Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)
Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010
Χαιρετισμό Χαιρετισμό πηγαίναμε κι όλο για σένα λέγαμε
«Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις...»
Επιτέλους ένας εκτονωτικός στίχος που γίνεται πράξη και μάλιστα σε καθεστώς υψηλής δημοσιότητας εκ της οποίας ο γιαουρτωθείς πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας εργαζομένων νεοελλήνων κ.λπ. κινδυνεύει στις αμέσως επόμενες εκλογές να εκλεγεί βουλευτής. Σε όποιο κόμμα να ‘ναι δεν έχει σημασία αφού αυτά που μας εκπτώχευσαν είναι ένα ακριβώς και το αυτώ ή το ένα χειρότερο από τ’ άλλο. Τα οποία εντούτοις κερδισμένα θα βγουν και πάλι απ’ αυτή την κόλαση που επιφυλάσσουν στους οπαδούς τους αλλά και στους μη δικούς τους, ειδικά σ’ αυτούς. Ο γιαουρτοβληθείς και οι συν αυτώ κουστουμο-γιακιάδες της εργατικής τάξης ήταν καθοριστικά δεκανίκια της παρούσας μακροχρόνιας κρίσης. Ορθώς αποδοκιμάσθηκε τοιουτοτρόπως από τους κατ’ εξακολούθησιν περιπαιγμένους. Το αλληλογρονθοκόπημα που ακολούθησε με τους διαδηλωτές ήταν μια φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων μας που πάνε και θα πάνε κάθε μέρα και στα χειρότερα. Τόσο καιρό βολευόμασταν χωμένοι ηδονικά στο σάπιο σύστημα. Τώρα θα το πληρώσουμε. Θα αλληλοχτυπηθούμε αγρίως όλοι μας· τα γιαούρτια δεν είναι τίποτα, απλώς μας λευκαίνουν μερικώς. Ο στίχος του Δ. Σαββόπουλου έχει άμεση θέση και σχέση με την παραπάνω διαδικασία. Ρητορία του άδειου, δημόσια φλυαρία, κοροϊδία, κυβερνητικός συνδικαλισμός δηλαδή εργατοπατερικός εσμός, το συνακόλουθο βουλευτιλίκι, το ΠΑΜΕ μια βόλτα στο πουθενά, ο αριστεριδηθενισμός κ.λπ. γυμνάσματα και το γιαούρτι σε κάθε περίπτωση μόνη αντίδραση.
Σημ. ένδον. Δεν μπορώ, δηλαδή δεν ξέρω, για ν’ αναρτήσω εδώ και δίπλα το έξοχο τραγούδι από τη Λιλιπούπολη το «Γιαουρτοπόταμο» ή «Το άσπρο χρώμα». Ετσι για μια αντίδραση.
*
Παρασκευή βράδυ των Γ’ Χαιρετισμών στη Ρωσική, τούτη τη φορά, εκκλησία και μια υπέροχη ολιγομελή μεικτή χορωδία από τον γυναικωνίτη πήγαινε τον κανόνα των Χαιρετισμών 5 προς 1 στην ελληνική και ρωσική. Εδινε νόμιζες ρεσιτάλ σε μια υποφερτά αδειανή εκκλησία-αίθουσα. Οι Σλάβοι του πράγματος (όσοι το μπόρεσαν να έρθουν αφού απεργούσαν τα μέσα μαζικής κυκλοφορίας κι η κίτρινη αθηναϊκή λέπρα εξυπηρετική αλλά πανάκριβη) βαθύτατα πιστοί προσκυνούν τις εικόνες με τα χείλη και το μέτωπο. Συλλογιζόμουν τα δικά μας εκκλησιαζόμενα όντα της επιτήδευσης και του θεαθήναι και κάπως ένιωθα.
Η πόλη άδεια, φοβισμένη από τους διαδηλωτές, τα μέτρα, τα δακρυγόνα. Μέχρι και τον Γλέζο βάρεσαν οι ανοήμονες.
Η Πανεπιστημίου στο ύψος του ασύλου, κατειλημμένη κατά τα 2/3 της από τους απολυμένους της Ολυμπιακής. Αυτοί που κάποτε διορίστηκαν φιλώντας ό,τι πιο χυδαίο διέθετε ο δικομματισμός της πολιτικής μας ευτέλειας. Μέρες και νύχτες τώρα εκεί.
–Δεν θα περάσουν!
Τι άραγε; Μάλλον τα αυτοκίνητα και μόνο, αφού όλα τ’ άλλα πέρασαν και μάλιστα αβρόχοις ποσί. Μικρό μποτιλιάρισμα, στροφή και έληξε. Ενας μοτοσυκλετιστής μαλώνει με απολυμένους γιατί θέλει να περάσει από το πεζοδρόμιο. Δεν τον αφήνουν. Σ’ αυτόν σταμάτησε η δουλιά. Διαμαρτύρεται ότι τα πεζοδρόμια δεν περιλαμβάνονται στην ύλη των εργατικών καταλήψεων αφού είναι τα «μεγαλύτερα σχολεία της ζωής» κι ως εκ τούτου ανήκουν στην αρμοδιότητα της εκπαίδευσης πάσης βαθμίδος. Αψιμαχίες. Πεζοδρομιακός αυτοματισμός.
6 Μαρτίου 2010. Στον Ιανό. Ακούω φωνές στο πατάρι.
Με βαρκοζώνες και μπουφάν
και δίχως τους φίλους τους παλιούς
τραγουδάει allons enfants
κι όμως εσύ δεν τον ακούς...
Ο Διονύσης Σαββόπουλος στο μικρόφωνο, με λευκή τη γενειάδα του χρόνου ως γιαουρτωθείς, δίπλα του ο ασπρομούστακος(!) Δ. Παπαδημούλης και παραδίπλα ο βαθύπιλος και λευκοπώγων Μ. Ρασούλης. Ολα λευκά και ωραία. Μιλούν για το βιβλίο «Κιλελέρ 1910» του Θωμά Ψύλλα εκ Λαρίσης.
«6 Μαρτίου 1910...
Τραγούδι τρύπιο και στιχάκι μπαλωμένο
που θα με κρύψεις πες μου που
ακούω φωνές από παντού
και φοβάμαι το καημένο...»
(τον καημένο)
Στο λεωφορείο επιστροφής στέκομαι στα άρθρα της «Καθημερινής» για την περφόρμερ Μαρίνα Αμπράμοβιτς («... Δεν παίρνω ούτε ασπιρίνη για τα κρυολογήματα. Δεν θέλω τίποτε που να αλλοιώνει αυτό που αισθάνομαι, να με αποσυνδέει από την πραγματικότητά μου», και την ποιήτρια Ανν Σέξτον («Είναι τόσο γυμνή και μοναδική./Είναι το άθροισμα του εαυτού σου και του ονείρου σου./Σκαρφάλωσέ την σαν μνημείο, βήμα το βήμα./Είναι στέρεη.// Ως προς εμένα, είμαι μια νερομπογιά/Ξεπλένομαι.). Από την ποιητική συλλογή της "Ερωτικά ποιήματα" σε μετ., εισαγωγή κι επίμετρο της Ευτυχίας Παναγιώτου, εκδ. Μελάνι.
*
Πίσω στην πόλη παίζει σε πρώτη προβολή επί της δυτικομακεδονικής γης το «Χιόνι της Σαχάρας» και κλάμα οι κυρίες αμυγδαλιές!
ΥΓ. 1 Εικόνες: Ανω η Ανν Σέξτον, κάτω η Μ. Αμπράμοβιτς
ΥΓ 2. Οι αναφερόμενες γυναίκες "έχουν άμεση" σχέση φυσικά με αυτό το γελοίο συμβάν που ονομάζουν "Ημέρα της γυναίκας" κι εννοούν στην πράξη "δίποδων μαστοφόρων"
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
9 σχόλια:
"Οι κυριες (δυτικομακεδονισσες)αμυγδαλιες κλαιουσες:
http://kaimefos.blogspot.com/2010/03/frozen-beauty.html
Η τελευταία φωτογραφία ήταν αμυγδαλιά κλαίουσα ή η καινούργια version της Γκόλφως με πρωταγωνίστρια την Τζούλια;
Η χαμένη αθωότητα της ματιάς του θεατή είναι.
Η συνείδηση της Α-συνέχειας της μοντέρνας τέχνης.
Η τύχη του δημιουργού της να μη χρειάζεται να παρουσιαστεί σαν δεξιοτέχνης της απομίμησης.
Ίσως η απωλεσθείσα γοητεία της γαλλικής ποπ του Yann Tiersen που ακούω αυτή τη στιγμή.
Μπορεί αυτά να είναι η φωτογραφία.
Είναι ιδέα μου ή η Σέξτον μοιάζει με τη Μαριέτα Γιαννάκου σε νεαρή ηλικία;
τσοντα του κερατα ειναι ....και αφηστε τα υπολοιπα
γεράματα....
..........
Για τη μέρα της γυναίκας και την Άν Σέξτον, μ'ένα δικό της ποίημα...
Συγχρωτιζόμενη με αγγέλους
Κουράστηκα να 'μαι γυναίκα,
με κούρασαν τα κουτάλια και τα βαζάκια,
με κούρασε το στόμα και τα στήθη μου,
με κούρασαν τα καλλυντικά και τα μεταξωτά.
Ακόμα υπήρξαν άντρες που κάθισαν στο τραπέζι μου,
σε κύκλο γύρω από το μπολ που τους προσέφερα.
Το μπολ ήταν γεμάτο μαύρα σταφύλια
και οι μύγες τριγύριζαν για το άρωμα
μάλιστα ήρθε και ο πατέρας μου με το λευκό του οστό.
Αλλά κουράστηκα απ' το γένος των πραγμάτων.
Χθες βράδυ είδα ένα όνειρο
και είπα σ' αυτό...
«Εσύ είσαι η απάντηση.
Θα επιβιώσεις περισσότερο από τον σύζυγο και τον πατέρα μου».
Σε εκείνο τ' όνειρο μια πόλη ήταν καμωμένη από αλυσίδες
όπου η Ιωάννα καταδικάστηκε σε θάνατο μ' ανθρώπινη φορεσιά
και η φύση των αγγέλων χάθηκε ανεξήγητα,
ούτε δυο ανήκανε στο ίδιο είδος,
ένας με μια μύτη, ένας μ' ένα αυτί στο χέρι του,
ένας μασώντας ένα αστέρι και καταγράφοντας την τροχιά του,
καθένας σαν ένα ποίημα πειθαρχώντας στον εαυτό του,
εκτελώντας τις τελετές του Θεού,
ένας άνθρωπος ξεχωριστά.
«Εσύ είσαι η απάντηση»,
είπα και εισήλθα,
πλαγιάζοντας στις πύλες της πόλης.
Στη συνέχεια οι αλυσίδες σφίχτηκαν γύρω μου
κι έχασα το συνηθισμένο μου φύλο και την τελική μου άποψη.
Ο Αδάμ ήταν εξ αριστερών μου
και η Εύα εκ δεξιών μου,
και οι δυο παντελώς ασταθείς με τον κόσμο της αιτίας.
Πλέξαμε τα χέρια μας μαζί
και στριφογυρίσαμε κάτω απ' τον ήλιο.
Δεν ήμουν γυναίκα πια,
μήτε το ένα πράγμα μήτε το άλλο.
Ω Κόρες της Ιερουσαλήμ,
ο βασιλιάς μ' έχει φέρει στο δωμάτιο του.
Είμαι μαύρη κι όμορφη.
Εχω ξεκουμπωθεί και είμαι γυμνή.
Δεν έχω χέρια ή πόδια.
Είμαι ολόκληρη ένα δέρμα σαν ψάρι.
Είμαι τόσο πια γυναίκα
όσο κι ο Χριστός ήταν άνδρας.
θου κυριε φυλακη τω στοματι μου..............
Δημοσίευση σχολίου