Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025
Το ταξείδι της «Π»
Από την Χ. Μούκα 1 έδρα ιστορική της/
με τις φίλιες συντροφικές γραπτές δυνάμεις γεμάτη/
στο κτήριο Μητροπόλεως Μπλιούρα 2 δηλαδή/
φτάνει με τα κύματα του διαδικτύου./
Η Δήμητρα παντεπόπτης μοιράζει διακονήματα/
Σελιδογραφίστρια η κυρά Βασιλική, διορθώσεις /
η δις Φιλαρέτη/
ως βαρύ φορτίο φεύγει δια Λιθογραφία (αχ κάποτε)/
νυν grafis στη Ραιδεστό Θέρμη Θεσσαλονίκης./
Οι όσιοι Θεόδωρος (χρόνια στη ανανεωτική αριστερά)/
και Θανάσης (Ψαράδες) την εκτυπώνουν/
Με το αγλαοτάξιδον πρακτορείον μεταφορών/
Παπαδόπουλος νύκτωρ αφικνείται στην Κοζάνη /
περιοδικό κανονικό πλέον και με ΙΧ /
στην Ρ. Φεραίου 10 και το ΣΥΝ Βιβλιοπωλείο/
αφήνεται χαμαί και χύδην κατ’ αρχήν/
Ετικετοκολλάται, δεματοποιείται κατά τομείς/
Καταμετράται σε μαύρες δε σακούλες σκουπιδιών/
Καταλήγει/
Λίαν πρωί μαζί με τους εργάτες τη φορτώνουν/
Για το ύστερο ταξίδι στο ταχυδρομείο με το ΙΧ. του Ρούση/
Πληρώνονται τα τέλη για Ελλάδα Κύπρο Ευρώπη Ξαλαφρωμένος πολλαπλώς επιστρέφεις (που;)/
Η Κατερίνα, ο Δημήτρης, ο Χρήστος,/
εθελοντές της κακουχίας περιμένουν για τη διανομή στην πόλη/
ωσάν οι αφηρημένοι ταχυδρόμοι ωραιότητος/
Κι εγώ αγαπώ όλα αυτά 40 τόσα χρόνια.../
Γουεστερν
Το ομολογώ μ’ αρέσουν τα γουέστερν ακόμα και τώρα. Κάθε Κυριακή στις 10.30 στην TV 100 Θεσσαλονίκης παρακολουθώ τις ταινίες αυτού του είδους με μεγάλη ευχαρίστηση ακόμα κι αν τις είδα δεκάκις φορές· ο σταθμός σπανίως προβάλει άπαιχτες ταινίες. Εστω. Σ’ αυτές λείπουν κάποια στοιχεία που αντιπαθώ στη δράση τους όπως είναι η θάλασσα και οι ερωτικές σκηνές και σχέσεις των πρωταγωνιστών. Βουνά, έρημοι ποτάμια αυλάκια, δέντρα, βράχια ινδιάνοι, χιόνια πεδιάδες· η άγρια φύση της Αμερικάνικης Δύσης. Αυτά με θέλγουν. Ανεξαρτήτου υποθέσεως (όλες περίπου ίδιες είναι). Ελάχιστες διαφεύγουν των κοινών τόπων και τρόπων. Μια νοσταλγία για ο, τι πέρασε και περνά, έφυγε και φεύγει από το είναι μας, με νοτίζει. Ο Μικρός Σερίφης μας πότισε στη νεότητά μας καθοριστικά. Μ’ αρέσουν περιπλέον οι δευτεραγωνιστές κι όχι ο πάντα λαμπερός πρωταγωνιστής στις ταινίες. Θα βλέπω πάντα σαν πρώτη φορά η προβολή το «Ο καλός ο κακός και ο άσχημος» (ο τελευταίος είναι που μ’ αρέσει ιδιαίτερα).
Και «Οι ελαφροί ας με λένε ελαφρόν...
Χωρική Πατριδο(α)γνωσία
Με το οτρηρό Αη Δημήτρη Κμρδ και την ομίχλη ανηφορήσαμε/
στις παρα-Βέρμιες κορυφές πλαγιές και λόφους/
για τον αρχαίο Τεκέ άνωθεν του χωρίου Σοφουάρ/
Καπνοχώρι τώρα, του οποίου ο παπάς κάποτε/
έκαψε το καρναβάλι της Κοζάνης, μέρες που έρχονται./
Τι ζηλέψαμε: «Ετσι κι αλλιώς ο κόσμος πια παντού είναι τεκές»/
Αγιος Γεώργιος και Κοσμάς ο Αιτωλός διάδοχοι του/
Μόνο το στρογγύλον ξύλινο ταβάνι απόμεινεν /
Βυζαντινό υδραγωγείον λιγοστά πρόβατα και γελάδια/
Καβαλήσαμε το σέλωμα και χωθήκαμε/
στην ερημιά και τα ερείπια του παλιού χωρίου Σκάφη/
ένθα μας περίμενε η θαυματουργή τριπλέτα /
Ραφαήλ, Ειρήνη, Νικόλαος οι άγιοι εντελώς/
(«Θα βρείτε τα οστά μου υπό βροχήν» - Θ. Βαλτινός)/
Τότε ήταν που άναψε το διαδίκτυο: Απέθανεν/
ο Πάνος Θεοδωρίδης (1948 – 2925) κι άνοιξα /
τα «Ποιήματα που θα χαθούν στη ομίχλη» του/
και «Στη μούχλα σέρνομαι των λέξεων/
σε στυγερή ομίχλη...»
Περί ασώτου
Τέλειωνε η Κυριακή του Ασώτου της μετανοίας και της συγγνώμης κι ενώ έβρεχε νύχτα και μας ενώτιζε (κι νότιζε) γλυκιά νυχτερινή αίσθηση βρεθήκαμε στο μουσικό εντευκτήριο των «30 καθεκλών» του Π. Δημόπουλου σε ρεσιτάλ στο οποίο πιανολαγνουργούσε ο βιρτουόζος κ. Μπάμπης Τσινικοσμάογλου. Μας ταξίδεψε σε μια ρομαντική βραδιά με τα Νυχτερινά του Σοπέν τις Μαζούρκες του, τα Πρελούδιά του, με του Skriabin τα 5 πρελούδια και του Ραχμάνινωφ τη σονάτα αριθ. 2 η οποία μας “γονάτισε” κάπως ώσπου και όπως να τη νοιώσουμε. Εβρεχε έξω μια χαμηλότονη βροχή είμαστε σ’ ένα αισθαντικό περιβάλλον με ευάριθμο αλλά υποψιασμένο ακροατήριο και συντροφιά ωραία.
Με τις δύο μαζούρκες θυμήθηκα την ποιητική συλλογή του Γιάννη Ρίτσου “Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής”
“…Χιλιάδες αποσιωπητικά τ’ αστέρια. ΦΙλησέ με
Χιλιάδες στόματα χρυσά λιγάκι λυπημένα
πάνου στο στόμα σου. Κ’ οι στίχοι ως πέρα απ’ τα μεσάνυχτα
κάτω απ’ τη λαμπα που καπνίζει…
ΥΓ. Σ’ αυτές τις βραδιες με συγκινούν ιδιαίτερα οι “γυρίστρες” των σελιδων της παρτιτούρας δίπλα από τον κυρίως καλλιτέχνη για την γνώση της μουσικής και την ετοιμοτητά τους.
Κοκκινολαίμης στη Θεσσαλονίκη
Μετά τη λήξη της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 97 κάποιοι που μετείχαμε αυτής ως μέλη του Δ. Σ αυτής ή του ΔΣ του Ευρωβαλκανικού ασύλου ποίησης (διάβαζε και μνημόνευε Μίμη Σουλιωτη), με έδρα την Καλλιθέα Πρέσπας όταν ακόμα συνορεύαμε με τα Σκόπια κι όχι με τη Βόρεια Μακεδονία, ήχθημεν χωρίς χειροπέδες αλλά με κλητήρια θεσπίσματα, ως ήτο φυσικόν κι επόμενον, κατηγορούμενοι για κατάχρηση εις τον Εφέτη ανακριτή Θεσσαλονίκης (τότε δεν είχαμε σκεφτεί κι εμείς να του κάνουμε μήνυση για γελοιοποίηση του πράγματος). Εκεί τα λέγαμε με τον Πάνο Θεοδωρίδη διευθυντή της Πολιτιστικής πρωτεύουσας τότε και συν-εταίρο στα ανακριτικά πηγαινέλα μας.
Σημείωση ένδον. Την υπόθεση είχε θέσει στο αρχείον ο τότε αντιεισαγγελέας εφετών Θεσσαλονίκης μετέπειτα εισαγγελέας στο εφετείο Δυτικής Μακεδονίας κ. Πέτρος Ραυτόπουλος, άριστος νομικός στολίδι της δικαιοσύνης αλλά την ξανάβγαλεν ο Εισαγγελέας Θεσσαλονίκης.
Σε μια τυχαία συνάντησή μου με τον Π.Θ. στο υπόγειο του ΙΑΝΟΥ κι ενώ πηγαινοερχόμασταν στον ανακριτή- όσοι δεν ξέραν από αυτά έτρεμαν αλλ’ ημείς και ως νομικοί το διασκεδάζαμε ορισμένως – μου λέγει, λοιπόν, ο αείμνηστος:
- Αν δικαστούμε θα κάτσω φυλακή θα την αράξω και θα γράψω τα βιβλία μου
Φυσικά όλοι ηθωώθημεν άλλοι δια βουλεύματος κι άλλοι πανηγυρικά (και διασκεδαστικά) στο ακροατήριον.
Εσκασε άρα από το κακό του ο μαυριδερός μηνυτής μας από τη Φλώρινα.
Ομως από το καλό του έσκασε ο φίλος του Π. Θ. Σωτήρης Κίσσας μέγας αρχαιολόγος Δ. Μακεδονία και όπως σπαρακτικά με το ο πλάγιο στυλ του τον νεκρολογούσε ο Π.Θ (στο περιοδικό Εντευκτήριο το διάβασα).
Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025
Η κυρ' ποιήτρια Γεωργία
Η ωραία κυρ’ Γεωργία Ποιήτρια Τριανταφυλλίδου εκ Καβάλης και Θεσσαλονίκης –ένας Στρυμόνας ποταμός χωρίζει τις πόλεις- είχε την καλοσύνη να γράψει εις τον φβ οίκον της, λίγες αράδες που ισοδυναμούν με 1000 και ωραίες λέξεις για τη λιγνόφυλη ποιητική περι-συλλογή μου «Δυτικό Κοιμητήριο (εκδ. Παρέμβαση). Μετ’ αφάτω (και αφράτω) ευχαριστήσεως προς Αυτήν Ταύτην την Τοιαύτην παραθέτω παρακατιών προς γνώσιν και για τις νόμιμες συνέπειες, ασπαζόμενος την κυρία ποιήτρια άμφω, το ολιγότερον...
Ση. Η συλλογή αφιερωμένη στον πατέρα όπως και το δίχρωμο κασκόλ που έπλεξε η μάννα στην μνήμη του άμα τω θανατω του.
..............
Στο "Δυτικό Κοιμητήριο" του Β.Π.Καραγιάννη οι νεκροί μετριούνται στα δάχτυλα. Ο πατέρας του, ένας μετανάστης στη Γερμανία, ένας παπάς, ένας Αρεοπαγίτης ,ένας ποδοσφαιριστής, ένας άλλος παπάς,ένας δεινός σκακιστής, ένας καθηγητής στο ΤΕΙ, ένας αριστερός ψάλτης. Όλοι τους πεθαμένοι και ξαναζωντανεμένοι μέσα από τις αναμνήσεις,τα κοινά βιώματά,την ποδοσφαιρική τρέλα που τους ένωνε.Ο Καραγιάννης τους παίρνει από το χέρι κι έναν έναν τους ανεβάζει στον πάνω κόσμο.Με τα κουσούρια και τις καλοσύνες τους,τις διαψεύσεις και τις προσδοκίες,τα χαρίσματα και τα ραπίσματα που τους έδωσε η ζωή αντηχώντας μέσα στον δικό του μικρόκοσμο. Ο Καραγιάννης σ'αυτό το ολιγοσελιδο βιβλίο είναι απολύτως ο εαυτός του: φανατικός Λευκοπηγίτης, φανατικός ανθρωποπαρατηρητής, φανατικός συλλέκτης λεπτομερειών του βίου, ένας ουμανιστής του βουνού και του λόγγου. Χαρίζει μιαν ιδιότυπη αθανασία σε ούτε δέκα ανθρώπους- γιατί τι άλλο είναι η αθανασία από την αλησμόνητη σύνδεση με τους εναπομείναντες;
Λίγες φορές τα πλαστικά λουλούδια των νεκροταφείων ανθίζουν τόσο καλαίσθητα σε λογοτεχνική σελίδα. Τα πέντε σημεία αφιερωμένα στον πατέρα του είναι σαν ήσυχα κλάματα.Σαν κι αυτά που ίσως να με πήραν διαβάζοντας το τέλος του κειμένου για τον Γεώργιο Παρτώνα στον οποίο αποδίδεται η πλέον μυθική κουβέντα κατά την έναρξη της σχολικής ζωής.Διαβάστε το "Δυτικό Κοιμητήριο" των εκδόσεων Παρέμβαση. Από τις λίγες φορές,και σίγουρα η πιο κερδισμένη, που ο πληθωρικός Βασίλης Καραγιάννης λέει ό,τι ακριβώς του είπαν.Δηλαδη,όπως μίλησαν στην καρδιά του ούτε δέκα αγαπημένοι νεκροί.
Βασιλειόπιτα
«Εφέτος αν και ακόμα δεν μας έδειρεν η βαρυχειμωνιά κι άρα δεν μας έριξεν στην παλαμική στράτα» πέρασα την πρώτη ημέρα του χρόνου ως ακολούθως.
Είναι γνωστόν τοις εντευξομένοις πως εορτάζω 1η Ιανουαρίου αφότου η πνευματική μου μήτηρ (ελάχιστα γνώρισα) μια πολλαπλά εντυπωσιακή Μαντάμ στην κοινωνία της πόλεως, μου έδωσε το όνομα του αγίου Βασιλείου αρχιεπισκόπου Καισαρείας και Καππαδοκίας του Ουρανοφάντορος (ου η επίγεια δόξα του έλαμψε έως τους ουρανούς κατά το απολυτίκιον). Το γεγονός έγραψα στη διήγηση «Κολυμβήθρες εν γένει» στο «Χρώμα της νοσταλγίας» μου εκδ. Γαβριηλίδης) ενώ τον βίο της διεξήλθε ορισμένως ο συγγραφεύς Μιχάλης Πιτένης στο μυθιστόρημα του «Οι κόρες της Αφροδίτης».
Αρα με την τρίτη καμπάνα στο ναό. Τα πρώτες ευχές μετά το αντίδωρο έλαβα από το δεξί αναλόγιο και τους ερίτιμους πρωτοψάλτη μέγα Στέφανο Κντξ και τον ψαλτολόγιο Απόστολο Ππδμτρ.
Οίκοι άρχιζε η πλημμύρα ευχών στο σωτήριο διαδίκτυο. Εορταστική η τράπεζα με την 20φυλλη χειροποίητη Βασιλειόπιτα. Μας συνόδευε η πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Βιέννης (ο Μπλατσιώτης Ν. Δούμπας εδώ κ.λπ) την οποία κανείς δεν άκουγε! Ξαναδιάβασα εν τω μεταξύ την διήγησή μου (ο νάρκισσος!) «Είχε άγιο στα χιόνια» που έχει κάποιους φανατικούς φίλους τους οποίους λατρεύω.
Περί την του ηλίου δύσιν με την καμπάνα του εσπερινού έληγε τυπικά η εορτή κι άρχιζε η επόμενη, έκαμα ταμείο ευχών. Απειρες από ζεστές έως ζεστότερες. Ούτως εχόντων των πραγμάτων και «Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης» όπως κλείνουν τις επιστολές του οι πατριάρχες, ευχαριστώ πολύ όσους με θυμήθηκαν κι εύχομαι μόνο καλά να τους συμβαίνουν στο νέον έτος.
Σημ: Αι ευχαί συνεχίζονται και την σήμερον...
κοκκινολαίμης
Σε μια παγκόσμια διάσκεψη για την ποίηση στη Θεσσαλονίκη (μέρα του παγκόσμιου, εαρινού εορτασμού της δηλαδή), όταν εις υγείαν της τρωγοπίναμε σαν φίλοι (σπουργίτες) πέφτοντας λιμασμένοι στα σταφύλια του Υπουργείου γραμμάτων & τεχνών απαγγέλναμε (τσίρι τσίρι τσίρι τρο τσιριτρί τσιριτρό), κλήθηκα στο εδώλιο-έδρανο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης, να διαβάσω κι εγώ κάτι, εντός του ποιητικού θέματος, ως συνδιοργανωτής και θεσμικός παράγων που διατελούσα τότε, διευθυντής του βιβλίου στην πόλη των παλιών βιβλίων και νέων χωρικών. Με θεώρησαν δηλονότι ποιητή για την ποιητική μου ίσως δημοσιογραφία που μετέρχομαι στα πεζά κείμενα, αλλά και στις μοναχικές ή τις κατά μόνας ποιητικές ηδονές. Διάβασα ένα, ας το πούμε ποίημα, για έναν ταπεινό Κοκκινολαίμη. Στο βήμα μ’ ακολούθησε ο άγνωστός μου τότε, ως σώμα ανθρώπου, όχι ως πνεύμα και γραφή, Αργύρης Χιόνης, ποιητής και γεωργός, καλλιεργητής ψυχών πάντων των εν Θροφαρίω Κορινθίας οικούνταν και ευρισκόμενων ευαίσθητων ανθρώπων της υπαίθρου χώρας. Κι αυτός για έναν Κοκκινολαίμη απάγγειλε κάπως αμήχανα ότι προηγήθηκα ορισμένως. «Αδελφοποιητοθήκαμε» κατά κάποιον τρόπο. Τα δυο πουλιά μας έφεραν το ίδιο όνομα αλλά πόρρω απείχαν μεταξύ τους. Το ποίημα αυτό και τον Αργύρη Χιόνη σκιαγραφεί ο αγαπητός μου Ηλίας Κεφάλας στα ένδον του βιβλίου του Το χαμένο ποίημα και τώρα κατάλαβα κι εγώ τι ήθελε να πει ο ποιητής και τι ήθελα ίσως να σιωπήσω εγώ. Αναφέροντας το ποίημα του Γ. Δροσίνη για τον Γερανό και τον Καλογιάννο (Κοκκινολαίμη) με ρήμαξε η ανάμνηση του χαμένου παιδικού μας άλλοτε.
Το ποίημά μου αυτό ως σχεδίασμα απελπισίας, το εξαφάνισα από το ποιητικό μου σύμπαν άμα τη εμφανίσει του Κοκκινολαίμη του Αργυρίου Χιόνη.
Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025
Παρασολωμικά
Με μολύβι γράφει: Οκτώβριος 07. Μόλις είχα τελειώσει επιτυχώς κάτι ιστορίες στο «Γεννηματά» Θεσσαλονίκης και μου ήρθε δώρο λίαν πολύτιμο! « Διονυσίου Σολωμού Ποιήματα και πεζά, Επιμέλεια - Εισαγωγή Στυλιανός Αλεξίου, σελ. 515, εκδ. στιγμή. Μια έκδοση υψηλών φιλολογικών προδιαγραφών στις περί Σολωμού εν γένει και εν είδει μελέτες και δημοσιεύσεις..
Μετά από καιρούς και χρόνους πληροφορήθηκα από ένα έγγραφο του Δήμου Κοζάνης πως στην πόλη μας υπήρχε Οδός Στυλιανού Αλεξιου! Εμεινα. Ρώτηξα τους αρμοδίους για το που πως και πότε αποφασίστηκε αυτό και φυσικά δεν γνώριζαν τίποτα. Φαίνεται πως σε κάποια «επιτροπή» ονοματοθεσίας ημιμαθών άνοιξαν μια εγκυκλοπαίδεια και από την ενότητα φιλόλογοι αρχαιολόγοι κ.λπ. έπαιρναν ονόματα τυχαία. Ετσι κλήρωσε και το Στυλιανός Αλεξίου. Πήγα να βρω την οδό και φυσικά δεν υπήρχε επί τοίχου αλλά μόνον επί χάρτου. Κίνησα γη και ουρανό να μπει η πινακίδα. Εγραψα στον Στ. Αλεξίου που «εθαμβήθη» και σχεδόν το διασκεδάζαμε. Εχω μια μικρή σπαρταριστή αλληλογραφία περί αυτού. Κάποτε εδέησαν να τοποθετήσουν την πινακίδα με το όνομά του στο δρόμο. Εστειλα φωτογραφία στον τιμώμενο. Ετσι ερήμην του και εν ζωή ο Στυλιανός Αλεξίου τιμήθηκε στην πόλη μας. Το χάρηκε ορισμένως είμαι βέβαιος, όπως κι εγώ απολαμβάνω χρόνια τώρα την έκδοση αυτή του Σολωμού, τις μεταφράσεις του Σαίξπηρ, τα ποιήματα, τις μελέτες κ.λπ. του Στυλιανού Αλεξίου.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)