Εφημερεύουσες φαρμακείες
Μηδείς ανώνυμος υβριστής
εισίτω (επώνυμοι όμως γίνονται δεκτοί)


Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

"Επί διαταράξει" στην Κοζάνη



«Μας πήγανε πλημμέλημα επί διαταράξει
και όμως τα μητρώα μας τα βρήκανε εντάξει...»1

Του Β. Π. Καραγιάννη

Κάπως έτσι δηλαδή...
Αλλα εμείς είμασταν στην Αίθουσα Τέχνης εκείνη την ώρα κι ακούγαμε την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης! Δε λέω, σοβαροί κύριοι είμαστε, μιας όποιας ηλικίας και δεν χάνουμε τέτοια επεισόδια πολιτισμού, τα οποία σχεδόν τακτικά μας ενσκήπτουν. Μάλιστα την ακριβώς προηγούμενη της Δευτέρας, και πάλι στην ίδια θέση, ακούγαμε κάτι σαν πότ-πουρί- πως σιχαίνομαι τη λέξη- να πω απάνθισμα, κομμάτια από όπερες, εκ του ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης και περιχώρων, του Ωδείου Δ. Δημόπουλου και μιας Fameli Boys μουσικής ιστορίας, αποδιδόμενα.
Δεν χάνουμε κανένα από τα συμβάντα της τοπικής ιστορίας ανεξάρτητα αν με το παραπάνω, αλλά όχι κι εξ αιτίας του αποκλειστικά, μας διέφυγεν (;) η στιγμιαία, μ’ αποχρώσεις ενδείξεις έως κι αποδείξεις, νεανική εξέγερση.
Επιστρέφοντες στα τηλεοπτικά μας σπίτια ακούγαμε, βλέπαμε, νιώθαμε, απόμακροι όντες κι ασφαλείς, έγχορτοι εγχόρδων. Το βράδυ συνήθως αποφεύγουμε τροφές ψυγείου ή ημέρας, όχι εκ της ανέχειας αλλά για λόγους αισθητικής τάξεως κι υγιεινής ευταξίας. Είμαστε δηλαδή και φαινόμαστε μικροαστοί.
Εγώ, το λοιπόν, είμαι η υγιής κοινωνία.
Τι φρίκη!
Μόλις το διαπίστωσα· τίποτε εν τω μεταξύ δεν κάνω να ξεράσω από μέσα μου αυτήν την συν-κοινωνία με τους άλλους. Απεναντίας. Σάββατο βράδυ έτρωγα λουκάνικα σε τζάκι εψημμένα.
Ηδη είχε ξεκινήσει μια ιστορία να κινείται επί του νεανικού πεδίου εκ δολοφονικού συμβάντος, στο κοινωνικό στρώμα και στο οδόστρωμα των προσπαθειών.
« Αλέξη πες μου με τι λόγια να στο πω»2
Πως αν δεν το κατάλαβες εσύ είσαι εντελώς νεκρός στο νυν και το αεί κι όλα τα άλλα είναι τρίχες.
Ο Υπουργός επί των θεμάτων μορφώσεως και παιδείας (τι καλαίσθητος θεέ μου κι «αισθητής» «κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων μάγων καμωμένος»), ήταν στα μπουζούκια το βράδυ, λέει, είπαν και δεν ξείπαν, σ’ αυτούς τους εκάστοτε ναούς του εκπολιτισμού, κάθε κωμικής και γελοίας εξουσίας, όπως άλλωστε το γνωμοδότησαν.
Εξω, όμως, από τα μπουζούκια, είχε καταλυθεί το κράτος (πότε θα γίνει αλήθεια αυτό στο παρα-βαλτο-κράτος που βιώνουμε), κι ο νόμος αδυνατούσε να το φέρει στα συγκαλά του.
Ξέρεις τι σημαίνει νόμος, λοιπόν; Νόμος είναι αυτό το σκληρό σαν βρασμένο μακαρόνι πράγμα, που όταν δεν θέλεις να κάνεις το καλό το βάζεις μπροστά: Θέλω να σε βοηθήσω αλλά αυτό δυστυχώς το απαγορεύει ο νόμος!. Οταν κάνεις το κακό έρχεται αυτός με τις αδυσώπητες λεπτομέρειές του και σε βραχυκυκλώνει. Λ.χ. ποιά είναι η βλητολογική ισχύ του βλήματος, αλλά και η νοητή γραμμή της σφαίρας που εξήλθε από το έρκος της κάννης, («Σε πετυχαίνει η μολυβένια του σφαίρα σε πετυχαίνει στο ψαχνό»3) και πήγε μια βόλτα προς ουρανού μεριά, χαριεντίστηκε με τη σελήνη που ήταν στην πιο κοντινή της απόσταση με τη Γη, την έφταναν μέχρι κι οι σφαίρες μας, και νάτος ο εξοστρακισμός. Πιθανόν -πιθανά θα έλεγε η τρέχουσα εγχώρια σοσιαλιστική ορολογία η οποία με τα κεριά του επιταφίου της περιμένει την ανάστασή της- όχι ως θεσμός απομάκρυνσης του Αριστείδη στην αρχαιότητα, αλλά ως φονική αντανάκλαση του βλήματος, όταν αυτό χτυπά κατάστηθα και χώνεται στα βάθη, αρπάζει την ψυχή (μια πεταλούδα είναι) και βουρ για το επέκεινα· αλλά αυτή την εκδοχή τη γράφουν στα παλιότερα κατάστιχα της κοινής νοημοσύνης, αυτοί οι νόμοι που λέγαμε, που τους πήραν σβάρνα, κι ευτυχώς, οι νέοι και οι δρόμοι.
«Δεκέμβρης του ‘44
με μια μοτοσυκλέτα του ΕΛΑΣ...» 4
Δεκέμβρης του 2004 συν 4
σε μια διμοιρία της ΕΛΑΣ...
Μέρες τώρα τους βλέπω οχυρωμένους και κρυωμένους να κόβουν επιτόπιες βόλτες μπροστά στο τμήμα τους φυλάγοντας το άδειο. Κάπως τους σκέφτομαι. Με τις γυάλινες ασπίδες (θέλω να φωτογραφηθώ κάποτε με μια τέτοια μπροστά μου και πίσω της) στα ρείθρα του πεζοδρομίου, αναμασούν την ανία τους. Αλλά εκείνη τη μέρα που τους ρίχτηκε η ειρηνική, μαθητική, παλίρροια κι άμπωτη, αυτοί κοιτούσαν μέσα από την κρανο-θωρακική τους κοιλότητα με οδύνη. Γιατί αυτοί; Και τί είναι αυτοί και τους λεν: «Μπάτσους, γουρούνια δολοφόνους»! Κοιτιόντουσαν σε καθρέφτες και μεταξύ τους, σε τίποτα δεν έμοιαζαν με τα επίθετα και τα ουσιαστικά. Τότε γιατί η συλλογική βάψα τους έβαφε ανεξίτηλα! Αυτό τους απέλπιζε. Το σώμα τους, ο κορμός τους, ήταν ιστορικά πάντα εχθρικός στο λαό, ιδίως προς τον άοπλο, το φτωχό τον ανήμπορο· αλλά κι αυτοί φτωχοί πλην ένοπλοι· κι από εδώ ξεκινάει, πάει κι έρχεται το δράμα.
Δευτέρα δε βράδυ έδωσαν και τον αγώνα, κι ενώ εμείς οι φιλήσυχοι είμασταν στην Αίθουσα Τέχνης, στη συναυλία παρακαλώ- αυτοί κομμάτια και θρύψαλα του λαού, δίναν μάχη εκ του συστάδην στην πλατεία και στον κεντρικό πεζόδρομο. Εχθροί τους οι νέοι της κοινωνίας των απόντων, που παρακολουθούσε ελαφρώς κατουρημένη μέσα από τις καφετέριες, το θεατρικό που λάβαινε τρόπο. Δακρυγόνα· πως άραγε ένα δακρυγόνο χτυπά το διάστημα μεταξύ μύτης και ματιού, λίγο αστόχησε για να πάψει αυτό να βγάζει δάκρυα δια παντός-θα έκλαιγε μόνον ένδον- σ’ έναν νεαρό που συνελήφθη στο νοσοκομείο όπου πήγε για περίθαλψη, χτυπημένο πουλί απ’ αυτά που δεν περιθάλπουν οι Οικολογοι. Επιασαν τραυματία τελαλούν οι του νόμου μας και της αναταράξεως των σωθικών μας, καθώς και την κυρία φίλη του, που πήγε να δει τον αγαπημένο- οι ανάξιοι της αγάπης· ασφαλο-φαλλοκράτες με τα κλομπς τους σε διαρκή στύση Τρομοκρατημένοι από την ισχύ τους έριξαν χημικά (εντελώς υγιεινά κι ακίνδυνα λέει ο νόμος τους), δεν μας έφταναν οι ρύποι των εργοστασίων, τα οποία εν τη αγαρμποσύνη τους, παιδιά λαού, κατάπιναν κι οι ίδιοι ρίπτες. Χα. Ενα γκροτέσκο σκηνικό.
Ηδη είχε τελειώσει η συναυλία κι εμείς γυρίζαμε σπίτι και δεν ακούσαμε τη χλαλοή της ιστορίας που πλησίαζε κι απομακρύνονταν ως ήχος έκκλησης: Λαέ, -ποιός λαός- θυμήσου το Νοέμβρη! Ποιό Νοέμβρη, Δεκέμβρη έχουμε και το μήνα αυτό τα αίματα στην ιστορία των απανταχού Δεκεμβριστών βράζουν. Είτε πάλι ως ηχώ παράκλησης: Νοικοκυραίοι όλων των τηλεοπτικών καναλιών απάνω τους (κι απάνω μας), να τους λιανίσουμε ό,τι μας λιάνισαν την οικοσκευή της αμεριμνησίας μας. Τώρα θα τους δείξουμε εμείς στα γκάλοπ! Εμείς αυτοί ακριβώς, που εναλλάσσουμε τα κόμματα εξουσίας στο πετσί μας, κι άργασε απ’ την ξευτίλα, όπως αλλάζουμε τα κύματα της απελπισίας μας, τώρα, χωμένοι από το φόβο κάτω απ’ τις κουβέρτες κι επιποθούντες επιστροφή στη μήτρα. Και που το πάνε, εν τω μεταξύ, όλα αυτά τα αλάνια που τα λέγανε τσογλάνια (ακαθοδήγητα, αμάντρωτα από το κόμμα του λαού, των κεριών, των φουσκωτών και από την γαυριούσα υποδιαστολή των), με πέτρες, νταούλια, κρόταλα, καραμούζες, σερπαντίνες λόγων που συναντιούνταν στον αέρα και περιπλέκονταν θερμουργά, χτυπιούνταν τα σύμφωνα με τα φωνήεντα, τα άφωνα με το έμφωνα, οι μεγάλες κουβέντες με τα χημιογόνα, μπρος, πίσω, πλάγια γυρίσματα, μαρκαρίσματα, τάκλιν, γιουρούσια. Χτυπήθηκαν και κάποια πέναλτι εκατέρωθεν. Πότε χορός αρχαίας τραγωδίας και πότε όμιλος σύγχρονης κωμωδίας με κορυφαίους το καμπαναριό, τις πικροκαστανιές, το γέρικο ξενοδοχείο, απ’ όπου κοιτούσαν με τις κόρες τους διεσταλμένες-απόπληκτες- μικρομεσαίοι αστοί κι ώριμοι έως θλίψεως, μαστοί.
«Ο,τι και να κάνετε εγώ θα είμαι απών» ακούγονταν από το βάθος της ψυχής τους μια μουσική.
Τα παιδιά παίζαν στην πλατεία με τους κλέφτες και τους αστυνόμους. Το διασκέδαζαν ποσώς. Εγώ σπίτι και διάβαζα τη βιογραφία του Πωλ Τσελάν. Τι σπούδαιο!
«Τη νύχτα αυτή η αστυνομία μάζεψε τους αλήτες απ’ το πάρκο
πλάκωσε το εκατό κι ακουγόταν μέχρι εδώ η σειρήνα.4
Προσαγωγές στους κυρίους ανακριτές. Ονομα: Νεότης. Επάγγελμα: Κάτι σαν εξέγερση! Ηγουν; Ηγουν, τουτέστιν, δηλαδή, εν άλλοις λόγοις, ήτοι: Είμαι δεκαεξάρης γ... τα μορμολύκεια. Τους εχθρούς του λαού σαν σε λιτανεία τους πηγαίνουν στους χώρους και τρόπους «που δεν έχει καθημερινές και σχόλες». «Τα παιδιά που τους έλεγαν αλήτες» να παραφράζουν την καθημερινότητα. Ανακατεύω, παραφράζω ό,τι θέλω κάνω· είμαι κι εγώ οργισμένος· με έμενα. Ακουγα τη μουσική της ησυχίας, της ωραιότητας, της αγαθοσύνης και της λυρικής μαλθακοσύνης μου. Αλλοι φρόντιζαν, όπως όπως, δε λέω, και για μένα, να μου βγάλουν πρωτίστως τη λάσπη που είχα μέσα μου. - Σιγά μη βγάλω εγώ το φίδι μου από την τρύπα μου, ή πως το άρχιζε ο ποιητής μου, που τον έχω καταφύγιο κι άλλοθι στην ασημαντοσύνη μου:
«Ο πατέρας του του ‘λεγε : «Βρε δε θα φτιάξεις εσύ το Ρωμέικο...»5
Ούτως εχόντων των πραγμάτων:
Προεισαγωγικόν άλμα, μεσολαβή, στον τρίτο χρόνο κάθισμα βαθύ. Διαστάσεις εκτάσεις, διαστάσεις ανατάσεις, διαστάσεις προτάσεις. Κρούση των παλαμών άνω. Ατενώς!
«Τους πήγανε πλημμέλημα επί διαταράξει» και τους προέκυψε κακούργημα επί συνάξει προς σύμπραξιν συμμορίας τρόμου. Κακούργοι δηλαδή όπως ο Βαραβάς που μαθαίνανε πως είναι κακούργος! Τυχεράκηδες όμως! Οπως στο νόμο για τη ζωοκλοπή οι δικαστές δεν τολμούν να εφαρμόσουν αφού προβλέπει για κλοπή εριφίου ή κότας εκτόπιση σώματος του κλέπτου, έτσι θα την πάθουν κι αυτοί ότι τους μέλλεται ισόβια να πάθουν).
«Η ασημαντοσύνη στα έθνη μετριέται με το στρέμμα
με της ψυχής το μούδιασμα επί πλέον και το ψέμα...»
(Κατ’ εξακολούθησιν παραφραστής και του Παλαμά)
Δεν θα γίνει κάτι επιτέλους σ’ αυτή τη λάσπη βουτηγμένοι καθώς κόβουμε τα πλιθιά της κατάντιας μας!
Εγινε. Που ήμουνα;
Αρχισε. Κοιτώ.
Τι θα γίνει; Ποιος ξέρει;
Αλλά η νυχτωδία της Κροστάνδης εν Ελλάδι είχε αρχίσει· το έργο παίζονταν σε όλη την επικράτεια του αφόβου.
Λήξις. Εξεγερση κι ασπίδες παρά πόδας.
«(Να δούμε αν η Ανοιξη θα συνδράμει τα όνειρα μας)»6


Σημειώσεις επί των ανωτέρω

1. Ασμα του αείμνηστου Γεωργίου Ζαμπέτα
2. Δ. Σαββόπουλου, ποίημα
3. Π. Τσέλαν, από το ποίημα «Φούγκα του θανάτου»
4. Δ. Σαββόπουλου από το τραγούδι «Η θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη»
5. Μ. Αναγνωστάκη, από το ποίημα «Αισθηματικό διήγημα»
6. Νίκου Καρούζου, από την «Νυχτωδία της Κροστάνδης»

3 σχόλια:

Unknown είπε...

Ενδιαφέρον μπλογκ σε προσκαλώ και στο δικό μου..

Ανώνυμος είπε...

You these things, I have read twice, for me, this is a relatively rare phenomenon!
Personalized Signature:常州麻将,常州三打一,常州攻主,常州斗地主,常州4人升级

Ανώνυμος είπε...

If you could give more detailed information on some, I think it is even more perfect, and I need to obtain more information!
decorative fishing net