Σε κάποια φάση της αφήγησης του Μιχαήλ Τσερβάντες δια τον «Επιτήδειον ευγενή δον Κισότη από την Μάντσα» ο κ. Σάντσο αγοράζει από κάτι βοσκούς μυζήθρα (ούρδα δηλαδή). Μη έχοντας που να τη βάλει τη ρίχνει πρόχειρα στο κράνος του Κισότου όστις ήδη βλέπει
στον ορίζοντα της γλυκιάς τύφλας του, να πλησιάζει η νέα περιπέτεια και ζητά το κράνος ότι: άνθρωπος προετοιμασμένος, μισό μόνον νικημένος (ενώ «λαός ενωμένος ποτέ νικημένος» που λέγαν οι δον Κιχώτες του καιρού μας). Ο Κισότης τη φορά δεν καταλαβαίνει τι έχει μέσα κι άρχισε να τρέχει το τυρόγαλο της μυζήθρας εις το πρόσωπόν και εις το γένι του και τόσον εφοβήθη οπού είπε προς τον Σάντσον:«Τι διάβολο είναι αυτό με φαίνεται πως να αναλούν τα μυελά μου ή να ιδρώνω από την κεφαλήν εις τα ποδάρια; Και, αν είναι αληθινά ιδρώς, δεν είναι, να ηξεύρεις, από κανέναν μου φόβον: αλλά/ εξάπαντος θέλει είναι τρομερά αυτή η τύχη οπού θέλει να με συνέβει. Δώσε με τίποτε, αν έχεις να σφουγγισθώ, ότι θαμβώνουν τα μάτια μου από τον πολύν ίδρωτα.»
Και βλέποντας τη μυζήθρα είπε εις προς Σάντσον
«Κατηραμένε χωριάτη, εδικές σου δουλείες θέλει να είναι αυτές.»
Αυτά μας συνέβαιναν εψές στην διαμάχη "Θερβάντες - Σαίξπηρ» στην Κοζάνη στην εκδήλωση που σημείωσε παταγώδη επιτυχία.
«Ενδέχεται να είναι και αυτό» είπεν ο δόν Κισότης
*Από την πρώτη γνωστή ελληνική μετάφραση του Δον Κιχώτη έκδοση του ΙΝΕ/ΕΙΕ με εισαγωγή Γ. Κεχαγιόγλου – Α. Ταμπάκη κλ.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου