Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Τρίτη 13 Απριλίου 2010

Επειδή όλοι ταξιδέψαμε ή και ταξιδεύουμε με το ΚΤΕΛ παντός καιρού


ΕΓΩ ΕΙΜ’ ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ

Με λεωφορείο του ΚΤΕΛ, Τρίτη, 14 Ιουλίου, με των 12, από Πάτρα για Αγρίνιο. Μαζί με το ξεκίνημα του αυτοκινήτου μπαίνουν και τα σκυλέ του ραδιοφώνου. Δηλαδή, για μιάμιση ώρα, ο οργανισμός μου θα πρέπει να αμύνεται μ’ όλες του τις δυνάμεις, απέναντι σ’ αυτό το δηλητήριο, που αποσυντονίζει τα κύτταρά μου και παραλύει τα μέλη μου.

Ακούω αυτό το ξεκίνημα του ηχητικού εμετού και προσπαθώ να ηρεμίσω τον εαυτό μου. Σχεδόν, επειδή τον φοβούμαι, του δίνω διαταγές: «Κοίταξε να ξεχαστείς ρε γαμώ το… Κάνε όμορφες σκέψεις… ψιθύρισε Καβάφη, Έλιοτ, Ρεμπώ,… ή, κρατήσου από αυτό το πανέμορφο τοπίο…».

Λέω στον εαυτό μου, αυτά που του λέω πάντα σ’ αυτή την περίπτωση… Πάντα αποφασίζω ότι δεν θα εξεγερθώ…(δεν γίνεται σε κάθε ταξίδι να μαλώνω με τον οδηγό)…Και πάντα ο εαυτός μου εξεγείρεται, ερήμην μου, έτοιμος αν χρειαστεί να σκοτώσει ή να σκοτωθεί…
«Αλλά σήμερα όχι… όχι κι αυτή τη φορά….Προσπάθησε….Όχι σου λέω ρε γαμώ το, άχρηστε, που σωματοποίησες ανάμεσα στους άγλωσσους βαρβάρους τη σχέση αίσθησης κι αισθητικής… όχι!...».
Έδωσα τις διαταγές στον εαυτό μου, αλλά η πραγματικότητα πραγματικότητα... Αρχίζω να λειώνω σαν παγωτό πάνω στη ζεστή άσφαλτο. Μόνο ο θυμός μου ακόμα με κρατάει κάπως από την κατάρρευση. Που δεν αντιδρά κανείς ρε γαμώ το. Που με βασανίζουν εν καιρώ ειρήνης και δεν το αντιλαμβάνεται κανείς…

Αλλά να, μια γυναίκα ακούγεται, μια γυναίκα που αντιδρά:
«Σας παρακαλώ… σταματήστε αυτά τα σκυλοτράγουδα, επιτέλους, σας παρακαλώ…είμαι άρρωστη…»
«Σε μένα μιλάτε;» λέει ο οδηγός.
«Μα σε ποιόν άλλον; Σε σένα…».
«Μα τα θέλει ο κόσμος κυρία μου. Δεν τα θέλετε;».
«Και βέβαια τα θέλουμε» απαντά μια κυράτσα…
«Μα πονάει το κεφάλι μου κυρία μου…Έρχομαι από γιατρό… Δεν είμαι υποχρεωμένη….» λέει η γυναίκα.
«Κι εγώ θέλω να χαλαρώσω με τραγούδια κυρία μου, δεν είμαι υποχρεωμένη…», απαντά η κυράτσα..
«Και γιατί σκυλοτράγουδα κυρία μου;…» φωνάζει ο οδηγός, «ελληνικά τραγούδια είναι…»
«Υπάρχουν και ξένα σκυλοτράγουδα; Δεν το ’ξερα…Αλλά δεν θα κάνουμε τώρα συζήτηση…κλείστε το».
«Βάλε Μπετόβεν στην κυρία παιδί μου…» φωνάζει η κυράτσα.
«Μα και Μπετόβεν να ήταν δεν είμαι υποχρεωμένη…καταλαβαίνετε… είμαι άρρωστη… έρχομαι από γιατρό….Και Μπετόβεν να ήταν δεν επιτρέπεται να μου τον επιβάλετε. Το λεωφορείο είναι μισθωμένο, ανήκει στους επιβάτες…».
«Επιβάτις είμαι κι εγώ κυρία μου», επιμένει η κυράτσα, κάνοντας τον οδηγό να καγχάσει χαιρέκακα, ενώ, ενώ χαμηλώνει κατά τι το εμετόριο…

Αυτή η φασαρία με δυνάμωσε. Αλλά στην ησυχία που ακολουθεί, τα χαμηλωμένα σκυλέ φτάνουν καθαρά ως εμένα. Και νοιώθω να με παραλύουν… Προσπαθώ από κάπου να πιαστώ…Κι ευτυχώς, ευτυχώς που υπάρχει κάτι να θυμώσω…ευτυχώς… αφού εντοπίζω πίσω μου δεξιά, έναν νεαρό, ήρεμο, απαθή. Έχει όλα όσα είχα στα εικοσιπέντε μου. Γένι, μαλλιά μακριά, επαναστατική εξάρτυση…όμως, μέσα του είναι χυλός… Η γενιά της καφετέριας γαμώ το… Όχι δεν είναι από αυτούς που βάζουν μπριλ κριμ και κλειστό παπουτσάκι με σοσόνι τον Ιούλιο… είναι απ’ αυτούς που υπολογίζουν να ρίξουν καμιά γκόμενα, διαφοροποιούμενοι, παίζοντάς το εμφανισιακά ολίγον τι Τσε Γκεβάρες. Γαμώ το καντήλι τους…

Έχουμε διανύσει κάπου το ένα τρίτο της διαδρομής, περάσαμε την Παλιοβούνα, φάνηκε ο Εύηνος. Πιο κάτω εκεί, δεξιά, στη στροφή, πάνω από τον Εύηνο, υπάρχει κάτι σαν ανεπίσημο πάρκινγκ. Όταν ταξιδεύω με τ’ αυτοκίνητό μου, σταματώ σ’ αυτό το σημείο, να δω τον Εύηνο από ψηλά... Αχ εσύ αέρα της ελευθερίας…Αλλά τώρα, τώρα είμαι σε λεωφορείο του ΚΤΕΛ, τώρα είμαι στην κόλαση, στα πρόθυρα εγκεφαλικού…

Μα ξάφνου, τι συμβαίνει; Βλέπω το νεαρό να περνά με σπουδή δίπλα μου κρατώντας πιστόλι. Λίγο πριν το ανεπίσημο αυτό πάρκινγκ, το άγναντο αυτό, πάνω από τον Εύηνο... Πριν καταλάβω καλά τι γίνεται ακούω:
«Κόψε δεξιά και σταμάτησε ρε σκατόμαγκα. Κόψε δεξιά, εδώ, εδώ, αλλιώς θα σου την ανάψω».
Ο οδηγός κόβει ταχύτητα, μπαίνει δεξιά και σταματά…Ο νεαρός πηγαίνοντας προς τον οδηγό, χτυπά στον ώμο την κυρία που ήθελε να χαλαρώσει.
«Σήκω να χαλαρώσεις κυρία μου. Μπρος, έξω, έξω… Κι εσύ έξω καριόλη…» λέει στον οδηγό. «Έξω κ’ οι δυο γαμώ την κωλοκοινωνία σας, γαμώ τις δημοκρατίες των πολυεθνικών…έξω…».
Δεν προλαβαίνω να δω. Οι δυο έχουν βγει έξω κι από κοντά τους ο νεαρός με το πιστόλι… Δεν προλαβαίνω να δω…κάποιοι σηκώνονται να κοιτάξουν…ακούω μόνο…όλοι σηκώνονται να κοιτάξουν… ακούω μόνο: «Εσύ γαμημένε βασανιστή για να πας στα αιώνια σκυλάδικα!». Κι ακούω την πρώτη πιστολιά. «Κι εσύ αγάμητη σκυλού για να βρεις την αιώνια χαλάρωση». Κι ακούω τη δεύτερη πιστολιά.
Βρίσκω τη δύναμη να σηκωθώ. Και προλαβαίνω να δω τον νεαρό να δίνει σάλτο προς της δασωμένη πλαγιά. «Δεν θα τον πιάσουν» σκέφτομαι. «Όχι. Δεν θα τον πιάσουν… Φεύγει προς τα βουνά…. Προς τις πηγές του Εύηνου… και… του Γαλαξία…».

Tο ανωτέρω κείμενο του ποιητή Γιάννη Υφαντή είναι αλιευμένο από το προσωπικό του μπλοκ http://ah-ach.blogspot.com/

8 σχόλια:

... είπε...

Ευχαριστώ Βασίλη μου. Αν γίνεται, πάντα να είσαι καλά! Σε φιλώ! Γιάννης

Dem είπε...

Ενταξει παιδια μην φτανουμε αμεσως στα πιστολια.
Υπαρχουν κι αλλες λυσεις, π.χ. iPod με ακουστικα :-)

δημήτριος παν. μεντεσίδης είπε...

Σε μένα, δυστυχώς, που τόσα χρόνια φοιτητής ταξίδευα με τους χυδαίους οδηγούς των ΚΤΕΛ (όχι τους χώρους αναμονής, αυτούς τους θεωρώ χώρους έμπνευσης και περισυλλογής)δεν έτυχε ανάλογο περιστατικό !!!
Να συνταξιδεύω με ένα τέτοιο παλικάρι εννοώ.
Που θα σκότωνε για λόγους αισθητικής.

δημήτριος παν. μεντεσίδης είπε...

Αγαπητέ Dem η λύση του i-pod και οι ανάλογες λύσεις της απομόνωσης οδήγησαν στον πολλαπλασιασμό και την απίστευτη διάχυση της χυδαιότητας.
Προτείνω πιστόλι.
Ασυζητητί.

Μαύρος Γάτος είπε...

Εναλλακτική (και πιό πιθανή) εκδοχή:

Ο Σαν-Τσέ κάθεται στη θέση του Οδηγού, και συνεχίζει το δρομολόγιο. Με μια κασέτα heavy metal στη διαπασών...

δημήτριος παν. μεντεσίδης είπε...

Μαύρε Γάτε εκεί όπου οδηγήθηκε η κατάσταση μόνο Death Metal "παίζει".
Κάτι σε Acid Death, Farmacon, Nail within. Ο,τι αρέσει στους επιβάτες.

Ανώνυμος είπε...

Ο καταναγκασμός της μουσικής "απόλαυσης" σε ΜΜΜ έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με το κάπνισμα: αρκεί να διαφωνεί έστω και μόνον ένας για να σταματά σε όλους (μόνον που στο κάπνισμα έρχεται ο υστερικός νομοθέτης να υπερασπιστεί αυτόν που δεν μπορεί να δηλώσει την αντίθεσή του, πράγμα που δεν κάνει, απ' όσο ξέρω, με την μουσική).
Χρειάζεται αποφασιστικότητα (ίσως και λίγος θεατρικός τσαμπουκάς) μόλις ο φιλόμουσος οδηγός πατήσει το on της μουσικής, απαιτώντας από αυτόν να την κρατήσει, άν θέλει, μόνον στο δικό του ηχείο (το έχω κάνει δις). Αλλιώς, βράζεις στο ζουμί σου, κουρελιάζεις την αυτοεκτίμησή σου και προσπαθείς να βρεις δικαιολογίες (του κώλου) για την αδράνειά σου (το έχω, επίσης, υποστεί) και την επακόλουθη απώλεια του ταξιδιωτικού ρεμβασμού, της ευκαιρίας για αυτοσυγκέντρωση ή, απλώς, για ένα λικνιστικό νανούρισμα.
Ίσως, βέβαια, αυτές οι "γκρίνιες" ή "μιζέριες" (σύμφωνα με την δήθεν free, καταπιεσμένη και, ταυτόχρονα, καταπιεστική πλειονότητα) να μην περνούσαν πιο μέσα από το έξω ους, άν ήταν δυνατόν να αποκατασταθεί κάποια ενδιαφέρουσα επικοινωνία με τον/την δπλανό/ή μας (δεν ευτύχησα σε κάτι τέτοιο).

Θόδωρος Καρώνης

Ανώνυμος είπε...

Θα συμφωνήσω με τον κ. Καρώνη, ότι μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον/την διπλανό/διπλανή μπορεί να εξουδετερώσει τα ενοχλητικά ντεσιμπέλ των εν λόγω ασμάτων. Είχα την τύχη να μου συμβεί 2-3 φορές...

Κατερίνα Τόλιου