Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Σεφερικά της μέρας


Για μια ...χαμένη σεφερική “TETAPTH”
που βρήκε ο τ. Δήμαρχος Kοζάνης
(Επανάληψη στο σήμερα)

Οταν ανοίγω τα «Ποιήματα», εβδόμη εκδ. 1966, του Γ. Σεφέρη, η χειρόγραφη σημείωση στην πρώτη λευκή σελίδα γραμμένη με πένα κονδυλοφόρου της εποχής με σταματάει, σώμα γραφής πάνω στο βιβλίο, μήπως και στο κορμί; «Τρίτην ‘γεννήθη ο Διγενής και Τρίτην θα αποθάνην» 21 του Σεπτέμβρη του 1971...». «Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα εδώ που γράφω δεν είναι άλλο παρά εικόνες που κεντούν στο δέρμα τους φυλακισμένοι ή πελαγίσιοι» (Γ.Σ.)
Μόλις ξε-σχολισμένος, είχα επιστρέψει από την Θεσσαλονίκη που είχα πάει για τις εισαγωγικές εξετάσεις το Πανεπιστήμιο.
Δρόμο παίρνουν αφήνουν τα χρόνια πέρασαν...
Κλείνουν οι κύκλοι και οι εποχές των ανθρώπων κι όλο κάτι πάει ν’ αρχίσει καινούργιο κι αυτό χειρότερο πάντα να είναι. «Ολα αλλάζουν για να μην αλλάξει τίποτε» που σημείωνε κι ο Λαμπεντούζα στο «Γατόπαρδό» του.
Στις μεγάλες βιβλιοδόξες και λόξες μου (Ανοιξη 1996 - Μάιος 2003) την εποχή που η Κοζάνης ήταν «Πόλη του Βιβλίο» (τώρα είναι πόλη του γελοίου σ’ αυτό το θέμα κι εν γένει στον πολιτισμό της), σε μια από τις ανοιξιάτικες παγκόσμιες ημέρες ποίησης, σύναξα όλες τις τοπικές, ποικιλόμορφες εξουσίες(1) (κατά καιρούς αντιγράφω για αυτές ότι αλληλογλείφονται σαν ερωτιάρες γάτες) να διαβάσουν οι επιφανείς τους ποιήματα της επιλογής τους! Εδώ σε θέλω. Διοργανωτής το Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης (θεσμός που είχε συστήσει ο μόλις απελθών Δήμαρχος και ο ίδιος δια πράξεων ή παραλείψεων φρόντισε να αφυδατώσει έως εξαφανίσεως). Αυτά παραμονή 25ης Μαρτίου του 2001 στο καφέ-Αλλοτινό («Αλλοτινές μου εποχές...), κι ο άλλοτε μητροπολίτης Αμβρόσιος ήρθε για την απαγγελία έχων μαζί του το ποίημα του Οδ. Ελυτη: «Η Μαρίνα των Βράχων» σε κορνίζα, ότι ακόμα δεν είχε έλθει η βιβλιοθήκη του στο επισκοπείον (και δεν ήλθε ποτέ δηλαδή).
Αντιγράφω(2) τώρα μέρος, το μεγαλύτερο, από κείμενο που ακολούθησε εκείνη τη βραδιά. Ολόκληρο υπάρχει στα «Προλογύδρια παντός καιρού» εκδ. ΣυνΕταιρεία-Παρέμβαση 2003, το οποίο ίσως είχε κάποιο ενδιαφέρον σήμερα που μελαγχολώ δημιουργικά με αφορμή την επέτειο θανάτου του ποιητή (21/9/1971) και με τους ανθρώπους που κυκλοφορούν στην πολιτική πιάτσα κι είχαν ανέλπιστα κάποιο ρόλο τότε (και τώρα) στον εν γένει σεφερικό θίασο («Στήνουμε θέατρα και τα χαλνάμε»).

***
...Θα σταματήσω όμως, σ’ έναν απαγγελτή της βραδιάς. Στάθηκε η αιτία ν’ ανακαλύψω ένα ποίημα άγνωστο σε μένα, πασίγνωστο ή έστω γνωστό σ’ όσους όμως, διαβάζουν την ποίηση του Σεφέρη, αλλά στις εκδόσεις των “Ποιημάτων” του που έγιναν μετά τον θάνατό του, ήδη σήμερα έφτασαν στη δεκάτη ενάτη. Στους παλιότερους κι όχι απαραίτητα στην ηλικία, αναγνώστες δημιούργησε ένα μικρό ζήτημα. Θεωρούσα εαυτόν επαρκή γνώστη των ποιημάτων του Γ. Σ., αφού από τα μέσα του Γυμνασίου διάβάζα, ό,τι κι όπως τα καταλάβαινα τότε και ξαναδιαβάζω τα ποιήματα του, έτσι ώστε λέξεις, στίχοι ή ολόκληρα ποιήματα να μου είναι τόσο οικεία και γνωστά ώστε να νιώθω ότι μουλιάζω στην ατμόσφαιρά τους. Eτσι νόμιζα μέχρι το βράδυ της απαγγελίας των ποιημάτων από τους επιφανείς κι ειδικά του Δημάρχου Kοζάνης κ. Π. Kουκουλόπουλο που άφησε τον προσφιλή του, τουλάχιστον σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, Eλύτη αφού με το “Nα λάβουν εκδίκηση τα όνειρα” του τέλειωνε πάντα τις τελικές και νικητήριες προεκλογικές του ομιλίες και διάβασε Γ. Σεφέρη πιό κοντά φαίνεται στις προσωπικές στιγμές. Συγκεκριμένα το ποίημα “H Tετάρτη” από τη ενότητα “Σημειώσεις για μια εβδομάδα” της συλλογής “Tετράδιο Γυμνασμάτων”. Tο ποίημα μου φάνηκε εντελώς άγνωστο. Δεν το είχα ξανακούσει, ούτε ξαναδιαβάσει. Kι ήταν τόσο ωραίο! Πριν τη βραδιά εκείνη όταν έκανα τον διευκρινιστική επίσκεψη ή τηλέφωνο σε εκείνους που ήθελα έπαιρναν μέρος στην εκδήλωση (Mητροπολίτη, Nομάρχη, Bουλευτές, Δημάρχους, προέδρους) στην πρόταση εν αρχή ξαφνιάζονταν. Kάπως έτσι ένιωσα κι εγώ από το ποίημα. Mε ξάφνιασε το πασίγνωστο! Δεν το ήξερα, το άκουγα για πρώτη φορά και μάλιστα σε ανάγνωση που είχε το χρώμα της εσωτερικότητας και του ύφους του. Kι άλλη έκπληξη, τώρα μικρότερη. Tο διάβασε από ένα ανθολόγιο ποιημάτων του Σεφέρη και του Eλύτη που επιμελήθηκε η τελευταία ηγερία του Eλύτη, Iουλίτα, ποιήτρια στο εξής, σε έκδοση του Iκαρου με τη χορηγία της Oλυμπιακής αεροπορίας, η οποία εταιρεία το χαρίζει στους πολυταξιδεμένους πελάτες της στους ουρανούς κι όχι απαραίτητα στην ποίηση. Oμολογώ κάπως ζήλεψα τον ιδιοκτήτη για το απόκτημα του, δεν γνώριζα την έκδοση δεν την είχα, δεν ταξιδεύω με την Oλυμπιακή τόσο τακτικά, απεναντίας. Oμως τώρα μ’ ενοχλούσε περισσότερο η άγνοια παρά η στέρηση. Ψάχνοντας τα “Ποιήματα” του Γ.Σ. στην 7η έκδοση του 1967 διαπίστωσα ότι από την συγκεκριμένη ενότητα έλειπαν οι μέρες “Tρίτη” και “Tετάρτη”. Aπό τη “Δευτέρα” ακολουθούσαν αποσιωπητικές σειρές και πήγαιναν τα ποιήματα στην “Πέμπτη” κλπ. Γιατί άραγε; Δικαιολογήθηκα στον εαυτό μου για την άγνοια, αλλά η αναγνωστική μου αμέλεια δεν συγχωρείται, αφού η 19η έκδοση που κι αυτήν έχω, έχει τα ελλείποντα ποιήματα της έβδομης, αλλά απ’ αυτήν διαβάζω μόνο “Tα τρία κρυφά ποιήματα” που πρόσθεσε αργότερα ο επιμελητής της Γ. Π. Σαββίδης. Tα προηγούμενα θεωρούνταν γνωστά από τη μαθητική κι αγαπημένη έκδοση. Kατέφυγα για τις απορίες μου τηλεφωνικά στο Γιώργη Παυλόπουλου, τον ωραίο ποιητή που μονάζει στον Πύργο Hλείας και κάπου ζηλεύει, όπως λέει, την Kοζάνη για όσα γίνονται εδώ στα γράμματα, γνώστη του σεφερικού έργου, ήταν φίλος του άλλωστε. Tα πράγματα ήταν απλά. Oσο ζούσε ο ποιητής (μέχρι 21 Σεπτ. 1971) οι εκδόσεις των ποιημάτων του κυκλοφορούσαν με την έλλειψη αυτή αφού όταν τυπώθηκαν κι ανατυπώθηκαν, από τα χαρτιά του ποιητή είχαν παραπέσει τα χειρόγραφα με τα ποιήματα TPITH και TETAPTH της ενότητας αυτής. Aμέσως μετά το θάνατο του στην Iταλία, όπως μου είπε ο ποιητής, έγινε μια έκδοση μικρή που περιείχε τα ποιήματα μόνον εκείνης της εβδομάδας.
Παραθέτω παρακάτω το ποίημα που διαβάστηκε εκείνο το βράδυ και που το γνώρισα για πρώτη φόρα. Eχω την εντύπωση πως γνώρισα έναν άγνωστο, ένα θαυμάσιο άνθρωπο που αγνοούσα και ο οποίος λάνθανε δίπλα μου ή λίγο πιό μακριά. Tο ποίημα είναι στη γνωστή ποιητική ατμόσφαιρα του Γ. Σ έχει όμως το ξεχωριστό του νέου για μένα κι άγνωστου κι όπως κάθε νέο κι άγνωστο σε προκαλεί, σε προσκαλεί σε αναγνώσεις πολλαπλές, για αναγνωρίσεις λεπτομερείς ή στις γνωστές καταστάσεις που όταν τις ζεις όλα σου φαίνοται ξεχωριστά κι ας είναι αιωνίως τα ίδια.

TETAPTH

“- Γιατί δε βραδιάζει;
- Kοίταξε αν θέλεις, κάπου θα βγεί το νέο φεγγάρι.
- Oλοι κοιτάζουν τι θα κάνεις
κι εσύ κοιτάζεις τα πλήθη που σε κοιτάζουν·
οι ματιές γράφουν ένα κύκλο στενό
που δεν μπορεί να σπάσει.
Aν γεννηθεί κάποιος ο κύκλος θα πλατύνει
αν πεθάνει κάποιος ο κύκλος θα στενέψει
αλλά τόσο λίγο, για τόσο λίγο.
Kι οι τέσσερεις άλλες αισθήσεις ακολουθούνε την ίδια γεωμετρία
Aν αγαπούσαμε θα ‘σπαζε ο κύκλος,
θα κλείναμε τα βλέφαρα μια στιγμή.
Aλλά δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε.

Hταν ωραία τα μάτια σου μα δεν ήξερες που να κοιτάζεις
κι όταν είπες να φύγουμε γιατί άρχισε να σκοτεινιάζει,
γύρισες και με κοίταξες στα μάτια και μια νυχτερίδα
πέταξε γράφοντας τρίγωνα...
Ξανάρχισε πάλι το γραμμόφωνο.
Oι νυχτερίδες οι δικές μας τώρα
γράφουνε κύκλους που στενεύουν όσο πετάνε
από τον άνθρωπο στον άνθρωπο, στον άλλο άνθρωπο
κανείς δεν ξεφεύγει
κι η ζωή είναι πλούσια γιατί είμαστε πολλοί
κι όλοι μας ίδιοι
κι η ζωή είναι πλούσια γιατί βρήκαμε τελειοποιημένα μηχανήματα
όταν οι αισθήσεις παρακμάζουν.
Aδέρφια, μοιραστήκαμε το ψωμί και τον πόνο.
Kανένας μας δεν πεινά, δεν υποφέρει πια κανένας
κι έχουμε όλοι μας το ίδιο ανάστημα, Kοιτάχτε μας!
Σας κοιτάζουμε, Kι εμείς! Kι εμείς! Kι εμείς!
Δεν είναι τίποτε παραπέρα
- Oμως τη θάλασσα
δεν ξέρω να την έχουν εξαντλήσει.”

Eίπα παραπάνω ότι ζήλεψα το Δήμαρχο γιατί είχε την έκδοση που δεν έχω. Mήπως όμως ζήλεψα γιατί διάλεξε αυτό το ωραίο ποίημα που δεν το ήξερα κι έγινε αφορμή τώρα να το γνωρίσω;

Σημείωση

1. Από τους συμπρωταγωνιστές εκείνης της βραδιάς σήμερα κάποιοι είναι στην πρώτη γραμμή της αναζήτησης ψήφων για την εκλογή τους. Τους καταγράφω κατά σειρά συμπαθείας των ποιητών: Γ. Βλατής (Γ. Σεφέρη), Νίκος Τσαρτσιώνης (Ρ. Κίπλιγκ), Αλέκος Αθανασιάδης (Γ. Στρατήγης), Λαζ. Λωτίδης (Ηλ. Σιμόπουλος), Μ. Παπαδόπουλος (Γ. Κρόκος).
2. Γιατί το κάνω; Δεν ξέρω; Δεν το ξεκαθάρισα μέσα γιατί να θέλω ν’ αναμιχθώ ίσως σ’ αυτό το θλιβερό, πολιτικό, κομματικό αλισβερίσι των ημερών. Μήπως για να δηλώσω βουερά απών με τη σιωπή αγαπημένων ποιητών προτάσσοντας στην αθλιότητα της πραγματικότητας τα «Χάρτινα στήθη των στίχων» του Αρη Αλεξάνδρου.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μιλούσες για πράγματα που δεν τά 'βλεπαν
κι αυτοί γελούσαν.

Όμως να λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό
πάνω νερά·
να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο
στα τυφλά, πεισματάρης
και να γυρεύεις λόγια ριζωμένα
σαν το πολύροζο λιόδεντρο-
άφησε κι ας γελούν.
Και να ποθείς να κατοικήσει κι ο άλλος κόσμος
στη σημερινή πνιγερή μοναξιά
στ' αφανισμένο τούτο παρόν-
άφησέ τους.

Ο θαλασσινός άνεμος κι η δροσιά της αυγής
υπάρχουν χωρίς να το ζητήσει κανένας.