Tρίτες και
Πέμπτες απόγευμα κατέβαινα στο χωριό. Στο καφενείο της παλιάς Παναγιώτας Ζιάκα
(και η νυν διαχειρίστριά του ονοματεπώνυμον) δίπλα στον νεότερο πλάτανο της
Δημοκρατίας (φυτεύτηκε και από ημάς τις μέρες της Μεταπολίτευσης) και το λάκκο.
Εφερνε καφέ άνευ παραγγελίας και άρπαζε από τα χέρια των ολοήμερων αναγνωστών
της κατοίκων των χωριού την άλλοτε γεραρά «Μακεδονία» (ένα εφημεριδιακό απολειφάδι προς
λύπησιν η νυν). «- Οχι θα τους την αφήσω την
έχουν όλη μέρα στα χέρια τους και τη συλλαβίζουν ". Τότε είχε
δισέλιδον κάθε εβδομάδα για τα Γράμματα και τις Τέχνες που φρόντιζε ο Ν. Βουργουντζής
αν θυμάμαι καλά. Το καφενείο μας κάτω από τον μεγάλο πλάτανο και δίπλα από τη
βρύση, του Γ. Καραπάτσιου (είχε γίνει σχεδόν θεσμός) έκλεισε, προς μεγίστην θλίψην των
πολυετών πελατών του και αναγκαστικά αλλάξαμε τόπο και τρόπο. φέρει τυχαίως το αυτό οικογενειακό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου