Το «Γιούντιν μια γυναίκα της
Θεσσαλονίκης» είναι ένα βιβλίο
με κυρίαρχες τις γυναίκες. Το έκανε καλά ο Ταχτσής στο Τρίτο του στεφάνι. Το διέπραξε θαρρώ εξίσου καλά
γιατί όχι, και αποψινός μας φίλος συγγραφέας Γ. Ρωμανός.
Εδώ ο Γ. Ρωμανός αναλαμβάνει
να μας οδηγ
ήσει από την ιστορική και γεωγραφική ορίζουσα
στην ψυχική κυρίως πραγματικότητα
των ηρώων του κι σε όποιους διαταραγμούς
και διασπαραγμούς συντελούνται εντός τους.
Εχουμε λοιπόν μια πόλη
και δύο κοινότητες μάλλον δια-περιπλεκόμενες. Οι χριστιανοί, αλλά πρωτ
ίστως οι εβραίοι της Θεσσαλονίκη προπολεμικά (σε μια ακμή χρόνων και τ
ρόπων), πολεμικά (στον μέγα τους αφανισμό) και μεταπολεμικά ό,τι
απόμεινε ως αριθμός σωμάτων αλλά και άπειρες θλίψεις και τύψεις.
Οποιος έζησε σώματι
την πόλη της Θ. για κάποιους χρόνους και πνεύματι ή νοσταλγία αργότερα, μένει
με πολλές αφώτιστες ιστορικές καταστάσεις για π
ρόσωπα χώρους κι ιστορικές περιόδους. Ζώντας κυρίως στην επιφάνειά
της και την όποια γλυκύτητα αυτή χαρίζει,
αγνοούν φορές το ιστορικό της υπέδαφος εκεί που κυρίως κρύβονται επιμελώς
ενοχές, συνενοχές, πράξεις, παραλείψεις.
Με το βιβλίο γίνεται ένας επαρκέστερος γνώστης της αφού εντός του
ορίζονται τα σημεία που βάφτηκαν στην ιστορία είτε με μελάνι (συγγραφικό) είτε με
αίμα κανονικά χυμένο των χριστιανών, αλλά ποταμηδόν των εβραίων της.
Ο σ. χώνεται χωρίς να χάνεται στην ιστορική
καθημερινότητα και όπως αυτή προκ
ύπτει από αρχεία, μελέτες ιστορικά στοιχεία, αφηγ ήσεις, καταθέσε ις και αφήνεται στο όνειρο,
στη λογοτεχνία, στην αφήγηση, το μύθο τον οποίο έπλεξε κατά τέτοιον τ
ρόπο που να μοιάζει και με γύρισμα ταινίας ή ντοκυμαντέρ που σε κρατά
στην αγωνία της συνέχειας. Αλλωστε ένας κεντρικός ρόλος στην εξέλιξη της
αφήγησης είναι και το γύρισμα μιας ταινίας από δύο κεντρικά π
ρόσωπα της ιστορίας προοριζόμενη
για το φεστιβάλ Δράμας. Στην ταινία μπαινοβγαίνουν οι χ
ρόνοι, οι άνθρωποι, τα επεισόδια του εβραϊσμού της Θ., η εποχή της
παγκόσμιας βαρβαρότητας και οι αντιστάσεις της ατομικής ιδιαιτερ ότητας
που ζουν την αγάπη, τον έρωτα, τη θυσία ως στασίδια λύτρωσης και συνέχειας της
ζω ής ακόμα κι όταν αυτή λογαριάζεται ασημαντότερη κι από κείνη των
μυρμηγκιών
Οταν βρίσκομαι στη Θ.
και περνώ ούτως ή άλλως από την παραλιακή
λεωφόρο στέκομαι
πάντα στιγμιαία στο πολύκλαδο
και πολυκέφαλο μνημείο που στήθηκε για τους εβραίους από την πόλη κάτι σαν
περίπλοκα διαλυμένα μέλη σώματος, φτερά αγγέλων, ένας σωρός περίτεχνος γυμνός
και μαύρος που όλο και σου θυμίζουν το παγκόσμιο έγκλημα.
Τώρα πλέον μετά την
ιστοριοτοπιογραφία του Γ. Ρ δεν θα το κοιτώ με ουδετερότητα αλλά θα προσπερνώ το μνημείο
του ολοκαυτώματος με διαφορετικά συναισθήματα. Κι ούτε που θα μ’ ενδιαφέρει να
μάθω περισσότερα ιστορικά για τα περιστατικά τα εβραίων της Θ. στην
κατοχή. Η μαγεία και παραμυθία της λογοτεχνίας
απορρόφησε στα ενδιαφ έροντα μου την ιστορία, τη γνώση της (και την
απόγνωσή της) γιατί στην περίπτωση του
Γ.Ρ, περιέχει όλο τον κόσμο του ρεαλιστικού είναι της στο πεδίο του φανταστικού διαχυμένη.
Αλλά αυτή είναι και η
ιστορική πραγματικ
ότητα στο θέμα των εβραίων της πόλης, άλλοτε γεμάτη ενοχές, θυσίες, προσφο
ρές αλλά σε τελική θεώρηση 45 τόσες
χιλιάδες ψυχές και σώματα συμπολιτών
οδηγήθηκαν στο χαμό προγραμμένοι
γι αυτό από πολλούς πα
ράγοντες παγκόσμιους, τοπικούς, ευρύτερους.
Είναι ένα μυθιστόρημα
προσωπικ ών παθών που διαχέονται και μουλιάζουν μέσα στα
συλλογικά πάθη της ιστορίας, του τόπου τους, των ανθρώπων κατά φυλή, δοξασία, ή
γένος. Αυτ ός ο συνδυασμός είναι ένα μείγμα που σε κρατά όμηρο της ανάγνωσης αφού η ιστορία και μύθος
μέσα σε υπαρκτούς χώρους αλληλοπεριχωρούνται, συμπυκνώνονται, συνυπάρχουν σε ένα
σύνολο. Σαν τρίτος μέτοχος, ως αναγνώστης τους, ακολουθώ σχε δόν συμμέτοχος της κοινωνίας τους. Γυρίζω μαζί στους χ ρόνους τους αφού σε κάθε δρόμο και περίσταση της κυριαρχούσας
στο μυθιστόρημα πόλεως της Θ. με τους ήρωες
τους πραγματικά ή πεποιημένα πρόσωπα, τους μετέχω και ίσως κι αυτοί να με
αποδέχονται κάπως στην αναγνωστική μου μοναχικότητα, μιαν κι ο κάθε αναγνώστης
μόνος του εντελώς συμπορεύεται με το συγγραφέα και την ιστορία του.
Το βιβλίο «Γιούντιν μια
γυναίκα της Θεσσαλονίκης»
έχει στοιχεία συναρπαστικού λόγου. Κατ'
αρχήν με το που το πρωτοξεφύλλισα με έθελξε. Στην πο
ρεία διεξαγωγής του σε αιχμαλωτίζει
ορισμένως και στην έξοδό του σου σε ρίχνει σε ένα αίσθημα αναγνωστικής
πληρότητας μαζί με μια μελαγχολία υγιεινή
του συντελεσμένου που δεν ήθελες να έρθει.
Καιρό ε ίχα να διαβάσω ελληνικό μυθιστ όρημαμ συνήθως τ’ αποφεύγω,
το οποίο να με συγκρατήσει τοιουτοτρ όπως. Γιατί ο σ. είναι μια ξεχωριστή
περίπτωση τίμιου στη έρευνα του πραγματικού, θελκτικού στη
γραφή και στο ξεδίπλωμα της ύλης του στο λογοτεχνικό τώρα καμβά. Εδώ μετριέται
η ικανότητα του γράφοντος στο να μπορεί να μετουσιώσει την ιστορία σε λογοτεχνία
χωρίς να γράφει ιστορικό μυθιστόρημα αλλά καθαρά λογοτεχνία μέσα στην ιδιαιτερότητα
της τεχνικής του που διακρίνεται ως ύφος και ήθος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου