«Ξημέρωνε· πίσω από μια βελανίδια και άπλωσα
το χέρι σε κάτι χαμοκέρασα. Μόλις είχαν βγει. Αρχισα να μαζώνω. Εκεί
με βρήκε η ριπή και με χαντάκωσε το χέρι. Ηταν από τους άλλους Ελληνες. Φώναζαν:
Αέρα, τους φάγαμε, απάνω τους. Οπως κι εμείς....». Η αφήγηση. Γράμμος 1948.
Ο ποιητής Απόστολος Ζώτος γ ράφει σε ένα ποίημά του με τ ίτλο
«1949»
« Εκεί που κάποτε γεννήθηκα
κελαηδούσαν αηδόνια
και πέθαναν οι τελευταίοι Ελεύθεροι
Ελληνες...»
Το
ανθολόγησε ο ποιητής Τάσος Πορφύρης στην ΑΥΓΗ (του
κάποτε, διευκρινίζω όχι τη σημερινή).
Δηλαδή όσοι Ελληνες όπως λχ. ο πατέρας μου που διηγείται τα παραπάνω (ήταν 1,5 χρόνο στην
Εθνική Αντίσταση (« μας έφαγε η ψείρα")
κι όταν δέναν αυτήν με τα «λουκάνικα» έλαβε πτυχίον αντιστασιακού από τον άλλοτε
υφυπουργό αμύνης του Πασόκ μετά μεταλλίου παρακαλώ (που το έχω άραγε;) και μετά στον Ελληνικό στρατό πολέμησε τους «τελευταίους Ελεύθερους Ελληνες»,
ήταν δηλονότι δούλος, σκλάβος κάτι τέτοιο τέλος πάντων;
Νιώθω ήδη άσχημα ότι όχι ελεύθερος ούτε καν νεοφιλελεύθερος δεν δικαιούμαι
να είμαι. Σιγότερα κυρ’ ποιητά που χάριν αυτών έζησες και ζεις τη ζωή και κότα
σου (άντε την πνευματική εννοώ).
Ο παραπάνω ανθολόγος ποιητής
ανθολογήθηκε στην αυτή εφημερίδα (του τότε, λέω πάντα) από την Ελσα Λιαροπούλου
με το ποίημα «Χαμοκέρασα»
.
«...Ποτάμια με καθαρά νερά δάση από
βελανιδιές
Με σκίουρους και πουλιά κι ανάμεσα στις φτέρες
Αγριοφράουλες αυτές που πιάναμε απαλά
με τα δάχτυλα
Να μην μας λιώσουν -θυμάσαι- και τις λέγαμε
Χαμοκέρασα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου