Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Habemus Lazarus Malutus -i, et Habet


Οταν η καπνοδόχος του παραδοσιακού Δημαρχείου με τις δωρικές κολόνες, έβγαλε λευκόν καπνόν εκλογής (κατά την εκλογή του Πάπα από το Κογκλάβιόν του, έκαιγαν ειδικά άχυρα προς δημιουργίαν αυτού, μαύρου αποτυχίας, λευκού επιτυχίας), η πόλη πάντων των Κοζανιτών και περιχώρων απέκτησε νέον Δήμαρχον ύστερα από 20 παρά 1 έτη, ονόματι Λάζαρον Μαλούταν (σχεδόν έφτασαν το μυθιστόρημα «Μετά 20 έτη» του Αλέξανδρου Δουμά -πατρός- ο οποίος έγραψε 250 μυθιστορήματα παρακαλώ. Αξιος! Αξιος!. Πριν από χρόνια, τότε δημοτικός σύμβουλος της πλειοψηφίας ευτραφής στην εμφάνιση δήλωνε προφητικά, παραιτούμενος: «Σιγά μη μείνω εγώ να ‘χω Δήμαρχο το Λαζαράκ(η)». Πως γράφεται το κοζανίτικο ιδίωμα, υποφέρω κάθε φορά που το προσπαθώ; Της εκλογής ακολούθησαν οι επίσημες δηλώσεις: α) Δημόσιος ΣΥΝ(ριζικός) κλαυθμυρισμός (άχ, τι πάθαμαν!), β) Εκ του συνδυασμού της Κοζανίτικης τ. Ενότητας, καγχασμός (αχ, την πάθανε!) γ) από τους νουνεχείς ΣΥΝπολίτες ρεαλισμός (τώρα καλά να πάθετε!)
Λήξις προλόγου και άμεσες ερωτήσεις προς νέον Δήμαρχο που εξελέγει την 22ην Σεπτεμβρίου μνήμη Φωκά ιερομ., Ισαάκ και Μαρτίνου μαρτ. Κοσμά.
1. Επειδή ο κύριος Δήμος δια των πνευματικών του υπηρετών δείχνει εσχάτως ιδιαίτερη προτίμηση στους ποιητές και μετά ωδικών κλαπατσίμπαλων τους απονέμει εύφ(θ)η(υ)μον μνείαν μνήμης (χρησιμοποιεί προς τούτο υδροπεπονοφιλόσοφους, φιλολογίζοντα, φυλοροούντα και φυλλοβόλα λαλαρίδια κι αγκρίφια), τότε γιατί απουσιάζουν από την ονοματοθεσία των οδών της πόλεως οι ποιητές Κ. Π. Καβάφης και Κ. Καρυωτάκης (στο γράμμα Κ μόνον), ενώ εκεί υπάρχει ο Νίκος Καρβούνης, ο ποιήσας τον ύμνο του ΕΛΑΣ κι αν ζούσε θα έγραφε και τον ύμνο της ΚΝΕ. Αυτό διαπιστώσαμε (λες να άλλαξε κάτι και δεν το πήραμε είδηση) από την εισηγητική έκθεση και πρόταση της αρμόδιας υπηρεσίας περί την ονοματοθεσίαν προς το Δ. Συμβούλιο Κοζάνης, που ψηφίστηκε “αύτανδρος” και είναι ένα από τα πιο σπαρταριστά κείμενα της 19ετίας σας; (Σ’ αυτό ο Αλ. Παπαδιαμάντης αναφέρεται και ως ηθοποιός…).
Εν τω μεταξύ πέθανε κι ο μέγας Αλέξανδρος Αργυρίου και έτσι στην 8τομη «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» του δεν είναι δυνατόν να περιληφθούν τα και(ε)νοφανή φιλολογικά πορίσματα των δράσεων του Δήμου σας (όχι και δικού μας ως προς αυτά). Ετσι παρά πάσαν δόξαν, λογοτεχνικήν σχολήν και γραμματολογίαν ο Αγγ. Σικελιανός θεωρείται θεωρητικός πρόγονος της εθνοφελούς πολιτικής οργανώσεως «Χρυσή Αυγή», των ποικίλων ελληναράδων, κ.α. ρεμαλιών της εθνικοφροσύνης όπως και των δωδεκαθεϊστών που κατασκηνώνουν στις παρυφές του Ολύμπου ενδεδυμένοι με αρχαίες μακριές σκελέες. Από την άλλη ο Γ. Σαραντάρης, η τοπική οδός του εκβάλει πάνω ακριβώς από την ημιανενεργή Σιδ. Γραμμή, εμβαπτίστηκε ποιητής της Εθνικής υμών (όχι ημών) Αντιστάσεως (1941-1944 μ.Χ.). Ο τάλας, πλην από ωραίος ποιητής και φιλοσοφών, πέθανε τόσο νέος τον Ιανουάριο του 1941). Ο ποιητής αυτός είναι η εκλεκτή, λίαν επαινετή ποιητική συμπάθεια της κ. Προέδρου του Δ. Σμβλ, η οποία κατά την εκλογή για το αξίωμα του νέου Δημάρχου, έλαβε ψήφους δύο, ότι «Τα παλιόπαιδα τ’ ατίθασα» του Ν. Τσιφόρου και του τ. Δημάρχου δεν θεώρησαν ότι πολιτικά και ηθικά δικαιούται, ο επί 20τίαν ΣΥΝεταίρος τους (μ’ αυτόν νικούσαν τους εχθρούς τους συνεχώς ) να καταλάβει έστω για ενιαύσιαν θητεία, τον δημαρχιακόν θώκον και της είπαν κοζανιστί :-Πρίτς!
2. Γιατί ο ήρωας του ‘21 Νικητάρας ο Τουρκοφάγος, ήγουν Νικήτας Σταματελόπουλος, υπάρχει σε δύο δρόμους της πόλεως μία ως Νικηταράς και η άλλη ως Νικήτας Σταματελόπουλος; Σύγχυση φιλολογικών και ιστορικών φρενών; Πως διέφυγε αυτό από τους πνευματικούς ανθρώπους (οι κορυφές του τοπικού μας είδους) που σιτίζονται από το Δημοτικό συσσίτιο (του δημοτικού ταμείου δηλ.) κι όχι από το συσσίτιο που διανέμεται στους πεινασμένους της πόλεως κι έχει την έδρα του στο διαρπαγέν ιστορικό οικοτροφείο «40 Μάρτυρες» δίπλα στην οδό Ν. Πλακοπίτη. Τον βίο του νεομάρτυρα αυτού αριστερού, διεξήλθεν τις προάλλες ετέρα κομπανία δημοτικών ιστορικών (μετά μουσικής) του επιστημονικού σκοινιού και του ιδεολογικού πασσάλου, όπως γράψαμε κι αλλού.
3. Υπ’ αυτήν την έποψιν γιατί δεν έτυχε τιμής δια της ονοματοθεσίας του σε οδό ο λαϊκός ποιητής εκ Λευκοπηγής (ερμήνευε τις παραστάσεις του καιρού πάνω στις πέτρες, την κίνηση και διαμόρφωση των νεφών, τις κλείδες ψημένων κατσικιών, κι έπαιζε αυτοσχέδιο κλαρίνο με τη λεπίδα του μαχαιριού στο στόμα), ο Νιάνιος τ’ Λαζ’ (του Λαζάρου δηλαδή), όστις έγραψε (είπε) τον εντελώς επίκαιρο στίχο που προσιδιάζει προς τα όσα συμβαίνουν στο Δ. Σ. Κοζάνης με την ονοματοθεσία των δρόμων και την νοητική αδιαθεσία των εγγραμμάτων τους.
«Με το ζερβί το δάχτυλο
ρίξε στα βόδια άχυρο».

***
ΥΓ. 1 Ευρεία διασκεδαστική ερμηνεία του τίτλου στα «Απαντα Εμ. Ροΐδη», τ. Α. Εισαγωγή στην Πάπισσα Ιωάννα, σελ. 107, εκδ. Ερμής, επιμέλεια Αλκης Αγγέλου.

ΥΓ. 2 Το άχυρο, που αναφέρεται παραπάνω αυτό το ταπεινό χρυσάφι πριν σαπίσει («Οι εργάτες που ήταν γεννημένοι και μεγαλωμένοι μέσα στη γλυκειά ανάσα του αχύρου» γράφει στο περίφημο «Εμβατήριο του Ραντέσκυ» εκδ. ΑΓΡΑ ο JOSEPH ROTH), ας μη το αδικούμε αφού κι ο εμβριθέστατος δοκιμιογράφος, ποιητής, μεταφραστής κ.λπ., Γ. Κοροπούλης είχε μια εκπομπή στο Τρίτο πρόγραμμα και δημοσίευε τις λίαν δυσνόητες φιλολογικές του παρεμβάσεις σε εφημερίδες, με τον γενικό τίτλο «Οδός Αχύρου»

ΥΓ. 3 Επί του πολιτικού κι εκλογές έχουμε. Εχω τα μάτια της κάθε μέρα έναντί μου, να με κοιτάνε παρα(προ)κλητικά. Ετσι «Στηρίζω Ελσα» αφού αλλοφρονημάτισε ημάς και τον Λ. Αραγκόν που της έγραψε παλιότερα:
Τόσο βαθιά τα μάτια σου πόσκυψα να πιώ πάνω
Κι είδα τους όλους ήλιους σ' αυτά ν' αντιφεγγούν
Και τους απελπισμένους να πέφτουν να πνιγούν
Τόσο βαθιά τα μάτια σου που εκεί τη μνήμη χάνω... κ.λπ

(Μτφρ. Χρ. Λεοντάκης)

Υ.Γ.4. Έσκασα φαίνεται από ζήλια· να λείπω από τα βράδια κατά τα οποία το εντελώς βαρύ πνευματικό ύδωρ της πόλεως εν πλήρει διαχύσει λογοτεχνο-ριγούσε ή φιλολογολαγνουργούσε; Ως εκ τούτου:
«Θα μ’ εύρει εδώ το τέταρτον του αιώνος,
με όψιν σκοτεινήν απατεώνος

να αποστάζω απ’ του βυθού το κατακάθι
έναν Θεό που πίστεψα κι εχάθη».
(Γ. Κρπλς)

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Οι υποψήφιοι, ο κ. Νομάρχης και το ωτάριον!


Από σπόντα, λόγω γειτνιάσεως γραφείων, παρακολουθούσα εγκαίνιον (όρος νεοβενιζελικός άρα κατανοητά τον χρησιμοποιεί ο Κκλπλσμς) εκλογικού γραφείου υποψηφίου όντος για το ελληνικό κοινοβούλιο. Ετσι ουδέτερη η αναφορά για να μη προσδιορίσω εμφανώς το διαγ(κ)ωνιζόμενον είδος και φύλον και θεωρηθεί πως το διαφημίζω. Πώς λέει και γράφει την γνωστή είδηση ο τοπικός τύπος και οι τύπο του: «Ο εκπολιτιστικός σύλλογος –τάδε- (το είδος σουβλακολυμαίνεται τις μικροκοινωνίες), την «χοροεσπερίς» του (με όλη την ηχητική φαυλότητα και την διασκεδαστική, εκπολιτιστική θλιβερότητα), θα την κάνει σε κέντρον της περιοχής· των Μπουτζακίων, ας πούμε, όπου εσχάτως εκεί έλαβε χώρα το Γ’ συνέδριο πολιτιστικών συλλόγων του νομού (ποιά είναι όλα αυτά τα συλλογικά σχήματα που συμφύρονται φύρδην μίγδην σ’ αυτά τα ανθρωπουποσύνολα πολιτισμού, και γιατί τελικά;). «Αντί να φωνασκώ και να συμφύομαι. /Με τους υπαίθριους ρήτορες και τους αγύρτες/-Μάντεις κακών και οραματιστές-/Οταν γκρεμίστηκε το σπίτι μου /Και σκάφτηκε βαθιά με τα υπάρχοντα./ (Και δεν μιλώ εδώ για χρήματα και τέτοια)/Πήρα τους δρόμους μονάχος σφυρίζοντας...»). Ενώπιον του υποψηφίου όντος που αγωνιζόταν να πείσει τους εντελώς πεισμένους συγγενείς (από κακό ζόρι), φίλους (από ακόμα πιο κακή υποχρέωση) και τους παντελώς αδιάφορους προσκαλεσμένους και παρευρισκόμενους -από αβρότητα κι όπως πάνε στα μνημόσυνα και τις βαπτίσεις- μια κάποια αίσθηση γελοίου και έναν ελαφρύ κυματισμό ναυτίας διέχεε η στητή εκεί ολόκληρη (που λέει λόγος, δηλαδή η πραγματικότητα) της Ν.Α. μετά του προϊσταμένου της. Σκεφτόμουν εντελώς χωρικά (κι όχι ως ο χωριάτης απ’ τη Σκ’ρκα, που έγραφε κι ο πρασινοοικολόγος πρόεδρος), γιατί ο κ. Νομάρχης (ο κάθε δηλαδή, αλλά κι ο ένας έκαστος Δήμαρχος) δεν απέλυσε όσους εκ των εκλεγμένων συμβούλων του κατέβηκαν υποψήφιοι για βουλευτές; Μη βολευόμενοι στις μέχρι τώρα «καρέγλες» τους βούλονται, να βολευτούν ως βουλευτές.
«...Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε·
κ’ η τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.» *
Διότι νομικά δεν το μπορεί, θα πει ο εντελώς αθώος πολίτης ψηφοφόρος το αιώνιον θύμα των εκλογών. («‘Αιντε θύμα άιντε ψώνιο /άιντε σύμβολον αιώνιο/ αν ξυπνήσεις μονομιάς/θάρθει ανάποδα ο ντουνιάς»). Το μπορεί όμως, πολιτικά και ηθικά. Αφού οι εν λόγω υποψήφιοι βουλευτές (καλά κάνουν οι άνθρωποι να θέλουν κάτι καλύτερο να πετύχουν στη ζωή τους), έφτυσαν σιέλω μακρώ τον αρχηγό τους και ιδίως τους ψηφοφόρους τους (τα μόλις ανωτέρω θύματα δηλαδή), τι άλλη νομιμοποίηση μεγαλύτερη υπάρχει για τον φραστικό λακτισμόν των ατακτούντων;
Λέει ο όποιος υποψήφιος:
- Κοιτάξτε αγαπητά μου, μοναχικά ή εκατονταειδή ψηφονούμερα; Σας έχω τώρα γραμμένους όλους και την κάνω για το παρακάτω στου πολιτικά ανήθικου τη σκάλα και για το παραπάνω στης κερδοφορίας (λέξη που μνημείωσε η κ. Αλεξ. Παπαρρήγα) την κουτάλα. Με επιλέξατε (αρχηγέ μου!) για συνεργάτη και με εκλέξετε ως σύμβουλο νομαρχιακό (μπορεί και δημοτικό) κ.κ. ψηφοφόροι μου, κι εγώ τη στιγμή αυτή πουλώ την ψυχή μου κι εσάς, ακόμα και στον διάβολο του Φάουστ, για κάτι άλλο. Σας εγκαταλείπω, λίαν επιεικώς.
‘Οφειλε ο αρχηγός τους (ο αξιότιμος Νομάρχης δηλονότι) τη μέρα που δήλωσαν την υποψηφιότητά τους και την εγκατάλειψη του, να τους πιάσει απ’ το ωτάριον (όχι ως ο Κύριος στη Γεσθημανή για να επικολλήσει το κομμένο του δούλου Μάλχα, αλλά ως δάσκαλος σωφρονίζων μαθητές, ότι «ο μη δαρείς ου παιδεύεται» κατά τον Μέναδρον) και να τους πει:
-Στο καλό σας καλή επιτυχία, αλλά τώρα παραιτηθείτε εδώ κι αμέσως από το αξίωμα του συμβούλου για λόγους ηθικής και πολιτικής τάξεως. Προδώσατε τους ψηφοφόρους που μας έφεραν εδώ να διαχειριστούμε (τρομάρας μας) τις τοπικές τύχες του (ακόμα μεγαλύτερη τρομάρα του). Εγκαλείστε στο δικαστήριο της λαϊκής ετυμηγορίας για εγκατάλειψη θέσεως.
Ομως, ίσως σκεφτόταν εκείνο που είπε (υιοθέτησε τέλος, πάντων) ο νυν υπηρεσιακός πρωθυπουργός, όταν ήταν ακόμα στα πάνω του: Ο,τι το νόμιμον είναι και ηθικόν! Σωστό, γι’ αυτό βλέπει κι αυτός τώρα περίλυπος την Αλεξάνδρεια που χάνεται...
Ερώτηση.
Τι χρειάζεται να έχει ένας πολιτικός αρχηγός για να μπορεί να πει και να πράξει τοιουτοτρόπως, σώζων τουλάχιστον την αξιοπρέπειά του, ότι αυτός είναι ο πρώτος πολίτης του νομού, ο άρχων αλλά κι ο πρώτος υπηρέτης του, (κι αυτό είναι μεγαλύτερη τιμή του, μη ξεχνάμε πως ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών του) και δεν μπορεί ταυτόχρονα να υπηρετεί τα συμφέροντα πολλών άλλων κυριο-κυριών. Η απάντηση είναι μονολεκτική κι όχι αμφίσημος για να μην παρεξηγηθούμε.


*Ο στίχος του Κ.Π.Καβάφη φαντάζει κάπως άσχετος στο κείμενο, όπως οι απαντήσεις που δίναν σε ερωτήσεις οι του ντιμπέιτ (τι χυδαία λέξη!) αρχηγοί. Οι «καρέγλες» είναι εντελώς αισθησιακή έννοια ενώ οι καρέκλες είναι μόνο χρησμοθηρικές και ρουσφετολογικές πρωτίστως ως γνωστόν. Οι άλλοι στίχοι είναι κατά σειράν του Μ. Αναγνωστάκη και του Κ. Βάρναλη

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Σεφερικά της μέρας


Για μια ...χαμένη σεφερική “TETAPTH”
που βρήκε ο τ. Δήμαρχος Kοζάνης
(Επανάληψη στο σήμερα)

Οταν ανοίγω τα «Ποιήματα», εβδόμη εκδ. 1966, του Γ. Σεφέρη, η χειρόγραφη σημείωση στην πρώτη λευκή σελίδα γραμμένη με πένα κονδυλοφόρου της εποχής με σταματάει, σώμα γραφής πάνω στο βιβλίο, μήπως και στο κορμί; «Τρίτην ‘γεννήθη ο Διγενής και Τρίτην θα αποθάνην» 21 του Σεπτέμβρη του 1971...». «Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα εδώ που γράφω δεν είναι άλλο παρά εικόνες που κεντούν στο δέρμα τους φυλακισμένοι ή πελαγίσιοι» (Γ.Σ.)
Μόλις ξε-σχολισμένος, είχα επιστρέψει από την Θεσσαλονίκη που είχα πάει για τις εισαγωγικές εξετάσεις το Πανεπιστήμιο.
Δρόμο παίρνουν αφήνουν τα χρόνια πέρασαν...
Κλείνουν οι κύκλοι και οι εποχές των ανθρώπων κι όλο κάτι πάει ν’ αρχίσει καινούργιο κι αυτό χειρότερο πάντα να είναι. «Ολα αλλάζουν για να μην αλλάξει τίποτε» που σημείωνε κι ο Λαμπεντούζα στο «Γατόπαρδό» του.
Στις μεγάλες βιβλιοδόξες και λόξες μου (Ανοιξη 1996 - Μάιος 2003) την εποχή που η Κοζάνης ήταν «Πόλη του Βιβλίο» (τώρα είναι πόλη του γελοίου σ’ αυτό το θέμα κι εν γένει στον πολιτισμό της), σε μια από τις ανοιξιάτικες παγκόσμιες ημέρες ποίησης, σύναξα όλες τις τοπικές, ποικιλόμορφες εξουσίες(1) (κατά καιρούς αντιγράφω για αυτές ότι αλληλογλείφονται σαν ερωτιάρες γάτες) να διαβάσουν οι επιφανείς τους ποιήματα της επιλογής τους! Εδώ σε θέλω. Διοργανωτής το Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης (θεσμός που είχε συστήσει ο μόλις απελθών Δήμαρχος και ο ίδιος δια πράξεων ή παραλείψεων φρόντισε να αφυδατώσει έως εξαφανίσεως). Αυτά παραμονή 25ης Μαρτίου του 2001 στο καφέ-Αλλοτινό («Αλλοτινές μου εποχές...), κι ο άλλοτε μητροπολίτης Αμβρόσιος ήρθε για την απαγγελία έχων μαζί του το ποίημα του Οδ. Ελυτη: «Η Μαρίνα των Βράχων» σε κορνίζα, ότι ακόμα δεν είχε έλθει η βιβλιοθήκη του στο επισκοπείον (και δεν ήλθε ποτέ δηλαδή).
Αντιγράφω(2) τώρα μέρος, το μεγαλύτερο, από κείμενο που ακολούθησε εκείνη τη βραδιά. Ολόκληρο υπάρχει στα «Προλογύδρια παντός καιρού» εκδ. ΣυνΕταιρεία-Παρέμβαση 2003, το οποίο ίσως είχε κάποιο ενδιαφέρον σήμερα που μελαγχολώ δημιουργικά με αφορμή την επέτειο θανάτου του ποιητή (21/9/1971) και με τους ανθρώπους που κυκλοφορούν στην πολιτική πιάτσα κι είχαν ανέλπιστα κάποιο ρόλο τότε (και τώρα) στον εν γένει σεφερικό θίασο («Στήνουμε θέατρα και τα χαλνάμε»).

***
...Θα σταματήσω όμως, σ’ έναν απαγγελτή της βραδιάς. Στάθηκε η αιτία ν’ ανακαλύψω ένα ποίημα άγνωστο σε μένα, πασίγνωστο ή έστω γνωστό σ’ όσους όμως, διαβάζουν την ποίηση του Σεφέρη, αλλά στις εκδόσεις των “Ποιημάτων” του που έγιναν μετά τον θάνατό του, ήδη σήμερα έφτασαν στη δεκάτη ενάτη. Στους παλιότερους κι όχι απαραίτητα στην ηλικία, αναγνώστες δημιούργησε ένα μικρό ζήτημα. Θεωρούσα εαυτόν επαρκή γνώστη των ποιημάτων του Γ. Σ., αφού από τα μέσα του Γυμνασίου διάβάζα, ό,τι κι όπως τα καταλάβαινα τότε και ξαναδιαβάζω τα ποιήματα του, έτσι ώστε λέξεις, στίχοι ή ολόκληρα ποιήματα να μου είναι τόσο οικεία και γνωστά ώστε να νιώθω ότι μουλιάζω στην ατμόσφαιρά τους. Eτσι νόμιζα μέχρι το βράδυ της απαγγελίας των ποιημάτων από τους επιφανείς κι ειδικά του Δημάρχου Kοζάνης κ. Π. Kουκουλόπουλο που άφησε τον προσφιλή του, τουλάχιστον σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, Eλύτη αφού με το “Nα λάβουν εκδίκηση τα όνειρα” του τέλειωνε πάντα τις τελικές και νικητήριες προεκλογικές του ομιλίες και διάβασε Γ. Σεφέρη πιό κοντά φαίνεται στις προσωπικές στιγμές. Συγκεκριμένα το ποίημα “H Tετάρτη” από τη ενότητα “Σημειώσεις για μια εβδομάδα” της συλλογής “Tετράδιο Γυμνασμάτων”. Tο ποίημα μου φάνηκε εντελώς άγνωστο. Δεν το είχα ξανακούσει, ούτε ξαναδιαβάσει. Kι ήταν τόσο ωραίο! Πριν τη βραδιά εκείνη όταν έκανα τον διευκρινιστική επίσκεψη ή τηλέφωνο σε εκείνους που ήθελα έπαιρναν μέρος στην εκδήλωση (Mητροπολίτη, Nομάρχη, Bουλευτές, Δημάρχους, προέδρους) στην πρόταση εν αρχή ξαφνιάζονταν. Kάπως έτσι ένιωσα κι εγώ από το ποίημα. Mε ξάφνιασε το πασίγνωστο! Δεν το ήξερα, το άκουγα για πρώτη φορά και μάλιστα σε ανάγνωση που είχε το χρώμα της εσωτερικότητας και του ύφους του. Kι άλλη έκπληξη, τώρα μικρότερη. Tο διάβασε από ένα ανθολόγιο ποιημάτων του Σεφέρη και του Eλύτη που επιμελήθηκε η τελευταία ηγερία του Eλύτη, Iουλίτα, ποιήτρια στο εξής, σε έκδοση του Iκαρου με τη χορηγία της Oλυμπιακής αεροπορίας, η οποία εταιρεία το χαρίζει στους πολυταξιδεμένους πελάτες της στους ουρανούς κι όχι απαραίτητα στην ποίηση. Oμολογώ κάπως ζήλεψα τον ιδιοκτήτη για το απόκτημα του, δεν γνώριζα την έκδοση δεν την είχα, δεν ταξιδεύω με την Oλυμπιακή τόσο τακτικά, απεναντίας. Oμως τώρα μ’ ενοχλούσε περισσότερο η άγνοια παρά η στέρηση. Ψάχνοντας τα “Ποιήματα” του Γ.Σ. στην 7η έκδοση του 1967 διαπίστωσα ότι από την συγκεκριμένη ενότητα έλειπαν οι μέρες “Tρίτη” και “Tετάρτη”. Aπό τη “Δευτέρα” ακολουθούσαν αποσιωπητικές σειρές και πήγαιναν τα ποιήματα στην “Πέμπτη” κλπ. Γιατί άραγε; Δικαιολογήθηκα στον εαυτό μου για την άγνοια, αλλά η αναγνωστική μου αμέλεια δεν συγχωρείται, αφού η 19η έκδοση που κι αυτήν έχω, έχει τα ελλείποντα ποιήματα της έβδομης, αλλά απ’ αυτήν διαβάζω μόνο “Tα τρία κρυφά ποιήματα” που πρόσθεσε αργότερα ο επιμελητής της Γ. Π. Σαββίδης. Tα προηγούμενα θεωρούνταν γνωστά από τη μαθητική κι αγαπημένη έκδοση. Kατέφυγα για τις απορίες μου τηλεφωνικά στο Γιώργη Παυλόπουλου, τον ωραίο ποιητή που μονάζει στον Πύργο Hλείας και κάπου ζηλεύει, όπως λέει, την Kοζάνη για όσα γίνονται εδώ στα γράμματα, γνώστη του σεφερικού έργου, ήταν φίλος του άλλωστε. Tα πράγματα ήταν απλά. Oσο ζούσε ο ποιητής (μέχρι 21 Σεπτ. 1971) οι εκδόσεις των ποιημάτων του κυκλοφορούσαν με την έλλειψη αυτή αφού όταν τυπώθηκαν κι ανατυπώθηκαν, από τα χαρτιά του ποιητή είχαν παραπέσει τα χειρόγραφα με τα ποιήματα TPITH και TETAPTH της ενότητας αυτής. Aμέσως μετά το θάνατο του στην Iταλία, όπως μου είπε ο ποιητής, έγινε μια έκδοση μικρή που περιείχε τα ποιήματα μόνον εκείνης της εβδομάδας.
Παραθέτω παρακάτω το ποίημα που διαβάστηκε εκείνο το βράδυ και που το γνώρισα για πρώτη φόρα. Eχω την εντύπωση πως γνώρισα έναν άγνωστο, ένα θαυμάσιο άνθρωπο που αγνοούσα και ο οποίος λάνθανε δίπλα μου ή λίγο πιό μακριά. Tο ποίημα είναι στη γνωστή ποιητική ατμόσφαιρα του Γ. Σ έχει όμως το ξεχωριστό του νέου για μένα κι άγνωστου κι όπως κάθε νέο κι άγνωστο σε προκαλεί, σε προσκαλεί σε αναγνώσεις πολλαπλές, για αναγνωρίσεις λεπτομερείς ή στις γνωστές καταστάσεις που όταν τις ζεις όλα σου φαίνοται ξεχωριστά κι ας είναι αιωνίως τα ίδια.

TETAPTH

“- Γιατί δε βραδιάζει;
- Kοίταξε αν θέλεις, κάπου θα βγεί το νέο φεγγάρι.
- Oλοι κοιτάζουν τι θα κάνεις
κι εσύ κοιτάζεις τα πλήθη που σε κοιτάζουν·
οι ματιές γράφουν ένα κύκλο στενό
που δεν μπορεί να σπάσει.
Aν γεννηθεί κάποιος ο κύκλος θα πλατύνει
αν πεθάνει κάποιος ο κύκλος θα στενέψει
αλλά τόσο λίγο, για τόσο λίγο.
Kι οι τέσσερεις άλλες αισθήσεις ακολουθούνε την ίδια γεωμετρία
Aν αγαπούσαμε θα ‘σπαζε ο κύκλος,
θα κλείναμε τα βλέφαρα μια στιγμή.
Aλλά δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε.

Hταν ωραία τα μάτια σου μα δεν ήξερες που να κοιτάζεις
κι όταν είπες να φύγουμε γιατί άρχισε να σκοτεινιάζει,
γύρισες και με κοίταξες στα μάτια και μια νυχτερίδα
πέταξε γράφοντας τρίγωνα...
Ξανάρχισε πάλι το γραμμόφωνο.
Oι νυχτερίδες οι δικές μας τώρα
γράφουνε κύκλους που στενεύουν όσο πετάνε
από τον άνθρωπο στον άνθρωπο, στον άλλο άνθρωπο
κανείς δεν ξεφεύγει
κι η ζωή είναι πλούσια γιατί είμαστε πολλοί
κι όλοι μας ίδιοι
κι η ζωή είναι πλούσια γιατί βρήκαμε τελειοποιημένα μηχανήματα
όταν οι αισθήσεις παρακμάζουν.
Aδέρφια, μοιραστήκαμε το ψωμί και τον πόνο.
Kανένας μας δεν πεινά, δεν υποφέρει πια κανένας
κι έχουμε όλοι μας το ίδιο ανάστημα, Kοιτάχτε μας!
Σας κοιτάζουμε, Kι εμείς! Kι εμείς! Kι εμείς!
Δεν είναι τίποτε παραπέρα
- Oμως τη θάλασσα
δεν ξέρω να την έχουν εξαντλήσει.”

Eίπα παραπάνω ότι ζήλεψα το Δήμαρχο γιατί είχε την έκδοση που δεν έχω. Mήπως όμως ζήλεψα γιατί διάλεξε αυτό το ωραίο ποίημα που δεν το ήξερα κι έγινε αφορμή τώρα να το γνωρίσω;

Σημείωση

1. Από τους συμπρωταγωνιστές εκείνης της βραδιάς σήμερα κάποιοι είναι στην πρώτη γραμμή της αναζήτησης ψήφων για την εκλογή τους. Τους καταγράφω κατά σειρά συμπαθείας των ποιητών: Γ. Βλατής (Γ. Σεφέρη), Νίκος Τσαρτσιώνης (Ρ. Κίπλιγκ), Αλέκος Αθανασιάδης (Γ. Στρατήγης), Λαζ. Λωτίδης (Ηλ. Σιμόπουλος), Μ. Παπαδόπουλος (Γ. Κρόκος).
2. Γιατί το κάνω; Δεν ξέρω; Δεν το ξεκαθάρισα μέσα γιατί να θέλω ν’ αναμιχθώ ίσως σ’ αυτό το θλιβερό, πολιτικό, κομματικό αλισβερίσι των ημερών. Μήπως για να δηλώσω βουερά απών με τη σιωπή αγαπημένων ποιητών προτάσσοντας στην αθλιότητα της πραγματικότητας τα «Χάρτινα στήθη των στίχων» του Αρη Αλεξάνδρου.

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Οντως το έχω παρακάνει...και μπορεί ο Λ. Τσ. να μου τραβήξει κάπως τ' αυτιά

Το έχει παρακάνει...

Ο –άσπονδος τελικά - φίλος Βασίλης Καραγιάννης, πολυγραφώτατος και πολυδιαβασμένος, συχνά εκτροχιάζεται λόγω της κακής του συνήθειας να τοποθετείται επί παντός επιστητού, χωρίς συχνά να διασταυρώνει τις πληροφορίες του.
Δεν είναι λίγες οι φορές που έπιασε στο στόμα του την Οικολογική Κίνηση και τον υποφαινόμενο, γράφοντας διάφορες μικρόψυχες «χιουμοριστικές» κριτικές, με ανεξήγητα μέχρι στιγμής κίνητρα.
Τελευταίο δείγμα η ειρωνική αναφορά του στη συνέντευξη τύπου που δώσαμε ως Οικολόγοι Πράσινοι, όπου κατηγορηθήκαμε ότι «επιδείξαμε» ένα πυροβολημένο πουλί στα κανάλια. Που είναι το μεμπτόν της υπόθεσης ; Την ώρα της συνέντευξης έφερε κάποιο μέλος μας ένα πυροβολημένο μελισσοφάγο. Σε τέτοιες περιπτώσεις πριν στείλουμε το πτηνό για περίθαλψη προβάλουμε το περιστατικό, ώστε να δείξουμε τις συνεχιζόμενες παραβάσεις της κυνηγετικής νομοθεσίας και να παρακινήσουμε τους πολίτες να μας στέλνουν τραυματισμένα ή δηλητηριασμένα από φυτοφάρμακα πουλιά. Συγνώμη για το .. έγκλημα μας, Βασίλη, άλλη φορά δε θα το ξανακάνουμε.
«Έγκλημα» 2ο. Τις προάλλες ανακοινώσαμε στον τοπικό τύπο την απόφαση της Πολιτείας να ανακηρυχτεί το ΞΕΝΙΑ διατηρητέο κτίριο, απόφαση που οφείλεται σε ενέργειες της Οικολογικής Κίνησης, μετά από υπόδειξη – και τεχνική τεκμηρίωση – του αρχιτέκτονα Κώστα Δεσποτίδη. Τον τελευταίο μάλιστα ευχαριστήσαμε και δημοσίως αφού επισημάναμε την καθοριστική συμβολή του. Ο κ. Καραγιάννης θεώρησε σκόπιμο να παίξει το ρόλο του τιμητή του κ Δεσποτίδη και σχολίασε την ανακοίνωση λέγοντας ότι το επίτευγμα οφείλεται στον «υποψήφιο Βουλευτή του ΣΥΝ (ριζα)» κ. Δεσποτίδη, αλλά και «τους τακτικούς Οικολόγους (σχεδόν εξ επαγγέλματος) και τα άτακτα στίφη αυτών που δεν προτάσσουν στήθη αλλά μονο-λόγους».
Προς τι η ειρωνεία και η απαξίωση ; Μήπως υπονοεί με τους λεκτικούς ακροβατισμούς του ότι οικειοποιηθήκαμε τη δουλειά του Κ. Δεσποτίδη ; Τον πληροφορούμε ότι όταν μας κοινοποίησαν την απόφαση για το ΞΕΝΙΑ επικοινωνήσαμε με τον κ. Δεσποτίδη και επιμέναμε να εκδώσει αυτός την ανακοίνωση, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την ιδιαίτερη συμβολή του. Τελικά ο ίδιος αρνήθηκε υποστηρίζοντας ότι η Οικολογική Κίνηση τράβηξε με συνέπεια όλη την ιστορία και τελικά η ανακοίνωση γράφτηκε από κοινού. Συγνώμη, Βασίλη, άλλη φορά δεν θα παίρνω τον Κώστα για να συνεννοηθούμε ποιος θα υπογράψει μια κοινή μας δράση, αλλά θα ρωτούμε εσένα !
«Έγκλημα» 3ο. Την περίοδο των Ευρωεκλογών ο κ. Καραγιάννης άκουσε από κάποιες γριές ότι κόπηκαν δύο δέντρα κοντά στην «Αγιάννα», αλλά ο Πράσινος Οικολόγος δεν πήρε χαμπάρι, γιατί μάζευε ψήφους κλπ, κλπ. Συγνώμη, Βασίλη, άλλη φορά θα περνώ από όλ’ τ’ς χωρατάδις τ’ς Σκ’ρκας και θα ρωτώ τ’ς μπάμπις μήπως έκοψαν πουθενά κάνα δέντρο …
Δυστυχώς, Βασίλη, δεν μπορώ να σε κρατήσω κακία, όπως θα έκανε κάποιος άλλος στη θέση μου. Κι αυτό, διότι αναγνωρίζω τη συμβολή σου στην πνευματική ζωή του τόπου και παραβλέπω αυτό το κακόβουλο χρόνιο «χιούμορ». Εκείνο που δεν μπορώ να καταλάβω είναι τα κίνητρα σου. Ή βαλτός είσαι, όπως λένε κάποια εξοργισμένα μέλη της Οικολογικής Κίνησης, (πράγμα που εγώ δεν το πιστεύω), ή όσο περνούν τα χρόνια το χάνεις …
Διάλεξε και πάρε
Λ. Τσικριτζής
Πρόεδρος της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης

Αμεσες απαντήσεις εις Λζρν Τσκτζ και την Οκλγκ του Κνσ δηλαδή το κόμμα του τώρα.

1. Ομολογώ πως το έχω παρακάνει. Αλλη φορά θα είμαι ακόμα πιο δηκτικός. Αλλά τι φλύαρος θεέ μου. Τρεις σειρές του 'γραψα με σαραντατρείς απάντησε. Διάρροια κανονική λόγου. Δώσε αφορμή στο χωριάτη να σ' ανέβη και στο κρεβάτι.
2. Ομως να μη λησμονεί πως όταν ένα κίνημα συνείδησης το μετατρέπουν κατά το δοκούν και το καραδοκούν σε κόμμα κάθε τρεις και λίγο, δηλαδή για ν’ αρπάξει κι αυτό και ν’ αρπαχτεί από κάπου, τότε θ’ ακούσ(ουν)ει στη γλώσσα αυτής της τρέχουσας πρακτικής, λόγια. Δεν μπορούμε να το αντιμετωπίζουμε όπως μια περιβαλλοντική οργάνωση ή κάτι μεταξύ κατηχητικού και προσκοπικού φυσιολατρικού ομίλου με τις οποίες προσιδιάζει τον άλλο καιρό το εν λογω πτηνοοικολογικόν σύνολο. Αυτού του κόμματος πλέον λίγο παρακάτω της πόλεως και του νομού στο κέντρον η κατάσταση είναι χειρότερη. Και μη μου αντιτάξουν κακά λόγια για το χάλι αριστεράς (της πολιτισμένης, ότι αυτή μόνον υπάρχει κι αξίζει να υφίσταται ως τέτοια), γιατί εγώ θα πω, αλίμονον, περισσότερα.
3. Με τα χρόνια όλοι τα χάνουμε κάπως.
Εγώ «Λέω πάλι πως το μόνο που έχω χάσει
είναι η ασήμαντη επιφάνεια των πραγμάτων...»

στίχος του Μίλτον που επαναλαμβάνει κι ο Χ.Λ.Μπόρχες.

Β. Π. Καραγιάννης
πρόεδρος του iparemvasi.blogspot.com

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2009

Η παγκόσμια Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού και το ελληνικό κυνήγι αυτού


Στον πρόναο του καθεδρικού ανήμερα της εορτής –«Χαίρε ξύλον μακάριο»- (αμφίσημον) δια της πλαγίας κι από συμπαθή μου υπηρέτη του ναού πήρα μιαν μάτσαν βασιλικόν και πλατύφυλλον και σγουρό, ανάμικτο και τον μοίρασα δώθε κείθε αλλ’ αγαπητικά.
Με τον εσπερινό σήμαινε η έναρξις εορταστικά της άλλης μέρας όπου προεξέχων άγιος στο Συναξάρι είναι ο Βησαρίων κλπ., ο περιφεριάρχης δηλ. άγιος πασών των Θετταλών κι ας λέει ο Θουκυδίδης «Απιστα τα των Θετταλών...).
Εν τω μεταξύ τουλάχιστον 4 τελετές λάβαιναν χώρα από κείνη την ώρα κι εφεξής.
1. Στο Κοβεντάρειον που με το λαχανί του χρώμα θυμίζει αίθουσα επιβατών μεγάλου πλοίου (εκεί το μεσημέρι ο πρασινολόγος της οικολογίας επιδείκνυε τραυματισμένον μελισσουργόν -πουλάκι είναι και λαλούσε κι όχι εκμεταλλευτής μελισσών- τον οποίο και οδηγούσε εκόντα άκοντα εις περίθαλψιν στο πτηνιατρείον) ο 19ετής δήμαρχος (ξεπέρασε και τον «Δεκαπενταετή πλοίαρχο» του Ιουλίου Βέρν) αποχαιρετούσε (επιτέλους δι’ αυτόν και αλλήλους) την Αλεξάνδρειάν του κι έβαζε πλώρη για Αθήνα μεριά. Αμετάκλητα, άκουσα στομφωδώς (προς φοβέραν ποίων άραγε;) να διαδηλώνει ότι αποχωρεί (δε χρειάζονταν οι νομικοί όροι ότι η υποψηφιότητα και μόνον ακόμα και στο πλέον ασήμαντο κόμμα σε μια συνιστώσα του ΣΥΝ(ριζα) λ.χ., δημοσίου πολίτη αιρετού, επιφέρει αυτοδίκως παραίτησίν του). Ολοι εχθροί και φίλοι, ο καθείς με τον πόνο του, του εύχονταν κατευόδιο, άλλοι ένδακρυς (κι αυτός) κι άλλοι εύχαρεις. Νωρίτερα διέσχισε μετά της κουστωδίας του τον πεζόδρομο, μια πορεία που έκρυβε συγκίνηση, μελαγχολία και θλίψη. Μέχρι τώρα νικούσε από έναν έως ενάμιση αντιπάλους σε κάθε δημοτική αναμέτρηση, τώρα έχει να τα βάλει με έξη ορκισμένους αντιπάλους (εχθρούς κανονικούς δηλαδή εσωκομματικούς, οι οποίοι θέλουν να διασπαράξουν την ανθρώπινη δημοτική λεία (ή έρμα) που σέρνει στο σκάφος του.
Αποχαιρέτα λοιπόν την Αλεξάνδρεια που χάνεις
καθώς ανοίγεις τα πανιά για βουλευτής Κοζάνης
έχων κρεμμασμένας μπρος και πίσω άπειρας πήρας
οδεύων δημάρχος κραταιός για βουλευτο-κλητήρας

2. Στην Εστία Εθνικής Αντιστάσεως Κοζάνης και περιχώρων λάβαινε την ίδια ώρα σοβαρά συζήτηση περί του ιστορικού κομμουνιστού, οσιομάρτυρα Ν. Πλακοπίτη (τουφεκίστηκε με τους 200 στην Καισαριανή το 1944) υπό εγκρίτων ιστορικών του σκοινιού και του πασσάλου, ως προς την επιστήμη τους, εννοείται. Αγριοπερίστερο του αγώνα ονόμαζαν τον μάρτυρα στην πρόσκληση. Ισως γιατί οι περιστεράιδες τότε σύντροφοί του, που επιχωριάζουν στη Σκρκα ακόμα και σήμερα, αλλά και το κράτος της 4ης Αυγούστου, δεν μπόρεσαν να τον εξημερώσουν!

3. Στο άλλο παραδοσιακό σπίτι του Φιλοπρόοδου ομίλου με την κερασιά στη μέση εγένετο ωδική μνεία της άλλοτε δόξας του λαϊκού τραγουδιού Βίκυς Μοσχολιού· δηλαδή «Τα τραίνα που φύγαν αγάπες μας πήραν» δυστυχώς ακόμα κι αυτό με το μοναδικό δρομολόγιο της Κοζάνης.

4. Εμένα τι με νοιάζουν όλα αυτά και το αν τη μέρα της παγκόσμιας ύψωσις του Τιμίου Σταυρού στην Ελλάδα, στην πόλη και τα χωριά, άρχιζε το άγριο κυνήγι του εκλογικού σταυρού;
-«Χαίρε σταυρέ ζωής ταμείο»!
Πήρα την σκαλοπατημένη οδόν Μαραθώνος στα νότια πλάγια της Σκρκας για το ναό της Μεταμορφώσεως. Τα στένα της, όσα δεν καταπατούνται και πνίγονται από τους κατοίκους της, τώρα υφίστανται σκάψιμο δια την διέλευσιν της τηλεθέρμανσης. Το Ξενία διεσώθη ως μνημείο, με πρωτοβουλία των ευγενών συμπολιτών (εκεί ξεχώρισε ο μηχανικός κ. Κ. Δεσποτίδης υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΝ(ριζα) τις προηγούμενες εκλογές για να μην ξεχνιόμαστε -το χούι μας είναι χούι. «Αν μες στις φωνές που τα βράδια τρυπάνε ανελέητα τα τείχη/Ξεχώρισες μια: Είναι η δική του. Ανάβει μικρές πυρκαγιές») και με άλλους κοζανίτες, τους τακτικούς Οικολόγους (σχεδόν εξ επαγγέλματος) και τα άτακτα στίφη αυτών που δεν προτάσσουν στήθη αλλά μονο-λόγους.
Στο ναό λάβαινε χώρα και ανάμνηση του ιστορικού θραύσματος της εγίρας των Αγραφιωτών που ήρθαν το 1680 από τις περιοχές που επόπτευε ο άγιος Βησαρίων, μετά τους αποτυχημένους ξεσηκωμούς εκεί, στην πόλη κι εποίκισαν κι αυτοί αυτήν, ποσώς. Κάθε παραμονή λοιπόν του αγίου όσοι κρατούν από κείνες τς γενιές των εποίκων τελούν έναν εσπερινό μετ’ αρτοκλασίας με όλους τους τύπους και τους υπογραμμούς. Οι Θεσσαλονικείς απόγονοι φέτος, όμως, δεν διέβησαν τον βουερό Αξιό και το λαδερό Λουδία για να παρευρεθούν. Ομως οι σεβάσμιες γυναίκες του λόφου αλλά και οι απόγονοι εκείνων τήρησαν την πάτρια και ωραία ανάμνηση. Αδιάφοροι για τα διαδραματιζόμενα στο κέντρον της πόλεως, ζούσαν τον τρόπο τους μετρημένοι επώνυμοι ο καθένας στην ανωνυμία τους, αλλ’ όχι όχλος και μάζα φωνασκούντων, όπως ένας χυλός απελπισίας. Ακουσαν κι άκουσα κι εγώ, λαθραναγνώστης της ιστορίας τους, τους εξαίσιους «Χαιρετισμούς του Σταυρού» ένα ποίημα υψηλής στάθμης, θυμήθηκαν ή ξεχάστηκαν στα δικά τους ο καθένας και στον κόσμο της νοσταλγίας του
Ασε τους ψηφάκηδες να κουρεύονται και να καίγονται για τους επίγειους σταυρούς με τους οποίους φυσικά θέλουν να σταυρωθούν και να καρφωθούν μ’ όλο το είναι τους πάνω και στο μεγάλο σταυρό της Βουλής για να σώσουν έτσι το προσωπικό πολιτικό τους σαρκίον (καλή κι ευλογημένη απαίτηση και το καταλαβαίνω) αλλά να σώσουν και την Ελλάδα κι εμάς μαζί; Αυτό δεν το κατανοώ. Αρκετά εσώθημεν έως αφανισμού υπό των ιδιοτελών κομμάτων της εφ’ όλης της ύλης αρπαγής.
Κάπου κάπου έριχνε και καμιά ξεχασμένη σταγόνα βροχής κι ο σύντροφος σκίουρος φέτος δεν φάνηκε.

Γλυκό ήταν της Παγκόσμια Υψωσις του Σταυρού το βράδυ
ο ναός έφεγγε τις σεμνές σκέψεις, αρνητική ακτινογραφία
κι έβγαζαν οι ψυχές το απόσταγμα γνήσιο κρασί και λάδι.
- Ελα εδώ που είμαι, όπως χρόνια, στη στενωπό της ιστορίας.

K. Καρυωτάκη, Μπαλλάντα στους παραληφθέντες πολιτευτές υπο Β.Π.Κ. παραποιηθείσα αγρίως



Aπό λαό και μηχανισμούς παραμελημένοι,
αφού οι αρχηγοί τους ξέχασαν πικροί,
μαραίνονται οι πολιτευτές· τους απομένει
πλούτος η πλήξη κι η οργή η παγερή.
Ευήθεις και με αφέλειες έμπλεοι την τρομερή
των Ολυμπίων εκδίκηση απειλούνε.
Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλλάντα στους πολιτευτές ως μλκς που’ ναι.

Για να ζήσουν οι Πάριδες ευτυχισμένοι.
οι Ρούληδες το έπαιζαν για χρόνια μωροί,
η κυρία Βουλή τούς είναι χωρισμένη.
Κι έτσι κανένας όμως δεν ανιστορεί
και η μούντζα τους εσκέπασε βαρύτατη
τους παραλειφθέντες των εκλογών που κλαψουργούνε.
Μα εγώ σαν προσφορά κάνω γλυκύτατη
μπαλλάντα στους πολιτευτές ως νούμερα πού ναι.

Αν και του κόμματος η περιφρόνηση τούς βαραίνει
αυτοί περνούνε στον πεζόδρομο κορδωμένοι αλλ’ ωχροί.
στην κωμικο-τραγικήν απάτη τους δοσμένοι
πως κάπου, που θα πάει η Δόξα καρτερεί,
παρθένα βαθύκολπη και με γαστέρα χαλαρή.
Μα ξέροντας πως όλοι τούς ξεχνούνε,
νοσταλγικά κι εγώ παραποιώ τη θλιβερή
μπαλλάντα στους πολιτευτές ως λόξες πού ναι.

Και κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
-Ποιος νούμερο παρα-ποιητής θέλω να πούνε,
την έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλλάντα στους πολιτευτές φουκαράδες πού’ναι;

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

«Οι Εφτά νάνοι»* ή «Εφτά σε παίρνει αριστερά μην το ζορίζεις» του Θ. Μκρτσκ


«Σύμφωνα με τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και την κείμενη νομοθεσία ο δήμαρχος Κοζάνης Πάρις Κουκουλόπουλος θα πρέπει να υποβάλλει την παραίτησή του μέχρι την επόμενη Παρασκευή. Ομως, όπως μας είπε χθες ο ίδιος, θα παραιτηθεί άμεσα, δηλαδή το αργότερο την ερχομένη Δευτέρα, για να μη δημιουργηθεί το παραμικρό ζήτημα!. Ηδη μάλιστα, μάθαμε πως σήμερα θα αρχίσει να μαζεύει τα πράγματά του από το γραφείο στο οποίο κάθισε για 19 συναπτά έτη...»
Οι ειδήσεις
***
1η Mαίου 2003, πριν χαράξει στη Bιβλιοθήκη μάζευα τα τελευταία μου πράγματα· μαζί και δύο φωτογραφίες, μία της Δήμητρας που παίζει πιάνο και η άλλη με τη μάνα μου στο γραφείο, από το οποίο έφευγα οριστικά.
***
Το θέμα δεν είναι το πώς φεύγεις από έναν τρόπο που αγαπάς ούτε αν πας για τα καλύτερα ή τα χειρότερα. Το θέμα είναι ότι φεύγεις οριστικά κι αμετάκλητα (φορές ξεκολλάς ή σε ξεκολλούν βίαια) κι αυτή η βεβαιότητα είναι μια θανάσιμη στην αρχή αγωνία, στη συνέχεια ήπιο πένθος και στην ακολουθία της ζωής ίσως και χαρμολύπη ύπαρξης μπορεί και δημιουργίας.
-Ποιός ξέρει;
***

Γράφει ο Μίλτος Σαχτούρης:

Μια μέρα θα φύγω κι εγώ
Όπως έφυγε ο Ντύλαν Τόμας
Όπως τα μανιτάρια από το πιάτο του παπά
Όπως οι φώκιες της Αλόννησος
Όπως το περιστέρι του ψαρά
Όπως η γάτα του λωτοφάγου
Όπως οι κάτοικοι του Βυσσινόκηπου
Από το κτήμα τους το αγαπημένο
Όλοι φεύγουμε
Που να πάρει ο διάολος...



ΥΓ. Και ο +1 νάνος

Εγινε επι οκταετίαν πρωθυπουργός κι αρχηγός, ύστερα ως άρχοντας των δακτυλιδιών παρέδωσε το δαχτυλίδι του πανικόβλητος. Τον λοιδόρησαν, τον περιέπαιξαν, τον έδιωξαν σκαιώς από τη στάνη του. Αυτός εκεί. Τώρα ξανά τον εξευτέλισε ο έσχατος της δυναστείας των Παπατέτοιων, ο οποίος θέλει δε θέλει θα μας κυβερνήσει, βλέπετε αυτοί είμαστε που είμαστε κι ως λαός αυτοί οι ηγέτες μας ανήκουν και οι ηγέτες απ’ αυτόν τον λαό, εμάς δηλονότι, υπάρχουν.
Υπάρχει μια κατηγόρια στα ασπόνδυλα με την οποία συγγενεύει ο εν λόγω, η αχηβάδα (=μαλάκιον δίθυρον).

Μέρες του 1896 (και του 2009)

Εξευτελίσθη πλήρως. Μια ερωτική (πολιτική) ροπή του
λίαν απαγορευμένη και περιφρονημένη
(έμφυτη μολοντούτο) υπήρξεν η αιτία:
ήταν η κοινωνία σεμνότυφη πολύ.
Έχασε βαθμηδόν το λιγοστό του χρήμα·
κατόπι τη σειρά, και την υπόληψί του.
Πλησίαζε τα τριάντα (βάλε βάλε) χωρίς ποτέ έναν χρόνο
να βγάλει σε δουλειά, τουλάχιστον γνωστή.
Ενίοτε τα έξοδά του τα κέρδιζεν από
μεσολαβήσεις (τον είπαν αρχιερέα των) που θεωρούνται ντροπιασμένες.
Κατήντησ’ ένας τύπος που αν σ’ έβλεπαν μαζύ του
συχνά, ήταν πιθανόν μεγάλως να εκτεθείς.


Κ.Π.Κβφς και δια την ελαφράν παραποίησιν Β.Π.Κ.


http://www.youtube.com/watch?v=nyG6gSyW5eE

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009

Οι «Ηγεμόνες εκ Δυτικής Λιβύης» καθώς ορμούν σαν τραίνο στην αυτοδυναμία


Η κεντρική οδός της οποίας έχω αφ’ υψηλού άποψιν καθ’ όλον το μήκος και πλάτος της γεμίζει με άγνωστές και περίεργες φυσιογνωμίες πολιτών, μια φόρα το έτος, το τριήμερον του Νιάημερου- η μόνη λέξη στην ελληνική που τονίζεται πριν από την προπαραλήγουσα -(πλησιάζει και φέτος θα συμπέσει με τον πολιτικό μας) και τις μέρες που έχουν συγκέντρωση τα δύο κόμματα εξουσίας, τα οποία βρίσκονται στον ίδιο παρονομαστή αμετροέπειας λόγων και τρόπων. Τότε από την ενδοχώρα του νομού καταφτάνουν διάφοροι νοματαίοι οι οποίοι κρατούν στα χέρια τους διπλωμένες τις πλαστικές σημαίες του αγώνα (για την τακτοποίηση των οικείων τους ζητημάτων) που ούτε στιγμή δεν υποστέλλουν και ομπρέλες καλού κακού για τη βροχή. Οι επισκέπτες του νιάημερου συνήθως κρατούν στους ώμους τους χαλιά πωλούμενα (από τους αθίγγανους) όχι μισοτιμής αλλά σε ευτελή τιμή, για να ενδύσουν τις οικίες τους.
Η μια σκηνή είναι γνησίως πολιτική, άσχημη ή άλλη απλώς λαογραφική αλλά χρηστική και οι δύο γνησίως ελληνικές και πατριωτικές.
Από το νιάημερο αγοράζεται ο γνωστός χαλβάς, ενώ από τις συγκεντρώσεις ο πολιτικός. Εχουν και οι δύο την ίδια γλυκεία αίσθηση στη γεύση και τη γλίτσα.
Είχα δει κάποτε πως παρασκευάζεται αυτός δίπλα από τους χώρους του Ν. σ’ ένα αχούρι με όλους τους κατοίκους του παρών (άλογα, πρόβατα, σκυλιά γουρούνια) να κοιτούν διαπορούντες και ίσως και να σιχαίνονται για το πως τρώει τέτοιο χαρμάνι το ανθρώπινο είδος. Ο άλλος ο πολιτικός παρασκευάζεται κι αυτός αποκλειστικά στα κομματικά μαντριά και τους ιδεολογικούς στάβλους.
Το πανηγύρι της ακαλαισθησίας άνοιξε ανήμερα εορτής Μηνοδώρας Μητροδώρας, Νυμφοδώρας μαρτύρων, η πράσινη δυσοσμία για ν’ ακολουθήσει οσονούπω η γαλάζια κακοσμία.
Κι ενώ από μακριά ακούω τον ρόγχο των μεγαφώνων κάτω από το γραφείο μου περνά: «Ενας λαός που δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά» μιας πορείας λίαν φανατικών χωρικών και ενός λεωφορειομεταφερόμενου λόχου ΤΕΙ-όπαιδων, (και παρα-λίαν «αισθαντικών»), δύο συμπαθείς κατηγορίες της αυτής υψηλής, νοητικής στάθμης κι αισθητικής, χρόνια τώρα. Εν τω μεταξύ ένας λαός καθόταν στο Ερμιόνιον και βαριόταν αλλά κι αναρωτιόταν. Είκοσι χρόνια πασοκιάς και οκτώ χρόνια δεξιάς δεν μας φτάνουν;
-Μας φτάνουν και μας παραφτάνει!
Πάροδος.
Θυμήθηκα τον αλήστου μνήμης πατέρα του ερχόμενου, πριν από χρόνια και από την αυτή πλατεία να διαλαλεί, εντός υαλίνου κλωβού εγκλωβισμένος και μεθυσμένος από το τίποτα: «Δεν υπάρχουν θεσμοί μόνον λαός». Επί το ελληνικότερον: «Δεν υπάρχουν θεσμοί μόνον κομματικοί εσμοί».
Στο τώρα πάλι. Μια γεγονυία φωνή διέσχισε το πλήθος που πάγωσε: «Ο δήμαρχος Κοζάνης μετά από 19 χρόνια απέδρασε. Η Κοζάνη έχει Δήμαρχο. Ζήτω! (ποιός;)». Προς στιγμήν ολοι όρμησαν προς τα κει που ακούστηκε η φωνή αλλά αντιμετώπισαν το άδειο.
Οι δύο πρωταγωνιστές της βραδιάς, ο ερχόμενος πρωθυπουργούς εν αδυναμία, κι ο απερχόμενος Δήμαρχος εν τέως παντοδυναμία, μου θύμισαν-γιατί άραγε;- τον Κ. Π. Καβάφη και τον «Ηγεμόνα εκ Δυτικής Λιβύης»
***
Άρεσε γενικώς στην Αλεξάνδρεια,
τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού,
ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης
Αριστομένης, υιός του Μενελάου.
Ως τ' όνομά του, κ' η περιβολή, κοσμίως, ελληνική.
Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά
δεν τες επιζητούσεν· ήταν μετριόφρων.
Αγόραζε βιβλία ελληνικά,
ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά.
Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος.
Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο,
κ' οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά.

Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε.
Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος.
Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,
έμαθ' επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται·
κ' έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν
χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι
μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,
κ' οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,
ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι.

Γι' αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις,
προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά·
κ' έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας
κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.


Σημείωση
Ακούστηκε, μου το είπαν, την αυτή ημέρα από χειλέων οπλαρχηγού του ΣΥΝ-(ριζα). «Εφ’ όσον μπορείς και διαβάζεις Μ. Αναγνωστάκη ψηφίζεις την πολιτισμένη αριστερά».
Ετσι:
«Θα μείνω κι εγώ μαζί σας μες στη βάρκα...»

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

"Η ιστορία της ασχήμιας"*


Θα τη ζήσουμε για ένα μήνα -ήδη λιγότερο.
Δεν χρειαζόταν σε κανέναν μας αλλά χρειαζόταν για τους κατ’ εξακολούθησιν εκμαυλιστές της καθημερινότητας, οι οποίοι είτε ως αρχάγγελοι του καθόλου είτε ως άγγελοι του όλα (δηλαδή του εξ ίσου τίποτα), θα φτερουγίζουν δίπλα, κοντά και πλάι μας, μαύρα πουλιά. («Ξέρω κάτι πουλιά μαύρα πουλιά, πουλιά πικρά, πουλιά της δυστυχίας»).
Ο μέγας τιποτολόγος που χρόνια περίμεναν ν’ αποφανθεί και να γυρίσει τη σβούρα της απελπισίας στο πάρτα όλα αφού πρώτα την έριχνε στο βάλτε όλοι, αποδείχτηκε φούσκα(ς), απ’ αυτές που κλοτσούσαμε κοντά στα Χριστούγεννα μικροί στα χωριά, κι ήταν και γουρουνίσια. Το ‘βαλε στα πόδια μπροστά σ’ ό,τι δημιούργησε, όπως τον Ιούλιο του ‘74 το έσκασαν οι ύστεροι φουκαράδες της δικτατορίας μπροστά στο έγκλημά τους (Εντάξει τηρούμε τις αναλογίες). Τώρα θέλει να ξαναγυρίσει στον τόπο του εγκλήματός του και επιτέλους να μας βάλει σε τάξη οριστικά, γιατί μέχρι τώρα βαριόταν να μας επιληφθεί στα σοβαρά, ότι σοβάρεψεν ο αγώνιαστος και στρογγυλοποιημένος ως κολοκύνθη ένσπορη, ρίψασπις και μας επιλαμβάνετε με φανφάρες και παιάνες Τυρταίου. Θα μας οδηγήσει εκ νέου στα λίαν δύσκολα που μόλις άφησε, ενώ ήταν κι είναι ένας παλιάτσος, κακέκτυπον ήρωος του Αριστοφάνη -ο Τρυγαίος- όχι ο αμπελουργός αλλά ο κατ’ επάγγελμα ξαπλουργός, που αγανάκτησε και μας απειλεί με τις πραγματικότητες τις οποίες περιδεής άφησε, αφού ως ο μέγας ανίκανος δημιούργησε. Θα μας επιβάλλει αμέσως μόλις ξανανεβεί με το σκαθάρι στον θρόνο του, στον Ουρανό απ’ όπου και θα επιβάλλει τάξην κι ειρήνην· σφιχτά πράγματα, δηλαδή.
«Έτσι όλοι (θα) είναι ευτυχισμένοι με την επιστροφή της Ειρήνης (Ν.Δ.) στη γη και (ιδίως) στους ανθρώπους (της). Ο Τρυγαίος παντρεύεται την Οπώρα (ο δημόσιος λουφές κατά τον Μακρυγιάννην) και η Θεωρία (δηλονότι η κυματίζουσα λεκτική και νοηματική μλκ..)(1) γυρίζει πίσω στη Βουλή. Όλοι μαζί (χαζο)χαρούμενοι, (το) γλεντούν τρώγοντας και τραγουδώντας (εις υγείαν όπως πάντα των νυν και αεί κορόϊδων νεοελλήνων)».
Μήπως τελικά ως κράτος είμεθα «Ως άνθρωποι πάσχοντες μαλάκαν;»(2) (ήγουν μαλάκυνσιν εγκεφάλου), φράσιν που αλίευσα από το βιβλίο «Αποσπινθηρίζοντας. Σπουδάματα στον Παπαδιαμάντη» του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, εκδ. Ινδικτος,όστις ως στρουθίον μονάζον στης Χαλκίδας τα πάνω-κάτω νερά, φιλολογο-λεπτουργεί.
Τον είπαν στη Βουλή Νονό κι αυτός βαφτίζει ακρίτως
τους νταβαντήδες της αυλής του σώματα χριστιανικά
ν’ αρπάζουν, να κυβερνούν, να ασελγούν αδιακρίτως
-Αλλά ο νονός του, ΣΥΝ-νονός, την έκανε κανονικά...


* Ουμπέρτο Εκο "Ιστορία της ασχήμιας" εκδ. Καστανιώτη
Ο πίνακας είναι του ζωγράφου Γιάννη Βούρου

Σημειώσεις
(1) Γράφει ο Ν.Δ.Τ.: «Ερχονται στιγμές που ζηλεύω τα σημερινά παιδιά για την ασύστολη χρήση της γνωστής τρισύλλαβης λέξης και οικτίρω εαυτόν για την αδυναμία μου να την εκστομίζω ανενόχως, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις»
(2) -Μα φυσικά!

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Τέλος με τις ποιητικο-νεοδημοκρατικές αηδίες. Ας θλιβούμε κάπως


Το ΠΑΣΟΚ και η αυτοδιοίκηση

Φίλος και αναγνώστης της "Αυγής", με μακρά ενασχόληση με τα αυτοδιοικητικά, σχολιάζει τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ με αφορμή τον θάνατο Χρήστο Παλαιολόγο:
"Φυσικά και δεν μπορεί ν' αμφισβητηθεί η ανθρώπινη συγκίνηση και στάση των στελεχών του ΠΑΣΟΚ που παραβρέθηκαν και συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία τον Χρήστο Παλαιολόγο. Ιδιαίτερα του δημάρχου Κοζάνης, πρ. προέδρου της ΚΕΔΚΕ, μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου (ανώτατου κομματικού οργάνου του κόμματος) Π. Κουκουλόπουλου που εκφώνησε επικήδειο και σκιαγράφησε με αντικειμενικότητα το έργο και την πληθωρική αυτοδιοικητική προσωπικότητά του.
Δεν μπορεί όμως ν' αποσιωπηθούν οι συνειρμοί που προκλήθηκαν, αφού το 2006 δεν απέχει πολύ.
Τότε που στις δημοτικές εκλογές το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο αρνήθηκε τη στήριξη του στον Χρήστο, αλλά του αντιπαρατέθηκε με πάθος στερώντας από τους πολίτες της Λιβαδειάς τον δοκιμασμένο και εμπνευσμένο δήμαρχό τους (η πάνδημη συμμετοχή του λαού της πόλης στο κατευόδιο το επιβεβαιώνει).
Κι αναρωτιέται κάθε καλοπροαίρετος.
Με ποια κριτήρια το ΠΑΣΟΚ χειρίζεται τα ζητήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης;
Τι κατισχύει στις επιλογές του;
Η αναβάθμιση του θεσμού;
Η ενίσχυση της κοινωνίας των ενεργών πολιτών;
Η προώθηση της αποκέντρωσης;
Η περιφερειακή ανάπτυξη;
Ή η διατήρηση αναχρονιστικών πολιτικών μεθόδων και η διαιώνιση πελατειακών σχέσεων μεταξύ πολιτών και πολιτευόμενων;
Ποιων οι απόψεις επικρατούν στο κόμμα;
Των Κουκουλόπουλων; Ή κάποιων άλλων;
Συμπέρασμα: Ισχυρές δόσεις αυτοκριτικής χρειάζεται το ΠΑΣΟΚ για να καταστεί αξιόπιστο όταν επικαλείται την περίφημη συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων."
(ΑΥΓΗ 2-9-2009)

Τον Χρήστο Παλαιολόγο (1950-2009) γνώρισα από τον πρώτο καιρό στο Πανεπιστήμιο στη Θσσλνκ. από τον φίλο Γρ. Δουγαλή. Εμεναν στην ίδια οικοδομή επί της οδού Λιτοχώρου 18 κι εγώ τους επισκεπτόμουν. Αργότερα σε κοινούς πολιτικούς και κομματικούς τρόπους έγινε πιο ζεστή η γνωριμία παρότι σ' αυτούς τους χώρους δεν ευδοκιμούν και πολύ σχέσεις ανθρώπινες. Τώρα, "Ημίν τοις φίλοις πένθος"

Υ.Γ. Κύριε Κασαπίδα αν εσάς ο νεοδημοκρατικός εσμός σας χτυπά ...κάτω από τη μέση, ο θάνατος αλίμονο, χτυπά στο σταυρό κι ιδίως τους πλέον άξιους