Στις 6
καί 30' τα ανοιχτά στόματα του μεταγωγικού κήτους "Νάξος" -αντικαθιστά
το "Ιθάκη" στη γραμμή Σύρος, Τήνος, Μύκονος και πίσω, το οποίο βρίσκεται
στο επισκευαστήριο κι όχι διαλυτ ήριο- άρχισαν να δέχονται σώματα
ανθρώπων, σάκους, Ι.Χ., ψυγεία, μηχανάκια προς τον 4ωρον επί θαλάσσης αλεσμόν
τους.
Στο πήγαινε.
Εσερνα σακ βουαγιάζ γεμάτο με είδη του
δυτικομακεδονικού μπαχτσέ (όλα τα είχε -μήπως και τα πήρε το καλοκαίρι;) από το
χωριό, ντομάτες, αγγούρια, φασολάκια, λίγα καρότα, πιπεριές, ιδίως πιπερι ές
ποικίλων σουβλεροσχημάτων και καμπυλωμάτων. (σελήνη τριών ημερών). Προορισμός
τα "Κόκκινα Σύρου" στην τομή των οδών (σχεδόν αν-οίκειες) των δύο ναυάρχων
Κανάρη και Μιαούλη περιοχή Φοίνικας, με τον υπέροχο δρομάκο με τις ξηραμένες θυμαριές. Μας
περιμένουν κάθε χ ρόνο τα ηλικιωμένα αλμυρίκια, παλιοί μας φίλοι πια, και στο σπίτι μεζονέτα
νοικιασμένη, το καθημερινό "μο χίτο"
(έμαθε κι ο χωρικός από μοχίτο!) της Ανστσς. Σύρος και πάλι, δηλ. Ερμούπολη
+Ανω Σύρος.
- Στη θάλασσα στα Κόκκινα νόμισα πως
με τσιμπούσαν μικρά ψάρια. Φαντασιώσεις ημιμαθούς κολυμβητού και φοβισμένου
θαλασσοπλόου (των πατητών νερών).
- Κάηκα μονόπλευρα στο δεξί μέρος
του σώματος από δακ τύλων ποδών έως κορυφής κεφαλής. Ξεχάστηκα στη
σκιά της ομπ ρέλας του δήμου και δεν λογάριασα την
αντηλιά πόσο διεισδυτική είναι και στη σκιά. Ηταν και "Ο άνθρωπος που
αγαπο ύσε
τα σκυλιά" του Λ. Παδούρα (εκδ. Καστανιώτη) που με ερόφηξεν, ροφώντας το.
- Στην Τήνο για την καθιερωμένη, μεγάλη
μετάνοια, όχι γονυπετής. Λ ίγο μετά
λες και με περίμενε από πέρυσι τέτοιον καιρό, η αυτή θέση στο παραλιακό, αρχαίο
καφενείο με τα ξύλινα τραπέζια και τις ψάθινες καρέκλες που μ' αρέσουν. Τώρα είχα
μαζί μου προς ανάτασιν του τίποτά μας του Τ. 'Ελιοτ τα "Τέσσερα
Κουαρτέτα" σε μετάφραση του Χάρη Βλαβιανού (εκδ. Πατάκη) -μήπως τον πήρε
το μάτι μου εκεί, ένθα και τριημέρευε παραλιακώς και στα ενδότερα της νήσου ποιητική
(τουριστική) συνάντηση εθνών; Στο στέκι
της "Ελένης", κ τίσμα εντός σπηλαίου και βράχου, μόνος μου,
ευτυχώς οι δύο Ανστσς ωνιάζονταν, και είδα τη βασίλισσα κατσαρίδα να κόβει
βόλτες, άνετη στο πάτωμα της ταβέρνας όπου πήγαμε να φάμε. Την κλότσησα, αναποδογύρισε.
Την πάτησα με το ποδάρι της καρέκλας. Πετάχτηκαν τα σπλάχνα της έξω, ομοίως με
τα δικά μας από αηδία. Βγήκαμε έξω στο δρομάκι και θα μας παραμάζωχνε ο αέρας.
Ας προ σέχαμε! Και τώρα που το σκέφτομαι κάτι σαν αηδία μου έρχεται στον ουρανίσκο.
- Γνώρισα κι έναν ναυτικό συνταξιούχο και ποιητή ορισμένως, με δύο
αυτοεκδόσεις ποιητικές, Δημήτρης Γ. Βόικος. Στο καρνάγιο που κατεβαίνει τακτικά.
Γνώρισα τον ωραίο άνθρωπο κι αγάπησα και τον ποιητή που κρύβει επιμελώς. Μας
μίλησε για τα πολυ ήμερα μπάρκα, τους ναύλους, τα
λιμάνια, τις σταλίες. Α' μηχανικός άλλωστε. Ακούγοντάς τον λάβαινες μια μεγάλη
διάθεση από τα αισθήματα του νόστου, του ταξιδιού, του πουθενά, αλλά και του
καθ' όλου.
Από τη συλλογή του "Αμφιλύκη"
αντιγράφω:
Οι
ναυτικοί με τη δαρμένη τους ψυχή μετρούνε
αλαφιαστά,
το χρόνο που κυλά στα βήματά τους
Σωπαίνουν
για να πουν. Μιλούν, για να μην πούνε,
απ' τη
ζωή τους, με τα πνιγμένα ονειράτά τους.
Μεσ' τα
μεγάλα τα λιμάνια τριγυρνάνε,
καράβια
δίχως έρματα, χλευάσματα τ' απείρου,
τους
δίνουν ραντεβού, χωρίζουνε και πάνε
σ' άλλα
λιμάνια, οι πικροί ταξιδευτές του ονείρου.
Κι έν
α απροσμέτρητο κενό παντού τους
κυνηγάει.
Οι
μεθυσμένες τους φωνές σκληρές και μπερδεμένες
κι ο
πόθος της γυναίκας οπού τους τυραννάει,
οι
παιδικές τους οι ψυχές, φαντάζουν κολασμένες
Στο πλοίο AGIA SOPHIA Οκτώβρης του '86 στον Κάπταιν
Βα
σίλη Ζοάνου.
Μπωντλέρ, Καββαδίας κ.λπ. Γιατί όχι.
- Αγίου Παντελεήμονος στου Φοίνικα την
ομώνυμη εκκλησία ρωμαιοκαθολικών νεοελλήνων. Εκείνη την ώρα μεταλάβαιναν οι
πιστοί την όστιά τους. Πήρα κι εγώ! Που ξέρεις καμιά φορά μπορεί
και να πιάσει; Τούτ' αυτό έκανα και των περασμένων Βαϊων ορθοδόξως τώρα αλλ' ανεξομολόγητος,
ανήστευτος (ο απίστευτος) και από το πρωί φαγωμένος, ακόμα και το αντίδωρο είχα
καταλύσει. Αμαρτίες απανωτές δηλονότι.
- Ο δήμος Ανω Σύρου και Γιάρου ελέγχεται
από τον καθεδρικό του Σαιν Τζώρτζ (κλειστός λόγω εκτεταμένων επισκευών ήταν
όμως ανοικτή λίγο παρακάτω η Παναγία των Καρμελιτών) και τον Τέο Ρόμβο που ζει
εκεί δίπλα στον άγιο Νικόλαο των φτωχών, σε αντίθεση με τον άγιο Νικόλαο των
πλουσίων στα Βαπόρια. Ο συγγραφέας κυκλοφόρησε,
διαδικτυακά τώρα, την ΤΡΥΠΑ, περιοδικό λίαν
ριζοσπαστικών προθέσεων και πράξεων. Μόλις εκδόθηκε και μια συναρπαστική μυθιστορία
(λόγος υπέροχος στην ποίηση και ποίησή
του) "Γεώργιος Νέγρος. Ο τίγρης του Αιγαίου" από τις εκδόσεις του περιοδικού
Πανοπτικόν.
-Λουκούμια, χαλβαδόπιττες κ.λπ. αλλά
ο καφές εσπρέσσο στο Delice όπου
μπορείς να υπάρξεις και μόνος με τον εαυτό σου, έστω, για το διαλογισμό του
εφήμερου.
Στο έλα...
Το αυτό συρόμενο σακίδιο ήταν γεμάτο
με βιβλία, 4 τόμοι, χιλιάδες σελίδες, με το αρχείο του Αλή πασά (πασιά κα τά Μακρυγιάννη,
με παχύ το σ όπως πασόκ) που βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη (από τις λίγες
στον ελλαδικό χώρο που λειτουργούν με τόση επάρκεια, και συνέπεια). Το έργο κυκλοφόρησε με κ εντρική
φροντίδα του κ. Βασίλη Παναγιωτόπουλου (αυτός ο σπουδαίος επιστήμων βρίσκεται
όλο το καλοκαίρι στο Κίνι (Σύρου) με τα ωραιότερα, όπως λένε ηλιοβασιλέματα γεμάτα
και με δικές μας αναμνήσεις -σ' όλες τις νησιώτικες θάλασσες το ίδιο λένε- στοχαζόμενος
κι αναστοχαζόμενος για τα της ζωής και της Ιστορίας, με τη βοήθεια των επιστημόνων
συνεργατών του κ.κ. Δημήτρη Δημητρόπουλου και Παν. Μιχαηλάρη, είναι δε έκδοση του ΙΝΕ/ΕΙΕ. Η εντελώς καλαίσθητη
έκδοση, περιέχει σχολιασμένα 1469 έγγραφα του
Αλή πασιά, τον καιρό της παντοδυναμίας του, αρχές του 19ου αι., η οποία
έφτανε ως και τη Ρούμελη. Αυτός ήταν ένας "όψιμος μεσαιωνικός
ηγεμόνας, πρωτοπόρος ηγέτης ενός αναδυ όμενου έθνους ή μήπως απλώς ένας Αλβανός-μουσουλμάνος
πασάς στα χρόνια της οθωμανικής αποδιοργάνωσης" που ίσως ονειρευόταν ή
σχεδίαζε κι ως ένα σημείο πέτυχε το ευρύχωρο
πασαλίκι των Ιωαννίνων του να λειτουργεί ως "μια ιδιότυπη ηγεμονία που άφηνε αναλλοίωτη τη
μητέρα Αυτοκρατορία αλλά του προσπόριζε όλα τα πλεονεκτήματα μιας ανεξαρτησίας
που συνεπάγεται η κατοχή του αξιώματος του Ηγεμόνα" (Β.Π.). Η περι οχή μας φυσικά ήταν στην δικαιοδοσία του
και για χρόνια του κατέβαλε το φ όρο. Για την είσπραξη αυτού ε ίχε
δικούς του ανθ ρώπους και φίλους. Μάλιστα λέγεται -χωρίς να τεκμηριώνεται
κι επαρκώς- πως ο τοπικός, οιονεί εμ φύλιος που έλαβε χώρα το 1795-1797, έγινε
για το ποίος θα έχει το πάνω χέρι στην περισυλλογή των φόρων, μεταξύ των δύο "τοπικών
κομμάτων". Από τη μιά ήταν η μερίδα των Αληφρόνων με αρχηγό τον τοπικό
άρχοντα Ρούση Κοντορούση, πατέρα του επιφανούς λογίου Γ. Ρουσιάδη, τον οποίο
νεαρόν φυγάδευσε στην Πέστη ότι ο Αλής τον ζ ήτησε στην
αυλή του, ως ευειδέστατον νέον -κι ο ακόλαστος ήταν γνωστός δια τις
...διαθέσεις του-, κατά Π. Λιούφη και την "Ιστορία της Κοζάνης"
1924. (Πόσοι και πόσοι ήρωες και "ήρωες" του '21 μείζονες ή ελάσσονες
δεν πέρασαν από την αυλή του! ) Από την άλλη ήταν ο Γ. Αυλιώτης, εκπρόσωπος του "λαού", ας πούμε, με
ευρύτατη ανοχή χαρακτηρισμών. Η σύρραξη ε ίχε
ως συνέπεια την ήττα και το κρέμασμα του Γ. Αυλ., στον πλάτανο του αγίου
Νικολάου, (γυμνός επί τριήμερον εκκρέματο)
και των οπαδών του. Ο π ρώτος
άρχων ήταν με το μέρος του Αλή κι ο δεύτερος με την Σουλτανομήτορα. Μπο ρεί και να είναι έτσι αλλά και να μην είναι τόσο πεζά και συμφεροντολογικά τα π ράγματα, πάνω στα οποία στήνονται εκ των υστέρων, τα μικρά, τοπικά
ιστορικά γεγονότα προς εξωραϊσμό των τόπων στους παλιούς καιρούς...
Κοιτώντας τα περιεχόμενα κατά τόπον
και όνομα, ολόκληρος ο Δ' τόμος τα διεξέρχεται μαζί με την υπερεκατοντασέλιδον διεξοδική εισαγωγή του
Β.Π. όπου το "φαινόμενο" του Αλή πασιά εξετάζεται ενδελεχώς
και χωρίς πατριδολαγνείες κι ισοπεδώσεις,
β ρήκα σε μια π ρώτη ματιά,
να αναφέρονται κάποια έγγραφα και στον
τόπο μας. Ενδεικτικά καταχωρώ δύο:
Στο υπ' αριθ. 622 ο Αλής γράφει:
"Τίτο Μπαλταδόρε να δώσης του
ιατρού μου Σακελλαρίου τον κάθε μήνα γρ: 500 ήτοι γρ όσια πεντακόσια,
αρχίζοντας από την π ρώτην του περασμένου Αυγούστου του τρέχοντος χρόνου
και να του δίδης χωρίς να του κάμνης αργοπορίαν, χωρίς άλλον.
(μονογραφή Αλή πασά)
1812 Σεπτεμβρίου 29, Ιωάννινα
Π ρόκειται
φυσικά για τον ιατροφιλόσοφο ποιητή Γ. Σακελλάριο (1767-1838) εισαγωγέα στην
ελληνική ποίηση της ερωτικής θρηνωδίας, ενώπιον της προτομής του οποίου καταθέτουν
απερίσκεπτα στεφάνους αγωνιστικής μνήμης κάθε 25ην Μαρτίου, οι ανίδεοι
της τοπικής ιστορίας, για την προσφορά του στην ιατρικήν και ίασιν των πληγών των
Τούρκων τους χρόνους του Αγώνα.
Στο υπ' αριθ. 993 έγγραφο (τ. Β σελ.
868, τα έγγραφα σχολιάζονται μικρώς από τους επιμελητές και μετά παρατίθενται
ολόκληρα) προς τον Αλή, οι κοζανίτες του
τότε, ζητούν με Αρτζουχάλι (=αναφορά, αίτηση , έκκληση προς ανώτερον -πολυσέλιδο
και το γλωσ σάρι του έργου,) μια διευθέτηση για ένα χρέος προς αυτόν από
"τον καιρό όπου ήτον ταράφια (=κόμματα, παρατάξεις) στο χωργιό μας".
Τελικά συμφώνησαν να "πλη ρώσωμεν
μόνον το κεφάλαιον χωρίς το διάφορον" (τόκους δηλαδή).
Αρχίζουν
ως εξής: "Υψηλότατε, υπέρτατε και πολυχρονημένε ντουβλετλή μερχαμετλή (=
οικτήρμων, επιεικής, φιλάνθρωπος ) Βεζήρ εφέντη, την υψηλότητ ά σου
προσκυνούμεν και τα ίχνη των ποδών σου καταφιλούμεν ("καταφιλήσω τους
αρχάντους Σου πόδας" ως η Κασσιανή τροπαριούχος της Μ. Τρίτης) ημείς οι
ταπεινοί σκλάβοι σου Κοζανίται, και παρακαλούμεν τον Μεγαλοδύναμον Θεόν δια να
αυξάνει το υπέρλαμπρον ουτζιάκι (σπίτι, κουζίνα, λόχος) σου εις πολλούς ευτυχισμένους
χρόνους, αμήν
Και τελειώνει: "...Ταύτα
προσκυνητώς, και οι χ ρόνοι σου να ήναι πολλοί από τον θεόν
αμήν, αμήν αμήν" (λέγω ημίν και υμίν).
1817: αυγούστου 3 από Κόζανην.
Της Πολυχρονεμένης υψηλότητας σου δούλοι
ταπεινοί και σκλάβοι παντοτινοί οι Κοζανίται μικροί και μεγάλοι".
Τo αρχείον Αλ. π. περιέχει και πολλά
άλλα έγγραφα τα οποία έχουν σχέση με την περιο χή κι αυτό καθιστά την έκδοση εντελώς χρήσιμη για όσους τους ενδια φέρει κάπως το "ελάχιστον"
από το τοπικό όλον, ότι αυτοί θα παρακινήσουν ίσως και το υπόλοιπον μέγα
όλον... Αραγε πόσα πα ρόμοια
ή και χαμηλότερης αξίας αρχεία αραχνιάζουν στους κονιορτοβριθείς φοριαμούς της δικής μας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης;
Περνά έτσι η μικ ρή
ιστορία της καθημεριν ότητας και το πως ένας υπόδουλος λαός μέσα στην
φραστική υπερβολή της δουλο σύνης του, ελίσσεται και προσπαθεί να επιβιώσει στο όπως
όπως ή και στο κάπως, όπως δηλ. τα κατάφεραν για τα περισσότερα χρόνια οι
κάτοικοι της πόλεως Κοζάνης (με το "Μαλικανές" και τις δωροδοκίες την
έβγαλαν σχεδόν ανώδυνα κατά την Τουρκοκρατία) τότε τα πολύ παλιά χρόνια τα
οποία τώρα (με αφορμή τα 100 χρόνια ελεύθερου βίου) τα θυμούνται τόσο επιφανειακά
και ανούσια εντελώς ότι "Είμαστε αμετάκλητα μεσοπόλεμος" (Βύρων
Λεοντάρης) ήγουν Επαρχία. Κι αυτό να είναι δηλωτικό χαρακτηριστικό στο DNΑ των
ανθρώπων και του τόπου άρα χρήσιμο για τη σωστή ερμηνεία
του σήμερα του.
Επιμύθιον. Πήγα στη Σύρο φορτωμένος
λαχανικά και γύρισα έμφορτος έγγραφα αρχειακά, δώρον αδιατίμητον των συγγραφέων
γενικώς κι ειδικά του Δ. Δημητρόπουλου τον οποίο ευχαριστώ ερήμην του, αλλά
κυρίως την προστεθείσα σ' αυτή τη αναδοχή δώρου, Ανστσ της Σύρου. Είχα ξεφυλλίσει την
έκδοση πριν λίγα χ ρόνια
στην Εστία όπου η πρωθιέρεια των βιβλιογνώσεων Μαρία Ππγργ σχεδόν λάθρα μου
φωτοτύπησε λίγες σελίδες κι έκτοτε το ε ίχα ως μιας μορφής
έλλειψης.
Πήγα φέτος σε θάλασσα (δανεική) λίγες
μέρες, άρα δεν έχουμε κρίση! Τώρα υπάρχω
και σε μια θάλασσα σελίδων που τις γυρνώ στα γρήγορα και σταματώ μόνο όπου συναντώ
ονόματα γνωστά και τόπους οικείους. Πια θάλασσα, όμως, είναι η πιο γλυκιά: η
πιο βαθιά, η πιο γνωστή ή πλέον άγνωστη. Εκείνη που δεν κολύμπησες ή δεν ταξίδεψες;
Ο Τ. Ρόμβος στον "πειρατικό" του απόλογο προκρίνει την πιο βαθιά της
γλώσσας, η Σύρος την πιο γνωστή των κυμάτων και ο Αλή πασάς την άγνωστη των
σελίδων.
Οι κοινοτοπίες και οι όποιες μικ ρές
ή μεγάλες ουτοπίες, είναι αυτές που μας συνέχουν τελικά είτε στους τρόπους μας
(δυστροπίες συνήθως) ισορροπούμε είτε
τους ξένους τόπους (ευτροπίες ανθρώπων) νοσταλγούμε.
2012,
Αυγούστου 20 από Κοζάνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου