Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009
Οι «Ηγεμόνες εκ Δυτικής Λιβύης» καθώς ορμούν σαν τραίνο στην αυτοδυναμία
Η κεντρική οδός της οποίας έχω αφ’ υψηλού άποψιν καθ’ όλον το μήκος και πλάτος της γεμίζει με άγνωστές και περίεργες φυσιογνωμίες πολιτών, μια φόρα το έτος, το τριήμερον του Νιάημερου- η μόνη λέξη στην ελληνική που τονίζεται πριν από την προπαραλήγουσα -(πλησιάζει και φέτος θα συμπέσει με τον πολιτικό μας) και τις μέρες που έχουν συγκέντρωση τα δύο κόμματα εξουσίας, τα οποία βρίσκονται στον ίδιο παρονομαστή αμετροέπειας λόγων και τρόπων. Τότε από την ενδοχώρα του νομού καταφτάνουν διάφοροι νοματαίοι οι οποίοι κρατούν στα χέρια τους διπλωμένες τις πλαστικές σημαίες του αγώνα (για την τακτοποίηση των οικείων τους ζητημάτων) που ούτε στιγμή δεν υποστέλλουν και ομπρέλες καλού κακού για τη βροχή. Οι επισκέπτες του νιάημερου συνήθως κρατούν στους ώμους τους χαλιά πωλούμενα (από τους αθίγγανους) όχι μισοτιμής αλλά σε ευτελή τιμή, για να ενδύσουν τις οικίες τους.
Η μια σκηνή είναι γνησίως πολιτική, άσχημη ή άλλη απλώς λαογραφική αλλά χρηστική και οι δύο γνησίως ελληνικές και πατριωτικές.
Από το νιάημερο αγοράζεται ο γνωστός χαλβάς, ενώ από τις συγκεντρώσεις ο πολιτικός. Εχουν και οι δύο την ίδια γλυκεία αίσθηση στη γεύση και τη γλίτσα.
Είχα δει κάποτε πως παρασκευάζεται αυτός δίπλα από τους χώρους του Ν. σ’ ένα αχούρι με όλους τους κατοίκους του παρών (άλογα, πρόβατα, σκυλιά γουρούνια) να κοιτούν διαπορούντες και ίσως και να σιχαίνονται για το πως τρώει τέτοιο χαρμάνι το ανθρώπινο είδος. Ο άλλος ο πολιτικός παρασκευάζεται κι αυτός αποκλειστικά στα κομματικά μαντριά και τους ιδεολογικούς στάβλους.
Το πανηγύρι της ακαλαισθησίας άνοιξε ανήμερα εορτής Μηνοδώρας Μητροδώρας, Νυμφοδώρας μαρτύρων, η πράσινη δυσοσμία για ν’ ακολουθήσει οσονούπω η γαλάζια κακοσμία.
Κι ενώ από μακριά ακούω τον ρόγχο των μεγαφώνων κάτω από το γραφείο μου περνά: «Ενας λαός που δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά» μιας πορείας λίαν φανατικών χωρικών και ενός λεωφορειομεταφερόμενου λόχου ΤΕΙ-όπαιδων, (και παρα-λίαν «αισθαντικών»), δύο συμπαθείς κατηγορίες της αυτής υψηλής, νοητικής στάθμης κι αισθητικής, χρόνια τώρα. Εν τω μεταξύ ένας λαός καθόταν στο Ερμιόνιον και βαριόταν αλλά κι αναρωτιόταν. Είκοσι χρόνια πασοκιάς και οκτώ χρόνια δεξιάς δεν μας φτάνουν;
-Μας φτάνουν και μας παραφτάνει!
Πάροδος.
Θυμήθηκα τον αλήστου μνήμης πατέρα του ερχόμενου, πριν από χρόνια και από την αυτή πλατεία να διαλαλεί, εντός υαλίνου κλωβού εγκλωβισμένος και μεθυσμένος από το τίποτα: «Δεν υπάρχουν θεσμοί μόνον λαός». Επί το ελληνικότερον: «Δεν υπάρχουν θεσμοί μόνον κομματικοί εσμοί».
Στο τώρα πάλι. Μια γεγονυία φωνή διέσχισε το πλήθος που πάγωσε: «Ο δήμαρχος Κοζάνης μετά από 19 χρόνια απέδρασε. Η Κοζάνη έχει Δήμαρχο. Ζήτω! (ποιός;)». Προς στιγμήν ολοι όρμησαν προς τα κει που ακούστηκε η φωνή αλλά αντιμετώπισαν το άδειο.
Οι δύο πρωταγωνιστές της βραδιάς, ο ερχόμενος πρωθυπουργούς εν αδυναμία, κι ο απερχόμενος Δήμαρχος εν τέως παντοδυναμία, μου θύμισαν-γιατί άραγε;- τον Κ. Π. Καβάφη και τον «Ηγεμόνα εκ Δυτικής Λιβύης»
***
Άρεσε γενικώς στην Αλεξάνδρεια,
τες δέκα μέρες που διέμεινεν αυτού,
ο ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης
Αριστομένης, υιός του Μενελάου.
Ως τ' όνομά του, κ' η περιβολή, κοσμίως, ελληνική.
Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές, αλλά
δεν τες επιζητούσεν· ήταν μετριόφρων.
Αγόραζε βιβλία ελληνικά,
ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά.
Προ πάντων δε άνθρωπος λιγομίλητος.
Θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο,
κ' οι τέτοιοι τόχουν φυσικό να μη μιλούν πολλά.
Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε.
Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος.
Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,
έμαθ' επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται·
κ' έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν
χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι
μιλώντας με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά,
κ' οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό,
ως είναι το συνήθειο τους, οι απαίσιοι.
Γι' αυτό και περιορίζονταν σε λίγες λέξεις,
προσέχοντας με δέος τες κλίσεις και την προφορά·
κ' έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας
κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.
Σημείωση
Ακούστηκε, μου το είπαν, την αυτή ημέρα από χειλέων οπλαρχηγού του ΣΥΝ-(ριζα). «Εφ’ όσον μπορείς και διαβάζεις Μ. Αναγνωστάκη ψηφίζεις την πολιτισμένη αριστερά».
Ετσι:
«Θα μείνω κι εγώ μαζί σας μες στη βάρκα...»
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
9 σχόλια:
Αδυνατώ να παρακολουθήσω το προεκλογικό τούτο πανηγύρι. Το μη αναστρέψιμο. Ωστόσο, κάτι τέτοια κείμενα -όπως και το προηγούμενο- σου κλείνουν το μάτι. Είτε με την ευρηματικότητά τους είτε με την ευθυβολία τους. Κυρίως όμως με την υπόκωφη κομψότητα του λόγου τους.
«Εφ’ όσον μπορείς και διαβάζεις Μ. Αναγνωστάκη ψηφίζεις την πολιτισμένη αριστερά»
...δεν το κατάλαβα αυτό. Μήπως μπορεί κανείς να το εξηγήσει; Πάντα με ενοχλούσε το καπάρωμα εκείνης ή της άλλης ποιητικής φωνής από την Αριστερά (whatever), λες και η ευαισθησία ή το ποιητικό βλέμμα/ζην έχει κομματική ή έστω ιδεολογική ταυτότητα. Κι επίσης ενοχλητική κρίνεται και η συλλήβδην απόρριψη της Δεξιάς (whatever) ως παραγωγού και καταναλώτριας πολιτιστικών απορριμάτων. Λες και δεν είναι οι αστοί (μορφωμένοι άνθρωποι με δουλειές γραφείου όπως εγώ κι εσείς, υποθέτω) που κατά βάσιν καταναλώνουν και τον Αναγνωστάκη και τον Πετρόπουλο και τον Γονατά και you name who.
Aντώνη Βαρκάρη Σερέτη δε χρειάζεται να ενοχλείσαι, γιατί η φράση «Θα μείνω κι εγώ μαζί σας μες στη βάρκα...» σκέψου οτι μπορεί και να σημαίνει επιθυμία γνωριμίας με το βυθό των εκλογικών αποτελεσμάτων ! Δεν παραπέμπει μόνο στην ''πολιτισμένη αριστερά'', γιατί κάπως έτσι δε στερήθηκε ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού τον Μ.Μπρέχτ επειδή τον ''καπάρωσε'' (μέχρις ένα σημείο δικαίως) το κομμουνιστικό προλεταριάτο ;
Και γιατί το επίμαχο χωρίο δε διαβάζεται με τη δόση ειρωνείας που περιέχει;
Διότι η ειρωνεία είναι προφανώς του κ. Καραγιάννη, αν διαβάζω σωστά το σχόλιο περί βάρκας. Η φράση του "οπλαρχηγού" παραμένει, κατά τη γνώμη μου, επιλήψιμη. Δεν συμφωνείτε;
Μα γι΄αυτό, θαρρώ, επιλέγεται και η λέξη "οπλαρχηγός" για να στεγάσει τα προηγούμενα μα και αυτά που ακολουθούν. Άρα όλοι διαβάζουμε σωστά -το θέμα είναι τι καταλαβαίνει ο καθένας ή τι θέλει να καταταλάβει. Και επίσης τι δε θέλει.
Να που τελικά ο αγαπητός Β. πετυχαίνει και πάλι αυτό αυτό που σχεδόν πάντοτε τον χαρακτηρίζει και αποτελεί ένα από τα σπουδαία του προσόντα : Να δυναμιτίζει την ίδια του τη θέση-φράση. Ενας οπαδός του διφορούμενου. Αλλά χωρίς ιδιοτελείς προθέσεις. Αριστοφανικός, σχεδόν μυθιστορηματικός.
Αυτό δεν λείπει από την εποχή μας ; Το χιούμορ. Οχι βέβαια το αστείο, αλλά αυτή η πεμπτουσία της ''άλλης'' ερμηνείας, της άλλης οπτικής. Γιατί χιούμορ δεν είναι η αιτία πρόκλησης γέλιου και η αστεία φράση, αλλά η ικανότητα να βλέπουμε κάτι ήδη ιδωμένο, και από μιάν άλλη πλευρά. Είναι χαρακτηριστικό των ''Νέων Χρόνων'', δεν υπήρχε π.χ πριν από τέσσερις αιώνες και στα σίγουρα δε θα υπάρξει κάποια στιγμή.
Και στο συγκεκριμένο κείμενο ο Β. πετυχαίνει διάνα στην ''έκθεσή'' του ,δίνοντας περιεχόμενο στον όρο αυτό.
Και όσο για το χαλβά (τον της οκτωβριανής πανηγυρικής βρώσεως και της κομματικής τοιαύτης) με τη γλιτσιασμένη του υφή, να υπενθυμίσω οτι η υδατανθρακική του σύνθεση και το λιπιδαιμικό του προφίλ συνάδει αρμονικά με την αντίστοιχη των κομματικών και πολιτικών χαλβάδων γλίτσα η οποία για τις επόμενες ημέρες θα μας αναγκάζει να προσέχουμε που ''πατάμε''.
Δημοσίευση σχολίου