόντα άκοντα σε προσλήψεις σχεδόν υπερκόσμιες για το φθαρτό σου είναι.
Πως να μπούμε στην εσώτερη αναγκαιότητα του ποιητή η οποία τον έφερε στη θέση της δια του λόγου λύτρωσής του από ένα βασανιστικό ερέθισμα, που θέλει να γίνει πράξη, λέξεις, γραφή, κείμενο, ποίημα. Να δει το φως της μέρας, να το δουν πρωτίστως οι άλλοι και να συμβιώσουν μ’ αυτό, δηλαδή με τον ίδιο τον δημιουργό; Νομίζω πως αυτό που εμφανίζεται σαν ένα ολοκληρωμένο έργο είναι το ρητό που μένει από το άρρητο που εξερεθίζει αλλά παραμένει σαν γλυκόπικρο κατακάθι στην ψυχή για να μη δηλωθεί ποτέ, αλλά να φουσκώνει το προζύμι της έμπνευσης και να ετοιμάζει την επόμενη έξοδο.
Αυτή είναι ή πρέπει να είναι η μέθοδος προσέγγισης των τρυφερών πραγμάτων που συντελούνται στον ποιητή για να αρπάξουμε απ’ αυτόν ό,τι μπορέσουμε: θραύσματα τρυφερότητας, ευαισθησίες άγνωστες, εικόνες ενός άλλου κόσμου και πολιτισμού, ευγένειες και λεπτότητες της ψυχής πρωτόγνωρες, τα οποία μας παραχωρεί αυτός, μικρή δωρεά, αντίδωρο λόγου, λέξεων ρυθμικά περιπεπλεγμένων, έτσι για να βιώσουμε κάτι από το πολύτιμο κοίτασμα και το κοίταγμα, που έχουν αυτές οι ξεχωριστές υπάρξεις των ποιητών.
Ο γέρων –κατά την αγιορειτική, σεβαστική, πνευματική επίκληση κι όχι ηλικιακή επιμέτρηση, Μωυσής, έχουμε διαφορά ενός χρόνου, φέρει όλα τα τυπικά αλλά και ουσιαστικά γνωρίσματα που έχουν αυτές οι υπάρξεις οι οποίες με το λόγο τους μεταδίδουν το ψυχικό τους έγκαυμα σ’ εμάς και που λειτουργεί όμως σαν ένα κατευναστικό κατάπλασμα. Με την ποιητική συλλογή ζούμε αυτό που βιώνει ένας πολύτιμος και ξεχωριστός άνθρωπος είτε είσαι κοσμικός είτε είσαι απόκοσμος κι απόμακρος σε τόπους όμως συγκλονιστικής μεταφυσικής και περιβαλλοντολογικής ωραιότητας. Το άγιο Ορος στο οποίο ξαπλώνεται η ματιά του ποιητή στο «Αθωνικό Ψαλτήρι» είναι ο τόπος της ευεργετικής παγκοσμιοποίησης, της αφείδωλης κι ανέξοδης αγάπης, της αδιαλείπτου προσευχής, της εγκαρτέρησης, της μετάνοιας, της συγχώρεσης.
Το «Α.Ψ» είναι και μια φωνή από τα έσω προς τα έξω. Από το αγιώνυμο Ορος στον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά δεν καλεί, δεν προσκαλεί, δεν προτρέπει. Από την υπαινικτική σιωπή του, τα μισολεγόμενα αλλά και από την ελεγχόμενα μετρημένη έμφαση, φορές τηλεγραφικά, όλα τα ποιήματα της συλλογής δίνουν πρόσωπο απ’ ευθείας στον αναγνώστη χωρίς να χρειάζεσαι να γυρίσεις τη σελίδα, χωρίς δηλαδή να χρειάζεσαι περαιτέρω συμφραζόμενα και εμβαθύνσεις σε άλλες γνώσεις (άρα κι απογνώσεις εκ του ατελευτήτου των). Εχουν εκείνη την ικανή πνευματική ενότητα λόγου και νοήματος ώστε να διαβάζονται ή ν’ ακούγονται σαν τις εσπερινές ευχές ή σαν την απλοϊκή, εγκάρδια φράση: «Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με». Και αυτά όπως τα λιτά κι απέριττα εκκλησιαστικά είναι ψήγματα καθαρού ποιητικού χρυσού.
Γιατί ένας πολίτης που ζει τον κόσμο των γραμμάτων (και τον δύσκολο της ποίησης) αλλά στον κόσμο της ύλης, θα διαβάσει την ποίηση ενός μοναχού, ενός αγιορείτη ειδικά; Μια κατηγορία εξ ορισμού υπονομευμένη από σφαλερά ίσως αλλά όχι πάντα άδικα ιδεολογήματα, πως θα πρόκειται για θλιβερή θρησκευτική, έντονα διδακτική, αφόρητα θεολογική ποιητική, ευσεβαστική θεώρηση του κόσμου. Κατ’ αρχή δεν ξέρω, δεν έχω απάντηση. Εχω όμως μια προσωπική εκδοχή το γιατί μπορείς να διαβάσεις την ποίηση του μοναχού Μωυσή και να μη νιώσεις τίποτε από τα παραπάνω.
Σε όλες του τις ποιητικές συλλογές – 3 μέχρι σήμερα μέσα στο σύνολο 50 βιβλίων- αν και ο ποιητικός κόσμος του βάλλεται από συγκεκριμένες αγωνίες εν τούτοις αυτό που εύλαλα λείπει, δε λείπει στον αναγνώστη. Η πολύπλευρη απόγνωση, ο εγκόσμιος έρωτας, ο εντελώς θάνατος, ο φθαρτός χρόνος, το άσκοπο της βιοτής, που είναι τα μόνιμα μοτίβα γύρω από τα όποια κινούνται οι ποιητές του κόσμου, αυτά έχουν μια απαλή αντιμετώπιση από τον γέροντα ποιητή, που τα ραντίζει με ήρεμη ματιά, η οποία μαλακώνει την απουσία όσων απουσιάζουν, δίνει μια παρηγορητική διέξοδο στα αδιέξοδα και η φραστική λιτότητα του έχει τη γεύση του μάνα της ερήμου και τη χρησιμότητα του σε καιρό νηστείας.
Η ματαιότητα έχει ποτίσει μέχρι οστών την ύπαρξη χωμένη σ’ όλους τους αρμούς του ανθρώπινου κτίσματος και ροκανίζει νυχθημερόν την ύλη μας. Ομως, με τέτοια ποίηση της σκέψης και της συνακόλουθης πράξης, μπορεί να κοπάσει λίγο, αυτό το καταπιεστικό αίσθημα, και ν’ αφουγκραστείς τους ήχους εκείνους που σε πηγαίνουν μακριά από την καθημερινότητα και σε φέρνουν εγγύς, δίπλα, πλάι με την ωραιότητα του λόγου, δηλαδή την πνευματική και παρηγορητική γλυκύτατα που έχει το μέλι εκ πέτρας, που παράγεται στα Αθωνικά υψίπεδα και από κει έρχεται στις όποιες εγκόσμιες Βαβυλώνες βεβηλώνουμε και βεβηλωνόμαστε συνεχώς κι αδιακρίτως.
Γράφει ο κ. Θανάσης Παπαθανασόπουλος για την ποίηση του γ. Μωυσή (περιοδικό Παρέμβαση τχ.142 σελ.
«...Έτσι βλέπουμε στο νέο πνευματικό πόνημα του πατρός Μωυσέως με τον εύλαλο τίτλο «Αθωνικό Ψαλτήρι», ο ποιητής να προχωρεί περινούστατος αλλά και χαρούμενος, συλλογισμένος αλλά και αγιασμένος ελπιδοφόρος «από τα χθαμαλότερα επί τα μετεωρότερα», κατά την αγιασμένη πνευματική έκφραση του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος. Και προχωρεί όχι μόνον πνευματικά αλλά και ποιητικά, δηλαδή λυρικά, πράγμα που δεν αποτελεί εν προκειμένω κάτι το δευτερεύον και επουσιώδες, μπροστά στα άλλα μπερδεμένα κάποτε λογικώς ζητήματα του πνεύματος.
Εν προκειμένω ο ποιητής ακολουθεί τους δρόμους του ορθόδοξου ποιητικού λυρισμού, οι οποίοι εκ νεότητός του τον εμάγευσαν σε «αλιευτικώς, ουκ αριστοτελικώς», κατά την επιτυχή έκφραση ενός μεγάλου εκκλησιαστικού ποιητή, του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού (Λόγος ΚΓ΄, ΙΒ΄). Αλλά ο νεότερος πνευματοφόρος αυτός λυρικός ποιητής δεν αισθάνεται εντελώς δέσμιος των θύραθεν λυρικών και γενικώς πνευματικών επιταγών. Στην πορεία του φαίνεται ότι τον μάγευσαν, με τις αγαθότερες και ορθοδοξότερες των προθέσεων και κάποια δυτικά σχήματα διανοίας, τα οποία δεν άφησε ανεκμετάλλευτα, χωρίς ο λόγιος και ο ποιητής να περιπέσει στην κατάσταση του σοφισματία. Ο λυρικός ποιητής Μωυσής, εν προκειμένω, κερδίζει την ορθοδοξία του, μέσα από κάθε σελίδα του λυρικού του έργου που διεξερχόμεθα, μαχόμενος και προσευχόμενος· και μάλιστα προσευχόμενος εν κατανύξει και συντριβή, εν όψει της ανθρώπινης ατέλειάς του και των πλημμελειών που τάχθηκε ως πνευματοφόρος μαχητής να καταπολεμά. Έτσι η πνευματική διαπλοκή του είναι δυναμική και μάλιστα τριπλής κατευθύνσεως: διαπλοκή του είναι, του γνωρίζειν και του πράττειν.»
*
Ο γέρων Μωυσής, ας μας συγχωρέσει τον αδόκιμο χαρακτηρισμό, είναι ένας κοσμοκαλόγερος κατ’ αντίστροφο έννοια εκείνης του Αλεξ. Ππδ. Ζει το μοναχικό και συγγραφικό του βίο στην Καλύβη Ιωάννου Χρυσοστόμου, της Σκήτης Παντελεήμονος, της Μονής Κουτλουμουσίου, στην καρδιά του αγίου Ορους. Ομως η καρδιά και η σκέψη του είναι νυχθημερόν στους απανταχού πονεμένους παντοιοτρόπως με έμφαση στους πόνους του σώματος, τους οποίους έζησε στην ακρότητά τους, όταν θέλουν να διασπαράξουν την ψυχή αν δεν είσαι έτοιμος να τους αντιμετωπίσεις (και πως;) με πνεύμα εγκαρτέρησης, υπομονή ψυχής, ελπίδα σωτηρίας. Αλλά και στους πλανεμένους, τους αδικημένους, τους ψυχικά διασκορπισμένους. Ετσι επιχειρεί τακτικά εναντίον τους, εξόδους πολεμιστήριες από την Καλύβη του, παραμυθίας, ειρήνευσης, καταλλαγής, παρηγορίας, νουθεσίας. Το θείο του χάρισμα, το λόγο του ως επιστήμη, λογοτεχνία, κήρυγμα, δεν τον έχει μόνον για τα βιβλία, αλλά τον μεταδίδει και ζωντανά με απέριττη γλαφυρότητα, χωρίς κανένα μάταιο εγκαλωπισμό. Ετσι φέρνει την ψυχική γαλήνη κι ηρεμία στον ακροατή είτε είναι στους ναούς είτε στις εγκόσμιες αίθουσες. Θυμίζει κάπως τον Κοσμά τον Αιτωλό τηρουμένων των αναλογιών, στις εποχές και τις διδαχές που γυρίζει, (κι αν δε γυρίζει!) στο μέγα πανελλήνιο, αλλά και στην ξένη κι όπου ατομικό ή γενικευμένο έλκος ψυχής και οδύνη σώματος, δίνει το παρόν. Χτες αλλού, σήμερα εδώ, αύριο και πάλι στο αλλού και ποτέ πουθενά οριστικά. Η ουσία παράφραση της μοναχικής ακτημοσύνης, τον κάνει μεν επίγειο κάτοικο, αλλά χωρίς χωμάτινες ρίζες, μόνο με πνευματικά κλαδιά, φύλλα και πουλιά, διαρκώς αποδημητικά τα οποία απ’ όπου περνούν αφήνουν οσμή ευωδίας πνευματική. Πασίγνωστος στον κόσμο, αγαπητός έως φανατισμού, είναι σήμερα μια από τις σημαντικότερες, πνευματικές μορφές του αγίου Ορους.
Ο Θεός να τον έχει καλά.
Αμήν.
Τετάρτη 2 Απριλίου 2008
Γιαννης Καραχαλιος
ΠερΙ του αθηναIου Εφιάλτου
Ηγήθηκα της Δημοκρατικής Μερίδας.
Στην Εκκλησία του Δήμου έδωσα εξουσίες.
Στα λαϊκά τα δικαστήρια ομοίως.
Εις βάρος του Αρείου Πάγου.
Αρνούμενος την συνδρομή στην Σπάρτη
απέβλεπα στων Μεσσηνίων την ελευθερία.
Σαν είδα τις αρετές του Περικλή
του πρόσφερα αμέσως την φιλία μου χωρίς κανένα φθόνο.
Εγώ βοήθησα στην άνοδό του.
Πέθανα -τρόπος του λέγειν αφού
Δολοφονήθηκα - πένης.
Οι συμπολίτες μου αδιάφθορο με είπαν.
Έκανα πράγματα για την Δημοκρατία δηλαδή.
Μα ατύχησα με αυτό το όνομα.
Που να το φανταστώ, ένας προδότης
τόση σκιά ν’ απλώσει στην ζωή μου.
Οι γέροντες μόνοι
Οι γέροντες μόνοι, φρουρούν την νύχτα μεθυσμένοι
τα ορεινά χωριά τους.
Θυμούνται νοσταλγικά τις μέρες τους
γεμάτες σημαντικά περιστατικά
-αδύνατον να τα εκτιμήσουν όταν συνέβαιναν,
αναζητούν έναν περαστικό να τα ακούσει.
Οι γέροντες τύφλα στο μεθύσι σχεδιάζουν εγχειρήματα
που θέλουν εκατό χρόνια μπροστά τους να αποδώσουν.
Θα δουν έφιππα όνειρα και όταν ξυπνήσουν
θα συρθεί μέσ’ στην κατήφεια, το πρωινό τους
Η ήττα της ΜαρIνας Μ.
Η Μαρίνα Μ. δικηγόρος σαράντα ετών
το απόγευμα της 12ης Σεπτεμβρίου του 2007
στράφηκε προς την συνάδελφο και φίλη της
εκεί που κάθονταν περίλυπη δίπλα στην κλίνη της
και με μία ήσυχη βεβαιότητα της είπε:
-Για την υπόθεση αυτή εγώ έκανα
ό,τι περνούσε από το χέρι μου.
Αλλά εις μάτην.
Βλέπεις πως δεν αποφασίζουμε εμείς.
-Μαρίνα μου θα την κερδίσεις οπωσδήποτε
έπνιξε η άλλη τον λυγμό της.
Την επόμενη, ημέρα Τρίτη, λίγο πριν το μεσημέρι
χάθηκε η υπόθεση αμετακλήτως.
Τι άθλιος δικαστής κι ο Χάρος.
Ηγήθηκα της Δημοκρατικής Μερίδας.
Στην Εκκλησία του Δήμου έδωσα εξουσίες.
Στα λαϊκά τα δικαστήρια ομοίως.
Εις βάρος του Αρείου Πάγου.
Αρνούμενος την συνδρομή στην Σπάρτη
απέβλεπα στων Μεσσηνίων την ελευθερία.
Σαν είδα τις αρετές του Περικλή
του πρόσφερα αμέσως την φιλία μου χωρίς κανένα φθόνο.
Εγώ βοήθησα στην άνοδό του.
Πέθανα -τρόπος του λέγειν αφού
Δολοφονήθηκα - πένης.
Οι συμπολίτες μου αδιάφθορο με είπαν.
Έκανα πράγματα για την Δημοκρατία δηλαδή.
Μα ατύχησα με αυτό το όνομα.
Που να το φανταστώ, ένας προδότης
τόση σκιά ν’ απλώσει στην ζωή μου.
Οι γέροντες μόνοι
Οι γέροντες μόνοι, φρουρούν την νύχτα μεθυσμένοι
τα ορεινά χωριά τους.
Θυμούνται νοσταλγικά τις μέρες τους
γεμάτες σημαντικά περιστατικά
-αδύνατον να τα εκτιμήσουν όταν συνέβαιναν,
αναζητούν έναν περαστικό να τα ακούσει.
Οι γέροντες τύφλα στο μεθύσι σχεδιάζουν εγχειρήματα
που θέλουν εκατό χρόνια μπροστά τους να αποδώσουν.
Θα δουν έφιππα όνειρα και όταν ξυπνήσουν
θα συρθεί μέσ’ στην κατήφεια, το πρωινό τους
Η ήττα της ΜαρIνας Μ.
Η Μαρίνα Μ. δικηγόρος σαράντα ετών
το απόγευμα της 12ης Σεπτεμβρίου του 2007
στράφηκε προς την συνάδελφο και φίλη της
εκεί που κάθονταν περίλυπη δίπλα στην κλίνη της
και με μία ήσυχη βεβαιότητα της είπε:
-Για την υπόθεση αυτή εγώ έκανα
ό,τι περνούσε από το χέρι μου.
Αλλά εις μάτην.
Βλέπεις πως δεν αποφασίζουμε εμείς.
-Μαρίνα μου θα την κερδίσεις οπωσδήποτε
έπνιξε η άλλη τον λυγμό της.
Την επόμενη, ημέρα Τρίτη, λίγο πριν το μεσημέρι
χάθηκε η υπόθεση αμετακλήτως.
Τι άθλιος δικαστής κι ο Χάρος.
Ενδο-Δημα χειμωνος 2008
Η εορτή τον ελληνικών
(κολυβο)γραμμάτων
Των Τριών Iεραρχών δηλαδή Βασιλείου του μεγάλου, Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και Ιωάννου του ...Θεολόγου, κατά τη λανθά-νουσα ή ημιμαθή, ημερήσια διαταγή- εγκύκλιο του Υπουργού παιδείας (ωχ) και θρησκευ-μάτων (δύο ωχ), έκανα μια, ας πούμε, σοβαρή (κοινή τοις πάσι) σκέψη. Ούτως εχόντων των πραγμάτων και σε συνδυασμό με τα όσα συμβαίνουν και έχουν σχέση με τους ακά-λυπτους ανθρώπους, τους φωταγωγούς των πολυκατοικιών, τα απροκάλυπτα παίγνια των συγκαλύψεων, τα σκάνδαλα κ.λπ. παραβατικά συμβάντα, ανακαλύπτονται μόνο και μόνο για να συγκαλυφτούν και να χωθούν στο βαθύτερο σημείο των αρχείων εκ των οποίων προσδοκάται εν καιρώ η ...Ανάστασή τους (κατά την χριστιανική εσχατολογία) αλλά και η τυχόν βιβλική τους «Αποκάλυψη». Το κάποτε “Ολοι στον αγώνα” ξέπεσε στο “Ολα στο αρχείο”. Το θέμα είναι οι μέτριοι και κάτω έως και τα λούμπεν στοιχεία και τα πρόσωπα, που μας διαχειρίζονται ως εξουσία στη λογική του ό,τι αρπάξουμε εδώ και τώρα. Αυτό είναι το σημερινό πρόσωπό μας ως κοινωνία αλλά και ζητούμενο στην δυνάμει «συν-κοινωνία» της ανατροπής της.
***
Η γιορτή των Ελληνικών γραμμάτων εορτάστηκε στην πόλη μας από το Πανε-πιστήμιό, στο τέως σινέ Φίλιππο του ελλη-νικού στρατού Κοζάνης. Ολες οι δυνάμεις της πνευματικής και πολιτικής γραφειοκρατίας ήταν παρούσες, ως δε κερασάκι (ενδιαφέρον) στην εντελώς πνευματοειδή αυτή κατάσταση, οι δημοσιογράφοι κ.κ. Τάσος Τέλογλου και Πασχάλης Μανδραβέλης που τοποθετήθηκαν και δέχτηκαν ερωτήσεις περί της σημερινής κρίσης των Μ.Μ.Ε. και της κοινωνίας κατ’ επέκταση. Με λίαν ενδιαφέρουσες απόψεις, συμφωνείς διαφωνείς, και με απαντήσεις επ’ αυτών επαρκείς, διαφώτισαν το κοινό και περικύκλωσαν το σήμερα των Μέσων με το αύριο της απελπισίας μας. Εκεί ακούσαμε πως η τελευταία σε κυκλοφορία και ποιότητα εφημερίδα των Αθηνών (πουλάει δεν πουλάει 800 φύλλα τη μέρα) λόγω ιδεολογικής συγγενείας και της εξ αυτής χαριστικής διαπλοκής, καταχωρεί στις σελίδες της τη μεγαλύτερη δημόσια διαφημιστική επιχο-ρήγηση. Γιατί έτσι μας αρέσει θα απαντήσει δια της σιωπής της η εξουσία της σήψης.
Αμφιτρύων ήταν ο πρόεδρος της διοι-κούσας επιτροπής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας κ. Μασσαλάς ο οποίος ανακοίνωσε, σχεδόν περιχαρής, συνεπικου-ρούμενος από τον γενικό περιφερειάρχη Δυ-τικής Μακεδονίας πως το μέχρι τώρα πανε-πιστημιακόν τμήμα Διαχείρισης Ενεργει-ακών Πόρων μετονομάστηκε σε Τμήμα Μηχα-νολόγων, Μηχανικών Ενέργειας. Του αυτού προέδρου ένα βιβλίο είδαμε στις τοπικές αλλά και πανελλήνιες προσθήκες των βιβλιο-πωλείων με τον τίτλο: «Ισως είναι και έτσι...» εκδ. GYTENBERG, σε επιμέλεια κ. Μίμη Σουλιώτη (καθηγητού του Φλωρήνησι) και κ. Ιωάννας Μπενιουδάκη (γραμματέως εν γέ-νει). Αρθρα κατά καιρούς δημοσευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά εκ των οποίων διάβασα μόνον το: «Ιχνηλατώντας τη βλα-κεία»., σδτην οποία ο C.M.Cipolla μας διαβεβαιώνει ότι: πάντα και αναπόφευκτα ο καθένας από μας υποτιμά τον αριθμό των ηλιθίων ατόμων που κυκλοφορούν ανάμεσά μας”. Εκείνο το βράδυ τους μετρούσα στην αίθουσα...
***
Σε αντιπερισπασμό το έτερο ανώτατο πνευματικό καθίδρυμα της πόλεως και περιοχής, ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας θέλω να πω, την ημέρα των ανωτέρω ιεραρχών είχε σκοπό να ανακηρύξει επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Διεθνούς Εμπορίου του παρα-ρτήματός του στην Καστοριά, τον Μακα-ριώτατον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ.κ. Αλέξιον (τα δύο κ.κ. στον ενικό όση αγιοσύνη κι αν περικλείουν, δείχνουν κατεξοχήν ημιμαθείς τύπους ή ευσεβιστές της θλιβερής ώρας). Γιατί του Διεθνούς Εμπο-ρίου; Μάλλον σε ρωμαιοκαθολικό θα πήγαινε καλύτερα αφού η αγία Εδρα διαπρέπει στο χριστιανο-εμπόριο. Οι προκαθήμενοι της Μόσχας έχουν διακριθεί κυρίως για τις υπη-ρεσίες τους προς τις εξουσίες που κατά καιρούς διαφέντευαν την αγία Ρωσία. Ξέρει άραγε ο παρολίγον τιμηθείς πού βρίσκεται η Κοζάνη, μάλλον η Μακεδονία ή μήπως έχει σύγχυση με τη γείτονα σκληρή μας «αδελφή», που μας τα πήρε όλα κι έφυγε! Που τον σκέφτηκαν; Στην ανάγκη ανάπτυξης δημο-σίων σχέσεων του ιδρύματος, πήραν σβάρνα το ανώτατο, ορθόδοξο ιερατείο ανά την υφήλιο και το δοκτοροποιούν ατιμωρητί· μια τακτική που έχει την αυτή πλέον αξία με το μοιράζειν δεξιά κι αριστερά πλακέτες (και λαμβάνειν εννοείται)· ότι αν θέλεις κάποιον να δουλέψεις κανονικά όμως και με το νόμο, του δίνεις μια πλακέτα εκ πλαστικού, μεταλλικού ή άλλου ευγενούς μετάλλου. Ομως τους πρόλαβε ο μακαριώτατος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, που ήταν ήδη εν μακαρίω ύπνω, οπότε και ματαιώθηκε η ανακήρυξη, η οποία ούτως ή άλλως θα γινόταν δι’ αντιπροσώπου όσον αφορά τον εκ Μόσχας κ.λπ. ‘Η μήπως πάτησε απαγορευτικό πόδι ο Φαναρίου και πάσης Οικουμένης; Ομως, πάντα υπάρχει λύση. Ας ανακηρύξουν στη θέση του ως επίτιμο διδάκτορά τους, τον ιερομόναχο Ιλαρίωνα της μονής αγίας Τριάδος στη Λαριού έστω και μόνον για την πολυετή του άσκηση στο τόπο αυτό της μετανοίας του, ο οποίος δεινώς περιβαλ-λοντολογικά πλήττεται από τον δαμασθέντα εκεί ποταμό Αλιάκμονα, και το υπό κατα-σκευή υδροηλεκτρικό φράγμα. Από τους υπό αναζήτησιν προς ανακήρυξιν (πλην του Αλβανίας) είναι κατά πολύ αξιότερος!
Εκοιμήθη εντελώς...
Την κοίμηση ως τελευτή του βίου περιμένουν μόνον όσοι προνομιούχοι έχουν αυτή την ιδιαιτερότητα, δηλαδή να κοιμού-νται (μήπως βλέπουν κι όνειρα;) μόλις παύει οργανικά το όλον τους να λειτουργεί και να επιχωματώνονται επισήμως συνήθως, αλλά και ασήμως και να περιμένουν την έγερση, όταν θα σημάνει γοερά η τρομπέτα κρίσεως της Β’ Παρουσίας. Οι άλλοι, οι απλοί αλλά τυχεροί που τους επισυμβαίνει θάνατος, προσδοκούν απλά Ανάσταση. Είναι κρίσιμη η διαφορά. Σκέψεις στο περιθώριο του πανελ-λήνιου, σχεδόν διασκεδαστικού, τετραήμερου πένθους, επί την εις χουν απέλευσιν του αρχι-επισκόπου Χριστοδούλου του Α’. Ανήμερα της πένθιμης επετείου αργούσαν οι δημόσιες υπηρεσίες. Το πένθος ούτως ή άλλως ται-ριάζει στις χιλιάδες Ηλέκτρες του δημοσίου. Είναι οι δημόσιες μοιρολογίστρες σε κάθε ευκαιρία και διεξέρχονται αυτό το καθήκον με ιδιαίτερη φροντίδα.
Εδώ στην πόλη την παραμονή της Εξο-δίου εξόδου από το εφήμερο, είχαμε εκδη-λώσεις «πένθιμης» ψυχαγωγίας με τον εξαι-ρετικό συνθέτη κύριο Γιάννη Σπανό (αξέ-χαστη ούτως ή άλλως η ΤΡΙΤΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ του σε ποιήματα Ελλήνων ποιητών) και με τα «Ασπρα καράβια τα όνειρά μας» να διασ-κεδάζει, σχεδόν βέβηλα, (Βαβύλης) τους τεθλιμμένους συμπατριώτες στην Αίθουσα Τέχνης. Εκδήλωση που δεν έπαιρνε αναβολή και ήταν μια παραγωγή (κάτι σαν πολιτιστική ...προαγωγή) πληρωμένη αδρά από τη Νομαρ-χιακή Αυτοδιοίκηση, η οποία μόλις πριν δύο μέρες είχε εκδόσει έκτακτο, επίσημο ανα-κοινωθέν συμμετοχής στο δημόσιο πένθος. Την επαύριον ακόμα πιο γεμάτες οι καφε-τέριες και τα άλλα ψυχαγωτήρια ιδρύματα όλων των πόλεων κι όχι μόνον της δικής μας, από τους δημόσια πενθοφορούντας υπά-λληλους της θεσμικής μας γραφειοκρατίας κ.λπ.
«Η Αριστερά έχει μέλλον,
Αν κοιτάζει στο μέλλον»
«...Η δεύτερη και τελευταία μου αναφορά είναι σε όλους αυτούς τους συντρόφους και τις συντρόφισσες, στελέχη του κόμματος που αφιέρωσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους στη μεγάλη μας προσπάθεια, στο δύσκο-λο ταξίδι του χώρου μας, απ' όπου και να ξεκίνησαν και που παραμένουν σταθεροί και μαχόμενοι στις πρώτες γραμμές και σήμερα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, δεν ξέρω αν έχουμε φτάσει στην όαση, δεν είμαι βέ-βαιος, αλλά και αν έχουμε φτάσει, αυτοί που οδήγησαν το καραβάνι διασχίζοντας την έρημο είναι ό,τι πιο αξιόλογο υπάρχει στις γραμμές μας. Γιατί για να διασχίσεις την έρημο χωρίς να πέσεις, δεν χρειάζεται μόνο αντοχή, χρειάζονται και γνώσεις. Σύντροφοι και συντρόφισσες, σε όλους εσάς που για χρό-νια στηρίξαμε τόσα πολλά στη δουλειά σας, θέλω να πω με ειλικρίνεια πως σας τιμούμε για το χθες και για το σήμερα, αλλά σας εμπι-στευόμαστε και σας χρειαζόμαστε και για το αύριο.
Σύντροφοι και συντρόφισσες, με αυτά τα λόγια σας χαιρετώ και από τη Δευτέρα ξανά στους αγώνες μας.»
Παραμονή αγίου Χαραλάμπους άκουγα τα παραπάνω στο γήπεδο Τεϊκ Βο Ντο ένθα διεξάγονταν το 5ο Συνέδριο του ΣΥΝ, από τον κ. Φώτη Κουβέλη, πολιτικό από εκείνο το σπάνιο είδος, πολύτιμο και λαμπυρίζων ως ο μαργαρίτης σε ρύγχος χοίρου της πολιτικής, ο οποίος συναριθμείται μαζί με τις προγε-νέστερες αυτού φυσιογνωμίες στις τάξεις της λεγομένης πολιτισμένης αριστεράς, Ηλία Ηλίου και Λεωνίδα Κύρκο. Διάβασα κάπου πως η “Ανανέωση” του αριστερού λόγου έχει πλέον τη μοίρα του πολυτονικού. Οσο υπάρχουν οι χρήστες της θα υπάρχει. Μετά; Νέος πρόεδρος του ΣΥΝ, στη θέση του λίαν συμπαθούς Αλ. Αλαβάνου, που αποχώρησε οικειοθελώς και πάρωρα (άλλο και τούτο πάλι για τα ξεσκολισμένα πολιτικά, ηγετικά ήθη των Νεοελλήνων πολιτικών), εξελέγει ο κ. Αλέξης Τσίπρας, νέος πρωτίστως, που κατε-τάραξε τα τενάγη ιδίως της όμορης πολιτικής ακινησίας και καθυστέρησης όπως φάνηκε από τις αναταράξεις που ξέσπασαν στα στάσιμά τους ύδατα.
Αρα «Το καραβάνι πάει μπροστά κι ας αλυχτούν οι σκύλοι», όπως γράφει κι ο ποιητής Πωλ Ρόμπινσον.
«Ενα βιβλίο για πέταμα»
Οταν βρίσκομαι στο παραλιακό βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης «Πρωτο-πορία» ρίχνω πάντα και μια πλάγια ματιά στις προσφορές του και ιδίως σ’ εκείνες τις στοίβες των βιβλίων που έχουν πάνω τους την ετικέτα των 2,90 ευρώ. Με θλίψη, (μήπως και με χαιρεκακία...) κοιτώ ποιοί συγγραφείς πήραν την άγουσα για την απώλεια δια της εκποιήσεως, η οποία είναι ακριβώς το λίγο πριν την πολτοποίηση, στάδιο. Κλασικοί συγγραφείς, έλληνες και ξένοι, γνωστοί, ενδιαφέροντες, σπουδαίοι και μη όλη η γκάμα της ματαιότητας εκεί· και γνωστών και η θλί-ψη κάπως να σε βαραίνει. Αγοράζω πάντα κάποια φίλων αντί για σιωπηρό μνημόσυνο.
Στην Αθήνα έτυχα φέτος στο ετήσιο πα-ζάρι εκ-ποίησης του βιβλίου το οποίο διεξά-γεται καθε χρόνο στην πλατεία Κλαθμώνος, κάτω από τέντες και τσαντίρια κι έξω το κρύο σουβλερό. Εκεί κι αν γίνεται της κακομοίρας· ντουνιάς ν’ αγοράζει όπως στα σούπερ μάρ-κετ και να σώζει από τη βέβαια πολτοποίηση ό,τι μπορεί κι όσους συγγραφείς. Οι τιμές εί-ναι σχεδόν ανύπαρκτες. Διέσωσα από την απώλεια κι επειδή λυπόμουν τα βιβλία που τα διάβασα σε άλλους καιρούς και στις ίδιες ή άλλες εκδόσεις: Χωλλ Κέιν “Ο Μαξιώτης” μετ. Αλεξ. Παπαδιαμάντης εκδ. Ινδικτος, Πέτ-ερ Βάις “Ο Τρότσκι εξόριστος”, εκδ. Δωδώνη, STHVENS WALLACE “Εκλογή από τα άπαντα” εισαγ. μτφρ. Γιώργος Σπέντζος εκδ. Δωδώνη, Τ. Ελιοτ “Η ρημαγμένη γη” μετ. Κλείτου Κύρου εκδ. Υψιλον
Εν τω μεταξύ έλαβα από τον εκδοτικό οίκο Πόλις το μυθιστόρημα του Paul Desalmand «Ενα βιβλίο για πέταμα». Ο συγ-γραφέας αφηγείται ακριβώς την τύχη των παραπάνω· ένα βιβλίο αφηγείται την ιστορία του από τη στιγμή που τυπώνεται στη Γαλλία μέχρι την απώλειά του στην Αφρική. Διαβάζω στο οπισθόφυλλο: “Σε πρώτο επίπεδο το βιβλίο μοιάζει με περιπετειώδες μυθιστόρημα γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές. Αλλά ταυ-τόχρονα αποτελεί: Σάτιρα του εκδοτικού χώρου*Στοχασμό για τη γραφή και την ανά-γνωση*Κριτική ανάλυση των σχέσεων Δύσης-Τρίτου Κόσμου*Μεταφορά για το θάνατο* Παιχνίδι πάνω στη μυθοπλασία* Παιχνίδι πάνω στη διακειμενικότητα (όλες οι παρα-πομπές και οι αναφορές ομολογημένες ή όχι, βρίσκονται στην ιστοσελίδα www.quidamediteur.com)”.
Εξοχο.
Μικτά ορκωτά δικαστήρια
εν συνεδριάσει, αθώα.
Δηλαδή αν κάποιος διαπράξει έγκλημα ειδεχθές για τη μεγάλη ή μικρή κοινωνία κιν-δυνεύει τις περισσότερες φορές να αθωωθεί εκ της διαδικαστικής παθογένειας του συστή-ματος απόδοσης της επ’ αυτού δικαιοσύνης. Αυτή η φενάκη της λαϊκής συμμετοχής στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, δηλαδή της συμμετοχής απ’ ευθείας του λαού σε μια από τις τρεις εξουσίες, έχει γίνει πλέον κάτι σαν ανέκδοτο. Τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια αποτελούνται από τρεις επαγγελματίες δικα-στές και από τέσσερις πολίτες που κληρώ-νονται από την ειδική λίστα των οργανικά διανοούμενων κατά Γκράμσι(!), που συντάσ-σεται σε κάθε νομό. Οι κύριοι ένορκοι σύρο-νται σχεδόν σαν αιχμάλωτοι στην έδρα για να παίξουν το ρόλο του δικαστή. Κανείς τους δεν επιθυμεί αυτή τη συμμετοχή. Αχθος μέγα βαρύνει τον κληρωθέντα ιδίως σε εγκλήματα που δεν είναι 100% αποδεδειγμένα. Τις περισσότερες φορές το “αθώος” είναι η πλέον προσφιλής ετυμηγορία που πέφτει επί δικαί-ων αλλά ιδίως και επί το πλείστον, επί αδίκων. Είναι δικαιολογημένη αυτή η διά-θεση. Ατομα έχοντα μηδενική πείρα από τις δαιδαλώδεις δικονομικές διαδικασίες, την ψυχολογία των προσώπων που παρελαύνουν ενώπιόν τους, την εκτίμηση των αποδείξεων, με την κοινή γνώμη του ακροατηρίου να συμμετέχει στο θεατρικό, κυρίως με την πλευρά του θύματος, τι να σου κάνουν, πε-λαγώνουν; Το 4 έναντι 3 είναι μόνιμη επωδός. Μήπως η απόφαση που παίρνεται κι αρχίζει με τους λαϊκούς είναι ένα ασφαλές κατα-φύγιο για τους τακτικούς δικαστές να κάνουν το κομμάτι τους εκ του ασφαλούς πλέον, αφού ήδη διαμορφώθηκε η πλειοψηφία από-φαση, μπορεί να λένε ό,τι θέλουν και τους βολεύει. Ιδίως το που ανακοινώνεται δημόσια πως ψήφισαν οι λαϊκοί και πως οι δικαστές, έτσι ώστε να λάβουν την αρά οι πολίτες;
Ερωτήματα ίσως κι εκ του αφελούς αλλά και από υποψιασμένους και με αφορμή το έγκλημα στη Βλάστη της Κοζάνης που έγινε τη βραδιά που όλη η Ελλάδα πανηγύριζε το Γιούρο, στις 4 Ιουλίου 2004, εδολοφονείτο άγρια η 15χρονή Φιλίτσα σε ερημική τοπο-θεσία του ιστορικού χωριού της. Ο προ-σαχθείς ως κατηγορούμενος έλαβε δις την ετυμηγορία του αθώου από τους ενόρκους α’ και β’ βαθμού. Τι να κάνουν κι αυτοί; Την τιμή της δικαιοσύνης (απέδωσε στην ουσία δικαιοσύνη) έσωσε ο εισαγγελέας Εφετών κ. Πέτρος Ραπτόπουλος από τις σημαντικότερες προσωπικότητες που έχει σήμερα ή εν Ελλάδι δικαιοσύνη κι όχι μόνον η «Ισταμένη».
Η αστυνομία που τόσο ολιγώρησε τον κρίσιμο πρώτο καιρό καλείται τώρα εκ νέου να βρει τον ένοχο...
- Αλλο τί θα κάνει, δηλαδή!
Εορδαία, Εορδαία των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων...
ΥΓ. κάπως μακρύ στο παραπάνω.
«Κοινός ιατρός θεραπεύσει, ο χρόνος έλεγαν οι αρχαίοι. Σήμερα δεν υπάρχει πλέον η φόρτιση. Ολα έγιναν μια αχλύ μνήμης και το πρόβλημα εστιάζεται στον ένοχο ποίος είναι, και τι θα γίνει αν θα βρεθεί, κι αν αυτός που κατηγορήθηκε και καθόταν στο εδώλιο ά-καμπτος για μέρες, ήταν ή δεν είνα;. Το συγκι-νησιακό πλέον κινείται σ’ αυτό το επίπεδο. Εκείνη για την οποία της εψάλλησαν κατά την εξόδια ακολουθία της των κοικημημένων νηπίων ύμνοι, έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, αλίμονο. Ο χρονος παραείναι φορές λυτρω-τής αλλά κι αμείλικτος.
Στο περιθώριο του διαταραγμού της κοινής γνώμης στην Εορδαία, το γεγονός συγκίνησε κόσμο· ο καθένας πήρε θέση είτε φωναχτά είτε σιωπηλά. Το σιωπηλά ίσως είναι και το χειρότερο. Από τη φωναχτή και κραυγάζουσα πλευρά, ένα μικρό έντυπο, 16σέλιδο, με ένα αξιοπρεπές αλλά σπαρα-κτικό ποιητικό «Αντίδοτο στη λήθη» γράφει μεταξύ άλλων:
Είμαι η ΦΙΛΙΤΣΑ
Μόνο που δεν υπάρχω πια
Τουλάχιστον εδώ
στο χωμάτινο κόσμο σας
έπαψα να υπάρχω.
Χωρίς να το θέλω
κόπηκαν το φτερά μου.
Μου τα κόψανε.
Ενα βράδυ την πήραν την απόφαση
και τα ξέσκισαν.
Η απόφαση δια τρίτη φορά.
Τα επιχώρια θεατρικά μας
Οι εγγυημένοι κλασικοί
Με το «Κουκλόσπιτο» του Ιψεν είχαμε μια παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και περιχώρων, που συνεχίζεται ακόμα και συγκεντρώνει μόνο τους συλλογιζόμενους φίλους του θεάτρου και όχι την μάζα προς ψυχαγώγησιν. Ως εκ τούτου δεν είναι και προς θλίψην αν η προηγούμενη ρευστή ύπαρξη δεν ανταποκρίνεται, όπως στην προη-γούμενη θεατρική και διευθυντική περίοδο.
Στο μεσοδιάστημα η «Δις Τζούλια» του Αυγ. Στρίνμπεργκ στο Θεατροδρόμιο που στεγάζεται στην πρώην ΥΕΒ και στο εντελώς οικείο και φιλικό του χώρο, που επιτρέπει μεσαίες από άποψη κόσμου συναντήσεις, άρα και πλέον τρυφερές. Εκεί σε τετάρτη απαγ-γελτική ταχύτητα παίχτηκε το ανωτέρω δράμα από τους Βαγγέλη Τζιμόπουλο (άψο-γος) Νικολέτα Σιώμου, Νατάσα Παπαμάρκου (με ενδυμασία κάτι σαν υποψήφιες της ευρω-βίζιον) και μια πληθή συντελεστών μέχρι και υπεύθυνη υποδοχής και ταξιθέασης (άριστη στο διακόνημα, γνωρίσαμε τις υπηρεσίες της) υπάρχει· σε σκηνοθεσία του κ. Γιώτη Βασι-λειάδη (σχεδόν πρωταγωνιστεί και στο «Κουκλόσπιτο» -θεατροπολυθεσίτης- και με χορηγό του μπουκαλιού κρασιού που χύνεται εν τη θεατρική ρύμη, το κατάστημα της πόλης Α. Καρμαζή. (‘Η μήπως γινόταν κι εξώδικη δωρεάν διανομή του, όπως στους φανούς και δεν το πήραμε είδηση;)
*
Οι υπό δοκιμή νεοέλληνες
Αμέσως μετά οι σύγχρονοι νεοέλληνες όπως ο Νίκος Μανούδης με τις “Εξομο-λογήσεις γυναικών» (δηλαδή τι λένε) σε σκη-νοθεσία εκ των ενόντων του ΔΗΠΕΘΕ, δηλαδή του Γ. Καραχισαρίδη, διευθυντή του που όπως δηλώνεται θα παιχτεί ακολου-θώντας την άγονη γραμμή ξηράς, δηλονότι στα χωριά του ορεινού Βοϊου, όπου στα καφενεία κι ενώπιων των εναπομεινάντων γερόντων, οι οποίοι θα παίζουν ξερή, θα λένε τα θεατρικά τους λόγια. Θα ακούν αυτοί έκθαμβοι τις εσωτερικές, από υστερικές έως μετρημένες κι ελεγχόμενες εξομολογήσεις των γυναικών του σήμερα και θα αναρωτιούνται οι γνήσιοι άνθρωποι της υπαίθρου:
- Ωρέ τι είναι όλα τούτα τα νούμερα!
*
Οι ανέλεγκτοι ως χρήσεις παρελθόντων ετών, τοπικοί θεατροκαρναβαλιστές
Δεν υπάρχει πιο εύκολη υπόθεση από το συμπήξεις θεατρική ομάδα. Αυτό είναι γνω-στό από τα σχολικά χρόνια με τα σκετς στις αίθουσες και στις αυλές των σχολείων κάθε εθνική γιορτή ή επέτειο. Σ’ ένα τέτοιο πρω-ταγωνίστησα κι εγώ παίζων τον Αθανάσιο Διάκο στο δράμα ο «Ηρωας της Αλαμάνας» κι έκτοτε είναι ο εθνικός μου ήρως (όπως άλλοι έχουν τον Ολυμπιακό ή την ΑΕΚ), κι αν δεν δω το ψηφιδωτό του στην εθνική κοντά στη Λαμία, ταξιδεύων νύχτα προς Αθήνα, με το ΚΤΕΛ, κάτι με θλίβει). Με την ευκαιρια είδα πως το Λαϊκο Λαχείο του σεπτού εθνικού μας τζόγου είχε την φυσι-ογνωμία του. Συγκινήθηκα κάπως κι αγόρασα ένα για πρώτη και μόνη φορά. Δεν κοίταξα ούτε τον λήγοντα.
Ετσι ο νεοπαγής συλλογικός θεσμός παραδοσιακών νεο-κοζανιτών με την επωνυ-μία ...«Η Κόζιανη» σύστησε θεατρική ομάδα και επιτίθεται με το σκετς «Θέλεις ρούφα και δάγκουνι θέλεις δάγκουνι και ρούφα» του μεγάλου εν αποκριές αλλά και στον ιδιωματικό λόγο κ.Έμμανουήλ Μαρκόπουλο, ντυμένο πάντα με εκείνον τον εν παντί καιρό καρναβαλισμό της αρσενικοθήλυκης εξαλ-λαγής του ανθρωπίνου είδους, της καλού-μενης και «Τσιτσιούλας».
Ο ημιλόγιος αποκριάνθρωπος κάποτε, που τώρα δημοσιολογεί, κ. Γ. Παφίλης, ξανα-νέβασε το σπαρταριστό έργο του “Αχ μάναμ’ κάηκα” μεσω τώρα του ΔΗΠΘΕ.
Τέλος οι κλασικοί πια «Κασμιρτζήδες» για τις αποκριές ήδη το έργο «Είνι και ψίχα αγκαστρουμέν’» του μέγιστου λογίου του δια ζώσης ιδιώματος -μέτρ- κ. Γιάννη Πλόσκα του-πίκλην και Γιάνν τ’ς Λένκους.
Λαϊκός λόγος έντονα διασκεδαστικός για το ακροατήριο το οποίο πάει εκεί να γελάσει με θόρυβο, εξ ορισμού και οπωσδήποτε ακόμα και με την πιο πένθιμη (λόγω ρου-τίνας) ατάκα. Οι αυτοσχέδιοι ηθοποιοί φορές πετυχαίνουν στιγμές υψηλής υποκριτικής τέχνης, άθελά τους φυσικά, που θα τη ζήλευαν οι επαγγελματίες. Η επιτυχία είναι σίγουρη από την άποψη της αποδοχής του κοινού, το οποίο πάει σ’ αυτά αγεληδόν για να συμπλη-ρώσει τα θεατρικά κενά, που του αφήνει το λόγιον ΔΗΠΕΘΕ και τα ημιλόγια σχήματα που προαναφέραμε στα οποία προσέρχεται συνήθως στάγδην.
Η ρωσική περίπτωση
του Δημήτρη Τριανταφυλλίδη
Αποτελεί ένα φαινόμενα ο μεταφραστικός «παροξυσμός» του κ. Δημήτρη Τριαντα-φυλλίδη (κάτοικος φανατικά της περιοχής Μεταξουργείου της Αθήνας), όσον αφορά τη Ρώσικη γλώσσα και λογοτεχνία. Οι μεταφρ-άσεις του δημιουργούν μια μικρή αναστά-τωση στον μεγάλο και διαρκή κόσμο των σημερινών γραμμάτων στην Ελλάδα αλλά και μια διαταραχή στον «μικρό» που θάλλει η αλληλοϋποβολή κι η αλληλο-αγνόηση. Ο Δ.Τρ. μεταφράζει και φέρνει στον Ελληνα αναγνώ-στη, κείμενα των μεγάλων ρώσων όπως του Φ.Ντ. το ογκώδες σε δύο τόμους «Ημερο-λόγιο του συγγραφέα»· άρθρα, επιφυλλίδες, σχόλια, μικρά κείμενα που δημοσίευε ο Φ. Ντ. όταν ήταν διευθυντής σύνταξης του εβδομα-διαίου περιοδικού «Πολίτης» ως ένθετα ή σε ξεχωριστό παράρτημα. Από τους ογκώδες τόμους, ο ίδιος απομόνωσε και μια νουβέλα με τον τίτλο «Μειλίχια» και την κυκλοφορεί σε ένα μικρό βιβλιαράκι. Προχωρώντας μετα-φράζει το σπαρακτικό “Ρέκβιεμ” της μεγάλης Αχμάτοβα. Στα χαρτιά του έτοιμες έχει τις μεταφράσεις του ποιητού Οσιπ Μέντελσταμ:
Silentium
Αυτή δεν έχει ακόμη γεννηθεί,
Αυτή, είναι η μουσική κι ο λόγος
Είναι ο ακατάλυτος δεσμός
Ολάκερης της πλάσης
Του στήθους ήρεμα αναπνέουν τα πελάγη
Και σα τρελή, φωτίστηκε η μέρα,
Κλαδιά μιας πασχαλιάς χλωμής
Μέσα στο θολό γαλάζιο βάζο είναι.
Την δύναμη τα χείλη μου θα βρουν
Την αρχική αδυναμία να περάσουν
Σα κρυστάλλινη να πουν
Ότι αγνή γεννήθηκε στον κόσμο!
Ακίνητη στάσου Αφροδίτη
Στη μουσική επέστρεψε τον λόγο,
Των άλλων τις καρδιές να λυπηθείς
Με την αρχέγονη ζωή ενώσου!
1910
Καθυστερημένα περί
ημερολογίων τοίχου και βιβλιοθήκης
Από το Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσα-λονίκης ένα ημερολόγιο τοίχου με χαρακτη-ριστικές φωτογραφίες· κάτι σαν κουκλίστικα τραίνα, εργαλεία, βαγόνια με ό,τι δηλαδή ταξιδεύεις από τόπο σε τόπο και στο χρόνο αφού με την επιστροφή από το ταξίδι, αμέσως φεύγεις στο χρόνο του τον οποίο κάπως τον αποτυπώνει το ημερολόγιο. Εν τω μεταξύ οι ράγες του δικού μας Σ. Σταθμού εξακολου-θούν να μας ταξιδεύουν πεζή:
Επιβάτης αταξίδευτος της βραδινής των 19 και 03 ταχείας
στη μόνιμη γωνιά του καφενείου Σάββατο προς το βράδι
η άφιξη κι αναχώρηση μου κινούνται επί της αυτής ευθείας
στο ίδιο τραπέζι τσάι με Πεσσόα, ένα γλυκόπικρο υφάδι
Κι όταν στις ράγες του σταθμού το τραίνο πλέον ξαπλωθεί
η μυρωδιά του ταξιδιού ένδον μου, άρωμα θ’ απλωθεί.
***
Από την Δημόσια Βιβλιοθήκη Σιάτιστας (με διευθυντή της τον κ. Π. Μάνιο) το έλαβα κι όχι από το εκδόσαντα Μορφωτικό ίδρυμα της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων εφη-μερίδων Μακεδονίας-Θράκης αφιερωμένο στους πρωτοπόρους Ελληνες της δημο-σιογραφίας αδελφούς Μαρκίδες Πούλιου από τη Σιάτιστα εκδότες της πρώτης ελλη-νικής εφημερίδας με τον τίτλο «Εφημερίς» στη Βιέννη 1790-1797. Για τους αγνοούντες το μέγεθος εκείνης της πρώτης εφημερίδας ήταν κάτι μεγαλύτερο της παλάμης, προς το μέγεθος δηλαδή που τείνουν οι σημερινές. Το ημερολόγιο εκτάκτως καλαίσθητο, διακοσμεί εκ του φανταστικού, ωραίον σχέδιο των τυπογράφων, μήπως και εκ του φαντασιακού, του ζωγράφου Κώστα Ντιό.
***
Ημερολόγιο από το Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών ν. Κοζάνης, αυτού του μεγάλου συλλόγου, επιπέδου όμως, ποδοσφαιρικού σωματείου της υπαίθρου ή σχολικής τάξης. Κρίμα! Ο Σύνδεσμος βρίσκεται σε μεταβατική φάση μετά την ενσώματη φυγή του μεγάλου του Προέδρου (Κ. Σιαμπανόπουλου για να μην μπερδευτούμε γιατί ποτέ δε ξέρεις ποιοί και γιατί θεωρούνε εαυτούς μεγάλους εκτός του ηλικιακού δεδομένου) προσπαθεί να βρει το δρόμο του. Καθιερώθηκε στα καλά σαν ένα Λαογραφικό Μουσείο. Ομως είναι μια βιομη-χανία, μάλλον οφείλει να εξέλιχθεί σε μια βαριά βιομηχανία πολιτισμού και να ενερ-γοποιήσει ουσία τα δύο σκέλη του, Γράμματα και Τέχνες, τα οποία βρίσκονται σε πολύ χα-μηλό έως ανύπαρκτο σημείο καλλιέργειας.
Την περίοδο του μεσοπολέμου στην Κοζάνη, υπήρχε το σωματείο Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Προβλημάτων που συγκέ-ντρωνε στο Δ.Σ. και στις τάξεις του ό,τι σημα-ντικότερο έχει να επιδείξει η πόλη μέχρι σήμερα, στον τομέα των γραμμάτων, της τέχνης, της πολιτικής, της κοινωνίας της (Κ. Τσιτσελίκης, Δ. Μανέντης, Ν.Π. Δελιαλής, Κ. Παπακωνσταντίνου κ.α.). Σκέφτομαι σήμερα ποιοί στελεχώνουν, δια διορισμού ή εκλογής, τους πνευματικούς θεσμούς της πόλεως; Δεν λέω ό,τι το χειρότερο, όλοι τους είναι άνθρωποι καλών προθέσεων αλλά ανε-παρκείς για το ρόλο τους, σχεδόν κωμικο-τραγικά. Δεν είναι μόνον αυτοί, αλλά κάτι τέτοιοι συνήθως επιλέγονται κυρίως ή εκλέ-γονται παρεπιπτόντως. Είναι μια τοπική κοινωνία με μια «ηγεσία» ιδίως, η οποία παρεπιδημεί στην πλέον χαμηλή στάθμη των πνευματικών και πολιτιστικών απαιτήσεων. Δεν τους κόβει κοινώς, όπως και δεν τους κόφτει για τίποτε, πέραν του προσωπικού τους λόγου δημόσιας ύπαρξης. Μια μελαγ-χολία σε κυριεύει απ’ αυτήν την «κατάληψη» που εξηγεί και κάθε είδους ερασιτεχνισμούς μέχρι και ευτέλειες.
Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης και ο Σύνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών ν. Κοζά-νης είναι δύο σημαντικοί πυλώνες από τους οποίους περνούν τα σύρματα διανομής του εγγράμματου φωτός. Είναι έγκλημα να υπο-φώσκει η ύπαρξη τους μεταξύ της ζώνης του λυκόφωτος ή του μόνιμου λυκαυγούς.
Περί της «Δακρυσμένης Μικρασίας» βιβλίο του κ. Βασίλη Τζανακάρη από τα Σέρρας
Στον ισόγειο χώρο του Λαογραφικού Μουσείου Κοζάνης έγινε (21 Φεβρουαρίου) η παρουσίαση του βιβλίου «Δακρυσμένη Μι-κρασία” του Βασίλη Τζανακάρη, εκδ. Με-ταίχμιο σελ. 730. Μίλησαν και ο Θανάσης Καλλιανιώτης επιθεωρητής δημοτικής εκπαί-δευσης, σχολικός σύμβουλος δηλαδή και δρ. ιστορίας (ελπίζω να έχει χριστεί στο διά-στημα της γραφής και της εκτύπωσης της «Π»). Ο δε συγγραφέας από στήθους, από καρδιάς κυρίως αλλά και φορές έμπλεος μετρημένης οργής και άμετρης συγκινήσεως κράτησε το ακροατήριο προσωρινά αιχμά-λωτο στη δια ζώσης αφήγηση, όπως και στο βιβλίο του αλλά εκεί σε κρατά καιρό αυτή η γλυκιά αιχμαλωσία της ανάγνωσης ωραίων βιβλίων.
«...Το βιβλίο έχει στο σώμα του κυρίως δύο τυπογραφικά στοιχεία τα 10 στιγμών και των 9. Στα δεκάρια έχουμε την κύρια αφήγηση στα μικρότερα τη εξήγηση· η παράλληλη ανάγνωση της ιστορίας από τα ντοκουμέντα. Κι είναι πολλά και ζωντανεύουν με την ιστορική αμεσότητα του αρχειακού εγγράφου την κυρία εξιστόρηση. Σημειώνω κάτι που βρήκα στη σελ. 253 και αναφέρεται στην ενότητα «1920 Το ακάνθινο στεφάνι του θριάμβου» και ειδικότερα στο Δημοψήφισμα για τη επιστροφή του βασιλιά της 22ας Νοεμβρίου που χαρακτηρίστηκε από τον λαϊκό «εκβαχισμό» κατά την Πηνελόπη Δέλτα, τόσο πριν όσο και μετά απ’ αυτό. Στην Κοζάνη υπερψήφισαν την επάνοδο του Κωνσταντίνου 10.500 πολίτες και εναντίον της 2. Αν δεν ήταν από λάθος, τότε αυτοί θα έπρεπε, αν ήταν δυνατόν να είναι γνωστοί να επισημαίνονται στην τοπική ιστορία με ανε-ξίτηλα γράμματα όχι τόσο για το πολιτικό τους φρόνημα, που είναι και μια ρευστή υπόθεση εργασίας μεταβαλλόμενη φορές, όσο για τη σταθερότητα πλεύσης τους σε μια θά-λασσα με ενάντια κύματα, δον κιχώτες του ασυλλόγιστου ή του μεγαλοπρεπούς μονα-χικοί μύστες.
Ο Β. Τζ., όπως διαβάζουμε στην εργογραφική του σελίδα, ξεκίνησε την παρου-σία του στα γράμματα με την ποιητική συλλογή «Τα σιωπηλά πένθη». Σήμερα τονίζει την ποίηση του ως δημιουργία με ένα συγ-γραφικό, γοερό πένθος, με ένα βουητό συγκί-νησης που σηκώνει το τελευταίο του βιβλίο γεμάτο από γιατί, εάν και διότι· κι όλα να καταλήγουν σ’ ένα κρεσέντο θλίψης, πένθους, χαμού για τον διαχρονικά δύσμοιρο ελλη-νισμό και για τον βαθμιαίο αφελληνισμό μας τελικά, αφού κατ’ εξοχήν τα πρόσωπα του δράματος είμαστε εμείς, οι λαθρεπιβάτες της ιστορίας, κάτοικοι του κάποτε, του νυν και του αεί του τόπου, που είναι γεμάτος από φλύκταινες μνήμης, πάνω στις οποίες δεν μπορείς ούτε να καθήσεις, να τις κοιτάξεις ή να σταθείς σ’ αυτές χωρίς να ματώσεις. «Δακρυσμένη Μακρασία» είναι μια επιεικής έκφραση με την οποία θέλει μάλλον ν’ αποδραματοποιήσει την μυθιστορία του κα-θότι το διασπαραγμένη, πουλημένη, παρατ-ημένη, εγκαταλειμμένη, προδομένη, δηωμένη ως επιθετικοί προσδιορισμοί προσδιορίζουν καλύτερα το ανθρωπογεωγραφικό τοπίο της συναρπαστικής αφήγησης» .
Περί-Δια-Γραμμάτων Βορείου Ελλάδος
Σάββατο βράδυ (23/2) γύριζα γύρωθεν από το Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ), της ορεινής Θεσσαλονίκης. Φωτισμένο, επιβλη-τικό, μυστήριο, σιωπηλό και προσπαθούσα ν’ ακούσω τις φωνές του χρόνου που έβγαιναν από τα σπλάχνα του και τα τείχη του. Δεν άκουσα τίποτε μόνο τα γνωστά της νύχτας καμώματα. Ενα αγαπητικό ζευγάρι να φο-βάται κάπως να περπατήσει πάνω στα ερει-πωμένα σημεία του περιβόλου του κάστρου. Κάτω της Θεσσαλονίκης τα φώτα, ο κόλπος της, η έλλειψη κι η αναζήτηση.
Αργότερα μπήκαμε στο ξενοδοχείο «Φι-λίππειον» και στην αίθουσα χορών και δεξιώσεων “Μακεδονία”. Πόσο μου φαντά-ζουν απόμακρα και κούφια στο προπα-γανδιστικό επίπεδο αυτά τα ηχηρά ονόματα και εν όψει της συντριπτικής μας ήττας επί του Μακεδονικού που δεχτήκαμε πρωτίστως από την απουσία άμυνας (κοινής πολιτικής λο-γικής), ουσιαστικής επίθεσης την ώρα που χρειαζόταν (σουτάραμε στο βρόντο και πάντα στην κερκίδα) κι ενώ στο κέντρο υπήρχαν πάντα οι αδύναμοι κρίκοι της μετριοπάθειας σε καιρούς πολιτικής ευτέλειας και κομ-ματισμού εκτραχηλισμού.
Ο Σύνδεσμος Εκδοτών Βορείου Ελλάδος) μοίραζε τα ετήσια βραβεία του σε συγγραφείς της Β. Ελλάδος με προσφορά στα ελληνικά γράμματα: Γιώργος Αναστασιάδης, Γιάννης Αρκέτος, Αλίκη Διαμαντή, Δημήτρης Θεο-χαρίδης, Παύλος Κανονίδης, Β. Π. Καρα-γιάννης, Λίνα Μαρμαρίδου, Γρηγόρης Μπι-λίτσας, Γιώργος Ξεινός, Νίκος Παπαδό-πουλος, Eλένη Τέγου, Θεόδωρος Τζαλαμά-νης, Γ. Τσότσος Αβραάμ Χατζηανέστης, Βενι-ζέλος Χριστοφορίδης.
«Με το Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδος έκανα τρία και ένα ταξίδια. Το πρώ-το στη Σόφια όπου βίωσα το βαρύ Βαλκανικό χειμώνα, μέλος της επιτροπής για την απο-νομή του βραβείου Αίμου τότε δοθέν εξ ημισείας σ’ ένα ποιητή και πεζογράφο Ελλη-νοαλβανό αλλά και τ. Υπουργό ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αλβανία -αν είναι δυνα-τόν- και σ’ έναν ποιητή από την τότε Φυρομία και τώρα αλίμονο «Μακεδονία»
Το δεύτερο εκ νέου στη Σόφια, όπου γνώρισα τη Βαλκανική άνοιξη μέσα στο Χει-μώνα και τα βιολιά της εκκλησίας και πλα-τείας Αλεξάνδρου Νιέφσκι. Αλλά τώρα το βραβείο δόθηκε στον αειθαλή της νεο-ελληνικής ποίησης Τάκη Βαρβιτσιώτη.
Το τρίτο είναι το σημερινό προς το ψηλό σημείο αυτής της πόλης. Ερχομαι από την Κοζάνη στη Θεσσαλονίκη κι αυτό είναι πάντα ένα ταξίδι, κι όσο κι αν έχει περιοριστεί ο χρόνος, η απόσταση παραμένει και η από-σπαση από τον τόπο σου αποτελούν προϋποθέσεις ταξιδιού. Πάντα το μικρό ταξίδι προς τη Θεσσαλονίκη είναι μια επιστροφή μας, στις μνήμες, στους ανθρώ-πους, στους τρόπους. Η πόλη αυτή αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα του σώματος μας αλλά ίσως την πρώτη πατρίδα της ψυχής μας.
Ευχαριστώ τον ΣΕΚΒ και τον πρόεδρό του κ. Χαρ. Μπαρμπουνάκη με το οποίο όμως κάνω διαρκώς και το πιο μακρύ ταξίδι έστω και μόνος μου· το ταξίδι στη μνήμη και στον τόπο αυτόν. Τότε τα χρόνια της δικτα-τορίας που τον γνώρισα, φοιτητής εγώ και αυτός μικρότερος, στο βιβλιοπωλείο επί της Αριστοτέλους, να μας χαρίζει βιβλία για να στήσουμε μια λαϊκή βιβλιοθήκη στο χωριό.
Τους ευχαριστώ δηλαδή για την τιμή που μου κάνανε να με συμπεριλάβουν στην αποψινή παρέα με τους εκλεκτούς ανθρώ-πους της λογοτεχνικής σκέψης κι επιστη-μονικής περίσκεψης, και της οποίας ηγείται κι όχι μόνον αλφαβητικά, ένας πανεπι-στημιακός δάσκαλος, τω καιρώ εκείνω.»
(κολυβο)γραμμάτων
Των Τριών Iεραρχών δηλαδή Βασιλείου του μεγάλου, Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και Ιωάννου του ...Θεολόγου, κατά τη λανθά-νουσα ή ημιμαθή, ημερήσια διαταγή- εγκύκλιο του Υπουργού παιδείας (ωχ) και θρησκευ-μάτων (δύο ωχ), έκανα μια, ας πούμε, σοβαρή (κοινή τοις πάσι) σκέψη. Ούτως εχόντων των πραγμάτων και σε συνδυασμό με τα όσα συμβαίνουν και έχουν σχέση με τους ακά-λυπτους ανθρώπους, τους φωταγωγούς των πολυκατοικιών, τα απροκάλυπτα παίγνια των συγκαλύψεων, τα σκάνδαλα κ.λπ. παραβατικά συμβάντα, ανακαλύπτονται μόνο και μόνο για να συγκαλυφτούν και να χωθούν στο βαθύτερο σημείο των αρχείων εκ των οποίων προσδοκάται εν καιρώ η ...Ανάστασή τους (κατά την χριστιανική εσχατολογία) αλλά και η τυχόν βιβλική τους «Αποκάλυψη». Το κάποτε “Ολοι στον αγώνα” ξέπεσε στο “Ολα στο αρχείο”. Το θέμα είναι οι μέτριοι και κάτω έως και τα λούμπεν στοιχεία και τα πρόσωπα, που μας διαχειρίζονται ως εξουσία στη λογική του ό,τι αρπάξουμε εδώ και τώρα. Αυτό είναι το σημερινό πρόσωπό μας ως κοινωνία αλλά και ζητούμενο στην δυνάμει «συν-κοινωνία» της ανατροπής της.
***
Η γιορτή των Ελληνικών γραμμάτων εορτάστηκε στην πόλη μας από το Πανε-πιστήμιό, στο τέως σινέ Φίλιππο του ελλη-νικού στρατού Κοζάνης. Ολες οι δυνάμεις της πνευματικής και πολιτικής γραφειοκρατίας ήταν παρούσες, ως δε κερασάκι (ενδιαφέρον) στην εντελώς πνευματοειδή αυτή κατάσταση, οι δημοσιογράφοι κ.κ. Τάσος Τέλογλου και Πασχάλης Μανδραβέλης που τοποθετήθηκαν και δέχτηκαν ερωτήσεις περί της σημερινής κρίσης των Μ.Μ.Ε. και της κοινωνίας κατ’ επέκταση. Με λίαν ενδιαφέρουσες απόψεις, συμφωνείς διαφωνείς, και με απαντήσεις επ’ αυτών επαρκείς, διαφώτισαν το κοινό και περικύκλωσαν το σήμερα των Μέσων με το αύριο της απελπισίας μας. Εκεί ακούσαμε πως η τελευταία σε κυκλοφορία και ποιότητα εφημερίδα των Αθηνών (πουλάει δεν πουλάει 800 φύλλα τη μέρα) λόγω ιδεολογικής συγγενείας και της εξ αυτής χαριστικής διαπλοκής, καταχωρεί στις σελίδες της τη μεγαλύτερη δημόσια διαφημιστική επιχο-ρήγηση. Γιατί έτσι μας αρέσει θα απαντήσει δια της σιωπής της η εξουσία της σήψης.
Αμφιτρύων ήταν ο πρόεδρος της διοι-κούσας επιτροπής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας κ. Μασσαλάς ο οποίος ανακοίνωσε, σχεδόν περιχαρής, συνεπικου-ρούμενος από τον γενικό περιφερειάρχη Δυ-τικής Μακεδονίας πως το μέχρι τώρα πανε-πιστημιακόν τμήμα Διαχείρισης Ενεργει-ακών Πόρων μετονομάστηκε σε Τμήμα Μηχα-νολόγων, Μηχανικών Ενέργειας. Του αυτού προέδρου ένα βιβλίο είδαμε στις τοπικές αλλά και πανελλήνιες προσθήκες των βιβλιο-πωλείων με τον τίτλο: «Ισως είναι και έτσι...» εκδ. GYTENBERG, σε επιμέλεια κ. Μίμη Σουλιώτη (καθηγητού του Φλωρήνησι) και κ. Ιωάννας Μπενιουδάκη (γραμματέως εν γέ-νει). Αρθρα κατά καιρούς δημοσευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά εκ των οποίων διάβασα μόνον το: «Ιχνηλατώντας τη βλα-κεία»., σδτην οποία ο C.M.Cipolla μας διαβεβαιώνει ότι: πάντα και αναπόφευκτα ο καθένας από μας υποτιμά τον αριθμό των ηλιθίων ατόμων που κυκλοφορούν ανάμεσά μας”. Εκείνο το βράδυ τους μετρούσα στην αίθουσα...
***
Σε αντιπερισπασμό το έτερο ανώτατο πνευματικό καθίδρυμα της πόλεως και περιοχής, ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας θέλω να πω, την ημέρα των ανωτέρω ιεραρχών είχε σκοπό να ανακηρύξει επίτιμο διδάκτορα του τμήματος Διεθνούς Εμπορίου του παρα-ρτήματός του στην Καστοριά, τον Μακα-ριώτατον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ.κ. Αλέξιον (τα δύο κ.κ. στον ενικό όση αγιοσύνη κι αν περικλείουν, δείχνουν κατεξοχήν ημιμαθείς τύπους ή ευσεβιστές της θλιβερής ώρας). Γιατί του Διεθνούς Εμπο-ρίου; Μάλλον σε ρωμαιοκαθολικό θα πήγαινε καλύτερα αφού η αγία Εδρα διαπρέπει στο χριστιανο-εμπόριο. Οι προκαθήμενοι της Μόσχας έχουν διακριθεί κυρίως για τις υπη-ρεσίες τους προς τις εξουσίες που κατά καιρούς διαφέντευαν την αγία Ρωσία. Ξέρει άραγε ο παρολίγον τιμηθείς πού βρίσκεται η Κοζάνη, μάλλον η Μακεδονία ή μήπως έχει σύγχυση με τη γείτονα σκληρή μας «αδελφή», που μας τα πήρε όλα κι έφυγε! Που τον σκέφτηκαν; Στην ανάγκη ανάπτυξης δημο-σίων σχέσεων του ιδρύματος, πήραν σβάρνα το ανώτατο, ορθόδοξο ιερατείο ανά την υφήλιο και το δοκτοροποιούν ατιμωρητί· μια τακτική που έχει την αυτή πλέον αξία με το μοιράζειν δεξιά κι αριστερά πλακέτες (και λαμβάνειν εννοείται)· ότι αν θέλεις κάποιον να δουλέψεις κανονικά όμως και με το νόμο, του δίνεις μια πλακέτα εκ πλαστικού, μεταλλικού ή άλλου ευγενούς μετάλλου. Ομως τους πρόλαβε ο μακαριώτατος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, που ήταν ήδη εν μακαρίω ύπνω, οπότε και ματαιώθηκε η ανακήρυξη, η οποία ούτως ή άλλως θα γινόταν δι’ αντιπροσώπου όσον αφορά τον εκ Μόσχας κ.λπ. ‘Η μήπως πάτησε απαγορευτικό πόδι ο Φαναρίου και πάσης Οικουμένης; Ομως, πάντα υπάρχει λύση. Ας ανακηρύξουν στη θέση του ως επίτιμο διδάκτορά τους, τον ιερομόναχο Ιλαρίωνα της μονής αγίας Τριάδος στη Λαριού έστω και μόνον για την πολυετή του άσκηση στο τόπο αυτό της μετανοίας του, ο οποίος δεινώς περιβαλ-λοντολογικά πλήττεται από τον δαμασθέντα εκεί ποταμό Αλιάκμονα, και το υπό κατα-σκευή υδροηλεκτρικό φράγμα. Από τους υπό αναζήτησιν προς ανακήρυξιν (πλην του Αλβανίας) είναι κατά πολύ αξιότερος!
Εκοιμήθη εντελώς...
Την κοίμηση ως τελευτή του βίου περιμένουν μόνον όσοι προνομιούχοι έχουν αυτή την ιδιαιτερότητα, δηλαδή να κοιμού-νται (μήπως βλέπουν κι όνειρα;) μόλις παύει οργανικά το όλον τους να λειτουργεί και να επιχωματώνονται επισήμως συνήθως, αλλά και ασήμως και να περιμένουν την έγερση, όταν θα σημάνει γοερά η τρομπέτα κρίσεως της Β’ Παρουσίας. Οι άλλοι, οι απλοί αλλά τυχεροί που τους επισυμβαίνει θάνατος, προσδοκούν απλά Ανάσταση. Είναι κρίσιμη η διαφορά. Σκέψεις στο περιθώριο του πανελ-λήνιου, σχεδόν διασκεδαστικού, τετραήμερου πένθους, επί την εις χουν απέλευσιν του αρχι-επισκόπου Χριστοδούλου του Α’. Ανήμερα της πένθιμης επετείου αργούσαν οι δημόσιες υπηρεσίες. Το πένθος ούτως ή άλλως ται-ριάζει στις χιλιάδες Ηλέκτρες του δημοσίου. Είναι οι δημόσιες μοιρολογίστρες σε κάθε ευκαιρία και διεξέρχονται αυτό το καθήκον με ιδιαίτερη φροντίδα.
Εδώ στην πόλη την παραμονή της Εξο-δίου εξόδου από το εφήμερο, είχαμε εκδη-λώσεις «πένθιμης» ψυχαγωγίας με τον εξαι-ρετικό συνθέτη κύριο Γιάννη Σπανό (αξέ-χαστη ούτως ή άλλως η ΤΡΙΤΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ του σε ποιήματα Ελλήνων ποιητών) και με τα «Ασπρα καράβια τα όνειρά μας» να διασ-κεδάζει, σχεδόν βέβηλα, (Βαβύλης) τους τεθλιμμένους συμπατριώτες στην Αίθουσα Τέχνης. Εκδήλωση που δεν έπαιρνε αναβολή και ήταν μια παραγωγή (κάτι σαν πολιτιστική ...προαγωγή) πληρωμένη αδρά από τη Νομαρ-χιακή Αυτοδιοίκηση, η οποία μόλις πριν δύο μέρες είχε εκδόσει έκτακτο, επίσημο ανα-κοινωθέν συμμετοχής στο δημόσιο πένθος. Την επαύριον ακόμα πιο γεμάτες οι καφε-τέριες και τα άλλα ψυχαγωτήρια ιδρύματα όλων των πόλεων κι όχι μόνον της δικής μας, από τους δημόσια πενθοφορούντας υπά-λληλους της θεσμικής μας γραφειοκρατίας κ.λπ.
«Η Αριστερά έχει μέλλον,
Αν κοιτάζει στο μέλλον»
«...Η δεύτερη και τελευταία μου αναφορά είναι σε όλους αυτούς τους συντρόφους και τις συντρόφισσες, στελέχη του κόμματος που αφιέρωσαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους στη μεγάλη μας προσπάθεια, στο δύσκο-λο ταξίδι του χώρου μας, απ' όπου και να ξεκίνησαν και που παραμένουν σταθεροί και μαχόμενοι στις πρώτες γραμμές και σήμερα.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, δεν ξέρω αν έχουμε φτάσει στην όαση, δεν είμαι βέ-βαιος, αλλά και αν έχουμε φτάσει, αυτοί που οδήγησαν το καραβάνι διασχίζοντας την έρημο είναι ό,τι πιο αξιόλογο υπάρχει στις γραμμές μας. Γιατί για να διασχίσεις την έρημο χωρίς να πέσεις, δεν χρειάζεται μόνο αντοχή, χρειάζονται και γνώσεις. Σύντροφοι και συντρόφισσες, σε όλους εσάς που για χρό-νια στηρίξαμε τόσα πολλά στη δουλειά σας, θέλω να πω με ειλικρίνεια πως σας τιμούμε για το χθες και για το σήμερα, αλλά σας εμπι-στευόμαστε και σας χρειαζόμαστε και για το αύριο.
Σύντροφοι και συντρόφισσες, με αυτά τα λόγια σας χαιρετώ και από τη Δευτέρα ξανά στους αγώνες μας.»
Παραμονή αγίου Χαραλάμπους άκουγα τα παραπάνω στο γήπεδο Τεϊκ Βο Ντο ένθα διεξάγονταν το 5ο Συνέδριο του ΣΥΝ, από τον κ. Φώτη Κουβέλη, πολιτικό από εκείνο το σπάνιο είδος, πολύτιμο και λαμπυρίζων ως ο μαργαρίτης σε ρύγχος χοίρου της πολιτικής, ο οποίος συναριθμείται μαζί με τις προγε-νέστερες αυτού φυσιογνωμίες στις τάξεις της λεγομένης πολιτισμένης αριστεράς, Ηλία Ηλίου και Λεωνίδα Κύρκο. Διάβασα κάπου πως η “Ανανέωση” του αριστερού λόγου έχει πλέον τη μοίρα του πολυτονικού. Οσο υπάρχουν οι χρήστες της θα υπάρχει. Μετά; Νέος πρόεδρος του ΣΥΝ, στη θέση του λίαν συμπαθούς Αλ. Αλαβάνου, που αποχώρησε οικειοθελώς και πάρωρα (άλλο και τούτο πάλι για τα ξεσκολισμένα πολιτικά, ηγετικά ήθη των Νεοελλήνων πολιτικών), εξελέγει ο κ. Αλέξης Τσίπρας, νέος πρωτίστως, που κατε-τάραξε τα τενάγη ιδίως της όμορης πολιτικής ακινησίας και καθυστέρησης όπως φάνηκε από τις αναταράξεις που ξέσπασαν στα στάσιμά τους ύδατα.
Αρα «Το καραβάνι πάει μπροστά κι ας αλυχτούν οι σκύλοι», όπως γράφει κι ο ποιητής Πωλ Ρόμπινσον.
«Ενα βιβλίο για πέταμα»
Οταν βρίσκομαι στο παραλιακό βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης «Πρωτο-πορία» ρίχνω πάντα και μια πλάγια ματιά στις προσφορές του και ιδίως σ’ εκείνες τις στοίβες των βιβλίων που έχουν πάνω τους την ετικέτα των 2,90 ευρώ. Με θλίψη, (μήπως και με χαιρεκακία...) κοιτώ ποιοί συγγραφείς πήραν την άγουσα για την απώλεια δια της εκποιήσεως, η οποία είναι ακριβώς το λίγο πριν την πολτοποίηση, στάδιο. Κλασικοί συγγραφείς, έλληνες και ξένοι, γνωστοί, ενδιαφέροντες, σπουδαίοι και μη όλη η γκάμα της ματαιότητας εκεί· και γνωστών και η θλί-ψη κάπως να σε βαραίνει. Αγοράζω πάντα κάποια φίλων αντί για σιωπηρό μνημόσυνο.
Στην Αθήνα έτυχα φέτος στο ετήσιο πα-ζάρι εκ-ποίησης του βιβλίου το οποίο διεξά-γεται καθε χρόνο στην πλατεία Κλαθμώνος, κάτω από τέντες και τσαντίρια κι έξω το κρύο σουβλερό. Εκεί κι αν γίνεται της κακομοίρας· ντουνιάς ν’ αγοράζει όπως στα σούπερ μάρ-κετ και να σώζει από τη βέβαια πολτοποίηση ό,τι μπορεί κι όσους συγγραφείς. Οι τιμές εί-ναι σχεδόν ανύπαρκτες. Διέσωσα από την απώλεια κι επειδή λυπόμουν τα βιβλία που τα διάβασα σε άλλους καιρούς και στις ίδιες ή άλλες εκδόσεις: Χωλλ Κέιν “Ο Μαξιώτης” μετ. Αλεξ. Παπαδιαμάντης εκδ. Ινδικτος, Πέτ-ερ Βάις “Ο Τρότσκι εξόριστος”, εκδ. Δωδώνη, STHVENS WALLACE “Εκλογή από τα άπαντα” εισαγ. μτφρ. Γιώργος Σπέντζος εκδ. Δωδώνη, Τ. Ελιοτ “Η ρημαγμένη γη” μετ. Κλείτου Κύρου εκδ. Υψιλον
Εν τω μεταξύ έλαβα από τον εκδοτικό οίκο Πόλις το μυθιστόρημα του Paul Desalmand «Ενα βιβλίο για πέταμα». Ο συγ-γραφέας αφηγείται ακριβώς την τύχη των παραπάνω· ένα βιβλίο αφηγείται την ιστορία του από τη στιγμή που τυπώνεται στη Γαλλία μέχρι την απώλειά του στην Αφρική. Διαβάζω στο οπισθόφυλλο: “Σε πρώτο επίπεδο το βιβλίο μοιάζει με περιπετειώδες μυθιστόρημα γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές. Αλλά ταυ-τόχρονα αποτελεί: Σάτιρα του εκδοτικού χώρου*Στοχασμό για τη γραφή και την ανά-γνωση*Κριτική ανάλυση των σχέσεων Δύσης-Τρίτου Κόσμου*Μεταφορά για το θάνατο* Παιχνίδι πάνω στη μυθοπλασία* Παιχνίδι πάνω στη διακειμενικότητα (όλες οι παρα-πομπές και οι αναφορές ομολογημένες ή όχι, βρίσκονται στην ιστοσελίδα www.quidamediteur.com)”.
Εξοχο.
Μικτά ορκωτά δικαστήρια
εν συνεδριάσει, αθώα.
Δηλαδή αν κάποιος διαπράξει έγκλημα ειδεχθές για τη μεγάλη ή μικρή κοινωνία κιν-δυνεύει τις περισσότερες φορές να αθωωθεί εκ της διαδικαστικής παθογένειας του συστή-ματος απόδοσης της επ’ αυτού δικαιοσύνης. Αυτή η φενάκη της λαϊκής συμμετοχής στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων, δηλαδή της συμμετοχής απ’ ευθείας του λαού σε μια από τις τρεις εξουσίες, έχει γίνει πλέον κάτι σαν ανέκδοτο. Τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια αποτελούνται από τρεις επαγγελματίες δικα-στές και από τέσσερις πολίτες που κληρώ-νονται από την ειδική λίστα των οργανικά διανοούμενων κατά Γκράμσι(!), που συντάσ-σεται σε κάθε νομό. Οι κύριοι ένορκοι σύρο-νται σχεδόν σαν αιχμάλωτοι στην έδρα για να παίξουν το ρόλο του δικαστή. Κανείς τους δεν επιθυμεί αυτή τη συμμετοχή. Αχθος μέγα βαρύνει τον κληρωθέντα ιδίως σε εγκλήματα που δεν είναι 100% αποδεδειγμένα. Τις περισσότερες φορές το “αθώος” είναι η πλέον προσφιλής ετυμηγορία που πέφτει επί δικαί-ων αλλά ιδίως και επί το πλείστον, επί αδίκων. Είναι δικαιολογημένη αυτή η διά-θεση. Ατομα έχοντα μηδενική πείρα από τις δαιδαλώδεις δικονομικές διαδικασίες, την ψυχολογία των προσώπων που παρελαύνουν ενώπιόν τους, την εκτίμηση των αποδείξεων, με την κοινή γνώμη του ακροατηρίου να συμμετέχει στο θεατρικό, κυρίως με την πλευρά του θύματος, τι να σου κάνουν, πε-λαγώνουν; Το 4 έναντι 3 είναι μόνιμη επωδός. Μήπως η απόφαση που παίρνεται κι αρχίζει με τους λαϊκούς είναι ένα ασφαλές κατα-φύγιο για τους τακτικούς δικαστές να κάνουν το κομμάτι τους εκ του ασφαλούς πλέον, αφού ήδη διαμορφώθηκε η πλειοψηφία από-φαση, μπορεί να λένε ό,τι θέλουν και τους βολεύει. Ιδίως το που ανακοινώνεται δημόσια πως ψήφισαν οι λαϊκοί και πως οι δικαστές, έτσι ώστε να λάβουν την αρά οι πολίτες;
Ερωτήματα ίσως κι εκ του αφελούς αλλά και από υποψιασμένους και με αφορμή το έγκλημα στη Βλάστη της Κοζάνης που έγινε τη βραδιά που όλη η Ελλάδα πανηγύριζε το Γιούρο, στις 4 Ιουλίου 2004, εδολοφονείτο άγρια η 15χρονή Φιλίτσα σε ερημική τοπο-θεσία του ιστορικού χωριού της. Ο προ-σαχθείς ως κατηγορούμενος έλαβε δις την ετυμηγορία του αθώου από τους ενόρκους α’ και β’ βαθμού. Τι να κάνουν κι αυτοί; Την τιμή της δικαιοσύνης (απέδωσε στην ουσία δικαιοσύνη) έσωσε ο εισαγγελέας Εφετών κ. Πέτρος Ραπτόπουλος από τις σημαντικότερες προσωπικότητες που έχει σήμερα ή εν Ελλάδι δικαιοσύνη κι όχι μόνον η «Ισταμένη».
Η αστυνομία που τόσο ολιγώρησε τον κρίσιμο πρώτο καιρό καλείται τώρα εκ νέου να βρει τον ένοχο...
- Αλλο τί θα κάνει, δηλαδή!
Εορδαία, Εορδαία των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων...
ΥΓ. κάπως μακρύ στο παραπάνω.
«Κοινός ιατρός θεραπεύσει, ο χρόνος έλεγαν οι αρχαίοι. Σήμερα δεν υπάρχει πλέον η φόρτιση. Ολα έγιναν μια αχλύ μνήμης και το πρόβλημα εστιάζεται στον ένοχο ποίος είναι, και τι θα γίνει αν θα βρεθεί, κι αν αυτός που κατηγορήθηκε και καθόταν στο εδώλιο ά-καμπτος για μέρες, ήταν ή δεν είνα;. Το συγκι-νησιακό πλέον κινείται σ’ αυτό το επίπεδο. Εκείνη για την οποία της εψάλλησαν κατά την εξόδια ακολουθία της των κοικημημένων νηπίων ύμνοι, έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα, αλίμονο. Ο χρονος παραείναι φορές λυτρω-τής αλλά κι αμείλικτος.
Στο περιθώριο του διαταραγμού της κοινής γνώμης στην Εορδαία, το γεγονός συγκίνησε κόσμο· ο καθένας πήρε θέση είτε φωναχτά είτε σιωπηλά. Το σιωπηλά ίσως είναι και το χειρότερο. Από τη φωναχτή και κραυγάζουσα πλευρά, ένα μικρό έντυπο, 16σέλιδο, με ένα αξιοπρεπές αλλά σπαρα-κτικό ποιητικό «Αντίδοτο στη λήθη» γράφει μεταξύ άλλων:
Είμαι η ΦΙΛΙΤΣΑ
Μόνο που δεν υπάρχω πια
Τουλάχιστον εδώ
στο χωμάτινο κόσμο σας
έπαψα να υπάρχω.
Χωρίς να το θέλω
κόπηκαν το φτερά μου.
Μου τα κόψανε.
Ενα βράδυ την πήραν την απόφαση
και τα ξέσκισαν.
Η απόφαση δια τρίτη φορά.
Τα επιχώρια θεατρικά μας
Οι εγγυημένοι κλασικοί
Με το «Κουκλόσπιτο» του Ιψεν είχαμε μια παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και περιχώρων, που συνεχίζεται ακόμα και συγκεντρώνει μόνο τους συλλογιζόμενους φίλους του θεάτρου και όχι την μάζα προς ψυχαγώγησιν. Ως εκ τούτου δεν είναι και προς θλίψην αν η προηγούμενη ρευστή ύπαρξη δεν ανταποκρίνεται, όπως στην προη-γούμενη θεατρική και διευθυντική περίοδο.
Στο μεσοδιάστημα η «Δις Τζούλια» του Αυγ. Στρίνμπεργκ στο Θεατροδρόμιο που στεγάζεται στην πρώην ΥΕΒ και στο εντελώς οικείο και φιλικό του χώρο, που επιτρέπει μεσαίες από άποψη κόσμου συναντήσεις, άρα και πλέον τρυφερές. Εκεί σε τετάρτη απαγ-γελτική ταχύτητα παίχτηκε το ανωτέρω δράμα από τους Βαγγέλη Τζιμόπουλο (άψο-γος) Νικολέτα Σιώμου, Νατάσα Παπαμάρκου (με ενδυμασία κάτι σαν υποψήφιες της ευρω-βίζιον) και μια πληθή συντελεστών μέχρι και υπεύθυνη υποδοχής και ταξιθέασης (άριστη στο διακόνημα, γνωρίσαμε τις υπηρεσίες της) υπάρχει· σε σκηνοθεσία του κ. Γιώτη Βασι-λειάδη (σχεδόν πρωταγωνιστεί και στο «Κουκλόσπιτο» -θεατροπολυθεσίτης- και με χορηγό του μπουκαλιού κρασιού που χύνεται εν τη θεατρική ρύμη, το κατάστημα της πόλης Α. Καρμαζή. (‘Η μήπως γινόταν κι εξώδικη δωρεάν διανομή του, όπως στους φανούς και δεν το πήραμε είδηση;)
*
Οι υπό δοκιμή νεοέλληνες
Αμέσως μετά οι σύγχρονοι νεοέλληνες όπως ο Νίκος Μανούδης με τις “Εξομο-λογήσεις γυναικών» (δηλαδή τι λένε) σε σκη-νοθεσία εκ των ενόντων του ΔΗΠΕΘΕ, δηλαδή του Γ. Καραχισαρίδη, διευθυντή του που όπως δηλώνεται θα παιχτεί ακολου-θώντας την άγονη γραμμή ξηράς, δηλονότι στα χωριά του ορεινού Βοϊου, όπου στα καφενεία κι ενώπιων των εναπομεινάντων γερόντων, οι οποίοι θα παίζουν ξερή, θα λένε τα θεατρικά τους λόγια. Θα ακούν αυτοί έκθαμβοι τις εσωτερικές, από υστερικές έως μετρημένες κι ελεγχόμενες εξομολογήσεις των γυναικών του σήμερα και θα αναρωτιούνται οι γνήσιοι άνθρωποι της υπαίθρου:
- Ωρέ τι είναι όλα τούτα τα νούμερα!
*
Οι ανέλεγκτοι ως χρήσεις παρελθόντων ετών, τοπικοί θεατροκαρναβαλιστές
Δεν υπάρχει πιο εύκολη υπόθεση από το συμπήξεις θεατρική ομάδα. Αυτό είναι γνω-στό από τα σχολικά χρόνια με τα σκετς στις αίθουσες και στις αυλές των σχολείων κάθε εθνική γιορτή ή επέτειο. Σ’ ένα τέτοιο πρω-ταγωνίστησα κι εγώ παίζων τον Αθανάσιο Διάκο στο δράμα ο «Ηρωας της Αλαμάνας» κι έκτοτε είναι ο εθνικός μου ήρως (όπως άλλοι έχουν τον Ολυμπιακό ή την ΑΕΚ), κι αν δεν δω το ψηφιδωτό του στην εθνική κοντά στη Λαμία, ταξιδεύων νύχτα προς Αθήνα, με το ΚΤΕΛ, κάτι με θλίβει). Με την ευκαιρια είδα πως το Λαϊκο Λαχείο του σεπτού εθνικού μας τζόγου είχε την φυσι-ογνωμία του. Συγκινήθηκα κάπως κι αγόρασα ένα για πρώτη και μόνη φορά. Δεν κοίταξα ούτε τον λήγοντα.
Ετσι ο νεοπαγής συλλογικός θεσμός παραδοσιακών νεο-κοζανιτών με την επωνυ-μία ...«Η Κόζιανη» σύστησε θεατρική ομάδα και επιτίθεται με το σκετς «Θέλεις ρούφα και δάγκουνι θέλεις δάγκουνι και ρούφα» του μεγάλου εν αποκριές αλλά και στον ιδιωματικό λόγο κ.Έμμανουήλ Μαρκόπουλο, ντυμένο πάντα με εκείνον τον εν παντί καιρό καρναβαλισμό της αρσενικοθήλυκης εξαλ-λαγής του ανθρωπίνου είδους, της καλού-μενης και «Τσιτσιούλας».
Ο ημιλόγιος αποκριάνθρωπος κάποτε, που τώρα δημοσιολογεί, κ. Γ. Παφίλης, ξανα-νέβασε το σπαρταριστό έργο του “Αχ μάναμ’ κάηκα” μεσω τώρα του ΔΗΠΘΕ.
Τέλος οι κλασικοί πια «Κασμιρτζήδες» για τις αποκριές ήδη το έργο «Είνι και ψίχα αγκαστρουμέν’» του μέγιστου λογίου του δια ζώσης ιδιώματος -μέτρ- κ. Γιάννη Πλόσκα του-πίκλην και Γιάνν τ’ς Λένκους.
Λαϊκός λόγος έντονα διασκεδαστικός για το ακροατήριο το οποίο πάει εκεί να γελάσει με θόρυβο, εξ ορισμού και οπωσδήποτε ακόμα και με την πιο πένθιμη (λόγω ρου-τίνας) ατάκα. Οι αυτοσχέδιοι ηθοποιοί φορές πετυχαίνουν στιγμές υψηλής υποκριτικής τέχνης, άθελά τους φυσικά, που θα τη ζήλευαν οι επαγγελματίες. Η επιτυχία είναι σίγουρη από την άποψη της αποδοχής του κοινού, το οποίο πάει σ’ αυτά αγεληδόν για να συμπλη-ρώσει τα θεατρικά κενά, που του αφήνει το λόγιον ΔΗΠΕΘΕ και τα ημιλόγια σχήματα που προαναφέραμε στα οποία προσέρχεται συνήθως στάγδην.
Η ρωσική περίπτωση
του Δημήτρη Τριανταφυλλίδη
Αποτελεί ένα φαινόμενα ο μεταφραστικός «παροξυσμός» του κ. Δημήτρη Τριαντα-φυλλίδη (κάτοικος φανατικά της περιοχής Μεταξουργείου της Αθήνας), όσον αφορά τη Ρώσικη γλώσσα και λογοτεχνία. Οι μεταφρ-άσεις του δημιουργούν μια μικρή αναστά-τωση στον μεγάλο και διαρκή κόσμο των σημερινών γραμμάτων στην Ελλάδα αλλά και μια διαταραχή στον «μικρό» που θάλλει η αλληλοϋποβολή κι η αλληλο-αγνόηση. Ο Δ.Τρ. μεταφράζει και φέρνει στον Ελληνα αναγνώ-στη, κείμενα των μεγάλων ρώσων όπως του Φ.Ντ. το ογκώδες σε δύο τόμους «Ημερο-λόγιο του συγγραφέα»· άρθρα, επιφυλλίδες, σχόλια, μικρά κείμενα που δημοσίευε ο Φ. Ντ. όταν ήταν διευθυντής σύνταξης του εβδομα-διαίου περιοδικού «Πολίτης» ως ένθετα ή σε ξεχωριστό παράρτημα. Από τους ογκώδες τόμους, ο ίδιος απομόνωσε και μια νουβέλα με τον τίτλο «Μειλίχια» και την κυκλοφορεί σε ένα μικρό βιβλιαράκι. Προχωρώντας μετα-φράζει το σπαρακτικό “Ρέκβιεμ” της μεγάλης Αχμάτοβα. Στα χαρτιά του έτοιμες έχει τις μεταφράσεις του ποιητού Οσιπ Μέντελσταμ:
Silentium
Αυτή δεν έχει ακόμη γεννηθεί,
Αυτή, είναι η μουσική κι ο λόγος
Είναι ο ακατάλυτος δεσμός
Ολάκερης της πλάσης
Του στήθους ήρεμα αναπνέουν τα πελάγη
Και σα τρελή, φωτίστηκε η μέρα,
Κλαδιά μιας πασχαλιάς χλωμής
Μέσα στο θολό γαλάζιο βάζο είναι.
Την δύναμη τα χείλη μου θα βρουν
Την αρχική αδυναμία να περάσουν
Σα κρυστάλλινη να πουν
Ότι αγνή γεννήθηκε στον κόσμο!
Ακίνητη στάσου Αφροδίτη
Στη μουσική επέστρεψε τον λόγο,
Των άλλων τις καρδιές να λυπηθείς
Με την αρχέγονη ζωή ενώσου!
1910
Καθυστερημένα περί
ημερολογίων τοίχου και βιβλιοθήκης
Από το Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσα-λονίκης ένα ημερολόγιο τοίχου με χαρακτη-ριστικές φωτογραφίες· κάτι σαν κουκλίστικα τραίνα, εργαλεία, βαγόνια με ό,τι δηλαδή ταξιδεύεις από τόπο σε τόπο και στο χρόνο αφού με την επιστροφή από το ταξίδι, αμέσως φεύγεις στο χρόνο του τον οποίο κάπως τον αποτυπώνει το ημερολόγιο. Εν τω μεταξύ οι ράγες του δικού μας Σ. Σταθμού εξακολου-θούν να μας ταξιδεύουν πεζή:
Επιβάτης αταξίδευτος της βραδινής των 19 και 03 ταχείας
στη μόνιμη γωνιά του καφενείου Σάββατο προς το βράδι
η άφιξη κι αναχώρηση μου κινούνται επί της αυτής ευθείας
στο ίδιο τραπέζι τσάι με Πεσσόα, ένα γλυκόπικρο υφάδι
Κι όταν στις ράγες του σταθμού το τραίνο πλέον ξαπλωθεί
η μυρωδιά του ταξιδιού ένδον μου, άρωμα θ’ απλωθεί.
***
Από την Δημόσια Βιβλιοθήκη Σιάτιστας (με διευθυντή της τον κ. Π. Μάνιο) το έλαβα κι όχι από το εκδόσαντα Μορφωτικό ίδρυμα της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων εφη-μερίδων Μακεδονίας-Θράκης αφιερωμένο στους πρωτοπόρους Ελληνες της δημο-σιογραφίας αδελφούς Μαρκίδες Πούλιου από τη Σιάτιστα εκδότες της πρώτης ελλη-νικής εφημερίδας με τον τίτλο «Εφημερίς» στη Βιέννη 1790-1797. Για τους αγνοούντες το μέγεθος εκείνης της πρώτης εφημερίδας ήταν κάτι μεγαλύτερο της παλάμης, προς το μέγεθος δηλαδή που τείνουν οι σημερινές. Το ημερολόγιο εκτάκτως καλαίσθητο, διακοσμεί εκ του φανταστικού, ωραίον σχέδιο των τυπογράφων, μήπως και εκ του φαντασιακού, του ζωγράφου Κώστα Ντιό.
***
Ημερολόγιο από το Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών ν. Κοζάνης, αυτού του μεγάλου συλλόγου, επιπέδου όμως, ποδοσφαιρικού σωματείου της υπαίθρου ή σχολικής τάξης. Κρίμα! Ο Σύνδεσμος βρίσκεται σε μεταβατική φάση μετά την ενσώματη φυγή του μεγάλου του Προέδρου (Κ. Σιαμπανόπουλου για να μην μπερδευτούμε γιατί ποτέ δε ξέρεις ποιοί και γιατί θεωρούνε εαυτούς μεγάλους εκτός του ηλικιακού δεδομένου) προσπαθεί να βρει το δρόμο του. Καθιερώθηκε στα καλά σαν ένα Λαογραφικό Μουσείο. Ομως είναι μια βιομη-χανία, μάλλον οφείλει να εξέλιχθεί σε μια βαριά βιομηχανία πολιτισμού και να ενερ-γοποιήσει ουσία τα δύο σκέλη του, Γράμματα και Τέχνες, τα οποία βρίσκονται σε πολύ χα-μηλό έως ανύπαρκτο σημείο καλλιέργειας.
Την περίοδο του μεσοπολέμου στην Κοζάνη, υπήρχε το σωματείο Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Προβλημάτων που συγκέ-ντρωνε στο Δ.Σ. και στις τάξεις του ό,τι σημα-ντικότερο έχει να επιδείξει η πόλη μέχρι σήμερα, στον τομέα των γραμμάτων, της τέχνης, της πολιτικής, της κοινωνίας της (Κ. Τσιτσελίκης, Δ. Μανέντης, Ν.Π. Δελιαλής, Κ. Παπακωνσταντίνου κ.α.). Σκέφτομαι σήμερα ποιοί στελεχώνουν, δια διορισμού ή εκλογής, τους πνευματικούς θεσμούς της πόλεως; Δεν λέω ό,τι το χειρότερο, όλοι τους είναι άνθρωποι καλών προθέσεων αλλά ανε-παρκείς για το ρόλο τους, σχεδόν κωμικο-τραγικά. Δεν είναι μόνον αυτοί, αλλά κάτι τέτοιοι συνήθως επιλέγονται κυρίως ή εκλέ-γονται παρεπιπτόντως. Είναι μια τοπική κοινωνία με μια «ηγεσία» ιδίως, η οποία παρεπιδημεί στην πλέον χαμηλή στάθμη των πνευματικών και πολιτιστικών απαιτήσεων. Δεν τους κόβει κοινώς, όπως και δεν τους κόφτει για τίποτε, πέραν του προσωπικού τους λόγου δημόσιας ύπαρξης. Μια μελαγ-χολία σε κυριεύει απ’ αυτήν την «κατάληψη» που εξηγεί και κάθε είδους ερασιτεχνισμούς μέχρι και ευτέλειες.
Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης και ο Σύνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών ν. Κοζά-νης είναι δύο σημαντικοί πυλώνες από τους οποίους περνούν τα σύρματα διανομής του εγγράμματου φωτός. Είναι έγκλημα να υπο-φώσκει η ύπαρξη τους μεταξύ της ζώνης του λυκόφωτος ή του μόνιμου λυκαυγούς.
Περί της «Δακρυσμένης Μικρασίας» βιβλίο του κ. Βασίλη Τζανακάρη από τα Σέρρας
Στον ισόγειο χώρο του Λαογραφικού Μουσείου Κοζάνης έγινε (21 Φεβρουαρίου) η παρουσίαση του βιβλίου «Δακρυσμένη Μι-κρασία” του Βασίλη Τζανακάρη, εκδ. Με-ταίχμιο σελ. 730. Μίλησαν και ο Θανάσης Καλλιανιώτης επιθεωρητής δημοτικής εκπαί-δευσης, σχολικός σύμβουλος δηλαδή και δρ. ιστορίας (ελπίζω να έχει χριστεί στο διά-στημα της γραφής και της εκτύπωσης της «Π»). Ο δε συγγραφέας από στήθους, από καρδιάς κυρίως αλλά και φορές έμπλεος μετρημένης οργής και άμετρης συγκινήσεως κράτησε το ακροατήριο προσωρινά αιχμά-λωτο στη δια ζώσης αφήγηση, όπως και στο βιβλίο του αλλά εκεί σε κρατά καιρό αυτή η γλυκιά αιχμαλωσία της ανάγνωσης ωραίων βιβλίων.
«...Το βιβλίο έχει στο σώμα του κυρίως δύο τυπογραφικά στοιχεία τα 10 στιγμών και των 9. Στα δεκάρια έχουμε την κύρια αφήγηση στα μικρότερα τη εξήγηση· η παράλληλη ανάγνωση της ιστορίας από τα ντοκουμέντα. Κι είναι πολλά και ζωντανεύουν με την ιστορική αμεσότητα του αρχειακού εγγράφου την κυρία εξιστόρηση. Σημειώνω κάτι που βρήκα στη σελ. 253 και αναφέρεται στην ενότητα «1920 Το ακάνθινο στεφάνι του θριάμβου» και ειδικότερα στο Δημοψήφισμα για τη επιστροφή του βασιλιά της 22ας Νοεμβρίου που χαρακτηρίστηκε από τον λαϊκό «εκβαχισμό» κατά την Πηνελόπη Δέλτα, τόσο πριν όσο και μετά απ’ αυτό. Στην Κοζάνη υπερψήφισαν την επάνοδο του Κωνσταντίνου 10.500 πολίτες και εναντίον της 2. Αν δεν ήταν από λάθος, τότε αυτοί θα έπρεπε, αν ήταν δυνατόν να είναι γνωστοί να επισημαίνονται στην τοπική ιστορία με ανε-ξίτηλα γράμματα όχι τόσο για το πολιτικό τους φρόνημα, που είναι και μια ρευστή υπόθεση εργασίας μεταβαλλόμενη φορές, όσο για τη σταθερότητα πλεύσης τους σε μια θά-λασσα με ενάντια κύματα, δον κιχώτες του ασυλλόγιστου ή του μεγαλοπρεπούς μονα-χικοί μύστες.
Ο Β. Τζ., όπως διαβάζουμε στην εργογραφική του σελίδα, ξεκίνησε την παρου-σία του στα γράμματα με την ποιητική συλλογή «Τα σιωπηλά πένθη». Σήμερα τονίζει την ποίηση του ως δημιουργία με ένα συγ-γραφικό, γοερό πένθος, με ένα βουητό συγκί-νησης που σηκώνει το τελευταίο του βιβλίο γεμάτο από γιατί, εάν και διότι· κι όλα να καταλήγουν σ’ ένα κρεσέντο θλίψης, πένθους, χαμού για τον διαχρονικά δύσμοιρο ελλη-νισμό και για τον βαθμιαίο αφελληνισμό μας τελικά, αφού κατ’ εξοχήν τα πρόσωπα του δράματος είμαστε εμείς, οι λαθρεπιβάτες της ιστορίας, κάτοικοι του κάποτε, του νυν και του αεί του τόπου, που είναι γεμάτος από φλύκταινες μνήμης, πάνω στις οποίες δεν μπορείς ούτε να καθήσεις, να τις κοιτάξεις ή να σταθείς σ’ αυτές χωρίς να ματώσεις. «Δακρυσμένη Μακρασία» είναι μια επιεικής έκφραση με την οποία θέλει μάλλον ν’ αποδραματοποιήσει την μυθιστορία του κα-θότι το διασπαραγμένη, πουλημένη, παρατ-ημένη, εγκαταλειμμένη, προδομένη, δηωμένη ως επιθετικοί προσδιορισμοί προσδιορίζουν καλύτερα το ανθρωπογεωγραφικό τοπίο της συναρπαστικής αφήγησης» .
Περί-Δια-Γραμμάτων Βορείου Ελλάδος
Σάββατο βράδυ (23/2) γύριζα γύρωθεν από το Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ), της ορεινής Θεσσαλονίκης. Φωτισμένο, επιβλη-τικό, μυστήριο, σιωπηλό και προσπαθούσα ν’ ακούσω τις φωνές του χρόνου που έβγαιναν από τα σπλάχνα του και τα τείχη του. Δεν άκουσα τίποτε μόνο τα γνωστά της νύχτας καμώματα. Ενα αγαπητικό ζευγάρι να φο-βάται κάπως να περπατήσει πάνω στα ερει-πωμένα σημεία του περιβόλου του κάστρου. Κάτω της Θεσσαλονίκης τα φώτα, ο κόλπος της, η έλλειψη κι η αναζήτηση.
Αργότερα μπήκαμε στο ξενοδοχείο «Φι-λίππειον» και στην αίθουσα χορών και δεξιώσεων “Μακεδονία”. Πόσο μου φαντά-ζουν απόμακρα και κούφια στο προπα-γανδιστικό επίπεδο αυτά τα ηχηρά ονόματα και εν όψει της συντριπτικής μας ήττας επί του Μακεδονικού που δεχτήκαμε πρωτίστως από την απουσία άμυνας (κοινής πολιτικής λο-γικής), ουσιαστικής επίθεσης την ώρα που χρειαζόταν (σουτάραμε στο βρόντο και πάντα στην κερκίδα) κι ενώ στο κέντρο υπήρχαν πάντα οι αδύναμοι κρίκοι της μετριοπάθειας σε καιρούς πολιτικής ευτέλειας και κομ-ματισμού εκτραχηλισμού.
Ο Σύνδεσμος Εκδοτών Βορείου Ελλάδος) μοίραζε τα ετήσια βραβεία του σε συγγραφείς της Β. Ελλάδος με προσφορά στα ελληνικά γράμματα: Γιώργος Αναστασιάδης, Γιάννης Αρκέτος, Αλίκη Διαμαντή, Δημήτρης Θεο-χαρίδης, Παύλος Κανονίδης, Β. Π. Καρα-γιάννης, Λίνα Μαρμαρίδου, Γρηγόρης Μπι-λίτσας, Γιώργος Ξεινός, Νίκος Παπαδό-πουλος, Eλένη Τέγου, Θεόδωρος Τζαλαμά-νης, Γ. Τσότσος Αβραάμ Χατζηανέστης, Βενι-ζέλος Χριστοφορίδης.
«Με το Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδος έκανα τρία και ένα ταξίδια. Το πρώ-το στη Σόφια όπου βίωσα το βαρύ Βαλκανικό χειμώνα, μέλος της επιτροπής για την απο-νομή του βραβείου Αίμου τότε δοθέν εξ ημισείας σ’ ένα ποιητή και πεζογράφο Ελλη-νοαλβανό αλλά και τ. Υπουργό ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αλβανία -αν είναι δυνα-τόν- και σ’ έναν ποιητή από την τότε Φυρομία και τώρα αλίμονο «Μακεδονία»
Το δεύτερο εκ νέου στη Σόφια, όπου γνώρισα τη Βαλκανική άνοιξη μέσα στο Χει-μώνα και τα βιολιά της εκκλησίας και πλα-τείας Αλεξάνδρου Νιέφσκι. Αλλά τώρα το βραβείο δόθηκε στον αειθαλή της νεο-ελληνικής ποίησης Τάκη Βαρβιτσιώτη.
Το τρίτο είναι το σημερινό προς το ψηλό σημείο αυτής της πόλης. Ερχομαι από την Κοζάνη στη Θεσσαλονίκη κι αυτό είναι πάντα ένα ταξίδι, κι όσο κι αν έχει περιοριστεί ο χρόνος, η απόσταση παραμένει και η από-σπαση από τον τόπο σου αποτελούν προϋποθέσεις ταξιδιού. Πάντα το μικρό ταξίδι προς τη Θεσσαλονίκη είναι μια επιστροφή μας, στις μνήμες, στους ανθρώ-πους, στους τρόπους. Η πόλη αυτή αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα του σώματος μας αλλά ίσως την πρώτη πατρίδα της ψυχής μας.
Ευχαριστώ τον ΣΕΚΒ και τον πρόεδρό του κ. Χαρ. Μπαρμπουνάκη με το οποίο όμως κάνω διαρκώς και το πιο μακρύ ταξίδι έστω και μόνος μου· το ταξίδι στη μνήμη και στον τόπο αυτόν. Τότε τα χρόνια της δικτα-τορίας που τον γνώρισα, φοιτητής εγώ και αυτός μικρότερος, στο βιβλιοπωλείο επί της Αριστοτέλους, να μας χαρίζει βιβλία για να στήσουμε μια λαϊκή βιβλιοθήκη στο χωριό.
Τους ευχαριστώ δηλαδή για την τιμή που μου κάνανε να με συμπεριλάβουν στην αποψινή παρέα με τους εκλεκτούς ανθρώ-πους της λογοτεχνικής σκέψης κι επιστη-μονικής περίσκεψης, και της οποίας ηγείται κι όχι μόνον αλφαβητικά, ένας πανεπι-στημιακός δάσκαλος, τω καιρώ εκείνω.»
Βελτσου, ναι, ποιηματα
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΤΣΟΣ
ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ
εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ
ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ
Δε θυμάμαι ούτε το Χριστό ούτε το Λάζαρο.
Μόνο, σε μία γωνιά, την αηδία
Ζωγραφισμένη σ’ ένα πρόσωπο
που κοίταζε το θαύμα σα να το μύριζε.
Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ
Έλα να βυθίσεις το χέρι σου
στο στέρνο
Τον λίθο βάλε στη θέση της καρδιάς
κι άσε τους σκύλους γύρω
να λυσσάνε
Μη την πετάξεις
Κυρίως, μη τη σφραγίσεις σε σκεύος ιερό
Χριστός δεν είμαι
να πλένουνε τα πόδια μου μ’ αρώματα
Δεν κρέμομαι επί ξύλου
Ποτέ δεν διπλασίασα ψωμιά
Ενώπιον ξένων τα ποιήματά μου στιχουργώ
Εις ώτα ξένων τραγουδώ
τραγούδι φώκιας
Υποπτεύομαι όσους πατάνε τα νερά
συνδιαλεγόμενοι με τους νεκρούς
καλώντας τους νεκρούς να εγερθούν
ενώ μυρίζουν
Δεν είμαι εγώ η ανάσταση και η ζωή
Απ’ την πλευρά του Λάζαρου
για ησυχία εκλιπαρώ
Κοιμούμαι
Πέντε οργιές βαθύτερα απ’ τον ύπνο
Πέντε φορές ψηλότερα απ’ τον αφρό
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΟ ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ Ι
Τι ώρα θα σχολάσουν οι εργάτες
σ’ αυτό το εργοτάξιο
με τη χειροκίνητη μπετονιέρα
και τους ξυλότυπους;
Πότε θα πέσει η πλάκα;
Πότε υψώνουνε σταυρό;
Πότε θ ‘αγιάσει ο πάπαρδος την μπούκα;
Για ποιόν προορίζουνε τον οίκο
χωρίς τα παράθυρα
χωρίς τις κιγκλίδες
το ρόπτρο που ειδοποιεί
και τον φεγγίτη;
Γιατί είναι ο λεγάμενος
σαν το σουδάριο λευκός;
Ποιος αναπαύεται εδώ;
Μην ερίζεις με τον νεκρό
Μη ζηλέψεις τον οίκο του
χωρίς παράθυρα
χωρίς κιγκλίδες
Και σ’ αυτήν που ήρθε να σε φωτογραφίσει μαζί του
μην της αποκαλύψεις το όνομα
Μη δείξεις τη βάρκα του
Μην ερεθίσεις την περιέργειά της
για το ποιόν της τελευταίας συναναστροφής σου
Ασ’ τη να θάβει τους δικούς της νεκρούς
Και συ, ξαναδοκίμασε απ’ την αρχή το θαύμα
Μέσα στην κόχη του ματιού
κόκκος της άμμου δεν χωρά
Με το έλεος του σε καταδιώκει ο Θεός
TRISTITIA
Θλίψη μου
Με το λατινικό σου όνομα
όλη τη λατινογενή σου δυσκολία
τα σύμφωνα που σε κρατούν
μαζί με τη στρυφνή μου ιδιότητα
στα δόντια
όταν στο οδοντικό σου υπόβαθρο
από γή θηραϊκή
χτίζω αργά τη σκοτεινή μου ύλη
όταν μοχθώ να κατοικήσω
ο άστεγος τραγουδιστής της καντσονέτας
που τραγουδούσε η μάνα μου αφηρημένη
άστατη όπως εγώ, ο πασατέμπος της
που τρώει την ανία
Θλίψη μου
Οικογενειακή tristezza
πως πέφτεις με τα ζενερίκ
εμπρός στην Αελλώ και την Ατθίδα!
Εκείνο το μικρό παιδί
πόσες φορές δεν είδε την ταινία σου απ’ το μπαλκόνι
πόσες φορές δεν άκουσε, Ιούνιο, στο άχτιστο οικόπεδο
να στρώνουν το γαρμπίλι!
Ήχος παράξενος, στριγκός
που ακούν ευχάριστα οι πεθαμένοί
ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ
εκδ. ΙΝΔΙΚΤΟΣ
ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ
Δε θυμάμαι ούτε το Χριστό ούτε το Λάζαρο.
Μόνο, σε μία γωνιά, την αηδία
Ζωγραφισμένη σ’ ένα πρόσωπο
που κοίταζε το θαύμα σα να το μύριζε.
Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ
Έλα να βυθίσεις το χέρι σου
στο στέρνο
Τον λίθο βάλε στη θέση της καρδιάς
κι άσε τους σκύλους γύρω
να λυσσάνε
Μη την πετάξεις
Κυρίως, μη τη σφραγίσεις σε σκεύος ιερό
Χριστός δεν είμαι
να πλένουνε τα πόδια μου μ’ αρώματα
Δεν κρέμομαι επί ξύλου
Ποτέ δεν διπλασίασα ψωμιά
Ενώπιον ξένων τα ποιήματά μου στιχουργώ
Εις ώτα ξένων τραγουδώ
τραγούδι φώκιας
Υποπτεύομαι όσους πατάνε τα νερά
συνδιαλεγόμενοι με τους νεκρούς
καλώντας τους νεκρούς να εγερθούν
ενώ μυρίζουν
Δεν είμαι εγώ η ανάσταση και η ζωή
Απ’ την πλευρά του Λάζαρου
για ησυχία εκλιπαρώ
Κοιμούμαι
Πέντε οργιές βαθύτερα απ’ τον ύπνο
Πέντε φορές ψηλότερα απ’ τον αφρό
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΟ ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΠΟ ΒΗΘΑΝΙΑΣ Ι
Τι ώρα θα σχολάσουν οι εργάτες
σ’ αυτό το εργοτάξιο
με τη χειροκίνητη μπετονιέρα
και τους ξυλότυπους;
Πότε θα πέσει η πλάκα;
Πότε υψώνουνε σταυρό;
Πότε θ ‘αγιάσει ο πάπαρδος την μπούκα;
Για ποιόν προορίζουνε τον οίκο
χωρίς τα παράθυρα
χωρίς τις κιγκλίδες
το ρόπτρο που ειδοποιεί
και τον φεγγίτη;
Γιατί είναι ο λεγάμενος
σαν το σουδάριο λευκός;
Ποιος αναπαύεται εδώ;
Μην ερίζεις με τον νεκρό
Μη ζηλέψεις τον οίκο του
χωρίς παράθυρα
χωρίς κιγκλίδες
Και σ’ αυτήν που ήρθε να σε φωτογραφίσει μαζί του
μην της αποκαλύψεις το όνομα
Μη δείξεις τη βάρκα του
Μην ερεθίσεις την περιέργειά της
για το ποιόν της τελευταίας συναναστροφής σου
Ασ’ τη να θάβει τους δικούς της νεκρούς
Και συ, ξαναδοκίμασε απ’ την αρχή το θαύμα
Μέσα στην κόχη του ματιού
κόκκος της άμμου δεν χωρά
Με το έλεος του σε καταδιώκει ο Θεός
TRISTITIA
Θλίψη μου
Με το λατινικό σου όνομα
όλη τη λατινογενή σου δυσκολία
τα σύμφωνα που σε κρατούν
μαζί με τη στρυφνή μου ιδιότητα
στα δόντια
όταν στο οδοντικό σου υπόβαθρο
από γή θηραϊκή
χτίζω αργά τη σκοτεινή μου ύλη
όταν μοχθώ να κατοικήσω
ο άστεγος τραγουδιστής της καντσονέτας
που τραγουδούσε η μάνα μου αφηρημένη
άστατη όπως εγώ, ο πασατέμπος της
που τρώει την ανία
Θλίψη μου
Οικογενειακή tristezza
πως πέφτεις με τα ζενερίκ
εμπρός στην Αελλώ και την Ατθίδα!
Εκείνο το μικρό παιδί
πόσες φορές δεν είδε την ταινία σου απ’ το μπαλκόνι
πόσες φορές δεν άκουσε, Ιούνιο, στο άχτιστο οικόπεδο
να στρώνουν το γαρμπίλι!
Ήχος παράξενος, στριγκός
που ακούν ευχάριστα οι πεθαμένοί
Παγκοσμια ημερα ποιησης εν Κοζανη το 2008
Μικρό χρονικό της 21ης Μαρτίου 2008
Παγκόσμια ημέρα ποίησης,
Εαρινή ισημερία, κατά του ρατσισμού,
υπέρ δασοπονίας και του ύπνου ανέφελου ονείρων
Ερμαια της φριχτής εφευρέσεως της ρόδας
θέτουμε ηλίθια ένα ηλίθιο ερωτηματικό:
Η ποίηση είναι θέμα ουσίας ή θέμα μόδας;
Τον Χριστιανόπουλο θέλουμε ή τον Χριστό;
Μάριος Μαρκίδης
Του Β.Π. Καραγιάννη
ΧΡΟΝΟΣ, Παρασκευή, 21 Μαρτίου 2008
ΤΟΠΟΣ, Κοζάνη κεντρικό ισόγειο του Λαογραφικού Μουσείου
ΘΕΜΑ: ΑνωΚατωΔυτικομακεδονική ποιητική έξαψη
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ: Σύνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης
Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο
Περιοδικό «η Παρέμβαση»
Δημοτικό Ωδείο Κοζάνης
Χορηγός δενδρυλλίων, Δασαρχείο Κοζάνης
Μέγας Χορηγός Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κοζάνης.
Εχω χάσει τον αριθμό αλλά όχι ελπίζω και τον ρυθμό αυτών των εορτών της ποιήσεως, που διοργανώνουμε εδώ και δέκα συναπτά έτη σε διάφορες αίθουσες κι από διάφορες θέσεις στην πόλη αυτή, που τη μισούμε στα φανερά σαν τις κρυφές μας αμαρτίες, αλλά και την αγαπούμε κρυφά σαν την άλλη ξένη. Αυτή όμως μας έλαχε, και σ’ αυτή συμπλέουμε, παραπλέουμε, επιπλέουμε, βυθιζόμεθα και εκ νέου σηκώνουμε κεφάλι. Ο φετινός κανόνας ποίησης προέβλεπε: «ΑνωΚατωΔυτικομακεδονική ποιητική έξαψη». Ο πρώτος τίτλος στη θέση του ουσιαστικού είχε τον όρο «σαλάτα» λόγω της έκτακτης ονοματολογικής, εθνικής μας επικαιρότητας, αλλά στην πορεία άλλαξε, ενώ στην ουσία ούτως πως σαλατικώς διεξήχθη η «έξαψη», που έφερε και ως υπότιτλο: «Ελεύθερη ανάγνωση ποίησης καταγγελτικής προς κάθε τι μας δυναστεύει».
Χαιρετισμών ποίηση και «Χαίρε βάθος αμέτρητον ανθρωπίνοις λογισμοίς» αλλά κυρίως υπολογισμοίς. B’ των Χαιρετισμών είχαμε και πλην των άλλων αγίων που καταγράφονται στον Συναξαριστή του αγίου Νικόδημου Αγιορείτη, και του αγίου Σεραπίωνος από Σιδώνος, όστις εν ειρήνη -περιέργως- τελείωσε. Ενας άγιος, δυο ποιητές, τρία ποιήματα έρχονται και μας κουλουριάζονται σαν «Δυο φίδια ωραία κι αλαργινά του χωρισμού πλοκάμια»: Καβάφης κι Αναγνωστάκης και ο «Ιερεύς εις το Σεράπειον» του Αλεξανδρινού αλλά και τα δύο ομότιτλα, «Νέοι της Σιδώνος 400 μ.Χ.» του Κ.Π.Καβάφη
...και για μνήμη σου να βάλεις
μόνο που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό
πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Αρταφέρνη.»
και «Νέοι της Σιδώνος 1970 μ.Χ.» του Θεσσαλονικέως,
- Μας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες!
Ανοιξαν τη βραδιά οι άρχοντες πρωτοψάλτες κ.κ. Αναστάσιος Κτενίδης του Αγίου Γεωργίου Κρανιδίων, Δημήτριος Δασκαλόπουλος Αγίου Γεωργίου Κοζάνης, Αθανάσιος Καρανάνος αγίου Γεωργίου Α’ ΣΣ, με τροπάρια από τον κανόνα των Χαιρετισμών και θερμό χειροκρότημα έλαβον. Μεγάλη πέραση είχε ο τροπαιοφόρος (στο ναό του αγίου Χρυστοφόρου Κοζάνης παραμένει πάντα ακμαίος και ...τροπεοφόρος) άγιος τις μέρες μας. Μόλις την αυτήν ημέρα είδα μια εκπληκτική εικόνα του στη μονή Αναλήψεως Κοζάνης· την Κυριακή που ακολούθησε θεμελιώθηκε ο πυρποληθείς, αγνώστω λόγω και χειρί ναός του στην Αιανή. Ακολούθησαν στο ποιητικό «λογίον» ο Ευαγ. Καραπάτσιος, αντιδήμαρχος Κοζάνης με τον ποίημα του Αρη Αλεξάνδρου «Θα επιμένεις» [Οσο ψηλά κι αν ανεβείς εδώ θα παραμένεις./Θα σκοντάφτεις και θα πέφτεις εδώ μες στα χαλάσματα/χαράζοντας γραμμές/ εδώ θα επιμένεις δίχως βία/ χωρίς ποτέ να καταφεύγεις στη βολική απόγνωση/ποτέ στην περιφρόνηση]. Ο άλλος αντιδήμαρχος κ. Γ. Παπαγεωργίου που καθάρισε την πόλη από το άγος των σκουπιδιών σε χρόνο ρεκόρ, απλά παρακολουθούσε. Ο ηθοποιός Στάθης Νατσιός διάβασε του ποιητή Κώστα Καναβούρη εξαιρετικόν μακροσκελές ποίημα· ο Θανάσης Καλλιανιώτης, διδάκτωρ επιτέλους της Ιστορίας («Οι πρόσφυγες στη δυτική Μακεδονία 41-46») ένα ποίημα του άλλοτε μαθητή του Δημοτικού σχολείου Αιανής Αντωνίου Κύρινα -νυν μεγάλου-, η δε κ. Μαρία Μπρέτσα, φιλόλογος, το ποίημα του Μιχ. Κατσαρού «Αντίθετα».
***
Παγκοσμιο-ποίηση δηλαδή η ποίηση όλου του κόσμου. Αυτό μας αφορά στο επίπεδο της διάγνωσης και της διαβίωσης και μια χαρά συν δυο τρομάρες. Διαφορετικά και ελλείψει της έπρεπε στη μουσική ν’ ακούμε μόνο την αυθεντική «Γερακίνα», στην ποίηση δε να διαβάζουμε το: «Σε μια ρόγα από σταφύλι έπεσαν οκτώ σπουργίτες κ.λπ.»
Πως αντιστεκόμαστε στην κακιά παγκοσμιοποίηση, και στην βλαβερή χοληστερίνη; η τοπική συνταγή έχει γιαπράκια, η ευρύτερη αγώνες βάδην ατελέσφορους για αιώνες στων κομμάτων τα σοκάκια.
Πως ενδίδουμε στην καλή παγκοσμιοποίηση και πως αυξάνουμε τα αντισώματα της καλής χοληστερίνης; Συν-πίεση στο ελάχιστο κάθε επαγγελματία επαναστάτη και κούρεμα Σύριζα κάθε δοσίλογου ράθυμου γραφειοκράτη, ου μην αλλά και πλουτοκράτη. Αν μπορούμε βέβαια.
***
Μετά απ’ αυτά οδηγήθηκε στο έδρανο απαγγελίας ο κ. Μάκης Μπελιάς εννοείται, μεταβατικός γραμματέας του ΣΥΝ Κοζάνης και μόνιμος στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, με του Κ.Π. Καβάφη τη συνοδεία.
Ο Νομάρχης κ. Γ. Δακής μετά της συζύγου του, κατά το μέσον της ποιητικής διαδρομής αφιχθείς και κατευθείαν στο απαγγελτικόν λογίον αχθείς, Κ.Π.Καβάφη κι αυτός απήγγειλε.
Ο Μάκης Καραγιάννης διάβασε Τάσο Λειβαδίτη, ενώ ο Τάσος Αναστασόπουλος, ιατρός εργασίας στη ΔΕΗ, γενικά Μ. Μπρέχτ («Να οι αστόχαστοι που ποτέ δεν αμφιβάλουν...» και μας έδειξε κάπως.· η Ρίτσα Γκουρτζιούμη της Μάτσης Χατζηλαζάρου (ποιάς άλλης;) το «Μελαχρινό έρωτά» της· εκ μέρους του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών, που παίρνει τα πάνω του όσον αφορά τις δράσεις των γραμμάτων στο επίπεδο των εκδηλώσεων, όχι ακόμα στην πρωτογενή τους παραγωγή, ο Γ. Γραμματέας του Βαγγέλης Σιαμπανόπουλος, διάβασε ποίημα του Π. Νερούντα. Η κ. Παναγιώτα Παρασκευά από το Μεσόβουνο Εορδαίας διάβασε με έμφαση ένα δικό της ποίημα, αφιερωμένο στο ολοκαύτωμα του χωριού της (1943). Η δε Ελευθερία Παπαδοπούλου την εξαίσια «Φούγκα του θανάτου» του Τσέλαν σε δύο γλώσσες εκτέλεσε.
***
Γελοιο-ποίηση. Δηλαδή για γέλια ποίηση. Δεν υπάρχει δυστυχώς δημόσιος συνήγορος της ποίησης για να προσφύγεις σε περιπτώσεις παραποίησης, ή διασκεδοποίησής της. Μόνον του αφελούς κοινού πολίτη υπάρχει παρόμοια φενάκη. Στον δεύτερο καταφεύγει ο κάθε πικραμένος από την εξουσία, στην άλλη προσφεύγει εν έκαστος πληγωμένος κι ευρισκόμενος σε αισθηματική αφασία, αγωνίζεται δε να φτάσει έστω και στο πρώτο σκαλί της τέχνης της ποιήσεως, να πάρει τα όποια της φάρμακα παυσίπονα ή παυσίλυπα. Αλλά μόνον φαρμάκια καταπίνει κι αυτά πανάκριβα. Συνώνυμό της η κακο-ποίηση ιδίως της ποίησης από τους περαστικούς της χρήστες που την εκλαμβάνουν ως είδος αναλώσιμον το ίδιο όπως τα χαρτικά της δημοσιοϋπαλληλίας και τα είδη καθαριότητες του οίκου.
***
Η δασάρχης κ.Τσιμηνάκη Αναστασία, που κάθε χρόνο στέλνει στην εκδήλωση αντί ανθοδέσμης εκατοντάδες αριζόνες και άλλα δεντράκια προς διανομή χάριν της ημέρας της δασοπονίας, έκανε ένα πέρασμα λόγου για τη μέρα και κάθισε, διακριτική κι ωραία. Αναγνώσεων συνέχεια. Κώστας Δάλλας, ένας Οδυσσέας που το θέρος ναυλοχεί στη Σκάλα Ερεσσού της Λέσβου δεξιοτέχνης τουριστοτρόφος (ταβέρνα blue sardine) και το χειμώνα λιμνάζει στη Λευκοπηγή, αμπελουργός και γεωπόνος, ένα ποίημα εξέγερσης του Δραμινού ποιητή Αλέξανδρου Αραμπατζή. Η σύζυγος του η εκ Μυτιλήνης κ. Ευαγγελία έφερε δέσμη αποξηραμένων ακάνθων και χόρτων, που συνεχώς υπενθύμιζαν την παρουσία τους σε κάθε αναγνώστη· τους άγγιζαν τρυφερά, αφού αυτή συνόρευε με το έδρανο αναγνώσεως, κρεμάμενη και λικνιζόμενη στο ταμπλό, ένθα ήταν καρφωμένα και δύο καλλιτεχνικά πανό του ζωγράφου και γλύπτη Θάνου Καρώνη γεμάτα από θραύσματα λέξεων ποιητικών και φράσεων· όπως και η σιωπηλή εκ Κρήτης ποιήτρια Γεωργία Καστρινάκη έφερε κλαδιά ανθισμένης αμυγδαλιάς κι αγριοκορομηλιάς σε «ορέον βάζων μετ’ ανθέον», αλλά δεν διάβασε τίποτε. Η κ. Σίσσυ Τσομπάνου, με το ωραιότερο (προσωπική θέση) ποίημα της βραδιάς, του Νίκου Καρούζου «Ρομαντικός επίλογος» (Μη με διαβάζετει/όταν/έχετε/δίκιο./Μη με διαβάζετε όταν/δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα.../Ωρα να πηγαίνω/δεν έχω άλλο στήθος). Ο νεαρός και με ορμητική άποψη ποιητής Κώστας Ποζουκίδης (φοιτητής αγγλικής Φιλολογίας Α.Π.Θ.) δύο ερωτικά δικά του είπε (έφερε και σεμνό σκουλαρίκι).
***
Πολτοποίηση. Αυτό που κάποτε λέγαμε λαό τώρα ακίνδυνα κι ατιμωρητί τον ονομάζουμε πολτό, άκουσα να λέει στο ΤΡΙΤΟ πρόγραμμα ο κ. Περικλής Κοροβέσης. Το καταγράφουν και όλες οι δημοσκοπήσεις πως η δημο-κλοπία είναι αυτό που κόβει φέτες τον πολίτη στα δυο, στα τρία κ.λπ. αλλά όχι τον καιρό στα δυο, καθώς αυτό το καταφέρνει μόνον η ποίηση, όταν μιλά για αγάπη και φυσικά στον «Ερωτικό Λόγο» του Γ. Σεφέρη σε ωραία λιτή μουσική απόδοση, σχεδόν καταλογάδην. από τους κ.κ. «Χειμερινούς Κολυμβητές» του κ. Μπακιρτζή.
Ο ανωτέρω λαός είναι επιδεκτικός σε κάθε ζυμώση και ειδικά σε κάθε παραδημιουργία, αλλά σε συνθήκες πολτοποίησης και ποδοπατήματος. Δυστυχώς τα ζούμε οργισμένοι εν μετρία εκτάσει, με τα πόδια της δημόσιας ευτέλειας εν πλήρη διαστάσει.
***
Διακριτικά και ήρεμα παρακολούθησε ο πρόεδρος του Συλλόγου για τη διαφύλαξη της κοζανίτικης παράδοσης «Κασμιρτζίδις» κ. Γιάννης Πλόσκας, μετά το εκρηκτικό, θεατρικό, ξεφάντωμά του τη διάρκεια της Αποκριάς. Ο καθηγητής φυσικής Γ. Ξάρχης, από τη Βόνιτσα Αιτωλοακαρνανίας, είπε το «Συνέδριο» του Αριστοτέλη Νικολαϊδη· παρούσα αλλά μη προσφωνηθείσα λόγω της κρυπτικής της διάθεσης, η πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ κ. Κούλα Καλογερίδου. Η νέα οδοντίατρος, άριστη στην παιδική ορθοδοντική, κ. Κατερίνα Μαυροδή διάβασε το ποίημα του Μιχάλη Κατσαρού «Η Διαθήκη» («Αντισταθείτε σ’ αυτόν που λέει καλά είμαι εδώ...» κ.λπ.), ο δε κ. Βίλδος κάτι δικό του και όπως πάντα, ηθικά παραινετικό.
***
Ερημο-ποίηση έχουμε όταν η άμμος συνεχώς κατακτά χρήσιμα ποτιστικά εδάφη και εισχωρεί στα ζωτικά μέρη της ψυχής μας με το δυναμισμό μιας απεργίας του δημοσιοποιημένου φορέα εν όψει απασφαλίσεώς του. Τότε γεμίζουν οι δρόμοι από εμάς κι όχι από σακούλες μαύρες, μπλε, πράσινες. Σ’ αυτές μέσα είμαστε εμείς κομμάτι κομμάτι, και από την κάθε μας μέρα. Ο,τι δεν προωθείται από τα στερεά μας απόβλητα άλλως προς ανακύκλωση, είν’ εκεί για να γίνουμε των σκουπιδιών η πολύβουη χώρα καθώς περνούν αδιάφορα με άδεια έπαρση τα δημοτικά απορριμματοφόρα, όπως ανέμελα διασχίζουν την ακύμαντη θάλασσα τσαχπίνες βάρκες και λυγερά ιστιοφόρα.
***
Η κ. Ολγα Ντέλλα, ποιήτρια («Ακος ψυχής» το τελευταίο της ποιητικό βιβλίο -διάβασε Μ. Σαχτούρη· ένας νεαρός φοιτητής με καβουράκι μαύρο ονόματι Τσιμηνάκης δύο δικά του ποιήματα· η φοιτήτρια του μουσικού τμήματος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Αναστασία Κεχαγιά απήγγειλε με τα μάτια της ψυχής της του Κ. Βάρναλη το ποίημα «Οι μοιραίοι». Φυσικά η αισθαντική ποιήτρια, κυρία Καραβά, είπε ένα δικό της ποίημα με το οποίο έκλεισε εντελώς η βραδιά ποίησης έτους 2008, στην Κοζάνη
***
Ενδυματοποίηση. Δηλονότι το τι φοράς είναι πρώτα ποίημα χεριών, επιλογή έμπειρων χεριών αλλά και ποίηση ψυχής αισθητικής και διάθεσης, ανάλογα βέβαια με τον καιρό. Ενας άδηλος χορηγός της βραδιάς αυτής θα μπορούσε να ήταν νέο κατάστημα ανδρικής ένδυσης στο παλαιό γνώριμο και θελκτικό μοτίβο. «Τ’ αλλάζουμε όλα για να μην αλλάξουμε τίποτα» του Λαμπεντούζα στο «Γατόπαρδο» έρχεται και στο σήμερα, όπου στην παρηκμασμένη τότε εποχή και στη σημερινή απαίσια· κι ενώ «Τα ωραία ρούχα φοριούνται για να αφαιρούνται» Κοκτώ, τα αισθαντικά ενδύματα πήγαιναν μόνο σε αντίστοιχα σώματα και φορές είναι αυτά που από μόνα τους σε κρατάνε όρθιο και μέσα τους.
***
Σε όλη τη διάρκεια της εκδήλωσης διέκοπταν με τα δικά τους περάσματα στη μουσική ο σπουδαίος μουσικός Γ. Τζούκας (πιάνο) διευθυντής του δημοτικού Ωδείου Κοζάνης και η ωραιοτάτη κ. Αννα Παπαδοπούλου με το κλασικό τραγούδι, που καταγοήτευσαν το πολυπληθέστατο ακροατήριο, αναγνώστες κι ακροατές της ποίησης, που έχουν λόγο κι έρχονται και συνυπάρχουν σ’ αυτές τις βραδιές, και όχι εξ ανάγκης συρόμενοι για ν’ ακούσουν το συγγενή, το φίλο ή το τέκνον τους το μαθητικό κι αγαπητό τους.
Φωτογράφος της βραδιάς η κ. Μαρία Γιάκου και ζωγράφος της ο κ. Γ. Κόλλας.
Έναρξη ποιητικής βραδιάς 9 και 18’, λήξη κάπου στις 11 προς τα μεσάνυχτα.
***
ΥΓ. 1 Τις βραδιές για την παγκόσμια ημέρα ποίησης καθιερώσαμε στην πόλη εδώ και 10 χρόνια και στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης. Από πέρσι άρχισαν παράλληλα με τις καθιερωμένες και οι βραδιές «Γελοιο-ποίησης». Φέτος μετά από τόσα χρόνια και τόσους τρόπους, θέλησε το ευαγές ίδρυμα των βιβλίων («Πόλη παλιών βιβλίων και πόλη νέων χωρικών») να οργανώσει, με ό,τι του απόμεινε από την κάποτε αίγλη της, και με ό,τι του έλαχε ως ανθρώπους, μια σχολική απαγγελία ποιημάτων. Κάποιος που είδε το ρεπορτάζ στην τοπική τηλεόραση έγραψε: «Πόσο βαθιά μ’ ενόχλησε η διοργάνωση της βιβλιοθήκης! Οι άνθρωποι που είδα δεν μου φάνηκαν απλώς καρικατούρες και αταίριαστοι με το χώρο, μου φάνηκαν και ήταν βέβηλοι. Ενοιωθα να συσπάται το στομάχι του Αναγνωστηρίου από την ενόχληση».
ΥΓ. 2 Την αυτή ημέρα εκδόθηκε ποιητικό ανακοινωθέν από τον Βουλευτή του Πασόκ κ. Αλέξανδρο Αθανασιάδη, για την ημέρα ποίησης. Εχει προϋπηρεσία ο κ. βουλευτής, σε μια παλιότερη βραδιά με όλες τις τοπικές εξουσίες να διαβάζουν, τότς που αυτός απήγγειλε από στήθους (ή δεν θυμάμαι καλά;), ολόκληρο τον «Ματρόζο» του Γεωργίου Στρατήγη!
ΥΓ. 3 Την Κυριακή 23 Μαρτίου, ελαφρώς αλλά νομίμως ετεροχρονισμένα έλαβε χώρα βραδιά ποίησης στη Βιβλιοθήκη Πτολεμαϊδας με διοργανωτή την ακάματη Απαγγελτική Ομάδα Καϊλαρίων. Διάβασαν όποιοι από τους παρευρισκόμενους ήθελαν και πρόλαβαν να πάρουν από το τεντωμένο σχοινί, όπου ήταν κρεμασμένα με μανταλάκια, φύλλα με ποιήματα. Το θέμα ειδικό «Η ποιητική της Ποίησης». Εύγε!. Διευθύντρια του όλου η κυρία ποιήτρια Ολγα Ντέλλα.
ΥΓ. 4 Κανείς από τους «επιφανείς» της πρώτης σειράς δεν αποχώρησε από τη βραδιά κι αυτό καταγράφεται στα αξιοσημείωτα· δεν έμειναν μέχρι τέλους για να δοκιμάσουν την εξαίρετη τραχανόπιτα που προσφέρθηκε με την συνοδεία του κρασιού κατηγορία ‘Ιμερος, αλλά για λόγους αισθητικής, δικής τους. Είναι τόσο ακαλαίσθητο θέμα ν’ αποχωρεί από τα ανολοκλήρωτα σοβαρά θεάματα ο όποιος επώνυμος· οτι τότε εκλαμβάνεται από τους εναπομείναντες και ως ...ελαφρόνυμος!
Παγκόσμια ημέρα ποίησης,
Εαρινή ισημερία, κατά του ρατσισμού,
υπέρ δασοπονίας και του ύπνου ανέφελου ονείρων
Ερμαια της φριχτής εφευρέσεως της ρόδας
θέτουμε ηλίθια ένα ηλίθιο ερωτηματικό:
Η ποίηση είναι θέμα ουσίας ή θέμα μόδας;
Τον Χριστιανόπουλο θέλουμε ή τον Χριστό;
Μάριος Μαρκίδης
Του Β.Π. Καραγιάννη
ΧΡΟΝΟΣ, Παρασκευή, 21 Μαρτίου 2008
ΤΟΠΟΣ, Κοζάνη κεντρικό ισόγειο του Λαογραφικού Μουσείου
ΘΕΜΑ: ΑνωΚατωΔυτικομακεδονική ποιητική έξαψη
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ: Σύνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης
Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο
Περιοδικό «η Παρέμβαση»
Δημοτικό Ωδείο Κοζάνης
Χορηγός δενδρυλλίων, Δασαρχείο Κοζάνης
Μέγας Χορηγός Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κοζάνης.
Εχω χάσει τον αριθμό αλλά όχι ελπίζω και τον ρυθμό αυτών των εορτών της ποιήσεως, που διοργανώνουμε εδώ και δέκα συναπτά έτη σε διάφορες αίθουσες κι από διάφορες θέσεις στην πόλη αυτή, που τη μισούμε στα φανερά σαν τις κρυφές μας αμαρτίες, αλλά και την αγαπούμε κρυφά σαν την άλλη ξένη. Αυτή όμως μας έλαχε, και σ’ αυτή συμπλέουμε, παραπλέουμε, επιπλέουμε, βυθιζόμεθα και εκ νέου σηκώνουμε κεφάλι. Ο φετινός κανόνας ποίησης προέβλεπε: «ΑνωΚατωΔυτικομακεδονική ποιητική έξαψη». Ο πρώτος τίτλος στη θέση του ουσιαστικού είχε τον όρο «σαλάτα» λόγω της έκτακτης ονοματολογικής, εθνικής μας επικαιρότητας, αλλά στην πορεία άλλαξε, ενώ στην ουσία ούτως πως σαλατικώς διεξήχθη η «έξαψη», που έφερε και ως υπότιτλο: «Ελεύθερη ανάγνωση ποίησης καταγγελτικής προς κάθε τι μας δυναστεύει».
Χαιρετισμών ποίηση και «Χαίρε βάθος αμέτρητον ανθρωπίνοις λογισμοίς» αλλά κυρίως υπολογισμοίς. B’ των Χαιρετισμών είχαμε και πλην των άλλων αγίων που καταγράφονται στον Συναξαριστή του αγίου Νικόδημου Αγιορείτη, και του αγίου Σεραπίωνος από Σιδώνος, όστις εν ειρήνη -περιέργως- τελείωσε. Ενας άγιος, δυο ποιητές, τρία ποιήματα έρχονται και μας κουλουριάζονται σαν «Δυο φίδια ωραία κι αλαργινά του χωρισμού πλοκάμια»: Καβάφης κι Αναγνωστάκης και ο «Ιερεύς εις το Σεράπειον» του Αλεξανδρινού αλλά και τα δύο ομότιτλα, «Νέοι της Σιδώνος 400 μ.Χ.» του Κ.Π.Καβάφη
...και για μνήμη σου να βάλεις
μόνο που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό
πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Αρταφέρνη.»
και «Νέοι της Σιδώνος 1970 μ.Χ.» του Θεσσαλονικέως,
- Μας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες!
Ανοιξαν τη βραδιά οι άρχοντες πρωτοψάλτες κ.κ. Αναστάσιος Κτενίδης του Αγίου Γεωργίου Κρανιδίων, Δημήτριος Δασκαλόπουλος Αγίου Γεωργίου Κοζάνης, Αθανάσιος Καρανάνος αγίου Γεωργίου Α’ ΣΣ, με τροπάρια από τον κανόνα των Χαιρετισμών και θερμό χειροκρότημα έλαβον. Μεγάλη πέραση είχε ο τροπαιοφόρος (στο ναό του αγίου Χρυστοφόρου Κοζάνης παραμένει πάντα ακμαίος και ...τροπεοφόρος) άγιος τις μέρες μας. Μόλις την αυτήν ημέρα είδα μια εκπληκτική εικόνα του στη μονή Αναλήψεως Κοζάνης· την Κυριακή που ακολούθησε θεμελιώθηκε ο πυρποληθείς, αγνώστω λόγω και χειρί ναός του στην Αιανή. Ακολούθησαν στο ποιητικό «λογίον» ο Ευαγ. Καραπάτσιος, αντιδήμαρχος Κοζάνης με τον ποίημα του Αρη Αλεξάνδρου «Θα επιμένεις» [Οσο ψηλά κι αν ανεβείς εδώ θα παραμένεις./Θα σκοντάφτεις και θα πέφτεις εδώ μες στα χαλάσματα/χαράζοντας γραμμές/ εδώ θα επιμένεις δίχως βία/ χωρίς ποτέ να καταφεύγεις στη βολική απόγνωση/ποτέ στην περιφρόνηση]. Ο άλλος αντιδήμαρχος κ. Γ. Παπαγεωργίου που καθάρισε την πόλη από το άγος των σκουπιδιών σε χρόνο ρεκόρ, απλά παρακολουθούσε. Ο ηθοποιός Στάθης Νατσιός διάβασε του ποιητή Κώστα Καναβούρη εξαιρετικόν μακροσκελές ποίημα· ο Θανάσης Καλλιανιώτης, διδάκτωρ επιτέλους της Ιστορίας («Οι πρόσφυγες στη δυτική Μακεδονία 41-46») ένα ποίημα του άλλοτε μαθητή του Δημοτικού σχολείου Αιανής Αντωνίου Κύρινα -νυν μεγάλου-, η δε κ. Μαρία Μπρέτσα, φιλόλογος, το ποίημα του Μιχ. Κατσαρού «Αντίθετα».
***
Παγκοσμιο-ποίηση δηλαδή η ποίηση όλου του κόσμου. Αυτό μας αφορά στο επίπεδο της διάγνωσης και της διαβίωσης και μια χαρά συν δυο τρομάρες. Διαφορετικά και ελλείψει της έπρεπε στη μουσική ν’ ακούμε μόνο την αυθεντική «Γερακίνα», στην ποίηση δε να διαβάζουμε το: «Σε μια ρόγα από σταφύλι έπεσαν οκτώ σπουργίτες κ.λπ.»
Πως αντιστεκόμαστε στην κακιά παγκοσμιοποίηση, και στην βλαβερή χοληστερίνη; η τοπική συνταγή έχει γιαπράκια, η ευρύτερη αγώνες βάδην ατελέσφορους για αιώνες στων κομμάτων τα σοκάκια.
Πως ενδίδουμε στην καλή παγκοσμιοποίηση και πως αυξάνουμε τα αντισώματα της καλής χοληστερίνης; Συν-πίεση στο ελάχιστο κάθε επαγγελματία επαναστάτη και κούρεμα Σύριζα κάθε δοσίλογου ράθυμου γραφειοκράτη, ου μην αλλά και πλουτοκράτη. Αν μπορούμε βέβαια.
***
Μετά απ’ αυτά οδηγήθηκε στο έδρανο απαγγελίας ο κ. Μάκης Μπελιάς εννοείται, μεταβατικός γραμματέας του ΣΥΝ Κοζάνης και μόνιμος στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, με του Κ.Π. Καβάφη τη συνοδεία.
Ο Νομάρχης κ. Γ. Δακής μετά της συζύγου του, κατά το μέσον της ποιητικής διαδρομής αφιχθείς και κατευθείαν στο απαγγελτικόν λογίον αχθείς, Κ.Π.Καβάφη κι αυτός απήγγειλε.
Ο Μάκης Καραγιάννης διάβασε Τάσο Λειβαδίτη, ενώ ο Τάσος Αναστασόπουλος, ιατρός εργασίας στη ΔΕΗ, γενικά Μ. Μπρέχτ («Να οι αστόχαστοι που ποτέ δεν αμφιβάλουν...» και μας έδειξε κάπως.· η Ρίτσα Γκουρτζιούμη της Μάτσης Χατζηλαζάρου (ποιάς άλλης;) το «Μελαχρινό έρωτά» της· εκ μέρους του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών, που παίρνει τα πάνω του όσον αφορά τις δράσεις των γραμμάτων στο επίπεδο των εκδηλώσεων, όχι ακόμα στην πρωτογενή τους παραγωγή, ο Γ. Γραμματέας του Βαγγέλης Σιαμπανόπουλος, διάβασε ποίημα του Π. Νερούντα. Η κ. Παναγιώτα Παρασκευά από το Μεσόβουνο Εορδαίας διάβασε με έμφαση ένα δικό της ποίημα, αφιερωμένο στο ολοκαύτωμα του χωριού της (1943). Η δε Ελευθερία Παπαδοπούλου την εξαίσια «Φούγκα του θανάτου» του Τσέλαν σε δύο γλώσσες εκτέλεσε.
***
Γελοιο-ποίηση. Δηλαδή για γέλια ποίηση. Δεν υπάρχει δυστυχώς δημόσιος συνήγορος της ποίησης για να προσφύγεις σε περιπτώσεις παραποίησης, ή διασκεδοποίησής της. Μόνον του αφελούς κοινού πολίτη υπάρχει παρόμοια φενάκη. Στον δεύτερο καταφεύγει ο κάθε πικραμένος από την εξουσία, στην άλλη προσφεύγει εν έκαστος πληγωμένος κι ευρισκόμενος σε αισθηματική αφασία, αγωνίζεται δε να φτάσει έστω και στο πρώτο σκαλί της τέχνης της ποιήσεως, να πάρει τα όποια της φάρμακα παυσίπονα ή παυσίλυπα. Αλλά μόνον φαρμάκια καταπίνει κι αυτά πανάκριβα. Συνώνυμό της η κακο-ποίηση ιδίως της ποίησης από τους περαστικούς της χρήστες που την εκλαμβάνουν ως είδος αναλώσιμον το ίδιο όπως τα χαρτικά της δημοσιοϋπαλληλίας και τα είδη καθαριότητες του οίκου.
***
Η δασάρχης κ.Τσιμηνάκη Αναστασία, που κάθε χρόνο στέλνει στην εκδήλωση αντί ανθοδέσμης εκατοντάδες αριζόνες και άλλα δεντράκια προς διανομή χάριν της ημέρας της δασοπονίας, έκανε ένα πέρασμα λόγου για τη μέρα και κάθισε, διακριτική κι ωραία. Αναγνώσεων συνέχεια. Κώστας Δάλλας, ένας Οδυσσέας που το θέρος ναυλοχεί στη Σκάλα Ερεσσού της Λέσβου δεξιοτέχνης τουριστοτρόφος (ταβέρνα blue sardine) και το χειμώνα λιμνάζει στη Λευκοπηγή, αμπελουργός και γεωπόνος, ένα ποίημα εξέγερσης του Δραμινού ποιητή Αλέξανδρου Αραμπατζή. Η σύζυγος του η εκ Μυτιλήνης κ. Ευαγγελία έφερε δέσμη αποξηραμένων ακάνθων και χόρτων, που συνεχώς υπενθύμιζαν την παρουσία τους σε κάθε αναγνώστη· τους άγγιζαν τρυφερά, αφού αυτή συνόρευε με το έδρανο αναγνώσεως, κρεμάμενη και λικνιζόμενη στο ταμπλό, ένθα ήταν καρφωμένα και δύο καλλιτεχνικά πανό του ζωγράφου και γλύπτη Θάνου Καρώνη γεμάτα από θραύσματα λέξεων ποιητικών και φράσεων· όπως και η σιωπηλή εκ Κρήτης ποιήτρια Γεωργία Καστρινάκη έφερε κλαδιά ανθισμένης αμυγδαλιάς κι αγριοκορομηλιάς σε «ορέον βάζων μετ’ ανθέον», αλλά δεν διάβασε τίποτε. Η κ. Σίσσυ Τσομπάνου, με το ωραιότερο (προσωπική θέση) ποίημα της βραδιάς, του Νίκου Καρούζου «Ρομαντικός επίλογος» (Μη με διαβάζετει/όταν/έχετε/δίκιο./Μη με διαβάζετε όταν/δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα.../Ωρα να πηγαίνω/δεν έχω άλλο στήθος). Ο νεαρός και με ορμητική άποψη ποιητής Κώστας Ποζουκίδης (φοιτητής αγγλικής Φιλολογίας Α.Π.Θ.) δύο ερωτικά δικά του είπε (έφερε και σεμνό σκουλαρίκι).
***
Πολτοποίηση. Αυτό που κάποτε λέγαμε λαό τώρα ακίνδυνα κι ατιμωρητί τον ονομάζουμε πολτό, άκουσα να λέει στο ΤΡΙΤΟ πρόγραμμα ο κ. Περικλής Κοροβέσης. Το καταγράφουν και όλες οι δημοσκοπήσεις πως η δημο-κλοπία είναι αυτό που κόβει φέτες τον πολίτη στα δυο, στα τρία κ.λπ. αλλά όχι τον καιρό στα δυο, καθώς αυτό το καταφέρνει μόνον η ποίηση, όταν μιλά για αγάπη και φυσικά στον «Ερωτικό Λόγο» του Γ. Σεφέρη σε ωραία λιτή μουσική απόδοση, σχεδόν καταλογάδην. από τους κ.κ. «Χειμερινούς Κολυμβητές» του κ. Μπακιρτζή.
Ο ανωτέρω λαός είναι επιδεκτικός σε κάθε ζυμώση και ειδικά σε κάθε παραδημιουργία, αλλά σε συνθήκες πολτοποίησης και ποδοπατήματος. Δυστυχώς τα ζούμε οργισμένοι εν μετρία εκτάσει, με τα πόδια της δημόσιας ευτέλειας εν πλήρη διαστάσει.
***
Διακριτικά και ήρεμα παρακολούθησε ο πρόεδρος του Συλλόγου για τη διαφύλαξη της κοζανίτικης παράδοσης «Κασμιρτζίδις» κ. Γιάννης Πλόσκας, μετά το εκρηκτικό, θεατρικό, ξεφάντωμά του τη διάρκεια της Αποκριάς. Ο καθηγητής φυσικής Γ. Ξάρχης, από τη Βόνιτσα Αιτωλοακαρνανίας, είπε το «Συνέδριο» του Αριστοτέλη Νικολαϊδη· παρούσα αλλά μη προσφωνηθείσα λόγω της κρυπτικής της διάθεσης, η πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ κ. Κούλα Καλογερίδου. Η νέα οδοντίατρος, άριστη στην παιδική ορθοδοντική, κ. Κατερίνα Μαυροδή διάβασε το ποίημα του Μιχάλη Κατσαρού «Η Διαθήκη» («Αντισταθείτε σ’ αυτόν που λέει καλά είμαι εδώ...» κ.λπ.), ο δε κ. Βίλδος κάτι δικό του και όπως πάντα, ηθικά παραινετικό.
***
Ερημο-ποίηση έχουμε όταν η άμμος συνεχώς κατακτά χρήσιμα ποτιστικά εδάφη και εισχωρεί στα ζωτικά μέρη της ψυχής μας με το δυναμισμό μιας απεργίας του δημοσιοποιημένου φορέα εν όψει απασφαλίσεώς του. Τότε γεμίζουν οι δρόμοι από εμάς κι όχι από σακούλες μαύρες, μπλε, πράσινες. Σ’ αυτές μέσα είμαστε εμείς κομμάτι κομμάτι, και από την κάθε μας μέρα. Ο,τι δεν προωθείται από τα στερεά μας απόβλητα άλλως προς ανακύκλωση, είν’ εκεί για να γίνουμε των σκουπιδιών η πολύβουη χώρα καθώς περνούν αδιάφορα με άδεια έπαρση τα δημοτικά απορριμματοφόρα, όπως ανέμελα διασχίζουν την ακύμαντη θάλασσα τσαχπίνες βάρκες και λυγερά ιστιοφόρα.
***
Η κ. Ολγα Ντέλλα, ποιήτρια («Ακος ψυχής» το τελευταίο της ποιητικό βιβλίο -διάβασε Μ. Σαχτούρη· ένας νεαρός φοιτητής με καβουράκι μαύρο ονόματι Τσιμηνάκης δύο δικά του ποιήματα· η φοιτήτρια του μουσικού τμήματος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Αναστασία Κεχαγιά απήγγειλε με τα μάτια της ψυχής της του Κ. Βάρναλη το ποίημα «Οι μοιραίοι». Φυσικά η αισθαντική ποιήτρια, κυρία Καραβά, είπε ένα δικό της ποίημα με το οποίο έκλεισε εντελώς η βραδιά ποίησης έτους 2008, στην Κοζάνη
***
Ενδυματοποίηση. Δηλονότι το τι φοράς είναι πρώτα ποίημα χεριών, επιλογή έμπειρων χεριών αλλά και ποίηση ψυχής αισθητικής και διάθεσης, ανάλογα βέβαια με τον καιρό. Ενας άδηλος χορηγός της βραδιάς αυτής θα μπορούσε να ήταν νέο κατάστημα ανδρικής ένδυσης στο παλαιό γνώριμο και θελκτικό μοτίβο. «Τ’ αλλάζουμε όλα για να μην αλλάξουμε τίποτα» του Λαμπεντούζα στο «Γατόπαρδο» έρχεται και στο σήμερα, όπου στην παρηκμασμένη τότε εποχή και στη σημερινή απαίσια· κι ενώ «Τα ωραία ρούχα φοριούνται για να αφαιρούνται» Κοκτώ, τα αισθαντικά ενδύματα πήγαιναν μόνο σε αντίστοιχα σώματα και φορές είναι αυτά που από μόνα τους σε κρατάνε όρθιο και μέσα τους.
***
Σε όλη τη διάρκεια της εκδήλωσης διέκοπταν με τα δικά τους περάσματα στη μουσική ο σπουδαίος μουσικός Γ. Τζούκας (πιάνο) διευθυντής του δημοτικού Ωδείου Κοζάνης και η ωραιοτάτη κ. Αννα Παπαδοπούλου με το κλασικό τραγούδι, που καταγοήτευσαν το πολυπληθέστατο ακροατήριο, αναγνώστες κι ακροατές της ποίησης, που έχουν λόγο κι έρχονται και συνυπάρχουν σ’ αυτές τις βραδιές, και όχι εξ ανάγκης συρόμενοι για ν’ ακούσουν το συγγενή, το φίλο ή το τέκνον τους το μαθητικό κι αγαπητό τους.
Φωτογράφος της βραδιάς η κ. Μαρία Γιάκου και ζωγράφος της ο κ. Γ. Κόλλας.
Έναρξη ποιητικής βραδιάς 9 και 18’, λήξη κάπου στις 11 προς τα μεσάνυχτα.
***
ΥΓ. 1 Τις βραδιές για την παγκόσμια ημέρα ποίησης καθιερώσαμε στην πόλη εδώ και 10 χρόνια και στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης. Από πέρσι άρχισαν παράλληλα με τις καθιερωμένες και οι βραδιές «Γελοιο-ποίησης». Φέτος μετά από τόσα χρόνια και τόσους τρόπους, θέλησε το ευαγές ίδρυμα των βιβλίων («Πόλη παλιών βιβλίων και πόλη νέων χωρικών») να οργανώσει, με ό,τι του απόμεινε από την κάποτε αίγλη της, και με ό,τι του έλαχε ως ανθρώπους, μια σχολική απαγγελία ποιημάτων. Κάποιος που είδε το ρεπορτάζ στην τοπική τηλεόραση έγραψε: «Πόσο βαθιά μ’ ενόχλησε η διοργάνωση της βιβλιοθήκης! Οι άνθρωποι που είδα δεν μου φάνηκαν απλώς καρικατούρες και αταίριαστοι με το χώρο, μου φάνηκαν και ήταν βέβηλοι. Ενοιωθα να συσπάται το στομάχι του Αναγνωστηρίου από την ενόχληση».
ΥΓ. 2 Την αυτή ημέρα εκδόθηκε ποιητικό ανακοινωθέν από τον Βουλευτή του Πασόκ κ. Αλέξανδρο Αθανασιάδη, για την ημέρα ποίησης. Εχει προϋπηρεσία ο κ. βουλευτής, σε μια παλιότερη βραδιά με όλες τις τοπικές εξουσίες να διαβάζουν, τότς που αυτός απήγγειλε από στήθους (ή δεν θυμάμαι καλά;), ολόκληρο τον «Ματρόζο» του Γεωργίου Στρατήγη!
ΥΓ. 3 Την Κυριακή 23 Μαρτίου, ελαφρώς αλλά νομίμως ετεροχρονισμένα έλαβε χώρα βραδιά ποίησης στη Βιβλιοθήκη Πτολεμαϊδας με διοργανωτή την ακάματη Απαγγελτική Ομάδα Καϊλαρίων. Διάβασαν όποιοι από τους παρευρισκόμενους ήθελαν και πρόλαβαν να πάρουν από το τεντωμένο σχοινί, όπου ήταν κρεμασμένα με μανταλάκια, φύλλα με ποιήματα. Το θέμα ειδικό «Η ποιητική της Ποίησης». Εύγε!. Διευθύντρια του όλου η κυρία ποιήτρια Ολγα Ντέλλα.
ΥΓ. 4 Κανείς από τους «επιφανείς» της πρώτης σειράς δεν αποχώρησε από τη βραδιά κι αυτό καταγράφεται στα αξιοσημείωτα· δεν έμειναν μέχρι τέλους για να δοκιμάσουν την εξαίρετη τραχανόπιτα που προσφέρθηκε με την συνοδεία του κρασιού κατηγορία ‘Ιμερος, αλλά για λόγους αισθητικής, δικής τους. Είναι τόσο ακαλαίσθητο θέμα ν’ αποχωρεί από τα ανολοκλήρωτα σοβαρά θεάματα ο όποιος επώνυμος· οτι τότε εκλαμβάνεται από τους εναπομείναντες και ως ...ελαφρόνυμος!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)