Το χαρτοβλέπειν
Δεν έπαιζα χαρτιά (μόνον βιβλία) όμως ήμουν δεινός στο παρακολουθείν τα χαρτοπαίγνια, όπως οι Βλεψίες του Μιγκέλ Ντε Ουναμούνο και οι δικοί μου «Ηδονο(α)βλεψίες». Μαθητής. Τέτοιες μέρες. Κάλλαντα. Χωριό και στο αλησμόνητο καφενείο «Νέα Υόρκη» του Ευαγ. Βατάλη. Νύχτα και το χαρτί στο φουλ του Ρήγα.
Οταν ξαφνικά μπουκάρει μέσα ο χωροφύλακας Αιανής και περιχώρων.
- Αλτ, τι έχουμε εδώ, ακίνητοι, τα χέρια ψηλά μην πειράζετε τίποτα.
- Μα κύριε χωρφύλακα κόλιαντα έχουμε απόψε και καταλαβαίνεις, ο καφετζής (έπαιζε κι αυτός φυσικά).
- Τι κόλιαντα και πράσινα άλογα μου λές. Μπρος στο κρατητήριο όλοι.
Ηταν η πρώτη φορά που άκουσα τη φράση «πράσινα άλογα». Πράσινα άλογα πως είναι δυνατόν! Τα βάφουν; Επρεπε να περάσουν πολλά χρόνια να ρθουν τα ζιβαγκοφόρα πολιτικά, πράσινα άλογα και να κατανοήσω τελικά και το φιλοσοφικόν «Πράσσειν άλογα» κ.λπ.
Το χαρτοτραπέ(αι) ζειν (ιν)
Με απορία ανάμικτη με γέλιο συγκρατημένο κοιτούσαν μία περίεργη πομπή (στον κεντρικό πεζόδρομο τώρα, τότε δημόσιος δρόμος) οι πρωινοί εργατικοί, υπάλληλοι, συνταξιούχοι και κυρίες που πήγαιναν στο ναό «Προς Εκκλησιασμόν» μέρες κοντά στα Χριστούγεννα. Ενας χωροφύλαξ εν στολή οδηγούσε μια τετράδα πολιτών, τους οποίους συνέλαβε στο καφενείο «Μήλιος» χαρτοπαίζοντες κι ο καθένας κρατούσε το πόδι ενός τραπεζιού, πάνω στο οποίο λικνίζονταν τράπουλες με άσσους, ντάμες, βαλέδες, τριάρια, χρήματα, σιγάρα κ.α είδη του παράνομου χαρτοπαιγνίου. Επικρατούσε μια επισημότης όσο νάναι. Κάπου κάπου του οργάνου τάξεως του ξέφευγε: «Τομάρια, χαμένοι» και άλλα ωραία λόγια. Χιών ψιλή έπιπτε λιχνισμένη. Κεφάλια σκυφτά ως οι κατάδικοι που οδηγούνταν στις γαλέρες του άλλοτε. Σαν να πήγαιναν ξόδι στο ναό δια την ακολουθία του Ι. Δαμασκηνού ή τον επιτάφιο της Μ. Παρασκευής που κρατούν συνήθως οι ελληνικοί στρατιώτες. Στην όψη τους από το ξενύχτι και το φόβο ήτο «Πελιδνοί ως ο παράφρων τύραννος» Ιουλιανός ο Παραβάτης τον οποίο εφόνευσε ο ήρως άγιος Μερκούριος, όπως τον σκιαγραφούσε ο Αλεξ. Ππδ. «Στο Χριστό στο Κάστρο». Δεν βάδιζαν με βήμα επίσημης πομπής μετά μουσικής ή έστω βήμα χήνας (γάλου) αλλά κάπως παραπατούσαν ως ο μάστρο Παυλάκης που ιδιοποιήθηκε την ξένη χήνα στα «Χριστούγεννα του τεμπέλη» του ανωτέρω συγγραφέως και πάλιν, ότι είμαστε στον κόσμο του πάντα αυτές τις μέρες. Ο νόμος δια την πάταξιν της χαρτοπαιξίας απαιτούσε δια την αυτόφωρη διαδικασία όλα τα σύνεργα του εγκλήματος να προσκομίζονται στο αστυνομικόν τμήμα...
Αυτά διηγούνταν ο κυρ' Παναγιώτης Τσμνκς στο καθημερινό εντευκτήριο όπου διεξάγονται οι συζητήσεις χιαστή, παράλληλα, φορές και καθέτως και πάντα με τους μετόχους των «οιονεί» συμποσίων, υποπίνοντας.
Με απορία ανάμικτη με γέλιο συγκρατημένο κοιτούσαν μία περίεργη πομπή (στον κεντρικό πεζόδρομο τώρα, τότε δημόσιος δρόμος) οι πρωινοί εργατικοί, υπάλληλοι, συνταξιούχοι και κυρίες που πήγαιναν στο ναό «Προς Εκκλησιασμόν» μέρες κοντά στα Χριστούγεννα. Ενας χωροφύλαξ εν στολή οδηγούσε μια τετράδα πολιτών, τους οποίους συνέλαβε στο καφενείο «Μήλιος» χαρτοπαίζοντες κι ο καθένας κρατούσε το πόδι ενός τραπεζιού, πάνω στο οποίο λικνίζονταν τράπουλες με άσσους, ντάμες, βαλέδες, τριάρια, χρήματα, σιγάρα κ.α είδη του παράνομου χαρτοπαιγνίου. Επικρατούσε μια επισημότης όσο νάναι. Κάπου κάπου του οργάνου τάξεως του ξέφευγε: «Τομάρια, χαμένοι» και άλλα ωραία λόγια. Χιών ψιλή έπιπτε λιχνισμένη. Κεφάλια σκυφτά ως οι κατάδικοι που οδηγούνταν στις γαλέρες του άλλοτε. Σαν να πήγαιναν ξόδι στο ναό δια την ακολουθία του Ι. Δαμασκηνού ή τον επιτάφιο της Μ. Παρασκευής που κρατούν συνήθως οι ελληνικοί στρατιώτες. Στην όψη τους από το ξενύχτι και το φόβο ήτο «Πελιδνοί ως ο παράφρων τύραννος» Ιουλιανός ο Παραβάτης τον οποίο εφόνευσε ο ήρως άγιος Μερκούριος, όπως τον σκιαγραφούσε ο Αλεξ. Ππδ. «Στο Χριστό στο Κάστρο». Δεν βάδιζαν με βήμα επίσημης πομπής μετά μουσικής ή έστω βήμα χήνας (γάλου) αλλά κάπως παραπατούσαν ως ο μάστρο Παυλάκης που ιδιοποιήθηκε την ξένη χήνα στα «Χριστούγεννα του τεμπέλη» του ανωτέρω συγγραφέως και πάλιν, ότι είμαστε στον κόσμο του πάντα αυτές τις μέρες. Ο νόμος δια την πάταξιν της χαρτοπαιξίας απαιτούσε δια την αυτόφωρη διαδικασία όλα τα σύνεργα του εγκλήματος να προσκομίζονται στο αστυνομικόν τμήμα...
Αυτά διηγούνταν ο κυρ' Παναγιώτης Τσμνκς στο καθημερινό εντευκτήριο όπου διεξάγονται οι συζητήσεις χιαστή, παράλληλα, φορές και καθέτως και πάντα με τους μετόχους των «οιονεί» συμποσίων, υποπίνοντας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου