Στη σάλα του αρχοντικού με τις κορομηλιές
Πατέρας και δυο γιοί ζωγράφοι
Παρίσι, Αθήνα, Θες/νικη Σιάτιστα Κοζάνη δηλαδή...
- Εγώ είμαι ο καθηγητής Λατινικών κυρ’ Χρήστος στα χαρτιά
απεπέμφην από το Αθήνησι ως κάπως ελαφρός
για τα μέτρα των χιτώνων τους
Εγραφον εις την εν Διαρρέοις βίλα μου
για τους ζωικούς μου έρωτες και εκείνους τους Λατίνων
Ως γλυπτόν το φέρνω προς τους ήρωες του Αριστοφάνη
Επεσα, έσπασε η μύτη τη διόρθωσεν ο Κώστας
Στον άγιο Δημήτριο είχα στασίδι μόνιμο
τα νύχια μου μεγάλωναν συνεχώς
περιτυλίχτηκα τη γνώση ράσο και τη
δοκίμασα γλυκεία ως καρπό χαμένου Παραδείσου
αλλά όχι και κοιλίας.
Πατέρας και δυο γιοί ζωγράφοι
Παρίσι, Αθήνα, Θες/νικη Σιάτιστα Κοζάνη δηλαδή...
- Εγώ είμαι ο καθηγητής Λατινικών κυρ’ Χρήστος στα χαρτιά
απεπέμφην από το Αθήνησι ως κάπως ελαφρός
για τα μέτρα των χιτώνων τους
Εγραφον εις την εν Διαρρέοις βίλα μου
για τους ζωικούς μου έρωτες και εκείνους τους Λατίνων
Ως γλυπτόν το φέρνω προς τους ήρωες του Αριστοφάνη
Επεσα, έσπασε η μύτη τη διόρθωσεν ο Κώστας
Στον άγιο Δημήτριο είχα στασίδι μόνιμο
τα νύχια μου μεγάλωναν συνεχώς
περιτυλίχτηκα τη γνώση ράσο και τη
δοκίμασα γλυκεία ως καρπό χαμένου Παραδείσου
αλλά όχι και κοιλίας.
- Ονομάζομαι Χριστόφορος (άγιος)
εκ του ότι μετέφερα επ’ ώμου το Χριστό
και τον επέρασα από το ποτάμι
αβρόχοις ποσί που λέν δι’ Αυτόν
Φυσικά έβγαλα τα ρούχα μου
και γυμνός διέπλευσα τον ποταμό
πως άλλωστε θα γινόταν.
Ο καλλιτέχνης μ’ έκαμε ολόγυμνο
μ’ όλη τη φύση μου αναμάρτητη
Αν ενοχλώ κατά τι
αυτός ας έχει το βάρος της πράξης
και την ευλογία.
- Εγώ ποιός είμαι καιρό αναρωτιέμαι;
Αδιευκρίνιστη η εκδοχή μου
Το κεφάλι μου ακουμπώ στον Λαοκόοντα
του Γκρέκο που αντέγραψε ο Δημιουργός μου
άχειρος, απρόσωπος, πόδια εν ηπία διαστάσει
δύο κενά στο σώμα αερίζουν την ύπαρξη
από μέσα τους περνούν ήχοι από καλάμια
και σιωπές του σύμπαντος.
Κατοικώ στη Χώρα – πιο πάνω η Γεράνεια -
των τεχνών των τεχνημάτων των μη ζώντων
Ισορροπούν αριστεροδέξιά μου
η επίσημη γλυκεία τρέλα και η ένθεη
Αυτός ίσως και να είμαι...
Κ. ΝΤΙΟΣ ΕΠΟΙΕΙ
Παρά πόδας μας νοητά θα έγραφον
εκ του ότι μετέφερα επ’ ώμου το Χριστό
και τον επέρασα από το ποτάμι
αβρόχοις ποσί που λέν δι’ Αυτόν
Φυσικά έβγαλα τα ρούχα μου
και γυμνός διέπλευσα τον ποταμό
πως άλλωστε θα γινόταν.
Ο καλλιτέχνης μ’ έκαμε ολόγυμνο
μ’ όλη τη φύση μου αναμάρτητη
Αν ενοχλώ κατά τι
αυτός ας έχει το βάρος της πράξης
και την ευλογία.
- Εγώ ποιός είμαι καιρό αναρωτιέμαι;
Αδιευκρίνιστη η εκδοχή μου
Το κεφάλι μου ακουμπώ στον Λαοκόοντα
του Γκρέκο που αντέγραψε ο Δημιουργός μου
άχειρος, απρόσωπος, πόδια εν ηπία διαστάσει
δύο κενά στο σώμα αερίζουν την ύπαρξη
από μέσα τους περνούν ήχοι από καλάμια
και σιωπές του σύμπαντος.
Κατοικώ στη Χώρα – πιο πάνω η Γεράνεια -
των τεχνών των τεχνημάτων των μη ζώντων
Ισορροπούν αριστεροδέξιά μου
η επίσημη γλυκεία τρέλα και η ένθεη
Αυτός ίσως και να είμαι...
Κ. ΝΤΙΟΣ ΕΠΟΙΕΙ
Παρά πόδας μας νοητά θα έγραφον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου