Μας εζήτηξεν πριν καιρό η Εταιρεία Συγγραφέων ένα κείμενο ορισμένου αριθμού λέξεων με θέμα: «Τα Πάθη στη λογοτεχνία». Εστειλα το παρακάτω και δημοσιεύτηκε στο συλλογικό ομότιτλο τόμο των εκδόσεων Καστανιώτη.
Περ(ί)- παθών ανθρώπων
Όλοι έχομεν πάθη(ει). Πάσχουμε, πασχόμεθα και συμπάσχωμεν, είτε ως ουσιαστικά μέρη του
λόγου, είτε ως επίθετα, αλλά και επιθέματα ψυχής και προσθετικά της σπλήνης, ας πούμε, τα οποία είναι της αυτής οδυνηρότητος.Εγώ όμως, πλην των άλλων, πάσχω και από μίαν λεπτοφυή πάθησιν, αυτήν της λυσοκορδονιάσεως. Εξηγούμαι: μου λύνονται συνεχώς τα κορδόνια των υποδημάτων. Φορώ πάντα με κορδόνια, τα παντοφλέ μου φέρουν ήπια ναυτία, τα πέδιλα έχω σε δυσμενή παρακατάθεση. Χρόνια τώρα, δι’ ανεξήγητον λόγον, ό,τι παπούτσια αγοράσω υφίσταμαι άχρι παλαιοσύνης τους τη δοκιμασία αυτή, με ένα λόγο του σκυψίματος εν μέση οδό και της δέσεως αυτών.
Έχω γίνει νούμερο (41) στον κεντρικό πεζόδρομο της επαρχιακής πόλεως ότι είμαι ο άνθρωπος που πάντα κρατά κάτι σαν βιβλία, αλλά και που συνεχώς σκύβει και σηκώνεται ακουμβών σε κάθε προεξοχή της οδού –για να πατώ δηλονότι- και να τα δένω. Κάποιες φορές τ’ αφήνω λελυμένα (ως μετοχές του μέσου παθητικού ρήματος «λύομαι» που μαθαίναμε, ρήμα ορόσημο της γραμματικής μας υποστάσεως), να σέρνονται εική κι ως έτυχε με δόσιν ελευθεριότητος, σχεδόν αλητείας. Δεν τα πάτησα ποτέ ούτως ώστε να πέσω χαμαί, όπως λένε, και να γελούν οι γύρωθεν απ’ αυτή την ανατροπή της φυσιολογικής ανθρωπίνης ορθοστάσεως. Κάποιοι μου τα δείχνουν δια στυλώσεως των οφθαλμών τους πρώτα στους δικούς μου κι αμέσως σ’ αυτά ή με το ζερβί το δάκτυλο με το οποίο ρίχνουν τα βόδια άχυρο κατά τον λαϊκόν ποιητήν. Μια μέρα μέτρησα 31 λύσεις, δέσεις. ‘Ηταν μέρα που είχα κάτι σαν ψυχικές ανορεξίες. Μήπως όμως, λέει κάτι αυτό πως οι λυτικές διαθέσεις ξεκινούν, ας πούμε, από το κέντρον της ψυχής (που στεγάζεται ανατομικώς αυτή;) κατεβαίνει προς βουβωνικήν χώρα, διαπερνά μηρόν, γόνατα, κνήμη κι ωλένη (τι ποιητικόν κόκαλο!) φτάνει στα πόδια, όχι στο πέλμα που καταλήγουν τα νεύρα κι εκεί διαγιγνώσκει όλες τις παθήσεις ο Ρώσος βελονιστής Βλαδίμηρος όστις συγκεντρώνει όλο το γυναικομάνι πληγωμένο στη μέση εκ των εξημερωμένων οικιακών και ξετονισμένων συζυγικών απαιτήσεων. Ανω της πατούσης εστιάζεται το πάθος. Έχω καταλήξει εξ αυτού το λοιπόν πως η λύση των κορδονιών είναι ζήτημα ψυχής. Πήγα στον ιατρό υποδημάτων μίστερ Νιάνια και του εξέθεσα στην περίπτωση. Τα κοίταξε στοχαστικά, με κοίταξε ερωτηματικά μ΄ απάντησε μισοειρωνευτικά.
- Από πότε έχετε να ερωτευθείτε κύριε, μου λέει (φυσικά όχι και τόσο εκλεπτυσμένα, αλλά στο τοπικόν ιδίωμα που είχε μια σπαρταριστή παρήχηση). Με πέταξε στο καναβάτσο, στον πάγκο θέλω πω, όπου ξεκουλουριαζόταν ήδη ένα κουβάρι κυρωμένου σπάγκου. Να πω την αλήθεια τη χριστιανική ή το ψεύδος του ανθρώπου; Είναι δυνατόν να έχει σχέση η λύση των κορδονιών με τη λύση συνεχείας των αισθημάτων ή απλώς των σωματικών εφαψιασμάτων;
Ανεξαρτήτως ποιότητας και αξίας τους στον αγώνα της επί γης βαδίσεως, αγόγγυστα υπομένω την λύσιν, είτε στα δύο ζεύγη που αγόρασα από το Λιμάνι του Πειραιώς, 10 ευρώ έκαστον -κράτησαν ακριβώς 5 περπατήματα- επιστρέφοντες ένα θέρος από τη Σύρο και ενώ τώρα στην επιστροφή από Αίγινα αυτό ήτο γεμάτο από τα ποικιλόσχημα ναυάγια εκ Συρίας, είτε εκείνα (130 ευρώ άκουσον-άκουσον) τα οποία, συν τοις άλλοις, ώσπου να τα φέρω στα μέτρα μου να τα ημερέψω για να τα επιδείξω μια ωραία αισθησιακή βραδιά με χτύπησαν άγρια έως αιματώσεως φτέρνας και δακτύλων τόσον ατίθασα, όπως τ’ άγρια άλογα του Φαρ-Ουέστ που για να τα καβαλικέψουν οι κ.κ. Βακέρος τραβούσαν τα πάθη στις ταινίες του σινεμά.
Έτσι εξηγείται το περί λύσεως των σωματικών μελών, άρα και ψυχικών παθών της αρχαιοελληνίδος ποιητρίας, το οποίον έβαλε τίτλο ο ποιητής των ημερών κι ιμέρων μας συνεπεία του αξιώματος πως: «λύνονται τα γόνατα μου στο τρελό της δόσιμο» του κυρ’ Σαββόπουλου.
Κορδόνια τα οποία κατ’ εξακολούθησιν λύνονται
Πάθη σώματος και ψυχής που δεν αμβλύνονται...
- Είναι κι ευτυχώς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου