Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025
κοκκινολαίμης
Σε μια παγκόσμια διάσκεψη για την ποίηση στη Θεσσαλονίκη (μέρα του παγκόσμιου, εαρινού εορτασμού της δηλαδή), όταν εις υγείαν της τρωγοπίναμε σαν φίλοι (σπουργίτες) πέφτοντας λιμασμένοι στα σταφύλια του Υπουργείου γραμμάτων & τεχνών απαγγέλναμε (τσίρι τσίρι τσίρι τρο τσιριτρί τσιριτρό), κλήθηκα στο εδώλιο-έδρανο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης, να διαβάσω κι εγώ κάτι, εντός του ποιητικού θέματος, ως συνδιοργανωτής και θεσμικός παράγων που διατελούσα τότε, διευθυντής του βιβλίου στην πόλη των παλιών βιβλίων και νέων χωρικών. Με θεώρησαν δηλονότι ποιητή για την ποιητική μου ίσως δημοσιογραφία που μετέρχομαι στα πεζά κείμενα, αλλά και στις μοναχικές ή τις κατά μόνας ποιητικές ηδονές. Διάβασα ένα, ας το πούμε ποίημα, για έναν ταπεινό Κοκκινολαίμη. Στο βήμα μ’ ακολούθησε ο άγνωστός μου τότε, ως σώμα ανθρώπου, όχι ως πνεύμα και γραφή, Αργύρης Χιόνης, ποιητής και γεωργός, καλλιεργητής ψυχών πάντων των εν Θροφαρίω Κορινθίας οικούνταν και ευρισκόμενων ευαίσθητων ανθρώπων της υπαίθρου χώρας. Κι αυτός για έναν Κοκκινολαίμη απάγγειλε κάπως αμήχανα ότι προηγήθηκα ορισμένως. «Αδελφοποιητοθήκαμε» κατά κάποιον τρόπο. Τα δυο πουλιά μας έφεραν το ίδιο όνομα αλλά πόρρω απείχαν μεταξύ τους. Το ποίημα αυτό και τον Αργύρη Χιόνη σκιαγραφεί ο αγαπητός μου Ηλίας Κεφάλας στα ένδον του βιβλίου του Το χαμένο ποίημα και τώρα κατάλαβα κι εγώ τι ήθελε να πει ο ποιητής και τι ήθελα ίσως να σιωπήσω εγώ. Αναφέροντας το ποίημα του Γ. Δροσίνη για τον Γερανό και τον Καλογιάννο (Κοκκινολαίμη) με ρήμαξε η ανάμνηση του χαμένου παιδικού μας άλλοτε.
Το ποίημά μου αυτό ως σχεδίασμα απελπισίας, το εξαφάνισα από το ποιητικό μου σύμπαν άμα τη εμφανίσει του Κοκκινολαίμη του Αργυρίου Χιόνη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου