|
Οι αποβάθρες με τους παλαιοβιβλιοπώλες στο Παρίσι, καλυμμένες από χιόνι
|
|
|
Γελοίοι
Τα πόδια τους για κάθε ανήφορο
Και το χρυσάφι της ματιάς για όλα τα καλά
Στης περιπέτειας προχωρούν το μονοπάτι
Ρακένδυτοι και βλοσυροί
Ο σοφός τους επιτιμά με αγανάκτηση
Ο ανόητος οικτίρει τους παράτολμους τρελούς
Τα μικρά αγόρια τους βγάζουν τη γλώσσα
Τους κοροϊδεύουν τα μικρά κορίτσια
Είναι γιατί γελοίοι και μισητοί
Και πράγματι κακοποιοί
Στο δειλινό παίρνουν το ύφος
ενός κακού σου ονείρου
Είναι γιατί στις διαπεραστικές κιθάρες τους
συσπώντας της ελευθερίας το χέρι
τραγούδια μουρμουρίζουνε παράξενα
νοσταλγικά, επαναστατημένα
Είναι, τέλος, γιατί στις κόρες των ματιών τους
γελά και κλαίει -φορτική-
η αγάπη αιώνιων πραγμάτων
παλιών νεκρών κι αρχαίων θεών
Εμπρός λοιπόν αλήτες χωρίς ανακωχές
Περιπλανηθείτε, καταραμένοι κι ολέθριοι
Στις αβύσσους και στις ακρογιαλιές
κάτω από τα κλειστά του παραδείσου μάτια
Η φύση με τον άνθρωπο συμμάχησε
για να τιμωρήσει όπως της πρέπει
την υπεροπτική μελαγχολία σας
που κάνει με το μέτωπο ψηλά να προχωρείτε
Και εκδικούμενη πάνω σε σας σφοδρά τη βλαστήμια
της απέραντης ελπίδας
καταστρέφει το αφορισμένο σας μέτωπο
χτυπώντας σας σκληρά με όλα τα στοιχεία
Καίνε οι Ιούνηδες και οι Δεκέμβρηδες
παγώνουν μέχρι το κόκκαλο τη σάρκα σας
κι ο πυρετός κυριεύει τα μέλη σας
και τα ξεσκίζει.
Όλα σας διώχνουν και σας καταθλίβουν
κι όταν θα φτάσει ο θάνατος για σας
το πτώμα σας αδύνατο και παγωμένο
θα περιφρονηθεί από τους λύκους.
Ζακ Πρεβέρ