Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

Η πέτρα...

Μια πέτρα στον Αη-Λιά που περπατούσαμε με Χρ. Μπέσα/ να πω πως την αγάπησα και για χρόνια την παρατηρούσα/ τις αλλαξιές τις αλλαξοπιστίες της στα έξω της και τα μέσα/ Πέρασαν καιροί τελικά με τις σκιές τους συνοδοιπορούσα.../

Τα μονοπάτια της αγάπης

Με μασκα εκ νεου σε ρεσιτάλ μονωδίας για πιάνο και φωνή/ Δέσποινα Κελεσιδου πλεουσα στης ωραιότητας τους αναβαθμούς / Π Δημοπουλος στην τέχνη του να υποκλίνονται ουρανοί/ Καθώς το 2024 χύνεται να ηγηθεί στου χρόνου τους ρυθμούς

Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023

Γεννήθηκα...

«Γεννήθηκα στη Σαλονίκη/ τους ποιητές πρόλαβα να δω...»/ Χριστιανόπουλο, Αναγνωστάκη, Ιωάννου κ.α / υποθέτω εννοούσε ο Διονύσιος Σαββόπουλος/ Κι εγώ που γεννήθηκα στη Λευκοπηγή Κοζάνης/ τους ποιητές Κεφάλα, Κάλφα, Θ. Μαρκόπουλο/ (Τρίκαλα, Κατερίνη, Βέροια )/ γνώρισα και τους ζω, δόξα τω Θεώ,/ στην ευαισθησία τους αξιώθηκα να υπάρχω/ «Η λαλιά» τους ως του Σολωμού και Παπαδιαμάντη / «που δε γνωρίζει από ψέμα / αναπαύει το πρόσωπο του μαρτυρίου»/ Σε κάθε ψυχική μου ανορεξία/ στο Εφετείο της ποιητικής τους/ παρηγορίας και φαρμακείας προσφεύγω./

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Χαρτοπαιξίας, λόγω ημερών, εγκώμιον...

«...Ητο και ο πρώτος του τόπου φοβοβομβιστής της καθημερινότητας. Είχε το ενδιαίτημά του άνωθεν του θεσμικού γλυκοπωλείου Κρίνος από τον οποίο πέρασαν όλοι οι μικρομεσαίοι συμπολίτες που μετρούσαν τη ζωή τους με το κουταλάκι του γλυκού ή τας ωραίας πάστας που τιτλοτιμολογούσε με τον ωραίο γραφικό του χαρακτήρα ο συναρπαστικός ταξιδευτής όλου του κόσμου, μουσικός, γαλλομαθής, ντιλετάντης Αναστάσιος Χρυσοχόου (παρ’ όλα αυτά υπάλληλος της ταπεινής αγροφυλακής) για μία ή 2 πάστες τα μεταπολεμικά χρόνια της άγλυκης ζωής στην επαρχία. Είχε επίσης έναντί του το πολύφερνο ταξιδιάρικο καφέ Καβουροκαβοντόρο αν και σε αθαλάσσιον μέρος ζώμεν και εσμέν, στο οποίο εταξίδευαν σκυμμένοι στην κουπαστή της τύχης και της αναγκαιότητας οι κ.κ. χαρτοπαίκται. Φυσικά ο Καβουροκαβοντοχώρος δεν ήταν ναός ησυχίας και προσευχής αλλά διαπάλης πεδίον χαρτοπαικτικών συγκρούσεων και άγριων συμφερόντων. Στις αδιάτρητες σιγαροσυννεφιές χωμένοι - οι παίκται έλεγαν και μια κουβέντα παραπάνω συνήθως χριστοπαναγίες εκατέβαζον δυνατά έως άγρια. Ομως ο ήχος, η ηχώ κι ο αχός χυνόταν έξω από τα παράθυρα και τα φινιστρίνια αέρος και φωτός της γαλέρας κι ορμούσαν στην γειτονιά. Πρώτος παραλήπτης τους ο ΦριξΚα συγγενής εκ γειτνιάσεως και του διέλυε τους στοχασμούς και τους αναστοχασμούς του (αν και ο δεύτερος όρος δεν είχε εφευρεθή ακόμα αλλά ποιητική αδεία το χρησιμοποιούμε αναδρομικά) και λοιπά κ.λπ. Αυτοί αφού δεν ακολούθησαν το αποστολικόν εν παραφράσει που ούτε στα κανονικά του εγνώριζαν την ρήση: «Ανθρωπον χαρτοπαικτικόν μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού», παρά τις ατελέσφορες διαμαρτυρίες του προς φωνασκούντας και ρεκάζοντας, πήρε τη μοίρα της ησυχίας του στα χέρια του. Λοιπόν... Εποίησεν αυτοσχέδιον βόμβα μολότωφ, ας την ονομάσουμε έτσι, κρότου και λάμψης κυρίως για ελάχιστες έως καθόλου τραυματικές συνέπειες χωρίς χημικές ουσίες (λίπασμα από το εργοστάσιο Αζώτου Πτολεμαϊδος που λειτουργούσε τότε), καρφιά, βενζίνη, ξυράφια άστορ, ότι αυτά τα υλικά ανήκαν στην μετέπειτα δολοφονική αριστερά) ένα κουβάρι, σαν μπάλα πάνινη τέτοια που παίζαμε μικροί στο χωριό, σχημάτισε, την άναψε και την πέταξε στο πεδίο αγώνα της χαρτοπραξίας. Έκανε όμως θόρυβο και συν τη φλόγα έφερε φοβισμόν μέγα στους παίκτας αφού «άγωστον γνώσιν έγνωσαν» και παράτηξαν στην τράπεζα χαρτιά και χρήματα, προς ωφέλειαν του Καβουροκαβοντόρου καπετάνιου που περισυνέλεξεν τα απολωλότα. Στα χωριά αι κυρίαι γυναίκαι των καθ’ έξιν χαρτοπαικτών συζύγων, περνούσαν μανιασμένες έξω από τα καφενεία και με μεγάλους λίθους με παρόμοιους ελιθοβόλούσαν την πόρνη και τον πρωτομάρτυρα Στέφανο οι Βιβλικοί, κρυμμένους στην ποδιά τους, ελιθοβολούσαν τα τζάμια και οι κ.κ. παίκται σχεδόν εκατουριούνταν από το φόβο κ.λπ. Με τον καιρό φυσικά επανήλθαν στο τραπέζι αφού κράτησαν το πάθος τους ως σιγαλή φωτιά και φλόγα και σιγάθεν επέστρεψαν στο στίβο της τύχης τους όταν κρίνοντες ρεαλιστικά και ψύχραιμα πλέον το συμβάν θεώρησαν ακίνδυνον κατά τη θεωρία των παιγνίων, μια άτυχη στιγμή που και γέλιο ίσως φέρει στην διήγησίν του. Διότι στην τράπεζα του πάθους – χούι ονομάζουν στην τοπικήν λεξικοπλασία πρώτα η ψυχή βγαίνει και σε λίγο αργά αργά το χούι...» (Θραύσμα από το βιβλίο «Αρμόδιος χωρίς Αριστογείτονα Μέρες του 1974 στην Κοζάνη» που θα κυκλοφορήσει σε λίγο από τις εκδόσεις «Παρέμβαση»

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

Οι περασμένες ομορφιές

Περασμένες ομορφιες βιβλία γυναίκες ταξίδια/ «Μέσα εις την τέφρα της ληθης» (Ππδ) αφημένες/ και όσες νυν αιωρούνται στο δέντρο του βίου στολίδια / Φυγές φορές διέξοδες παρα επιστροφες αγαπημένες /

Ευχαί αρχόντων

Καλά Χριστούγεννα μας λεν οι δυο άρχοντες απ το χωριο ο υπεραιωνόβιος πλάτανος και το καμπαναριο

- Που σταμάτησε ο Μέγας Αλέξανδρος

«...Αν τοποθετήσουμε την αφήγηση στην προπαραμονή των Χριστουγέννων, τότε οι δυο πλανόδιοι μουζικάντες που μόλις μπήκαν στο καφενείο του χωριού μελαμψοί στην όψη με τα επίχρυσα δακτυλίδια, καδένες, αλυσίδες και δόντια (πίπιζα ο ένας τρομπέτα ο άλλος βαστούσαν) μάλλον μόλις θα είχαν τελειώσει την ανά τας οδούς και ρύμας διακοίνωση των επιούσιων καλάντων. Ο κ. Γιακουμής, καπετάνιος θεριζαλωνιστικής μηχανής, υπομειδιών ως απόπληκτη Τζοκόντα τους σέρβιρε τα σκληρά. Ούτε τίλιον ούτε ρούμι που ερροφούσαν οι ξέμπαρκοι στον Παπαδιαμάντη. Ο νύχτα προχωρούσε ήδη είχε αρχίσει να γέρνει προς την άλλη μέρα κι η τηλεόραση λαγνοργούσε όταν από το ευγενές κοινό των θαμώνων ακούστηκε το ξερό σαν βόλι αυτομάτου, ερώτημα στον εκφωνητή: - Που σταμάτησε ο Μέγας Αλέξανδρος ρα γαύρε; Ηταν ο Π. Αίσσος μόνιμα κουρνιασμένος δίπλα από τη θερμάστρα πετρελαίου που έριξε το γάντι στον τηλεπαρουσιαστή δοκιμάζοντας τις γνώσεις του έστω και νοητά. - Στ’ Βενιώτ’ τ’ γωνιά απάντησε ετοιμόλογος αν και ετοιμόρροπος ο επιχώριος Αλέξανδρος. Οι θαμώνες ξέσπασαν σε γέλια γαργαλιστά και άτακτα οι δε γλώσσες τους σε αοριστίες σχελτιαστικές. Εστιν δε γωνιά τ’ Βενιώτ’ οικίσκος στην πλατεία του πολιχνίου επί της δυτικής πλευράς του οποίου στη γωνία υπήρχε εντοιχισμένη ανάγλυφη κεφαλή του Στρατηλάτη με τη συνοδεία σταυρού έργο Γ. Κουντούρη μέγα καλλιτέχνης των αποκριάτικων αρμάτων της πόλεως ου μη αλλά και άλλων καλλιτεχνημάτων, παραγγελία του ιδιοκτήτου της οικίας Ζήνωνος, αυτοσχέδιου ιεραποστόλου των γύρωθεν χωριών. Ομως την απάντηση αυτή έδωσε πριν χρόνια πολλά ο μαθητής Γ. Πλλς (και πέρασε στον τοπικό θρύλο) στο δάσκαλο όταν αυτός τον ρώτηξε για την πορεία του Μ. Αλέξανδρου και πού αυτός σταμάτησε. - Στ’ Βενιώτ’ τ’ γωνιά κύριε... Το ερώτημα είχε αξία για την κοινότητα ισοδύναμη με την ερώτηση της κυρίας Γοργόνας που ο μύθος διασώζει: «Ζει ο Βασιλιάς Αλέξανδρος;»

Χριστούγεννα παρά τέταρτο...

Φάτνες, αστέρια, δέντρα, λαμπιόνια/ κάτι σαν μάγοι εκ της Περσίας του Ισλαμο-Ιράν/ πηγαινοέρχονται κι άστρον πολεμικόν τους οδηγεί/ άγγελοι σε σκάλες ουρανόθεν ανεβοκατεβαίνουν/ βόδια, άλογα, γομάρια, πρόβατα κοιτούν διαπορούντα/ τσοπαναρέοι κ.α. άσημοι πολίτες της Βηθλεέμ/ όσοι απόμειναν από τους αλληλοπολέμους τους/ Ο μνήστορ βαρύθυμος πάντα. / Ο Κ. Ντιός ιχνογραφεί επί χάρτου τη βρεφοκρατούσα/ ο δε ποιητής Π. Β. Πάσχος ακονίζει τη νοσταλγία./ «...Κατόπιν έρχονται γλυκά, όρθρου βαθέως/ εκείνα τα καθίσματα πάνω στο Κατεπλάγη Ιωσήφ»/ «Τι θαυμάζεις Μαριάμ, τι εκθαμβείσαι τω εν σοι;»/ «Δεύτε ίδωμεν πιστοί, που εγεννήθη ο Χριστός·/ ακολουθήσωμεν, λοιπόν, ένθα οδεύει ο αστήρ...»/ «Ας τραβήξουμε κι εμείς μπροστά / με αναμμένα φαναράκια...»/ κι ό,τι ήθελε προκύψει.../

Αναμνήσεις της 19ης Δεκεμβρίου 2019 λίγο πριν τον επίσημο κόβιτ

«...Μελαγχόλησα περιμένοντας δύο ώρες/ στο καφενείο στο Πλατύ το τραίνο της Φλώρινας...»/ έγραφε το 1936 ο Σεφέρης στην αδελφή του Ιωάννα./ Την έζησα αυτή τη σκηνή στον ίδιο σταθμό το 200τόσο/ περιμένοντας το τραίνο απ’ την Αθήνα./ Ο οινοβαρής νεκροθάπτης αφηγούνταν στον εαυτό του/ ιστορίες του εγχώματου επαγγέλματος/ και της υπηρεσίας στις τακτοποιήσεις των πρώην ζώντων/ Ανόρεχτα χιόνιζε ο καιρός το χιόνι του/ Μπαινόβγαιναν Ρομά και κάτι σαν φαντάροι/ αγόραζαν γαριδάκια, καφέδες, τσιγάρα/ Πηγαινοέρχονταν οι Προαστικοί/ Λάρισας, Εδέσσης. Κατερίνης νωχελικά./ Προφανώς και μελαγχολούσα ώσπου εφάνεις/ σημαία ολόρθη σε μεσίστιο πλήθος.../

Χιων χιόνος

Είμαι φαν του χιονιού που πέφτει μέσα στην πολη/ Το βλέπω λιαν πρωί πέτσα στη στέγη να παγώνει/ λευκό γλυκό απεφθο ζεστο(!) καθημερινη η σχολη/ Κι ύστερα προϊούσης της μέρας στο πρώτο πάθος να λιώνει

Κεφαλή μόσχου

Από ετών με τη λήξη εκάστου εκδοτικού ενιαυτού της Παρέμβασης η διοίκησή της παρέθετε στους άμεσους συνεργάτες της προς βρώσιν «κεφαλή μόσχου» κ.α. στο φούρνο εψημένη. Επί κόβιτ σταμάτηξεν αυτό. Η κεφαλή ήταν πάντα προφορά του λίαν φίλου Γ. Κοκαλιάρη –όχι του νέου δημάρχου- υπαλλήλου του δημοτικού εκδοροχώρου τότε. Το σωτήριον έτος 1992, Νοέμβριος, η κεφαλή εκλάπη από το φούρνο του κ. Καρατζέτζου (αυτός ούτος είχε την κεφαλή του κεκαρμένη και στρογγύλη ωσάν τους ήλιους του Μόραλη), στην πλατεία 25ης Μαρτίου, δηλ. «Τ’ αλώνια» κι ακόμα πιο δηλ. «όλοι στα Αλώνια με τα κοντά τα πανταλόνια». Οι κ.κ. κλέπτες ουδέποτε βγήκαν στο φανερό. Εικάζεται πως ήταν εκδοροσφαγείς των δημοτικών σφαγείων που την υπεξαίρεσαν και την έφαγαν ολόκληρη, οι αθεόφοβοι, με την παρέα τους προφανώς, στο ναϊδριον παρά τον λόφο το αγίου Ελευθερίου, που εορτάζει την σήμερον. Δεν έγιναν έρευνες περαιτέρω προς αυτήν την κατεύθυνση διότι οι εν λόγω διαθέτουν και αμφίστομες μάχαιρες οι λεγόμενες ποιητικά και φάσγανα... Στη μνήμη εκείνης της απωλεσθείσας Κεφαλο-κόρης του Μποστ και υπέρ της συντροφίας της «Π» την Παρασκευή την σήμερον δηλαδής, ο θεσμός «ψημένο κεφάλι μόσχου» επιστρέφει. Ερχεται εν δόξει και λόξει από το Δρέπανο του άρχοντος Αη Δημητρίου Κμρδ. Δε λέμε πού θα γίνει αυτό ότι είναι αυστηρά ιδιωτικό το συμβάν. Κάποιοι αναγουλιάζουν άμα τω ακούσματι πως τρώγεται η κεφαλή, τα μάτια της μη εξαιρούμενα. - Καλά κάνουν... Υ.Γ. «Ειμαστε πάνω από το χώμα κάνε το κορόιδιο...» είπε ο Τσιτσάνης.

Αλήθεια τι μας συμβαίνει

Αλήθεια τι μας συμβαίνει/ Κυριακές και δεσποτικές εορτές/ βρέξει χιονίσει ή με καλό καιρό/ στην τρίτη καμπάνα: / – Εγέρθητος!/ Kι οδεύουμε Προς Εκκλησιασμόν/ στο ναό, τα ναϋδρια, τους ναϊσκους;/ Ποιά ανάγκη μας τραβά το μανίκι/ προς τούτο γενικώς και ειδικώς;/ Ποιό νυν, άλλοτε, αύριο / κρίκοι αλυσίδας χαλαροί/ που εν τούτοις μας χαλαρώνουν/ και στην βιαστική καθημερινότητα/ μετατρέπουν σώμα και αίμα/ Κοινωνία χαρμόσυνη ευχαριστηριακή;/ 13 Δεκεμβρίου/ + Ευστρατίου, Αυξεντίου, Ορέστου, Λουκίας...

Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023

«Κάποιες ζωές τις περιέχει ο χρόνος ο θάνατος ποτε»

Πρωινή σύνθεση με καφε τη Μαρια Λατσαρη και την Αντιγονη της. «Κάποιες ζωές τις περιέχει ο χρόνος ο θάνατος ποτε» γράφει η και εκλεκτή ποιητρια Μ Λ. Το Σάββατο 16 Δεκεμβρίου περι το εσπερας στο καφε «Μπλε ελάφι» αυτό το εργοτάξιο εξαιρετικών διαθέσεων στην πολη, θα δούμε και θ’ ακούσουμε από κοντά την Ποιητρια. Η Παρέμβαση.

«Οψόμεθα εις Φιλίππους»

Δηλ. στην αίθουσα του στρατού Φίλιππος όπου δινόταν ειρηνικός χορωδιακός αγών μεταξύ των χορωδιών του Συλλόγου ιεροψαλτών «ΟΙ τρεις ιεράρχες» και της Μικτής χορωδίας Κοζάνης και περιχώρων. Λογία εντελώς η 10η Δεκεμβρίου αγίου Μηνά του Καλλικέλαδου (δεινού ρήτορος προστάτου των δημοσιογράφων), Ευγράφου προστάτου των καλλιγράφων και Ερμογένους. Τίτλος του αγώνος «Συναυλία Χριστουγέννων λίαν πρωτότυπος μελωδική και μυσταγωγική εισαγωγή στα χριστούγεννα ετους 2023. - Τι γίνεται εδώ με ρώτηξεν ο διπλανός; - Χορωδίες τραγωδούν δεν ήξερες! - Είδα κόσμο που έμπαινε και μπήκα κι εγώ. - Το ίδιο κι εγώ του είπα να τον βγάλω από τυχόν αμηχανία. Κόσμος λοιπόν, πολύς 85 χορωδοί, άρα; Διευθυντής του διαπράγματος ο κ. Β. Κωτούλας καλλικέλαδος ψάλτης κάποια στιγμή προς επίρρωσιν της εξουσίας του βαστούσε και την ηγιασμένη πατερίτσα του θεοφιλεστάτου επισκόπου Αμφιπόλεως Χριστοφόρου, όστις ομιλούσε. Της χορωδίας ιεροψαλτών ηγούνταν ο άρχων πρωτοψάλτης του αγίου Νικολάου κ. Αναστάσιος Καγκαράς (όλο θέλω να τον ρωτήξω κάτι κι όλο το αναβάλω): ιδιόμελα δοξαστικά, καθίσματα χριστουγεννιάτικοι ύμνοι καταβασίες το ρεπερτόριο. Αριστοι και εύγε τους. Κάποια στιγμή χορωδός τις αδιαθέτησε κάπως κι έπεσε χαμαί αλλά ο επιφανέστερος των παθολόγων Δ. Μακεδονίας κ. Δημ. Συμελίδης τον επανέφερε στα κανονικά του. Την κοσμική χορωδία κάτι σαν ομοσπονδιακό σχήμα με αντιπροσώπους από τις χορωδίες των παρά τον Αλιάκμονα χωριών ηγούνταν ο ωραίος μουσικός Βαγγέλης Βέττας με την κιθάρα του· απέδωσαν κάλαντα του ελλαδικού χώρου. Εκεί άκουσα πως τον άγιο Βασίλη στη Χίο τον λένε Βασιλάκη (έτσι μ’ έλεγε η μάννα μου μικρόν). Ξεσήκωσαν με τα επίκαιρα τραγούδια και τον εμβατηριακό τους τρόπο το ακροατήριο. Μια χορωδός έφερε καστανόμαυρη κώμη μέχρις των αστραγάλων ωσάν τον άγιο Ονούφριο και πλαστικό βασιλικό διάδημα πάνω τους. Μια χαρούμενη εορταστική βραδιά όλα χαρμόσυνα τα τροπάρια, οι χορωδοί οι ακροατές συγγενείς φίλοι κι αδιάφοροι.... - Μυστήριον ξένον...

Κασκόλ χειμώνος

Δεκέμβρης και βγήκαν τα κασκόλ στο λαιμό για τον αέρα/ Κι αυτό που η μάνα έπλεξε στη μνήμη του πατέρα…

Αννα...

Σε μια κολώνα γοτθική η κυκλώπεια στο ναο γυρεύω/ Της Αγίας Άννας την εικόνα και μ αυτή να ευχηθώ/ Τις χίλιες Αννες που εορτάζουν κι αγαπω έως λατρεύω/ Κι ύστερα σε μια ζεστη γωνια της μνήμης τους να χωθω…/

Η κεκαρμένη αριζόνα

Οι «Κεκαρμένοι» των στρατοπέδων του Ν. Κάσδαγλη/ κι η κεκαρμένη αριζόνα της Μ. Περδικάρη/ αυτοί κι αυτή με συνεκίνησαν.../ Την έχω δεμένη στα κάγκελα του μπαλκονιού/ χρόνια τώρα μη την πάρει ο αέρας. / Χτες την κλαδεψοκουρέψαμε / την ξαλαφρώσαμε ήγουν, καθοριστικά. / Εμεινε μόνον η περιφέρεια της κορυφής της / Για να συνομιλούμε στο μπαλκόνι / κι από το δυτικό παράθυρο όποτε./ Την κοιτώ και δεν ανασαίνω / ή μάλλον συνανασαίνω/ την αγωνία της καθώς προσπαθεί / να μη γίνει του βοριά βορά.../

Στα Γρεβενά...

Βράδιαζε σχεδόν όταν πήραμε με τον Ρ. το δρόμο για τα Γρεβενά. Παραμονή αγίου Νικολάου. Ρέμα Τρομπέτα. Μπαίνεις στην πόλη που έχει προστάτη τα μανιτάρια, τον Κ. Ταλιαδούρο και την Τύρβη, από τη μεγάλη λεωφόρο. Βιβλιοθήκη για παρουσίαση βιβλίου του Γ. Σιώμου (το περιφέρουμε από πόλη σε πόλη σαν λείψανο αγίου) από τη Λόχμη: «Τα ωραία χωριά» εκδ. Παρέμβαση, ο τίτλος υπονοεί τα άλλοτε όμορφα χωριά της περιοχής που τόσο όμορφα ερημώνουν, αλίμονο! Μικρά πεζά και ποιητικά κείμενα κάτι σαν ελεγείο για το οριστικά χαμένο των τόπων και ανθρώπων. Ομιλητές η κ. Θεοδώρα Γκουρτζιούμη φιλόλογος (ανάγνωση του λόγου της από άλλη κυρία λόγω της σώματι απουσίας της) μια συναρπαστική εισήγηση λες και παρουσίαζε το Μπόρχες) και ο κ. Στέλιος Πουρνάρας φιλόλογος πρόεδρος του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Γρεβενών και περιχώρων. Ο Γρεβενίτης ποταμός με υδατικά ελλείμματα αν και χειμώνας. Νύχτα στα Γρεβενά και «Τώρα κατάλαβα τη νύχτα που είσαι» έγραφε ο γρηγορο-αδικοχαμένος γρεβενιώτης ποιητής Δ. Λιοσάτος πριν χρόνια. Ο Αντώνης Π. στο πατάρι του Τυρβολογούσε... Στο ακροατήριο και δύο γλυκύτατοι ιερωμένοι, οι ωραίες κυρίες της βιβλιοθήκης αλλά κι ο Αχιλλέας Μπαλιάμης από το Μικρο-Μεγάλο Σειρήνι από χρόνια φίλος και σύντροφος που είχα πολύ καιρό να δω. Επειδή η μουσική ωραϊζει τα πάντα στο τέλος ένα ντουέτο με τον Στ. Πουρνάρα λαούτο και τραγούδι και τον Γιάννη Κασιάρα (της μεγάλης βιολιστικής οικογένειας) βιολί απέδωσαν γρεβενιώτικα ωραία τραγούδια. Ετσι γνώρισα ξεκάθαρα το γρεβενιώτικο μουσικό ιδίωμα. Δεχόταν και παραγγελιές. Ζήτηξα εννοείται το «Ζιάκα» τραγούδι που με θέλγει εδώ και χρόνια: «Εσείς βουνά των Γρεβενών και πεύκα του Μετσόβου...». Φτιαχτήκαμε. Αναψε και το πατριωτικό μας λανθάνων συναίσθημα κι ας κάνει τον ψευτο κάργα κάθε πρωί στην τηλεόραση ο βαζιβουζούκος ψευδοσουλτάνος... Δηλωση: Αγαπώ τα Γρεβενά χωρίς να ξέρω το γιατί...

«Ωσάν βοριάς αυτή κι εγώ σαν πετροκαλαμήθρα», Σολωμός

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

Τραίνα

Να σταματούσε ο χρόνος κι ο καιρός όπως τα τραινα/ Καθώς στις ράγες του Σ Σ ανημπορα στη φθορά αφημένα …

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2023

In memoriam

Βασίλης Βασιλικος (1934-2023) Κοζάνη 2ον Συμποσιον λογοτεχνίας 2017

Τοπίο

Άδειο τραπέζι / Χαμηλή βροχη/ Με συνεπηραν/

Χιών χιόνος...

Λήξις Αγίας Αικατερινης έναρξη αγιου Στυλιανου έριξε χιονι/ Κι ένας βοριας που κατά τον ποιητή τ αρνάκια παγωνει/ Έτρελανε την αριζονα που γέρνει στο δυτικό μπαλκονι/ Χειμώνας κι αυτό που λεν αγάπη λιώνει η παγώνει ;/

Βερολίνο

/
Ενα χρόνο μετά την πτώση του Τείχους. Βερολίνο. Εχω μαζί μου το περιοδικό Ιχνευτής με άρθρο του Ηλία Πετρόπουλου για το Βερολίνο. Αναφέρει στην περιήγησή του εν σπαραγμώ – έκλαιγε όλη την ώρα, έγραφε- ένα παλιό εβραϊκό νεκροταφείο. Πήγα. Στο κεφάλι κιπά. Κάτι το τραγικό σε οδηγούσε και σε συνόδευε. Διαβάζω στο τχ. 69 του περιοδικού “Μανδραγόρα” (η μικρή μου Χριστίνα 14 μηνών το ξεφυλλίζει εντυπωσιασμένη από το όλον του) με αφιέρωμα στον Ηλ. Πετρόπουλο. Από το ποίημά του Ιn Berlin αντιγράφω: «...Πάω με ταξί στην Herbrt- Baum-Strasse/ όπου βρίσκεται πάντα το άλλο μεγάλο εβραϊκό νεκροταφείο/ Να ο τάφος της οικογενείας Tucholsky/ Να, κι ο τάφος ενός φαντάρου του Κόκκινου Στρατού/ Είμαι, πιά, βέβαιος: Το Βερολίνο είναι/ η πιο ενδιαφέρουσα πόλη της Ευρώπης/ ή, μάλλον η Καρδιά της Ευρώπης...»

Ο Στράτος Ηλιαδέλης για τον "Επισκέπτη από τα δυτικά.." του Β. Π. Καραγιάννη

Είναι το εικοστό όγδοο βιβλίο του συγγραφέως στη μακριά σειρά των διηγημάτων του, ιστορημάτων, χρονογραφημάτων κτλ., λογοτεχνικού περιεχομένου κυρίως. Αρκετά από αυτά έχουμε παρουσιάσει στα Ελιμειακά, όπως «Περιπλάνηση ένδον», «Οι χάρτες των ονείρων μας», «Αμαρτήματα κατά συρροήν στον Άθω», «Το χρώμα της νοσταλγίας», «Συγκεχυμένες αγάπες», «Το σκαληνό τρίγωνο της αμαρτίας», «Ενωμένα μυστικά» κ.ά. Το ανά χείρας βιβλίο αποτελεί είδος αυτοβιογραφίας της πλούσιας διαδρομής του στα γράμματα, ιδιαίτερα στα περί τη λογοτεχνία, από τα «ασυλλόγιστα» χρόνια της νιότης του στο ΑΠΘ (Νομική Σχολή) μέχρι και την εποχή των πρόσφατων συνεχών του αναζητήσεων με επίκεντρο τη «Μητρόπολή» του («ότι έγραψα κι ότι ένιωσα εντελώς για τη Θεσσαλονίκη, 1971… 2022»). «Λέξεις, φωτογραφίες, σιωπές, ακίνητες κι ανάκατες χωρίς σειρά, πόλη, άνθρωποι, τοπία, τρόποι, χρόνοι, ριχμένες αισθήσεις στ’ άδειο του σήμερα να βρουν το γεμάτο χθες ζητούν». Ένα ταξίδι που δεν τελειώνει… Θύμησες και βιώματα, πυκνά και κατά ημερολογιακήν τάξιν (πώς να χωρέσουν εξάλλου όλα σ’ ένα βιβλίο τα αφιλότιμα!). Αν δεν υπάρχουν (εκτός των χρονολογιών) ως (γραπτά) απομνημονεύματα και βρίσκονται (εκ)τυπωμένα μόνο στη φαιά του ουσία, τότε ο ίδιος (Β.Π.Κ.) δεν κινδυνεύει ποτέ από αλτσχάιμερ! Εντούτοις πολλά μάθαμε γι’ αυτή εδώ την πόλη (τη «μητέρα», την «πλανεύτρα», την «ερωτική»), που δεν τα φανταζόμασταν. Είναι δυνατόν εμείς οι «μόνιμοι» εδώ, έστω και «απόδημοι», να τα μαθαίνουμε από έναν «επισκέπτη» (και μάλιστα από τα δυτικά); Κι όμως! Διότι, όπως δηλώνει, «η πόλη αυτή αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα του σώματός του, αλλά ίσως την πρώτη της ψυχής του!». Απνευστί κι εν είδει πολυβ-(ή μυδραλιοβ)όλου περνούν τα δρώμενά του στις σελίδες αυτές, εικόνες, πρόσωπα, πράγματα, συμβάντα, αλλιώς, τόσα που είναι, κάποια θα έμεναν εκτός και θά ’ταν κρίμα. Όμως, πάρε και καμιά ανάσα ρε Βασίλη, ν’ ανασάνουμε κι εμείς! Αλλά νέισα, που θά ’λεγε κι ο αξέχαστος Διαμ. Βαντής (= δεν πειράζει, ας είναι, κατά την ιδιωματική της γενέτειράς μας γλώσσα). Είναι όμως ο Β.Π.Κ., να τα λέμε αυτά, φροντιστήριο – σχολείο για εκκολαπτόμενους, ειδικευόμενους έως και «ώριμους» στη λογοτεχνία. Βέβαια μέχρι να μπεις στα «μυστικά» του θέλει εξοικείωση με τις ιδιαιτερότητες (την τέχνη) του γραπτού του λόγου. Μετά τον απολαμβάνεις δεόντως! Μια τυχαία επιλογή των περιεχομένων (κεφαλαίων, ημερολογίων, «στάσεων», επιστολών του κτλ.): Της Θεσσαλονίκης σήμερα της πρέπει, Ένας ξένος στη δική του πόλη, Διότι δεν συνεμορφώθην, Αυτή η πόλη θα σε ακολουθεί, Υπόγειες διαδρομές, διαφυγές, Περί του κ. Ντ. Χριστιανόπουλου και βάλε…, Παρά θιν’ αλός (Καλαμαριάς), Πάοκ και ξερό (ή και μαλακό) ψωμί, 26 Ιουνίου 2015 – Οσίου Δαβίδ του εκ Θεσσαλονίκης, Διαγωνίως, Αποθήκη Δ΄ στο λιμάνι, Οι εσπερινοί της Θεσσαλονίκης, «Κάτω από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη». Και λοιπά ων ουκ έστι αριθμός!... Βιογραφία του αναλυτική καταθέτει: Γεννήθηκα κτλ., διατέλεσα, έγραψα, επιμελήθηκα…, αυτοξεψάχνισμα δηλαδή κατά το δέον, σε δεκατρείς πλατειές παραγράφους… (αλλά άμα είναι να γράψεις, να τα γράψεις)! Και βέβαια ξεχωριστές αφιερώσεις σε προσωπικότητες της πόλης: Στον Ντ. Χριστιανόπουλο, εμβληματικό Σαλονικιό ποιητή, στον Παύλο Ζάννα «από τις ωραιότερες μορφές του νεοελληνικού μας πολιτισμού, στην πολιτική, τα γράμματα, την τέχνη, στον «σύντροφο-ποιητή Μ.Α.» (ήγουν Μαν. Αναγνωστάκη, το αφιέρωμα έχει τίτλο «23 διαθέσεις») και βέβαια εμβόλιμες αναφορές σε φίλους, σαν τον ποιητή-ζωγράφο Κ. Λαχά κ.ά. Επιστροφή και πάλι, εμμονή, στης μεγάλης ερωμένης του τα μυστικά: «Άνω πόλη· Κάστρα, ερείπια…, η μονή Βλατάδων, η οδός Επταπυργίου, η πλατεία Β. Τσιτσάνη, το Γεντί Κουλέ… Τοπωνύμια, γειτονιές, τόποι που με περιαγάγουν ως περιαγωγή κινητής τηλεφωνίας…». Δήλωση (τελική): «Στην πόλη αυτή νιώθω εντός έδρας ψυχικά. Κάτοικός της σώματι, τακτικά και πάντα ταξιδιώτης, στη μνήμη, όμως και στην αναζήτησή της, δηλαδή στην άγρια και ιερή νοσταλγία της κτλ. κτλ. Τι άλλο να προσθέσουμε; Προσγείωση (για εμάς). Ευχαριστίες για την ευγενική αναφορά του στο παρόν περιοδικό μας ως «καλαίσθητου, εύτακτου και χαρακτηριζόμενου ως «Ελιμειακή Ραψωδία» των Δυτικομακεδονικών γραμμάτων, κατά την «Δυτικομακεδονική Ραψωδία» των μουσικών χρωμάτων του αείμνηστου συνθέτη Γιάννη Δόδουρα». Είναι αυτό η μόνη μας ανταμοιβή και ανταπόδοση. Ευτυχώς! Και εις άλλα με υγεία… (Απο τα Ελιμειακά τχ. 88-89)