Κυριακή απόγευμα στις 6 στον Καθεδρικό. Η καμπάνα του δε χτύπησε. Αδειος όπως κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια. Ο εκκλησιαστικός άρχων μετέφερε το κοπάδι των λογικών προβάτων του και τον εσπερινό της συγχώρεσης σε άλλο ναό μακριά από το κέντρον λόγο της αποκριάτικης «οχλαγωγίας». Ούτε στην τουρκοκρατία δεν έμενε αλειτούργητος ο άγιος
Νικόλαος αυτό το εσπέρας. Λιγοστοί στα στασίδια ζουν και ζητούν συγχώρεση κατά μόνας.
Ανηφορίζεις τη μεγάλη οδό Δημοκρατίας και στρίβεις στη μικρή Λεχόβου να βρεθείς στη Δελμούζου (όχι προς τιμήν του δημοτικιστή εκπαιδευτικού Αλεξάνδρου Δ., αλλά του Ανδρέα Δελμούζου «πρεσβευτού της Ελλάδας εν Βουδαπέστη ο κυρίως συντελέσας δια την ευνοϊκήν λύσιν του Χαρισείου Κληροδοτήματος, εις ον η Κοζάνη οφείλει μεγίστην ευγνωμοσύνη» σημειώνει ο Ν. Π. Δελιαλής στην «Αναμνηστική εικονογραφημένη έκδοση Παύλου Χαρίση», 1935 «τύποις Βορείου Ελλάδος". Στην άλλοτε Γεωργική Σχολή στη Λευκόβρυση, νυν γραφείο Συγκοινωνιών ή κάτι τέτοιο, που χτίστηκε από το κληροδότημα δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία του δωρητή και του τρόπου. Για λίγο στην Γράμμου (οι νίκες ή οι ήττες στο βουνό αυτό κράτησαν την Ελλάδα στον Δυτικό κόσμο και τη Δημοκρατία όπως τη ζούμε και την ξέρουμε). Πως δεν την μεταβάπτισαν απορείς, όπως την οδό Βίτσι που την έκαναν οδό Καραλίβανου (Μακεδονομάχου απ’ αυτούς που βάσταξαν το όνομά της Μακεδονίας εδώ στην Ανω Μακεδονία, το οποίο τώρα θέλουν να το πουλήσουν οι αλμπάνηδες της ασημαντοπολιτικής), λίγο παρακάτω δίπλα στο Μουσείο Σύγχρονης Ιστορίας -«Νίκος Καλογερόπουλος» το συμπλήρωσαν- και κάπως έτσι γράφεται η τοπική ιστορία δια της διαγραφής από συνήθως ημιμαθείς επιτροπές ονοματοθεσίας των Δήμων. Τέμνεις και τέμνεσαι με το δρόμο Π(αύλου) και Λ(εωνίδα) Παπασιώπη αδελφών λογίων από την Κοζάνη ο πρώτος διηγηματογράφος και μεταφραστής στη Θεσσαλονίκη, ο δεύτερος φιλόλογος σοβαρός κι όχι της πλάκας λαογράφος και ποιητής στο τοπικό ιδίωμα (το πατρικό τους ωραίο ακόμα στέκει ανακαινισμένο από τους τωρινούς ιδιοκτήτες). Ετσι κατέληξε να λέγεται αφού λίγο πριν έφερε το όνομα οδός Μοράβα (λάθος φυσικά αφού για το βουνό Μόροβα της Αλβανίας επρόκειτο κι όχι για το ποταμό Μοράβα παραπόταμο του Δούναβη, εκεί που έδωσε φονικές μάχες το 27ο ΣΠ που αποτελούνταν από Κοζανίτες επί το πλείστον. Ακόμα ποιό παλιά λεγόταν ο δρόμος «Κλέμπελσμπεργκ» Κούνο (όνομα με 3ε και 11 σύμφωνα προς τιμήν του Ούγγρου Κόμητος και Υπουργού παιδείας συντελέσας δια την ευνοϊκήν λύσιν του Χαρισείου Κληροδοτήματος. Η πινακίδα χιονοβολούνταν με τσιόμκες από τους νεαρούς της εποχής που εκεί γλιστρούσαν δια το δυσκολοπρόφερτον του πράγματος (και ποιός ήταν αυτός στο κάτω κάτω;)
Τα τελευταία ανηφορικά μέτρα σε ένα σημείο με τις λίγες παλιές πέτρες καλντερίμι που διεσώθησαν, έτσι για δείγμα- από την ανάπλαση της ανηφοριάς θυμίζουν τη συλλογή του Λ. Παπασιώπη: «Απ ό,τι απόμνιν».
Η οδός Αετοράχης (στην αντίστοιχη της Θεσσαλονίκης έζησα τα ωραιότερα χρόνια της φοιτητικής νεότητος) κλείνει τη λογοτεχνική οδό και σε λίγο στα λίγα σκαλοπάτια της αγίας Αννας. Στο νάρθηκα σβήνουν τα τελευταία κεριά της ημέρας επί της αμμοδόχου. Στην κορυφή της κλίμακος μέσα από βράχια και πεύκα, το άπλωμα με το ημιτελές οκταγωνικόν περιστύλιον που κατασκευάστηκε επί δημαρχίας Β. Ματιάκη. για να πηγαίνουν εκεί οι λόγιοι της πόλης και να αναστοχάζονται. Παρέμεινε ημιτελές κι αυτό δεν είναι άσχετο με την έρπουσα φήμη πως είναι μασονικό κτίσμα αφού ο τότε δήμαρχος ανήκει στην τοπική Στοά. Το δίπλα μέρος το άρπαξε η τοπική εκκλησία πριν χρόνια κι έκτισε παράνομα οικοτροφείο. Τώρα εκεί διάφοροι αλλόγλωσσοι κατοικοεδρεύουν.
Λίγα τα μέτρα της οδού Μεταμορφώσεως του Σωτήρος με τον ομώνυμο ναό όπως μετονομάστηκε αυτός του προφήτου Ηλία το 1927 (εξ ου και το τοπωνύμιον χαμηλός Αη-λιάς) και βρίσκεσαι στο ερείπιον του Ξενία το ωραιότερο μέρος της πόλης κάποτε, το αθλιότερον σήμερα και το πλέον επικίνδυνο για την υγεία των πολιτών. Ο Δήμαρχος που θα ξαναφέρει την περιοχή του Ξενία στα ανθρώπινα μέτρα θα επανεκλέγεται για πολλά χρόνια.
Κατηφορίζεις την αδιέξοδη οδό Μεταμορφώσεως για να μπεις να στενά της νότιας-δυτικής Σκρ’κας (σλαβιστί βραχότοπος). Οδός Πηγάσου, λέει γιατί παλιότερα για να πας εκεί μάλλον με τα ποιητικά φτερά του αλόγου θα έφτανες παρά με τα πόδια. Και η κλίμακα σε κατεβάζει στη Μαραθώνος. Απ’ εδώ ο άγιος Νικάνορας φωτισμένος κι επιβλητικός και ο έρημος φανός της γειτονιάς· ακόμα είναι νωρίς να το ανάψουν.
Σε μια παρόμοια περιηγητική βραδιά πριν χρόνια άκουσα τον προϊστάμενο του φανού κ. Λάζαρο Κουζιάκη και συγγραφέα του βιβλίου: " Άκ'σα, μ' είπαν κι έγραψα..." καθώς έβγαινε από τον οντά της πλατείας να λέει:
- Αϊντε ν’ ανάψουμε το φανό...
Αλλά ήδη:
«Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα»
Και φανοί και φωτιές στης ΣουρδοΚόζιανης το τώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου