Παρασκευή 25 Μαΐου 2007

Η πνευματική ιδιαιτερότητα
του Χρίστου Μπέσσα (1932 - 2007)

Το καβαφικό σπάραγμα επιτύμβιου, που περιέχεται στο ποίημα «ΕΝ ΤΩ ΜΗΝΙ ΑΘΥΡ», αποτυπώνει το αίσθημα που διακατείχε την «εποχούμενη» συνοδεία, μετά το οριστικό απολυτήριο από τη ζωή που έλαβε ο Χ. Μπ., προς το γήινο αποθετήριο των σωμάτων -χώμα να γίνει εκ νέου, ότι χους ήν..., όπως όλοι μας- εκείνη την αρρωστημένη, χειμερινή αιθρία της 1ης Φεβρουαρίου 2007, μνήμη αγίου Τρύφωνος (και ως Αη Τρίφυλλον τον συνηθίζουν στην ύπαιθρο), προστάτη των αγρών κυρίως από τις ακρίδες και τ’ άλλα βλαβερά ζωύφια. Το σκηνικό θύμιζε κάπως την αρχή του μυθιστορήματος «Δόκτωρ Ζιβάγκο», του Μπ. Πάστερνακ:
«Προχωρούσαν, προχωρούσαν κι έψελναν «Αιωνία σου η μνήμη», κι ακόμη κι όταν στέκονταν έμοιαζε σαν να συνέχιζαν να ψέλνουν στον ίδιο ρυθμό, τα πόδια, τ’ άλογα, η πνοή του ανέμου. Οι περαστικοί παραμέριζαν να περάσει η νεκρική πομπή, μετρούσαν τα στεφάνια κι έκαναν τον σταυρό τους. Οι περίεργοι έμπαιναν στην ακολουθία, ρωτούσαν «πώς τον λένε τον νεκρό;
Τους απαντούσαν «Ζιβάγκο»...
Ισως και γιατί αγαπούσε τους Ρώσους συγγραφείς και γενικότερα τη σλάβικη βαριά ευαισθησία, τη θρησκευτική τους μουσική. Ήθελε την περίφημη χορωδία του Ζαγκόρσκι να τη συγχρηματοδοτήσει, αν ερχόταν κάποτε στην Κοζάνη. Στις μεταφραστικές του απόπειρες η Αν. Αχμάτοβα και το «Ρέκβιέμ» της ήταν που τον συγκινούσαν ιδιαίτερα.

Την αυγή σε πήραν μακριά
ξοπίσω σαν έτρεξα, σαν να μην ήθελα να το πιστέψω
στο σκοτεινό δωμάτιο τα παιδιά έκλαιγαν
το κερί τρεμόπαιζε στο εικονοστάσι
Το κρύο της εικόνας στα χείλη σου
ιδρώτας θανάτου στα τόξα των φρυδιών σου...
Μην το ξεχάσεις ποτέ!...
Θα ουρλιάξω πλάι στους Πύργους του Κρεμλίνου
όπως οι γυναίκες του Streltsyt.

Οσοι γνώρισαν τον Χ. Μπ. (Ego te intus in et cute novi = σε ξέρω από μέσα και κάτω από το πετσί, Πέρσιου Σάτιρα ΙΙΙ) στην πραγματικότητα της καθημερινής του ύπαρξης είτε στην επιφάνεια είτε στην ουσία της, διατηρεί ο καθένας τους δικούς του κώδικες καταχώρισής του. Ποικίλουν οι διαβαθμίσεις, καθώς ο εκλιπών συνάντησε στο βίο του πολλούς φίλους αλλά και σκόνταψε σε εχθρούς, οι οποίοι, όμως, είναι αμφίβολο αν έμειναν ως το τέλος πιστοί στην αφετηριακή τους σχέση. Κι αυτό ήταν επόμενο και συνακόλουθο της ανθρώπινης αδυναμίας. Του άρεσε άλλωστε πάντα εκείνο του Πασκάλ, για τον άνθρωπο που δεν είναι παρά ένα αδύναμο καλάμι που το φυσάει ο άνεμος πότε προς τη μια πότε προς την άλλη κατεύθυνση της ζωής.
Γιατρός επιφανής, κυρίως στο επίπεδο της θεραπευτικής και διαγνωστικής ιατρικής των οφθαλμών, τους ύστερους, ώριμους καιρούς του, με έντονη την αλτρουιστική χροιά στην καθημερινή της άσκηση, έθραυσε την κατεστημένη ιατρική συνήθεια με την αφιλοχρηματία που τον διέκρινε. Το λαϊκό προσκύνημα που γινόταν στο ιατρείο του ήταν μια επιβεβαίωση της επιστημονικής και της ανθρώπινης ιδιαιτερότητάς του. Επί του ιατρικού θέματος υπάρχει η διδακτορική του διατριβή με τον τίτλο: «Επιλογή σκληρού ή μαλακού φακού επαφής για κοσμητικούς λόγους», Θεσσαλονίκη 1982.
Η ρομαντική, άρα ατελέσφορη για τα πολιτικά, οικολογική του συμπεριφορά, περισσότερο προσιδίαζε στον παθιασμένο φίλο του περιβάλλοντος (ένας περιπατητής, λάτρης της φύσης, οπαδός θαρρείς του Ζ.Ζ.Ρουσώ), παρά στον ηγέτη και μέτοχο του έντονα πολιτικοποιημένου, ριζοσπαστικού κινήματος της οικολογίας, το οποίο προσπαθεί ν’ αλλάξει τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Μια κίνηση για να εμποδίζει περιβαλλοντικές καταστροφές- που δεν τα καταφέρνει συνήθως ποτέ-, για να σώσει έστω και ένα δέντρο, από τους αποφασισμένους και συχνά αποφασιστοποιημένους θεσμούς εξουσίας των δενδροκτόνων και περιβαλλοντοκτόνων όλων των εποχών. Αυτό τον έθλιβε τα μέγιστα. Τον συνήγειραν και οι καιροί που τραβούσαν αυτές τις μαζικές ενασχολήσεις, όπως και η υπαρκτή αναγκαιότητα στον τόπο μας με το εφιαλτικό περιδέραιο της καθημερινής μας εξωτερικής, κατ’ εξοχήν, ρύπανσης, αλλά και εσωτερικής μόλυνσης, η οποία εκ των πραγμάτων συγκινούσε και ξεσήκωνε κάθε ευαίσθητη προσωπικότητα, όπως ήταν και ο Χ. Μπ. Ναυτιούσε μπροστά σε κάθε λαϊκισμό, ολοκληρωτισμό και σε ό,τι τσαλάκωνε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η παρουσία του στο Δημοτικό Συμβούλιο Κοζάνης (εκλεγμένος εκπρόσωπος της Οικολογικής Κίνησης) του προκαλούσε μια ψυχική φθορά διαρκείας· δεν άντεχε η ευαισθησία του το ατελέσφορο της διαδικασίας και το μάταιο της όποιας προσπάθειάς του εκεί που του ήταν κόσμοι ξένοι κι ακατανόητοι στην πρακτική και την ιδεολογία τους.
Θα αναφερθώ για λίγο σε μια πτυχή της προσωπικότητάς του, που νομίζω πως, σ’ αυτή την εκδοχή τού είναι του, η ψυχή του επιθυμούσε να οικεί περισσότερο: τη συμμετοχή του στον κόσμο και στον τρόπο των εν γένει γραμμάτων. Οι άλλες πλευρές του νοτίζονταν απλά απ’ αυτήν που τις προσδιόριζε δήλα ή άδηλα.
