Μ’ αρέσουν τα Γρεβενά· μια αδιευκρίνιστη νοσταλγία γι’ αυτά με διαπερνά κι όχι γιατί είναι η άλλη, το άλλον, το διαφορετικό, το ξένο που πάντα έλκει την ανθρώπινη στατική φύση. Δεν είπαμε κάτι παρόμοιο για Φλώρινα, Καστοριά, Πτολεμαΐδα λ.χ. Αλλά νομίζω για τους παρακάτω νόμιμους, βάσιμους κι αληθινούς λόγους καθώς και για όσα ακόμα θα προσθέσω δια της σιωπής, απόρροια και της μεροληψίας του εφήμερου επισκέπτη.
Εχει ποτάμι. Ο Γρεβενίτης, ρύαξ το θέρος, κανονικός και θολός το χειμώνα, τη διαπερνά διακριτικά. Αρα αμέσως κάτι σε νοτίζει, σε υγραίνει και μαλακώνει την ψυχική σου διάθεση. Στρωμένες οι όχθες και η κοίτη του· κατά μήκος περίπατος για εσπερινούς κι αισθαντικούς ανθρώπους, εν τω μέσω κήπων και μπαξέδων. («Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες...» που λέγαν μέχρι πρότινος, προ της απαγορεύσεως, οι αγκαθοηλιοπράσινοι πολίτες στις πλατείες). Τα κηπουρίδια αυτά τα οποία σε μεταφέρουν σε μια ύπαιθρο εντός πόλεως, με όλα τα είδη της ζαρζαβατικής διαλεκτικής, είδα να τα φροντίζουν οι κύριοί τους με επιμέλεια ζωγράφου εφ’ υγροίς.
Εχει αυτόνομο και διακριτό χώρο, εργοτάξιο καλών τεχνών, τον οποίο ορίζει και περιβάλλει κάπως το ποτάμι και οι πολίτες επικοινωνούν μ’ αυτό από γέφυρες. Σ’ αυτόν υπάρχει το Κέντρον Πολιτισμού με όλους τους τρόπους και χώρους για παρόμοιες χρήσεις (σ’ εμάς έλαχε βραδιά κλασικής μουσικής), με καφενείο προς ανθρώπινον καφε-σταλισμόν μέσα κι έξω του. Εκεί αυτόνομη κτιριακά, μικρή αλλά καλαίσθητος η Δημόσια Βιβλιοθήκη. Ακουσα πως θέλουν να εισβάλουν εντός της δημοτικές υπηρεσίες, ν’ απλώσουν με άνεση τη θλιμμένη αρίδα τους οι αργόσχολοι του είδους. Δεν αποκλείεται να το πετύχουν. «Ο αγώνας της μνήμης κατά της λήθης» έχει συνήθως νικητές τους ευήθεις. Η Κοζάνη φυσικά θ’ αποκτήσει βιβλιοθήκη του αγίου Φούφουτου, αν κρίνουμε από τους υποδιακόνους κι υποδεκανείς που υπηρετούν την πίστη των δημοτικών πραγμάτων και γραμμάτων.
Διατηρεί μια από τις δύο καλύτερες εβδομαδιαίες εφημερίδες της Δυτικής Μακεδονίας. Τα «Χρονικά της Δυτικής Μακεδονίας» που εκδίδει ο Αντ. Παπαβασιλείου της αγγλικής δάσκαλος, Παπαδιαμαντοευλαβής, προϊστάμενος της Δυτικομακεδονικής «φαιδράς συντεχνίας» λογίων κι ανθυπολογίων, κυνηγός και λάτρης κάθε εκλεκτού στα ελληνικά γράμματα (Γιανναράς, Λορεντζάτος, γέρων Μωυσής αγιορείτης, Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, γέρων Πατάπιος ο καυσοκαλυβίτης, Π.Β.Πάσχος κ.α.) αλλά και στα αγγλικά με τον συγγραφέα Chr. MORLEY, τον οποίο διαβάζει με μανικόν, αναγνωστικόν έρωτα. Η άλλη εφημερίδα είναι η «Οδός» Καστοριάς με εκδότη τον κ. Γ. Μπαϊρακτάρη. Και οι δύο εφημερίδες έχουν προσωπικότητα αφού πρωτίστως οι εκδότες τους γνωρίζουν, είπαμε, γράμματα, εφόδιον από τα ουσιώδη εν ανεπαρκεία στον υπαίθριο εκδοτικό χώρο. Των Γρεβενών με λογιότερον λόγον, της Καστοριάς άρτια αισθητικά και μ’ ειδικές ευαισθησίες σε θέματα και τρόπους.
Εχει ένα Wine Bar και δύο Μπυραρίες. Σερβίρονται σ’ αυτές δεκάδες τύποι της, μέχρι και η καλογερική la trappe. Τέτοιες πίναμε αξέχαστες και με ανθρώπους (τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη δηλαδή) που πέρασαν στο αλησμόνητον είδος, στις Βρυξέλλες. Στη θέση του πρώην οθωμανικού τζαμιού, το οποίο έκαναν μεταφορικά μαντάρα, ανεφύησαν οι «Αυλές» με όλες τις παραλλαγές των μανιταριών στην κουζίνα της εννοείται, ακόμα και τα εισαγωγής –τι πειράζει;
Εχουν κι εκεί «αγανακτισμένους» έστω και κάτω από ένα πανό ράκος σε μια εσοχή της κεντρικής πλατείας όπου μια φόρα κι ένα καιρό νομαρχούντος του κ. Δ. Ρίγγου, «σαλού» των παραδόσεων (το είδα κάποτε να χορεύει στην τηλεόραση τον «Ζιάκα» κι εθαμβήθην) και δημόσια παρουσίασα ένα μυθιστόρημα του πολυγράφου συγγραφέα της πόλης Β. Μπάκα εις επήκοον ενδιαφερομένων κι αδιάφορων ενηλίκων, των παιδαρίων που παίζαν ζωηρά και αμέριμνα, μη εξαιρουμένων.
Η τοπική, δημοτική δημοκρατία της είναι υποδειγματική. Την τελευταία 25ετία άλλαξε 5 δημάρχους. Βλέπεις εδώ κίνηση ιδεών, προσώπων, έργων με τα συνακόλουθα πάθη· ό,τι δηλαδή έχουν οι αλλαγές. Υπάρχει όμως το ουσιώδες, η εναλλαγή στην εξουσία. Στην Κοζάνη αλλάχτηκαν 3 μητροπολίτες, (συγκλονιστικόν!) αλλά επί της τοπικής διοίκησης μόνον έναν δήμαρχο υπέστημεν τελικά, κάτι το εντελώς άκομψον στην πολιτική μας αισθητική. Τα ίδια μονίμως πρόσωπα συνεχώς μπροστά σου κάτι σαν εφιάλτης. Μια αμετακίνητη πόλη βαλτώνει στην θλίψη του αδιατάρακτου τέλματος.
Τι άλλο; Α, ναι έχει υπαίθριο θέατρο σε δασωμένο λόφο. Στα Γρεβενά όλα είναι σε ανοιχτούς άνετους χώρους. Στην Κοζάνη μια πυκνότητα συμφερόντων πνίγει τα όλα της. Οι ανάσες των δημόσιων κοινόχρηστων τρόπων ακούγονται πολύ κοντινές, επικίνδυνες, μολυσματικές.
Είχε ποιητή, το Δημήτρη Λιοσάτο, ο οποίος σύστησε κάποτε τον δημοτικό κινηματογράφο των αδελφών Μανάκη. Με τη λύπη του καιρού («και μια στάλα λυπημένοι γιατί πέρασε ο καιρός») κοιτούσα τις προσωπογραφίες (έργα του ζωγράφου Τέλη Βαρσάμη) των αστέρων του Ελληνικού κινηματογράφου που διακοσμούσαν το χώρο και τώρα μεταφέρθηκαν στο νυν πολιτιστικό κέντρο. Σ’ εκείνον τον κινηματογράφο (έκλεισε από χρόνια φυσικά) λάβαμε το χρίσμα από τον υπουργό κ. Μπένο δια τα καθ’ ημάς περί των βιβλίων αθλήματα και παθήματα. Ο Δ.Λ. μετά 30 χρόνια έφυγε για την Αθήνα όχι για να καζαντίσει απλά να ζήσει. Αλλά δεν έζησε και πέθανε πρόωρα εντελώς, αυτός ο σκληρά τρυφερός ποιητής.
Είχε δε τις προάλλες μια εξαίσια βραδιά με κλασική μουσική που στάθηκε η αφορμή της επισκέψεώς μας. Ο θερινός πολιτισμός στα Γρεβενά είναι λιτός αλλά εκλεκτός. Στην Κοζάνη ένα χυλός θλίψης που ξενικά πρώτα από τα πρόσωπα που τον προγραμματίζουν και τον διακονούν. Ο πολιτιστικός οργανισμός του Δήμου (Δήμαρχος της είναι ο πρώην Νομάρχης) σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Αυστρίας και χορηγό την Cosmote με τον ρέκτη επ’ αυτών κ. Γιάννη Μήτσιου, έδωσαν στα Γρεβενά τη μία από τις τρεις συναυλίες (οι άλλες πόλεις που πήγαν είναι τα Ιωάννινα και η Ζάκυνθος) με κεντρικό, μουσικό θέμα: «Από τον Μότσαρτ στον Μάλερ» (From Mοzart to Mahler). Διαβάζω ένα βιβλίο του μουσικολόγου Κωνσταντίνου Φλώρου με τον τίτλο «GUSTAV MAHLER. Οραματιστής και δυνάστης. Προσωπογραφία μιας προσωπικότητας» εκδ. Νεφέλη. «Πόσο ξένο και μοναχικό θεωρώ μερικές φορές τον εαυτό μου! Ολη μου η ζωή είναι μια μεγάλη νοσταλγία» γράφει ο συνθέτης στον Friedrich Lohr. Με συνεπήρε δεν μ’ αφήνει να τ’ αφήσω. Φέτος είναι και τα 100 χρόνια από το θάνατό του ως εκ τούτου το δεύτερο κυρίως μέρος της συναυλίας μας έφερε εκεί. Στην ωραία αίθουσα εισέρχεσαι α-κίνητος ήγουν δια μηχανισμού αφαιρείται η πνοή και το δονητικό ρίγος των κινητών. Το υπερώον της δεν μπόρεσαν, λόγω κλίσεως, να του βάλουν καθίσματα και το μετέτρεψαν σε χώρο εκθέσεων. Ηδη σε μια έκθεση ξυλογλυπτικής του Δ. Αγοράστη με συνθέσεις λεπτολόγες, πολύπλοκες, πολυπρόσωπες, αισθαντικές συνξεναγήθημεν με την πρεσβευτική αντιπροσωπεία· αισθανθήκαμε κάπως, νιώσαμε δηλαδή κι εμείς επίσημοι ξένοι (έστω εκ Κοζάνης).
Η αίθουσα γέμισε σχεδόν με «κάθιδρους» γρεβενιώτες και λίγους ...αεράτους εκ Κοζάνης. Το άκαιρον χειροκρότημα, φυσικά νέφος! Οι δυτικομακεδόνες «πρωτευουσιάνοι» γνώριζαν την τέχνη των χειροκροτημάτων, την οποία έμαθαν την εποχή που ο Δ. Δημόπουλος ήταν στο τιμόνι του Δημοτικού Ωδείου Κοζάνης. Μήπως χρειάζεται σε τέτοιους χώρους ο ειδικός υπεύθυνος που θα δίνει το σύνθημα της παλαμακισμού. Δίπλα από την εξέδρα σηκώνοντας το ζερβί δάχτυλο («με το ζερβί το δάχτυλο ρίξτε στα βόδια άχυρο») ως ο μαέστρος την μπαγκέτα, θα διευθύνει το κοινό με τα κενά του και θα καλύπτει έτσι την μουσική απαιδευσία και τα όποια θλιβερά επακόλουθα.
Από το κουαρτέτο (κάποια βιολιά του ήταν άνω των 200 ετών) του οποίου προλόγιζε ελληνίδα ηθοποιός ευπαρουσίαστη, ευκίνητη με χάρη, εκτελέστηκαν έργα Μότσαρτ, Μποροντίν, Μέντελσον, Ρ. Στράους και του Μάλερ το Klavierquartett Satz το οποίο μας καθήλωσε με το επιβλητικό, ρομαντισμό του και την ξεκάθαρη λυρική ορθολογιστική έκφραση.
Εκτοτε το ακούω συνεχώς στο youtybe.
Γυρίσαμε κατά τι αλαφρότεροι γενικώς και ειδικώς. Στην πόλη μας ο πολιτισμός της φρύαζε αφού το κοινό χειροκροτούσε αλλόφρων την παράσταση «Συμπέθεροι απ’ τα Τίρανα»...
Ο καθείς και τα κόλπα του...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου