Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Όπου η δευτερεύουσα σε εισάγει στην ουσία: "Ηδονο-α-βλεψίες" του Βασίλη Καραγιάννη



Όπου η δευτερεύουσα σε εισάγει στην ουσία: "Ηδονο-α-βλεψίες" του Βασίλη Καραγιάννη

Της Πόλυς Χατζημανωλάκη
Σε ένα διήγημα με τίτλο «Επιδρομή στην Πρωτεύουσα των προσφύγων» - ο Βασίλης Καραγιάννης, διηγηματογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, εκδότης της με κρατικό βραβείο στεφανωμένης Παρέμβασης της
Κοζάνης, καταλήγοντας ένα οδοιπορικό στη Θεσσαλονίκη – διασκεδάζει την μελαγχολία της αναχώρησης από την Πρωτεύουσα με τη φράση: «Δεν μας χρειάζονται εμάς οι πρωτεύουσες. Γενικώς οι δευτερεύουσες σε εισάγουν στην ουσία». Τούτο το μότο είναι που δίνει τον τόνο σε κλίμακα ελάσσονα – από πεποίθηση - στο πεζογραφικό του έργο, το οποίο κερδίζει ολοσχερώς τον αναγνώστη γιατί τον πείθει – παρά την εσωτερική και κρυπτική γλώσσα του, παρά τις αναγνωστικές απώλειες από τα μυστικά και τα κλειδιά, της αναφορές, την ειρωνεία, το χιούμορ – ακόμα και τα ονόματα γράφονται συντομογραφικά, σημαδάκια σε ένα προσωπικό ημερολόγιο του εστέτ που τόσο και όχι περισσότερο θέλει να αποκαλύψει.
Έχει γραφεί από τη Μάρη Θεοδοσοπούλου ότι ο Καραγιάννης με τον τρόπο του απευθύνεται σε μια μειοψηφία. Ίσως είναι και έτσι. Ακόμα και αν δεν συγκαταλέγεται όμως σε αυτήν ο αναγνώστης, ποιος έχει άραγε τέτοιες αποσκευές αναγνωστικές από τα βάθη των ελληνικών γραμμάτων, τους ρομαντικούς ποιητές στην αυλή του Αλή Πασά την εποχή του διαφωτισμού, τον Ντανίλο Κις, τους Καταραμένους ποιητές της Αμερικανικής επαρχίας, τους Γάλλους, τον Παπαδιαμάντη, τον Αναγνωστάκη, τον Καββαδία – με τους οποίους συνομιλεί με μια διάρκεια υπερτοπική και υπερχρονική – μέχρι τον κάθε ταπεινό εργάτη των μεταλλείων του χρωμίου της πατρίδας του, τον κάθε ελάσσονα συγγενή, φίλο, συντοπίτη, τον επίτροπο της ενορίας, τον κάθε εκκλησιαζόμενο εις τρόπον ώστε οι αναμνήσεις, οι αφηγήσεις, οι αναγνώσεις να συμπλέκονται σε έναν γοητευτικό συνειρμό – τόσο λεπταίσθητο και χαμηλόφωνο, τόσο προκλητικό άλλοτε γεμάτο ειρωνεία, σεξουαλικούς υπαινιγμούς με το σφρίγος μιας εφηβείας άλλης εποχής, μια πικρία και μια αίσθηση ματαιότητος ενώ μνημειώνεται το πολύτιμο, η προσωπική λόγια μαρτυρία, η κοινή ιστορία των γραμμάτων, η όμορφη γραφή… Ο αναγνώστης ακόμα και αν δεν συγκαταλέγεται στην εκλεκτή μειοψηφία, ακόμα και αν δεν κατάλαβε ποιος να κρύβεται πίσω από την περίφραση “ο οσιομόναχος ποιητής των 40 εκκλησιών”, αισθάνεται ότι και -εν μέρει ακόμη - είναι ευτυχής όταν τον διαβάζει γιατί γίνεται μέτοχος σε μια από τις ευγενέστερες περιπέτειες της γραφής. Μια νοσταλγία που σου επιτρέπεται να μεταλάβεις, εν εσόπτρω ίσως και εν αινίγματι.
Λογοτεχνικά οδοιπορικά όπου η αφήγηση γίνεται ένας νοσταλγικός χάρτης αναγνώσεων, αναμνήσεων, εμπειριών φανερών και κρυμμένων – όπου ο τόπος διανύεται και επαναδιανύεται μέχρι ματαιώσεως εφ όσον ο μελαγχολικός αφηγητής μονίμως διαψεύδεται και σαν κενό κέλυφος τον εγκαταλείπει – όλα τα ταξίδια είναι εν τέλει εντός: «έκτοτε δεν ξανάπιασα ποτέ στεριά περιπλέοντας σε πάσα στάση του βίου τα αρχιπέλαγα της νοσταλγίας Του και μου» γράφει για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη σε ένα αυτοβιογραφικό αφήγημα από τα δεκαπέντε της συλλογής και από τα πιο συγκινητικά.
Αντικείμενα από την μικρή και μεγάλη ιστορία, όπου με σεβασμό και ανατρεπτική συγκίνηση συλλέγονται σε μια λογοτεχνική κιβωτό: το στέμμα και η στραταρχική ράβδος του Βασιλέως Γεωργίου Β’ στη Μάχη της Κρήτης, η καφεκόκκινη δερμάτινη τσάντα αξίας του απολυθέντος διευθυντού της ΔΕΗ, οι σαρδέλλες της οδού Μοργκεντάου, οι «κλαμμένες» λίρες της κατοχής και του εμφυλίου, η έκδοση Αγκύρας – ή Πεχλιβανίδη του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο Πλάτανος της Ίδης και της Λευκοπηγής Κοζάνης…
Ένα εξαιρετικό βιβλίο που το διαβάζω και το ξαναδιαβάζω και νέες όψεις ανακαλύπτω. Μια λογοτεχνική κιβωτός μια νέα εκδοχή της ανθρώπινης ταυτότητας μιας άλλης ελληνικότητας από την δευτερεύουσα με πείσμα όπου όντως σε εισαγάγει στην ουσία…
Βασίλης Π. Καραγιάννης
Ηδονο-α-βλεψίες
Γαβριηλίδης, 2015
196 σελ. Τιμή € 12,72
To κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σήμερα στην Αυγή, στη στήλη Ημερολόγια Αναγνώσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου