(Θ. Κοροβίνη «Ο γύρος του θανάτου» εκδ. Αγρα)
Σκηνή 1η
Πρωί στο χωριό και περιμένω το αστικό λεωφορείο που μας πάει και μας φέρνει καθημερινά στο γυμνάσιο της πόλεως. Οι εφημερίδες της Θεσσαλονίκης «Μακεδονία» (την αγόραζε το καφενείο των κεντρώων και κρυπτοαριστερών συγχωριανών) κι «Ελληνικός Βορράς» (στο καφενείο των δεξιών όπου σύχναζα τις ώρες μαθησιακής αργίας παρακολουθώντας τους άλλους που έπαιζαν χαρτιά κι εγώ αντί αυτών, βιβλία) είχαν ήδη φτάσει. Ο κύριος Κωνσταντίνος Καράτζιας, επιπλοποιός εν ενεργεία τότε, νυν δεξιός, αδιαφιλονίκητος ψάλτης στον Τίμιο Πρόδρομο, στη μισάνοιχτη εξώπορτα του καφενείου Μήτρου Ζιάκα κρατά τον «Ελληνικό Βορρά» διάπλατα ανοιχτό. Απέναντί του κοιτώ την πρώτη σελίδα, ο φέρων αυτήν ήταν στις εσωτερικές και στις λεπτομέρειες, με το οκτάστηλο και τρομώδες για τα αμάθητα μάτια: «Τετράκις εις θάνατον ο δράκος του Σέιχ Σου Αριστείδης Παγκρατίδης». Δηλαδή; Πως τετράκις; Απορία παιδική· πως μπορεί να γίνει αυτό, ότι πάντα μια φορά κανείς πεθαίνει είτε στην πράξη είτε στα ποιητικά της παρελκόμενα. Οταν κάποτε έγινα δικηγόρος έμαθα για την συγχώνευση των ποινών κατά τη διαδικασία της επιμέτρησής τους. Επίσης έμαθα αργοτερότερον, κοντά στο αριθμητικό (κι «εκτελεστικό» της ετυμηγορίας) «Τετράκις» το πυθαγόρειο φιλοσοφικό «Τετρακτύν» (αφορμή ένα μοντέρνο καφενείο στη γειτονιά μου επί της οδού Κ. Παλαιολόγου).