Τον ξανάδα, μετά από καιρό, εψές βράδυ
να διεκτραγωδεί τα πάθη του Κρέοντα-της εξουσίας- της κάθε- , του άτεγκτου νόμου,
της αδήριτης μοίρας της κορυφής και της πτώσης
Στέκομαι όμως στον Κρέοντα (Στάθη Νατσιό)
αντιγράφοντας κάτι παλιότερον περί αυτού:
«Ομως εκείνος ο γενειοφόρος επιμένει, υπηρέτης
μιας εν τέχνη βίωσης ποιητικής και
θεατρικής, όπου τον εμπατάρισε η ζωή κι ο οίστρος του ντελαπάρισε στον πεζόδρομο
με τις πικροκαστανιές, να σαρώνει τα εκεί πεσμένα φύλλα, αποτ σίγαρα,
τις μέρες, τους μήνες, τα χ ρόνια
χαρτιά και λόγια, πτεροέντα και πτερωτά αν και:
Διάβασε Μπάχμαν, Θερβάντες, τερτσίνες και
στιχάκια
έπαιξε Τσέχωφ, αρχαίους σ’ αίθουσα και σε
ξερολιθιά
μυήθηκε στης τέχνης τις φαρμακείες και τα
φαρμάκια
Θέατρα, απαγγελίες ως και στο σινεμά: «Ψυχή βαθιά».
Της κάθε μέρας συναγωνιστής αντιήρωας της
βιοπάλης
τα λόγια των άλλων ήταν σιωπηλές φωνές του
διαρκώς
οι ίμεροι της τέχνης κι οι έρωτες της
θεατροκλινοπάλης
τον στέριωσαν για να γεμίζει την σκέψη μας επαρκώς
Κι όταν του βίου η στροφή του έφερε κι άλλες
γύρες
λευκότερος όσο ποτέ και έξω από κοίλα και
σανίδια
απτόητος, λίγο λυπημένος πάλι ελαφριά το πήρες:
-Πρωί Κυριακής να μαζεύεις του Δήμου τα
σκουπίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου