Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Τρίτη 30 Απριλίου 2024
Μίμη που εν ζωή τον λέγαμε και ΣΟΥΛΙΩΤΗ
Ανέλπιστα το βρήκα στην κορυφή/
των υπό ανάγνωσιν ή μάλλον για επανάληψη./
Μεγάλη Τρίτη το πρωί/
και στο καφενείο που πίναμε εσπρέσο /
όταν έφερνε το Ι.Χ. του (όχι το σώμα του)/
προς συντήρησιν στην Κοζάνη/
άκαπνος εγώ, του άσσου άφιλτρου αυτός/
ευκαιρίας (μνήμης δηλαδής) δοθείσης αντιγράφω/
το πλειστάκις υπ’ εμού αντιγραφέν πεντάστιχο/
του Αλησμόνητου Μίμη που εν ζωή τον λέγαμε/
και ΣΟΥΛΙΩΤΗ/
«Ο έρωτας είναι χάρη και αναστολή/
κι όποιος αγαπάει δεν το ξέρει,/
και μη φοβάσαι τους συμπολίτες/
μισούν μ’ ένα πάθος που μπορεί/
να τους καταστήσει αθάνατους/
Γερανοί...
«Και συ λαέ βασανισμένε μην ξεχνάς τον Ωρωπό...»
Ηγουν: δικτατορία, βασανισμούς, (Μουστακλής και Παναγούλης τους μόνους αντιστασιακούς που αναγνώριζε ο βασανιστής Θεοφιλογιαννάκος) βία, εξορίες, φυλακές, Θεοδωράκης κ. λπ. Καλά δεν το ξεχνάμε, αλλά και τι να πουν και οι Αρμένιοι αυτός ο διασπαραγμένος λαός τόσα χρόνια. Αυτά συλλογιζόμουν βράδυ του Λαζάρου ακροατής καθήμενος στην «βασιλική πολυθρόνα ελλείψει αντιβασιλικής» στο μουσικό εργαστήρι «30 καρέκλες / συναυλίες εις πείσμα» που διοικεί ο μουσικός ο κ. Π. Δημόπουλος. Αφιέρωμα στον αρμενικό μουσικό λόγο με τραγούδια και στον αρμένη συνθέτη Vardapet Komitas. Στο φλάουτο η έξοχη Ανους Ναρογιάν (γεννήθηκε στην Αρμενία και σήμερα ζει στην Ελλάδα και διδάσκει στο Νεο Ωδείο Πτολεμαίδας). Στο πιάνο τη συνόδευε ο Π.Δ.
Ηταν μία λίαν αισθαντική εισαγωγή στη Μ. Εβδομάδα απ’ αυτές που μόνο στους μικρούς γλυκούς χώρους φύονται, ανθούν και θάλλουν.
Ξεκίνησε (κι έκλεισε η συναυλία) με το τραγούδι «Γερανός» ένα σπαρακτικό άκουσμα με όλη την πίκρα, τον καημο, τα βάσανα, την ελπίδα και προσμονή αυτού του λαού.
Σ’ αυτές τις μουσικές βραδιές ταξιδεύω μόνος μου εντελώς κι εκείνο το βράδυ αφέθηκα στον τόπο, τους ανθρώπους με το χαρακτηριστικό φυσιογνωμικό κόψιμο, στη λύπη τους. Ταξίδεψα στα φτερά εκείνου του μεγάλο πουλιού που στη αποδημία του μεταφέρει στις φτερούγες του τα μικρά πουλιά που κουράζονται στο ταξίδι Από το δημοτικό σχολείο θυμάμαι το ποίημα του Γ. Δροσίνη και συγκινούμαι σφόδρα: «Χειμώνιασε και φεύγουν πουλιά /γοργά ο γερανός τα πελαγώνει/ κι η φλύαρη χελιδονοφωλιά / χορτάριασε παντέρημη και μόνη)
Ο αρμένικος γερανός τραγωδεί:
Γερανέ είσαι στο δρόμο;/
Είμαι σκλάβος της φωνής σου/
Γερανέ έχεις κανένα νέο από την πατρίδα μας /
Μη βιάζεσαι σύντομα θα βρεθείς με τα άλλα πουλιά/
Πες έχεις νέα από τη παρτίδα μας;/
Αφησα τον κήπο μου άφησα τα φρούτα μου/
Με κοφτή ανάσα η καρδιά μου/
χτυπά στο στήθος μου/
- Α τον μ...
Το πρωί είσοδος εις Ιεροσόλυμα δηλ. στο ναό του αγίου Δημητρίου το βραδάκι Ιδού ο νυμφίος έρχεται στην Παναγία Βοήθεια. Στο μέσον της ημέρας Κυριακής σε λοφίσκο γύρωθεν της πόλεως με το βιβλίο του Φρειδερίκου Γ. Φάρραρ "Ο βίος του Χριστού» σε μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, επιμέλεια Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου και Λαμπρινης Τρισνταφυλλοπουλου εκδ. Δόμος
Πριν χρόνια...
Εντός του αυτοκινήτου φυλλομετρούσα το βιβλίο -καθε χρόνο το κάνω αυτό μ’ αυτό- κυρίως δια την απόλαυσιν της μεταφράσεως. Ακουγα ΤΡΙΤΟ όταν άκουσα στο τζάμι κτύπο. Τοκ τοκ. Ανέβλεψα όπως ο τυφλός του Ευαγγελίου και είδα δυο υπηρέτες της δημοσίας τάξεως με στολή, αυτούς που στα μεγάλα αστικά κέντρα ονομάζουν μπάτσους κάτι ρετάλια πολιτικά. Τους έδειξα το βιβλίο.
Αμηχανία.
Είπαν κι αυτοί θα πιάσουν κανέναν εξαρτημένο να φουμάρει ήσυχα κι ειρηνικά τις ουσίες του κι έπεσαν σε χειρότερο εξαρτημένο.
Εφυγαν κάπως ενοχλημένοι μονολογώντας ίσως ένδον·
- Α τον μ...
Αυγή Κυριακή 26 Απριλίου 1963
Από τις εκατοντάδες ΑΥΓΕΣ που ανέσυρα από πηγάδι φρέαρ, στην κοζανικη αρβανικος, που τις έριξε εκει μέσα σε σακουλες ναυλον τυλιγμενες παλιός αριστερός αμα τη αφίξει της δικτατορίας. Τις «περιέθαλψα» όπως μπορούσα το 1997 διεσώθηκαν γι αυτο η και κάποια αδυναμία μου για αυτην τουλάχιστον μέχρι την ιδεολογικήν και πολιτικήν αλλοίωσιν της
Παρασκευή 26 Απριλίου 2024
Τα παλληκάρια τα καλά...
Ηταν η τελευταία μου εμφάνιση ως έμμισθος υπηρέτης του δημόσιου και δημοτικού πολιτισμικού συμφέροντος (Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης (ΙΝΒΑ) και Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης). Απρίλης 8 του 2003 στο Κοβεντάρειο όπου παρουσιάσαμε το βιβλίο του Βασίλη Τζανακάρη: «Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν» εκδ. Μεταίχμιο. Το τέλος της ληστοκρατίας εν Ελλάδι. Μαζί με τον ιστορικό δάσκαλο Θανάση Καλλιανιώτη και τον συγγραφέα.
Το σχέδιο των παρουσιαστών είναι του διαπρεπούς αλβανού ζωγράφου Γ. Κόλλα που ζει τώρα στην Ιταλία (κάπου κοντά στην Φλωρεντία). Η φωτ. με αγαπημένα μου πρόσωπα -ο πατέρας (+), ο Ν. Παπαδόπουλος,(+), ο Γ. Μητλιάγκας, ο Ν. Κούρτης (+) στην πρώτη η σειρά- είναι μάλλον της φωτογράφου Μαρίας Γιάκου.
Κώστας Στεργιόπουλος (1926-2016)
Φιλόλογος, Καθηγητής πανεπιστημίου, κριτικός λογοτεχνίας, ποιητής κ.α. Το 2023 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του Ιδρύματος Ουράνη ένας βαρύτιμος τόμος «ΕΧ ΝΙΗΙLΟ...Από τα Σημειωματάρια μιας ζωής» σε επιμέλεια Αλέξη Ζήρα. Γράφει για την Κοζάνη:
30 Σεπτεμβρίου
Από 24 ως 27 Σεπτεμβρίου, στην Κοζάνη (ξενοδοχείο «Αλιάκμων», δωμάτιο 315) για μια βραδιά αφιερωμένη στην ποίησή μου. Από τον Μάιο του 1989, που την είδα τελευταία φορά, μολονότι και τότε τη βρήκα αλλαγμένη, η Κοζάνη μεταμορφώθηκε και πάλι αρκετά. Μέσα στα πενήντα χρόνια απ’ την πρώτη μου γνωριμία, έγινε πόλη και η Κοζάνη. Πού εκείνος ο λασπότοπος της εποχής του Εμφυλίου και του 1950! Πού εκείνο το εκκλησάκι στο λόφο της Αγίας Παρασκευής, με το υποτιθέμενο μοναστήρι, ένα καμαράκι όλο κι όλο, όπου η μοναδική καλόγρια μας έψηνε χαμέντριο για το χαλασμένο μας στομάχι από το φριχτό συσσίτιο του στρατού! Τώρα, στη θέση τους βρίσκεται μεγάλη τσιμεντόκτιστη κι ακαλαίσθητη εκκλησία, με διώροφους ξενώνες υπό ανέγερση δίπλα. Ακόμα πιο άχαρους απ’ την ίδια, καθώς χάσκουν με τα τσιμέντα τους ασοβάτιστοι και χωρίς πόρτες και παράθυρα. Χάθηκαν οι λάσπες κι η αθλιότητα, χάθηκε και η γραφικότητα. Έχει μείνει μόνο εκεί πάνω η ζωντανή ανάσα απ’ τη γύρω φύση κι ο καθαρός αέρας.
Όμως, παρ’ όλα αυτά και παρ’ όλες τις πολυκατοικίες που την πνίγουν, η πόλη επεκτάθηκε, ασφαλτοστρώθηκε κι απόκτησε κάποια πνευματική και πολιτιστική κίνηση. Και η Βιβλιοθήκη της, μια Βιβλιοθήκη με μακριά παράδοση, πεσμένη σε νάρκη και παρακμή για πολλά χρόνια, αναδιοργανώθηκε και πλουτίστηκε σημαντικά και με τις φροντίδες του τωρινού διευθυντή της Β. Π. Καραγιάννη, αποτέλεσε πνευματικό κέντρο για ποικίλες εκδηλώσεις. Ας αφήσουμε, εκτός απ’ τη Βιβλιοθήκη, πόσο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο που κατάφεραν να στήσουν. Τα είχα δει και το 1989, μα τώρα πλουτίστηκε κι εκείνο. Άριστη θεματική ταξινόμηση, πλήθος εκθέματα σε πολυώροφο αναπαλαιωμένο και αρμονική επέκταση παλιό αρχοντικό, με βαλσαμωμένα ζώα και πουλιά, με δείγματα από φυτά, φωτογραφίες και εικόνες απ’ τους μακεδονικούς αγώνες και με τις συντεχνίες και την επίπλωση των παραδοσιακών σπιτιών σε χωριστά καμαράκια. Μουσείο μάλλον μοναδικό στο είδος του – κι όχι σ’ εκείνη αποκλειστικά την περιοχή, αλλά ίσως και γενικότερα στον τόπο μας. Τελικά, από την παλιά Κοζάνη έμεινε το ρόλοι στην πλατεία, σαν πανύψηλο καμπαναριό, να σημαίνει τις ώρες.
Π. Νερούντα και Γ. Κεντρωτής
στα ωκεάνια μάτια σου/
Αυτή κι αν είναι Παγκόσμια ημέρα βιβλίου σήμερα του αγίου Γεωργίου και Γεωργίας. Αφίχθη εξ Αθηνών το βιβλίο «PABLO NERUDA Τη ζωή μου, ομολογώ την έζησα»
ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ
Εκδ. GUTENBERG σελ. 650 τεράστιες
Μετάφραση Σημειώσεις ο την σήμερον εορτάζων ποιητής, καθηγητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, Ολυμπιακός και υποψήφιος κατά πανηγυρικήν δήλωσίν του ΚΚΕ για την Ευρωβουλή, Γιώργος Κεντρωτής (ο χαλκέντερος ο Ωριγένης της μετάφρασης) πολλά τα έτη και τα έπη του.
«Οταν ρίχνω τα δίχτυα της σκέψης μου/
και σάμπως να ‘μαι ναυαγός ...» κ. λπ
Π. Νερούντα
Υπέρ καύσεως βιβλίων
...Ως ποιμενάρχης βιβλίων στην Πόλη του Βιβλίου (Κοζάνη 1996-2003) έψαξα από την αρχή στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης να βρω το «Πιστεύω» του Γ. Παπαδόπουλου. Τι το ήθελα; Τίποτα. Οι πριν μου, το είχαν εξαφανίσει, όπως και τον τόμο της Ιστορίας Στρατού τον σχετικό με τον Εμφύλιο. Χάριν εκδικήσεως, τιμωρίας ή και εκ της μωρίας των. Μετά από καιρό τα επανέφερα αφού τα βρήκα στο επιχώριον εφ’ όλης της ύλης, ακόμα και της λαθρεμπορίας λιρών, παλιατζίδικον.
Διετέλεσα βέβαια κι εγώ τιμωρός και διώκτης βιβλίων. Κανονικός βιβλιοεξολοθρευτής!
Στην περιώνυμον βιβλιομάντρα, τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, οδήγησα εις φυσική απώλεια δια καύσεως εκατοντάδες βαρύτιμους και καλαίσθητους τόμους με τα έργα (και ημέρες) του Μεγάλου Ηγέτου της Β. Κορέας, τότε, Κιμ Ιλ Σιούγκ. Μέγας Τιμονιέρης υπήρξε φυσικά μόνον ο γείτων του Μάο, ενώ μέγας Κανονιέρης στο ποδόσφαιρο ο κ. Γ. Σιδέρης του Ολυμπιακού και με οδύνη το ομολογώ ως τ. Πάοκ. Η πρεσβεία έστελνε τα βιβλία με τα τσουβάλια, που λεν, στις βιβλιοθήκες και η κάθε μια έπραττε αναλόγως. Ημείς λόγο ασφυξίας των χώρων επιλέξαμε την «Οριστική» λύση. Ο βιβλιοκαθαρμός έλαβε καιρό στο χώρο ανακύκλωσης σκουπιδιών της πόλεως στις υπώρειες του υψηλού της λόφου της, Αη-Λιά (εννοείται) εκεί που πριν δεκάδες χρόνια (1918) εκτελέστηκαν στρατιώτες (χωρίς να καταλάβουν το γιατί οι φουκαράδες) και αξ/κοί του Στρατού ως βασιλόφρονες που δήθεν μετείχαν ενός γελοιοδεστάτου τοπικού, στρατιωτικού κινήματος. Το αίμα εκείνων των αθώων έκτοτε βοά και ζητά μια κάποια δικαίωση από το τίποτα της ιστορίας που ούτε μια σειρά δεν τους αφιερώνει.
Να ‘ταν αυτό το μόνον της ζωής αμάρτημα επί των βιβλίων! Αλλά από ποιόν να ζητήσω συγχώρεση;
ΥΓ. Ημέρα του βιβλίου σήμερα εορτάζουν αι αγίαι Γεωργίαι της ζωής μας, οι αη-Γιώργηδες της καθημερινότητας την Δευτέρα του Πάσχα.
Δευτέρα 22 Απριλίου 2024
Ο Πρόεδρος της ποίησης...
Πριν χρόνους πολλούς τοπική εφημερίδα σε συνεργασία με σύλλογο μεγάλων πνευματικών και κτιριακών διαμετρημάτων διοργάνωσε λογοτεχνικόν δυτικομακεδονικόν διαγωνισμόν. Σοβαροτάτη κριτική επιτροπή τον διαφέντευε και με τις υπογραφές των μελών της τον αναβάθμιζε. Τέλειωσε το αγώνισμα δόθηκαν βραβεία κ.λπ.
Μια μέρα είδα δημοσιευμένο στην εφημερίδα ένα ποίημα μιας κυρίας που έλαβε μέρος στο διαγώνισμα εντελώς παράφραση κατά λέξη του ποιήματος του Λ. Μαβίλη ΛΗΘΗ. Ζούσε ακόμα Χ. Μπέσας ιατροοφθαλμιατρολόγιος κι είμασταν σε περίοδο φιλίας (τρεις φορές μαλώσαμε χωρίς λόγο). Του είπα να πει την κυρία που ήταν και πελάτισσα του πως είμαι αποφασισμένος ως «πρόεδρος της Ποίησης» γενικώς (άκου τίτλο που επιδαψίλευσα εις εαυτόν – λίγο αργότερα έλαβα και τον τίτλο «διευθυντής του βιβλίου»- να της κάνω μήνυση για λογοκλοπή. Λαχτάρησε η κυρία.
- Μήνυση;
Προσπάθησε να δικαιολογηθεί. Εγώ ανένδοτος (κι ανέκδοτος) μέσω του ιατρού. Αυτός της έλεγε, πως εγώ ο ...Πρόεδρος είμαι ένα ιδιότροπο μουλάρι βγάζω κι ένα περιοδικό στο οποίο όλο κακίες γράφω και δεν συγχωρώ εύκολα τέτοιες πράξεις είμαι δε και δικηγόρος.
- Δικηγόρος ; ωχ! Τότε είναι που λαχτάρησε διπλά η ποιήτρια
- Πες στον κ. κ. Πρόεδρο, έλεγε στον ιατρό, πως του ζητώ συγγνώμη και δεν θα το ξανακάνω. Είχε χάσει τον ύπνο της.
Κάθε μέρα τον παρακαλούσε να κάνει ο,τι μπορεί να φύγω από τον θυμό και την οργή μου ομοία με εκείνη του Αχιλλέα στην Ομηρική διένεξή του με τον Αγαμέμνονα για γυναίκες τελικά στην παραλία της Τροίας.
Σκεφτόμουν αυτή η βαρύγδουπη κριτική επιτροπή πως δεν πήρε είδησης περί τίνος επρόκειτο. Δε γράφω τα ονόματα προς αποφυγήν του κριτικού διασυρμού της.
Ακόμα και τώρα που βλέπω την κυρία Ποιήτρια νοιώθω την ανάγκη να της ζητήσω συγγνώμη για την λαχτάρα.
Εγώ ο σκληρός σαν βρασμένο μακαρόνι, Πρόεδρος της ποίησης μετ’ ανθέων, αλίμονο...
Το άφησα το πράγμα στη ΛΗΘΗ.
Τρωικός κι απόλεμος
Ημουν κι εγώ των Αχαιών στρατιώτης/
6ον ΣΠ Κορίνθου και βρέθηκα στα Εξαμίλια της/
ολόγυμνος εν χρω κεκαρμένος αντάμα μ’ άλλους 8000/
να νοσταλγούμε κατ’ εντολήν κοιτώντας το πέλαγος/
πότε θα φυσήξει ο Αίολος ευνοϊκά/
να κινήσουμε για την Τροία./
Κι όλο το κωλοβαρούσαμε το πράγμα/
ενώ «ο στρατός», φωνάζαμε, /
«απαιτεί δράση κι όχι αναμονή"/
Κι όταν ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ έσφαξε ή κάτι τέτοιο/
το κορίτσι του, σηκώθηκε τρελός αέρας/
που μας πήρε, μας σήκωσε μας έφτασε/
στης Τροίας τ’ 'Αγιο κάστρο που μετέφραζε ο Σιδέρης./
Πολέμησα 10 χρόνια και βάλε.../
Τι κατάλαβα;/
Για μια πουκαμίσα μιας Ελένης αδειανής/
(Α, εν τούτοις σε πόσες Ελένες αγάπησα και πόνεσα)/
Γύρισα.../
Και ηύρα τα πράγματα τελείως αλλαγμένα/
Πόλεμοι της κάθε μέρας με πολεμούσαν/
Κι ούτε ένας ‘Αργος δεν κούνησε για μένα την ουρά του/
Μόνο κάτι αδέσποτοι με γαύγισαν/
και τους απάντησα στη γλώσσα τους./
Πέμπτη 18 Απριλίου 2024
Οι 7 παίδες εν σαξοφώνω...
Στην ταινία «Συνομιλία» ο Τζιν Χάκμαν, ένας σκληρός επαγγελματίας λαθροακουστής και κοριοτοποθέτης εις πάντας, στο τέλος αυτού του θρίλερ του Φράνσις Φορντ Κόπολα, πέφτει θύμα της «τέχνης» του στα δίκτυα και τα δίχτυα της. Βάζουν κοριό στο σπίτι του πράγμα ανήκουστο για τον αδίστακτο ο οποίος ξηλώνει όλο το σπίτι του να τον βρει. Στα ερείπια τέλος πάνω καθισμένος με το σαξόφωνό του παίζει ένα σπαρακτικό κομμάτι για το τέλος, την απώλεια, τη διάψευση.
Σκεφτόμουν τη ταινία αυτή και το τέλος της, θεατής κι ακροατής μιας συναυλία (Σάββατο 13 Απριλίου) ενός συνόλου σαξοφώνων μαθητών και διδασκάλων στο Δρίζειο Δημοτικό Ωδείο Κοζάνης.
Το εν λόγω αρχοντικό είναι Δημοτικό ωδείο πλέον μετά από τόσες κοινωφελείς χρήσεις. Φιλοξένησε βασιλείς, πρωθυπουργούς, υπουργούς, αρχηγούς κομμάτων στην μεγάλη ιστορία του και τους ρόλους του. Ο ιδιοκτήτης του Κ. Δρίζης βουλευτής στην οθωμανική Βουλή της Κων/πόλεως μέγας βενιζελικός παράγων της Κοζάνης το μεσοπόλεμο, έστησε ένα άγαλμα του Βενιζέλου στην αυλή του αρχοντικού εν ζωή ακόμα του πολιτικού. Σε μια αλλαγή κυβέρνησης από τις τόσο συχνές την περίοδο εκείνη, οι αντίπαλοί του στην πόλη γκρέμισαν το άγαλμα, το κεφάλι του το έκοψαν με σφυριά και βαριές και κλωτσώντας το σαν μπάλα ποδοσφαίρου, το έφτασαν στο λάκκο παρακάτω. Αυτός ξεκινούσε από τη Σκρ’κα (σλαβιστί βραχώδης προεξοχή) και διαχυνόταν στις Λούνες περιοχή υποδοχής αστικών λυμάτων της πόλης). Εκεί εφημέρευε το περιώνυμον Ζλαπ απ’ Τσλούνες, το οποίο δε γνωρίζω στην υφή του αλλά στην αφή του. Σκληροί καιροί. Τότε, μετά το αποτυχών κίνημα των Βενιζελικών το ‘35 το σωματείον εκδοροσφαγέων Πατρών έστειλε τηλεγράφημα στην Κυβέρνηση των Λαϊκών με το οποίο έθεταν τις υπηρεσίες τους στη διάθεση των Κυβερνώντων για να …γδάρουν τους κινηματίες.
Σήμερα η αυλή του Ωδείου γέμει λευκές στήλες μαρμάρινες σ’ ένα συμβολισμό του διαπασών.
Μεγάλος πρόλογος κάπως περίεργος με τα ιστορικά του για μια βραδιά εκεί που σε γέμισε με μουσική γνώση, τάσεις φυγής από τη σκωρία της καθημερινότητας, ομορφιά κι αισιοδοξία. Συναυλία με σαξόφωνα και τίτλο «Από το Μεσαίωνα στο Barogue” και τελούσε υπό την επίβλεψη και διδασκαλία της κυρίας Αναστασίας Καραγκούνη (και νομικός συν τοις άλλοις, γειτόνισσα μου στη Χ. Μούκα 1 λίαν αγαπητή). Στην επιμέλεια κειμένων η Νατάσα Κύργια και τη σχεδίαση της παρουσίασης η Νικολέτα Θανασούλα. Επί των οργάνων οι: Ασκαρίδης Λάζαρος, Iωαννίδης Φώτης, Καπαγιαννίδης Ερμής-Νικάνωρ, Καραμάρκος Θανάσης, Κουσά Αναστασία, Τσεγγενές Εμμανουήλ. Το μουσικό ανθολόγιο –πρόγραμμα αποτελούνταν από μικρά κομμάτια κλασσικών συνθετών που ξεκινούσαν από το 1547 κι έφταναν το 1759· είχε ως εικός μεταγραφές για σαξόφωνο έργων τους. Γνώριζα ελάχιστα ονόματα, τα εντελώς βασικά για μια μέση μουσική γνώση: Περγκολέζε, Πέρσελ, Βιβάλντι, Μπαχ, Τέλεμαν, Χαίντελ ιδίως στο Hallelujan (Αλληλούια) από το «Μεσσία» που καταχειροκροτήθηκε. Οταν πρωτοπαίχτηκε 13 Απριλίου 1742 στο Δουβλίνο ο «Μεσσίας», αν καλά θυμάμαι μας έλεγε συνεπαρμένος ο συναρπαστικός θεολόγος μας στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο, με το τραγικό τέλος του ο δύστηνος Μιχ. Ευθυμίου, πως μετά μετά το «Αλληλούια» οι ακροατές επί μισή ώρα χειροκροτούσαν όρθιοι.
Του μουσικού σχήματος μετείχαν 7 νεαροί σαξοφωνίστες κάποιοι μόλις λίγο πιο ψηλοί από το όργανο τους. Ολοι με σοβαρότητα επαγγελματία μπαινόβγαιναν στην ισόπεδη σκηνή και τα αναλόγιά τους για να χωθούν στα χαρτιά και τα κομμάτια τους και να διασπείρουν στην ατμόσφαιρα τουλάχιστον τρυφερότητα. Ηξερα το σαξόφωνο σε άλλους ηχητικούς τρόπους όχι σε κλασσικές διασκευές και μ’ άρεσε ο νέος κόσμος μουσικής όπου με έμπαζαν, κατ’ αρχήν, παίδες εν σαξοφώνω. Πάντα θαύμαζα τη γλώσσα της μουσικής πάνω στο χαρτί κι αυτούς που παίζουν συλλαβίζοντας και σχεδόν αγγίζοντας τους γραπτούς μουσικούς ήχους.
Είχα πολύ καιρό να βρεθώ σε μικρούς αισθαντικούς χώρους (εξαιρώ και εξάρω τις «30 καρέγλες» του Π. Δημόπουλου) όπου ανθούν αθόρυβα χωρίς καμιά αμετροέπεια η τέχνη και τα γράμματα κι όχι η θεματολογική φτήνια και ο «κονιορτός» των δημιουργών. Στις μεγάλες αίθουσες η πολυκοσμία σφίγγει τη διάθεση και αποσυναρμολογεί την ψυχή. Εκεί μέσα πρωτίστως δεν μπορείς να ρεμβάσεις, στους μικρούς αφήνεσαι, όπως την «έπαθα» κι εγώ εκείνο το απόγευμα του Σαββάτου 13 Απριλίου στο λίαν ωραίο Ωδείο Κοζάνης. Τα μάτια κι οι ματιές μου συνεχώς έφευγαν έξω από το παράθυρο η μουσική τα έσπρωχνε προς τα εκεί σε κάτι σύννεφα τα οποία από την αντηλιά του δειλινού κοκκίνιζαν.
Ηταν ένα εντελώς ωραίο απόβραδο που μας χάρισαν οι μικροί μουσικοί κι η δασκάλα τους…
ΥΓ. Εφευγα, όταν με πλησίασαν δύο γλυκύτατες νεαρές κοπέλες. «Σας θαυμάζω» μου είπε η μία «γιατί είστε ποιητής». Ξαφνιάστηκα τα ‘χασα σαν να με έπιασαν στα πράσα ή κλέπτοντα οπώρας. «Μα δεν είμαι, το πολύ σελιδοποιητής ή στιχάκιας» ψέλλισα. Πηγαίναν στο Μουσικό Γυμνάσιο Πτολεμαϊδος (εκεί που γίνεται μέγα έργο στη μουσική με δ/ντη τον φίλτατο Παύλο Ταχτιβερνίδη ή κάπως έτσι) ο δε μουσηγέτης του εκπαιδευτηρίου διοικητής των «30 καρεκλών» κι όχι μόνον, μελοποίησε 4 ποιήματά μου με τίτλο το «Τελωνείο» τα οποία φαίνεται τραγουδούσαν στη μεγάλη χορωδία τους οι νεαρές με τις οποίες δεν παρέλειψα να βγω φωτογραφία εννοείται.
Εφυγα ξαλαφρωμένος…
Για το φίλο που έφυγε...
Περί το εσπέρας της σήμερον 17 Απριλίου ώρα 7, στο καφε «Μπλε ελαφι» επι της Παύλου Μελά, πλατεία Πάνου Τζαβέλα θα βρεθούμε και θα θυμηθούμε το φίλο μας Σάκη Καραλιώτα που "εφυγε" ακριβώς πριν 3 μήνες…γνωστοί φίλοι σύντροφοι και οποίος άλλος θέλει …
(Το σχέδιο είναι του Κώστα Ντιο )
Πρωινός καφές χωρίς τσιγάρο
Πρωινός καφες επι της Χ Μουκα με ποιητές φίλους καλους κι αγαπημένους
Η Αφροδίτη Κοιδου μόλις χτες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παρέμβαση τη συλλογή της «…κι έναν καιρό» κι ο Θανάσης Μαρκοπουλος πριν λίγο καιρο τις «Βροχές Βερμιου» από τις εκδόσεις μελάνι και το Σάββατο 20 Απριλίου στο καφε Μπλε ελαφι της Κοζάνης περι το εσπερας θα γίνει η εμφάνιση της συλλογής του.
«Κι οσο αυτός θυμόταν εκείνη/
Έριχνε τα φύλλα της αργα αργα στα πόδια/
Οι γρήγορες Παρασκευές
Γρήγορα έρχονται και φεύγουν οι Παρασκευές μέρες αισθαντικές/
μαζί τους κι οι Χαιρετισμοί που σήμερα τον κύκλο ολοκλήρωσαν/
Με τη γοητεία των Χαίρε τα Ασπιλε και καταβασίες κατανυκτικές./
Μεταμόρφωση προσευχές κι ωραιότητα παρθενίας συγκλήρωσαν/
Ο ποιητής και λογιστής Ν.Χειλαδάκης
Εμνησθην ημερών αρχαίων!
«Ποιες στέρνες πάθους κουβαλάς…»
Με τον ποιητη και λογιστή Νίκο Χειλαδακη στο αισθαντικό κτήμα του ζωγράφου Γ Χατζάκη ενώ ο Άγγελος του επι θύρας παρακολουθεί….
Τρίτη 9 Απριλίου 2024
Τηγανιτές μελιτζάνες με σκόρδο κ.λπ
Κάτω Τούμπα Θεσσαλονίκη/
Δικτατορίας Μεταπολίτευσης χρόνοι/
Ισόγεια λαϊκή ταβέρνα Υποβρύχιο/
Ολα εκεί μέσα ήταν πάοκ και θύρα 4/
Δυο ηλικιωμένοι μουσικοί λαούτο βιολί/
«Για σένα άπιστη αργοπεθαίνω /
για σένα έγινα έγινα κορμί χαμένο...»/
Πελάτες πατείς με πατώσε. ουρά/
απ’ όλα τα λαϊκά κι επιστημονικά κατεστημένα/
Μελιτζάνες τηγανιτές με σκόρδο/
το σουξέ του μάγειρα/
Αγριες γευστικές ομορφιές/
Τις θυμήθηκα η μάνα/
τις είχε ετοιμάσει σε παλιό τσίγκινο πιάτο/
στο Κυριακάτικο τραπέζι στο χωριό/
-Κόλαση!/
Ηταν και οι αγάπες ασυμμάζευτες.../
Δευτέρα 8 Απριλίου 2024
Σταυροπροσκυνοδενδρολίβανη
Φύσηξε άνοιξη στα κυπαρίσσια/
τα πλαστικά άνθη ζωήρεψαν στους τάφους/
οι μαργαρίτες χαρούμενες/
παίζουν μονότερμα στο τερέν του Απριλίου/
Με διαπέρασε αγέρας με ριπές μνήμες/
από την Καψάλη και τα μαντριά /
Καθώς όλα αναχωρούν τίποτε δεν μένει/
μόνον η ανάμνηση 2,5 χρόνια απλωμένη/
μέρα τη μέρα μαζεύεται/
καθώς ζωή που συμμαζεύεται./
Σταυροπροσκυνοδενδρολίβανη μέρα/
κρατώ στο χέρι και θέλω να την
χαρίσω.../
Το τραπέζι της Κυριακής στρωμένο/
την σκιά σου έστω περιμένω...
Κυριακή 7 Απριλίου 2024
Σχετλιαστικόν δοκίμιον επί τη εμφανίσει ποιητικής συλλογής μετ' ανθέων
Στη Δημοτική βιβλιοθήκη Κοζάνης ποίηση μετ’ ανθέων έλαβε χώρα την 1η Απριλίου, Μαρίας της Αιγυπτίας μνήμη. Σηκώνω τα χέρια προς τον ουρανό σε στάση ικεσίας όχι να προσευχηθώ αλλά να παραδοθώ, ποιητική αποθέωση, ξεθέωση.
Το λοιπόν.
Εμφάνιση (αντικατέστησε τη λέξη και πράξη παρουσίαση) στον κόσμο της πόλεως Κοζάνης και περιχώρων, ποιητικής συλλογής ονόματι «Στο ακρωτήρι της κρυφής ελπίδας» μετά εικόνων, από τις εκδόσεις Αρμός, οι οποίες μονοπωλούν τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος για τις εμφανίσεις των βιβλίων τους, του δόκιμου ποιητού και πολιτικά ευδόκιμου, κ. Ελευθερίου Τζιόλα ( Ξάνθος το ποιητικόν του ψευδώνυμον ίσως λόγω χρυσίζουσας κώμης). Όπως λέμε Δημήτριος Σύψωμος και εννοούμε Λάμπρος Πορφύρας και τ’ ανάπαλιν. Ο ποιητής έχει άλλες 5 συλλογές στο ενεργητικό του, μήπως και παθητικό; Διετέλεσε άλλοτε αγωνιστής του αλήστου μνήμης Πασοκ. Από αυτό εξωπετάχτηκε με κάποιους συντρόφους του σαν τρίχες από το ζυμάρι. Είχαν συστήσει πολιτική κίνηση και πολεμούσαν για την αριστερή εμφύτευσή τους στο πλαδαρό πλέον σώμα του μεγάλου κόμματος. ΕΜΑΣ ο τίτλος και μ’ αυτόν διεκδίκησαν ύπαρξη πολιτική. Αργοτερότερον όλοι εις το πασόκ κατέληξαν λαμβάνοντες θέσεις, πλην του επιχωρίου κυρ’ Λάζου Τσ. κατοίκου της πλατείας Αυλιώτη και γείτονός μου.
Κάποτε σήκωσα το λάζο/ με το μανίκι το γαλάζο/ για να σκοτώσω το Τζανή/τον άντρα της Κωσταντινιάς/ μα σκόνταψα σ΄ ένα σκαμνί/ κι έτσι δεν έγινα φονιάς. (Κ. Βάρναλης)
Ο Ξάνθος ποιητής, διετέλεσε κουμπάρος στην Κοζάνη («Ο Βλάχος μέγας κριτικός τον έχω και κουμπάρο/αλλά ποτέ μου δεν μπορώ στο σκάκι να τον πάρω»), έγραφε ο Γ. Σουρής δια τους λόγιους κουμπάρους του καιρού του. Ο τοπικός κουμπάρος του εξέδιδεν αγωνιστικόν φυλλάδιον με τον τίτλο «Αγώνας» για το σοσιαλισμό, την κοινωνία κ. ά. νεφελώδη.
Μια μνήμη με πολιορκεί. Σε πάρκο της Θεσσαλονίκης τω καιρώ εκείνω οι του ΕΜΑΣ («Δε.... δε...../ οργανώσου στον ΕΜΑΣ» έλεγαν οι χλευαστές αντίπαλοί του), διέπραξαν φεστιβάλ. Έγραφε τότε ο μέγας αρθρογράφος στον «Ελληνικό Βορρά» Ν. Μέρτζος: «Δε φτάνουν όλα τα άλλα φιλορωσικά τους, χόρευαν και Καζαστό» ήγουν κοζάκικο πηδηχτό χορό!
Τον Πρώτο Εμφανιστή του απογεύματος πολυδήμαρχο, βουλευτή, υπουργό με πείρα και πήρα ποιητική, δεν τον άκουσα τι είπε. Πριν μερικά χρόνια, 23 ας πούμε, σε μια ποιητική βραδιά που διαπράξαμε στο καφέ Αλλοτινό με όλη την τοπική εξουσία απαγγέλουσα ποίηση, με έριξε, ως διοργανωτή και οιονεί τοπικόν πρόεδρον της ποίησης, στο ποιητικό καναβάτσο της καφετέριας. Διάβασε ένα ποίημα του Γ. Σεφέρη που αγνοούσα εντελώς. Ναι, αγνοούσα το ποίημα «ΤΕΤΑΡΤΗ» από τις σημειώσεις μιας εβδομάδας που μαζί με την «ΤΡΙΤΗ» δεν περιλαμβάνονταν στο σώμα της 7ης εκδόσεως των ποιημάτων του Γ. Σ. με την οποία παιδιόθεν εκατηχούμην, ότι τα χειρόγραφα αυτών των ποιημάτων είχαν παραπέσει στο τυπογραφείο. Ένιωσα εκείνο το βράδυ φρικτά στην άγνοια μου. Ως εκ τούτου αρμοδίως εισήχθη στην τράπεζα των Εμφανιστών με τέτοια προϋπηρεσία στην ποιητική κατήχηση και λειτουργική.
Τον Β’ Εμφανιστή κ. Μιλτ. Ππνκλ ως ουσιαστικόν, (το εμφανισθείς είναι μετοχή), μεγαλοτιτλούχο της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών κατηγορίας ομοτίμου, γνώρισα εξ ακοής από τον Κ. Ντιό κατέγραψα δε την διήγησή του στην αφήγησή μου «Ένα κρασί για δύο εντελώς» ( «Το χρώμα της νοσταλγίας», 2008, εκδ. Γαβριηλίδης)
Πως βρέθηκε ο κυρ’ ομότιμος κι η χάρη του στο πάνελ (τι γελοία λέξη!) της εμφάνισης ποίησης και φωτογραφοσύνης, ο Κύριος αυτών οίδε. Είπε (δηλαδή διάβασαν το λόγο του) λόγια εμβριθή, λέξεις ωραίες (μετ’ ανθέων) κ.λπ, κ.α.
Με τον εκ λόγω ερίτιμο είχα μια λογοτεχνική διαπλοκή από τότε που ήτο διευθυντής της Μονής Λαζαριστών, μέγα ίδρυμα πολιτισμού στη Θες/νίκη.
Κάποτε το λοιπόν στην αυλή του καθιδρύματος καθόταν στα καλά καθούμενά τους και στην αβάσταγη αδημονία άφιξης του οινοπνεύματος (η χειρότερη στέρηση στο ανθρώπινο είδος) δύο κορυφαίοι ζωγράφοι φίλοι ο Κ. Λχς και ο Κ. Ντς κι έπιναν ένα ποτήρι κρασί. Αλλά τι είναι ένα πυροσβεστικόν ποτήρι σε μια θάλασσα οινοφλόγας; Κάτι έπρεπε να γίνει. Εγχείρημα, ήγουν ο νεαρότερος θα επιχειρούσε κάτι το ριψοκίνδυνον.
Αντιγράφω κάτι τις:
« - Ένα κρασί για δύο !
H παραγγελία δόθηκε, όμως αν και την επανέλαβε, η αλλοδαπή υπάλληλος, που φρόντιζε να παίρνει τις επιθυμίες των πελατών στα σοβαρά, συνέχιζε να κωφεύει ακόμα κι όταν για τρίτη φορά αυτή διατυπώθηκε. Ήταν σίγουρος πως και τον είδε και τον άκουσε, όταν το είπε δις και το επανέλαβε άπαξ. Tους κοιτούσε όμως με μάτια απλανή, και πλάνα κατέστρωνε για τις παραπέρα κινήσεις, αφού κάτι σαν αγώνας ετοιμαζόταν να λάβει χώρα. Μία ενόχληση άρχισε ν’ αναρριχάται στα άδεια ποτήρια.
Προσέγγισε, με συστολή διευθυντού δημοτικής επιχειρήσεως που προσεγγίζει τον πρόεδρο του, μέλος του εκάστοτε Δημοτικού συμβουλίου, τον πάγκο.
- Zητήσαμε ένα κρασί για δύο.
- Tο ξέρω· είπατε όμως «παρακαλώ»;
Nάτος ο πρώτος βάτραχος που με δυσκολία άρχισε να κατεβαίνει στο λαιμό του. Nαι, δεν είπε τέτοιο πράγμα. Aλλά θα έπρεπε; Eπιστρατεύοντας κάθε ικμάδα νηφαλιότητας επιβεβαίωσε μέσα του την παράλειψη, προχώρησε στην δια της σιωπής αναγνώρισή της - τι πρωτοφανείς ευγένειες είναι αυτές για υπαλλήλους του πολιτισμού- και υπέβαλε σύννομα πλέον την αίτηση.
- Παρακαλώ, ένα κρασί για δύο!
- Mάλιστα, απάντησε κοφτά, στρατιωτικά· αλλ’ όμως δε σερβίρουμε μπουκάλι· μόνο από ένα ποτήρι δικαιούσθε, κύριε.
- Nαι, αλλά το μπουκάλι είναι για τον κύριο διευθυντή, είπε μόλις ακουόμενος ο παραγγέλνων ζωγράφος.
Δηλαδή το διευθυντή εκείνης της μεγάλης Mονής Καθολικών με τα μικρά κλουβιά - κελιά, που φιλοξενούνταν τότε οι καλόγεροι και τώρα οι εξαιρετικές μοναχικές περιπτώσεις του πολιτισμού της συμπρωτευούσης χώρας.
- «O διευθυντής είμαι εγώ», άκουσε τον σοβαρό κύριο απέναντί του, δίπλα στην κυρία προϊσταμένη του μπουφέ, που τον κοιτούσε με οικτήρμονα συγκατάβαση. Eνιωσε όπως όταν πέφτει το παντελόνι την ώρα που αγορεύεις, χωρίς να έχεις μπροστά έδρανο ή άλλον τι προφυλακτικόν προπέτασμα, γυμνός δε να παραδίνεσαι στις συνέπειες του ακαταλλήλως, εντελώς, για προφυλάξεις διάγειν.
Kατάπιε όσους βατράχους είχαν απομείνει και σιωπηλός απήλθε προς την αυλή χωρίς μπουκάλι, κατά το κοινώς λεγόμενον μπουκάλα, και επειδή τα πάντα γίνονταν στη σφαίρα του εσωτερικού μονολόγου, θυμήθηκε εκείνον τον υπερήλικα γεωργό από τα καρβουνοχώρια της περιοχής του, που, ως άλλος Φλομπέρ, στο δικαστήριο της πόλης του και στη δίκη για την απαλλοτρίωση των χωραφιών του, όταν η δικαστής φώναξε το όνομα της καθ’ ου συζύγου του, Eρασμίας Xατζηκαραογλανίδου, ούσας απούσας ανεφώνησε:
- H Eρασμία Xατζηκαραογλανίδου είμαι εγώ!
ΥΓ. 1. Δεν παρέστην στην εμφάνιση της συλλογής ότι η ποίηση είναι λέξεις σε λευκό χαρτί. Όχι ιλουστρασιόν με εικόνες, ζωγραφιές, φωτογραφίες κ.α. στολίδια που βουλιάζουν την τέχνη της ποιήσεως.
ΥΓ. 2. 9 νοματαίοι μετείχαν της εμφανίσεως περισσότεροι κι από εκείνη την παρουσίαση του βάρδου ποιητού της περιοχής Μπουτζιακίων που είχε 8 υπηρέτες κατά την διαδικασία.
Ο Αρμόδιος που αρμοδίως εισάγεται στην κυκλοφορία
Την σήμερον Γ’ των Χαιρετισμών ελάβομεν από χείρας της κυρίας εκδοτρίας μας Δήμητρας Κ. το 30ον βιβλίον μου (βιβλιαρίδιον δηλ.) με τον τίτλο «Αρμόδιος χωρίς τον Αριστογείτονα»- Μέρες του 1974 (τι είναι αυτό;) εκδ. Παρέμβαση. Σμικρώ σχήμα και λίγες σελίδες ίνα μη καταπονούμε τους ευλαβείς αναγνώστες μας με τις αδολεσχίες μας.
Ανήκει στη σειρά «Μικρές ιστορίες» και προηγήθηκαν αυτού: «Εκείνος ο Απρίλης του Χίλια ‘967» και «Πολεμικά συμβάντα και εργατικά ενθυμήματα».
Σημείωση: Διαβάζω στις πρώτες σελίδες πως αφιερώνεται στη μνήμη του αλησμόνητου Σάκη Καραλιώτα για τον οποίο μια ενθύμηση φίλων του θα λάβει χώρα στις 17 Απριλίου ώρα 7 το απόγευμα στο καφέ Μπλε ελάφι.
Παρασκευή 5 Απριλίου 2024
Καθηγούμενος Πορφύριος
Συντροφιά με το γέροντα Πορφύριο (Μπατσαρά)/
Καθηγούμενο της περίφημης μονής Προδρόμου/
Βεροίας, Αλιάκμονος και Πιερίων/
ποιητήν συν τοις άλλοις/
«Στίχοι σκόρπιοι/
κολώνας αρχαίας οι σπόνδυλοι...»/
Καμπάνα του αγίου Νικολάου/
η πρωινή Λειτουργία τελειώνει /
Σαρακοστή έχουμε/
γεμίζει ωραιότητα η φύση των πραγμάτων/
Χαλαστοστέγες
Τω καιρώ εκείνω την Β’ Κυριακή των νηστειών, Γρηγορίου (κι όχι Κωστή ) Παλαμά μέγα αρχιεπισκόπου και θεολογοφιλοσόφου (νοερά προσευχή) Θεσσαλονίκης, ο Ιησούς κατά το ευαγγέλιο δίδασκε στην Καπερναούμ σ’ ένα σπίτι φίσκα κόσμου αλλά και γύρωθέν του. Οι 4 που κουβαλούσαν τον Παράλυτο μη μπορώντας να μπουν μέσα δια της κανονικής οδού χάλασαν (απεστέγασαν) τη στέγη κι από εκεί κατέβασαν τον ασθενή για να λαβει το: “Αρον τον κράββατόν σου κ.λπ”.
Στον καιρό μας, στο χωριό Λκπγ οι κάτοικοι μη μπορώντας να διώξουν τον πολυμαφεμελίτη ράφτη λόγω ενοικιοστασίου από το σπίτι που νοίκιαζε για να το πουλήσουν (η ιδιοκτήτης του Αρβανίτσα το είχε δωρίσει στο χωριό για να γίνει σχολείο) να πάρουν τα χρήματα και να κτίσουν σχολείο, τη υποδείξει του αστυνόμου, ανέθεσαν σε δύο παλικάρια τον Ι. Ντούντα αριστεροψάλτη και κτίστη και τον Κ. Σιόρη, τον πιο δυνατό του χωριού (αλάτιζε τη ρέγγα) και ξεσκέπασαν, απεστεγασαν το σπίτι και άφησαν το ράφτη και την οικογένειά του να βλέπουν απευθείας άστρα, ουρανό, σύννεφα κ.λπ. Τελικά έφυγε πούλησαν το σπίτι πήραν τα χρήματα έκτισαν το σχολείο κι εκεί μάθαμε γράμματα οι μετά το 1954 μαθητές.
Ινα πληρωθεί το ρηθέν “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα” (και τα έξω).
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)