Πολύπλευρα μορφωμένος υπήρχε στον κόσμο των γραμμάτων με την άνεση που βιώνει κάθε είδος στον βιότοπό του. Διέκρινες πάνω του μια κάποια αριστοκρατική αντιμετώπιση του πνεύματος, αλλά ταυτόχρονα και μια άδολη, δημοκρατική, ζεστή ματιά για τον απλό, τον αδικημένο, τον παραμελημένο συμπολίτη. Παρακολουθεί και διαβάζει απευθείας εκ του γαλλικού τον σύγχρονο κόσμο της σκέψης και τις αναζητήσεις του. Ετσι στην πόλη ασχολείται από παλιά με την εφημεριδιακή σχολιογραφία για γεγονότα του πολιτισμού: θέατρα, μουσικές βραδιές, κινηματογραφικές προβολές, εκθέσεις ζωγραφικής, εκδηλώσεις γραμμάτων. Στην εφημερίδα «Θάρρος» τις δεκαετίες του ‘60 και ’70, βρίσκονται πολλά κείμενά του. Ακολουθεί η λιγόχρονη συμμετοχή του στην εφημερίδα «Χρόνος», στην οποία συμμετείχε και στην ιδρυτική της (αρχές δεκαετίας του 1980) προσπάθεια, με τον εβδομαδιαίο σχολιασμό γεγονότων της πόλης, της χώρας, της κοινωνίας, του πολιτισμού. Αμέσως μετά τη μεταπολίτευση το 1975, πρωτοστατεί στη δημιουργία του συλλόγου «Φίλοι της Τέχνης» (πρόεδρος στην ακμή του αλλά όχι στη διάλυσή του)· ενός σωματείου που μπορεί να έζησε λίγα χρόνια αλλά υπήρξε μια από τις δυναμικότερες, πολιτισμικές, συλλογικές παρουσίες κι ιδιαιτερότητες στην μεταπολεμική ιστορία της πόλεως Κοζάνης (Αναλυτικά στο κείμενο «Οι δύο ροζ φάκελοι», στη συλλογική εργασία «Κοζάνη 1912-1993» εκδ. Παρέμβαση, σελ. 24-25). Εκεί, ο Χ. Μπ. ηγεμόνευε με την όλη προσωπικότητά του. Η θεατρική του παιδεία και η σκηνοθετική του οικείωση- την οποία απέκτησε μάλλον από την πείρα του θεατή, την ανάγνωση του παγκόσμιου δραματολογίου, τη διαίσθηση κι αγάπη του στο θέατρο -έφεραν το ανέβασμα του έργου του Ιονέσκο «Οι καρέκλες», που έμειναν στη θεατρική, ερασιτεχνική δημιουργία πρότυπο για τον θεατρικό τόπο μας, με πρωταγωνιστή τον ανεπανάληπτο Ελ. Ελευθεριάδη. Η ενασχόληση με το θέατρο του Παραλόγου, και τους εκφραστές του, γέννησε μια σειρά κείμενα που έγιναν διαλέξεις για την πνευματική αυτή παράμετρο.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’80, ελεύθερος, μοναχικός, πνευματικός σκοπευτής με αδέσμευτη κρίση, γνώμη και παρρησία λόγου, γνωρίστηκε με τον κόσμο και τον κύκλο του λογοτεχνικού περιοδικού «Παρέμβαση». Μ’ αυτό τον κόσμο ανέπτυξε μια σχέση έντονη, η οποία και στάθηκε καθοριστική για την ολοκλήρωση και την εξωτερίκευση της πνευματικής του προσωπικότητας, αλλά και του αντίστοιχού έργου του ως υλική υπόσταση. Ηταν μια από τις πλέον ισχυρές σχέσεις, όχι μόνον για την παρουσία του στον κόσμο των γραμμάτων αλλά και στον προσωπικό του βίο. Εκεί βρέθηκε στην πιο ώριμη φάση της δημιουργίας του. Υπήρξε κεντρικός συνεργάτης με τις επιφυλλίδες, τα σχόλια, τα κείμενα, τη συμμετοχή του στη ζωή του περιοδικού. Περίοδος της ζωής του από τις πιο ζωντανές κι ως εκ τούτου όχι ανέφελη· η ιδιαιτερότητά του επέτρεπε ρήξεις, διαφωνίες και επαναπροσδιορισμούς κυρίως για λόγους άλλης οπτικής ματιάς των πραγμάτων.
Στο τεύχος 3 του περιοδικού Ελιμειακά, με αφιέρωμα στη μνήμη του Παύλου Παπασιώπη, του εκ Κοζάνης λόγιου της Θεσσαλονίκης, υπάρχει ένα κείμενό του με τον τίτλο «Η Αίθουσα και το μικρό δωμάτιο». Στην αφήγηση αυτή και μέσα από το διήγημα του Π.Π. ο Χρ. Μπ. περιγράφει τις τελευταίες ώρες του στο νοσοκομείο. Ξαναδιαβάζοντάς το, και τηρουμένων κάποιων «ασθενικών» αναλογιών, νομίζω πως διαβάζω για τις τελευταίες ώρες του Χ. Μπ. στο νοσοκομείο Κοζάνης. Είχε μια στενή γνωριμία και σχέση με τον Π. Π. Του είχε εμπιστευτεί έναν προσωπικό φάκελο, ροζ στο χρώμα, με κείμενά του, χειρόγραφα, κατάλοιπα έργων, δημοσιευμένα ίσως κι αδημοσίευτα, να τα φροντίσει μετά θάνατον. Τον ξεφύλλισα πολλές φορές αλλά δεν τον πήρα ούτε μια καθοριστική και σωτήρια φορά. Ποιος ξέρει τώρα πού να βρίσκεται χωμένος και χαμένος κι εντελώς άδικα, μαζί με τα προσωπικά κι αδημοσίευτα κατάλοιπα του Χρ. Μπ.;
Τα κείμενά του με έντονο προσωπικό ύφος και ζεστό λόγο, συγκινούσαν πολλές αναγνωστικές διαθέσεις. Ετσι είχε σχηματιστεί ένα δικό του ακροατήριο είτε από τη γοητεία του ζωντανού είτε από τα γραπτά του.
Η διαρκής ενασχόλησή του με το ιστορικό και πνευματικό υπέδαφος της πόλεως και της περιοχής και η μόνιμη παρουσία του στα αρχεία της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης (κάποτε υπήρξε μέλος του Δ.Σ. της, αλλά ποτέ πρόεδρός της, κάτι που θα κοσμούσε το αξίωμα, ότι δεν υπήρξε μέλος καμιάς φιλοδημαρχιακής ακολουθίας), είχε σαν αποτέλεσμα τη συγγραφή δύο βιβλίων. Μια μεγάλη περιδιάβαση μετά σχολιασμών, στην Κοζάνη μετά την απελευθέρωσή της με τον τίτλο: «Το χρονικό της Κοζάνης 1914-1919», βιβλίο στο οποίο, μέσα από το ξεφύλλισμα της εφημερίδας «ΗΧΩ της Μακεδονίας», ανέστησε στο σήμερα τον τότε βίο της πόλης (εκδ. ΙΝΒΑ 1999). Το άλλο μικρό βιβλιαράκι αναφέρεται στο βίο του αρχιμανδρίτη Ιωακείμ Ιουλία, «Ο μάρτυρας αρχιμανδρίτης Ιωακείμ Λιούλιας» (εκδ. Παρέμβαση 2000). Στην εντονότερη και δημιουργική φάση της λειτουργίας του ΙΝΒΑ (1996-2001) υπήρξε ένας από τους βασικότερους συντελεστές στη δράση του με ομιλίες, τοποθετήσεις, παρεμβάσεις, συμμετοχές σε συνέδρια κ.λπ.
Η μακρόχρονη κατατριβή με τις τοπικές εφημερίδες και την ιστορία του μεσοπολέμου της πόλεως, αλλά και τις όποιες πηγές προφορικές και γραπτές υπήρχαν, έφεραν μια μεγάλη εργασία για τον μητροπολίτη ΙΩΑΚΕΙΜ Αποστολίδη, μιας προσωπικότητας για την οποία έτρεφε επιστημονικό πάθος έρευνας αλλά και ιδεολογική αντίθεση, που δεν την έκρυβε δημοσίως. Η έρευνα ολοκληρώθηκε σε πρώτη μορφή και ήταν έτοιμη για έκδοση. Ομως δεν πραγματοποιήθηκε, γιατί άρχισε να καλπάζει προς αυτόν γρήγορα η σωματική φθορά και η πνευματική διολίσθηση προς το κενό, άρα και τη σιωπή. Υπάρχει, όμως σαν ένα ιστορικό κρατούμενο, που σχολάζει εκδοτικά.
Να θυμίσω και την ενασχόληση του Χρ. Μπ. με την ποίηση· είχε ήδη έτοιμη μια ποιητική συλλογή, της οποίας το 1998 έγινε η παρουσίαση όντας ανέκδοτη στην κυριολεξία και τότε κι ακόμα τώρα, στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και στα «Φιλολογικά Βραδινά», τα οποία είχαν αρχίσει τη διαδρομή τους με μια δική του ομιλία, στην αίθουσα «Μητροπολίτη Διονυσίου Ψαριανού».
Με ένα δείγμα της ποίησής του κλείνουμε το σύντομο αυτό ιχνογράφημα, «σχέδιο με μολύβι» για την εν γένει πνευματική οντότητα του Χ. Μπέσσα:

ANEMEΛA ΠAIΔIA

Λαλίστατοι δημοκόποι βαρετοί
που δεν γνωρίζουν φραγμούς και όρια,
καρφώνουν στα στήθια τους ανούσιες σκέψεις.

Kι εσύ, τερπνή επινόηση των ποιητών,
δίνοντας οριστικό σχήμα στ’ αστέρια,
και διέξοδο στο πάθος, τρεις φορές μονάχα,
είπες το ρήμα σ’ αγαπώ.

Σαν υπεροπτικά, άχρονα κι αθάνατα πλάσματα
και σαν ανέμελα παιδιά χαραγμένα
στα ποτέ κρυστάλλινα ύδατα,
κρατήσαμε τη συμπάθεια για την ήττα
και την ειρωνική ανοχή στην ανθρώπινη σύμβαση.


Β.Π.Καραγιάννης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου