Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Η Ειρήνη ημίν και υμίν



Παλαιά «δρόμο έπαιρναν», οι αφηγήσεις, «δρόμο άφηναν» και τα παραμύθια αλλά έφταναν στο κάπου τους. Τώρα οι συζητήσεις χρόνο παίρνουν, χρόνο αφήνουν, πως θα μπορέσουν να τον (ή να τα) οικονομήσουν στην κυριολεξία, ακόμα απ’ αυτόν. Εντελώς άυλον ως φενάκη, διάστημα μεταξύ δύο συμβάντων ή συνέχεια μιας θλίψεως διό «και μια στάλα λυπημένοι(η) γιατί πέρασε ο καιρός». Υπάρχει και τράπεζα χρόνου. Εκεί τον αγοράζουν ανταλλακτικά ότι χρόνος = χρήμα (= ευρώ;) με τη μέθοδο του «υπηρεσίαν διδόναι και λαμβάνειν». Δίδω πλύσιμο ρούχων λαμβάνω υδραυλικές επιδιορθώσεις. Ετσι μια ανθρώπινη ύπαρξη, Ειρήνη ας πούμε, λίγο πιο κάτω του ασήμαντου που δεν μπορούσε να πει (το Μπρεχτικόν) στις τράπεζες χρήματος: «τι είναι μια ληστεία της από την ίδρυσή της», με τον ενικό, απελπισμένο αριθμό της, εισήλθε στην τράπεζα τρόπου που διακινεί πλατωνικές ιδέες διαπράττει δε αριστοτελικές πράξεις· βιβλιοπωλείο ήγουν.
         - «Πεινώ, βοήθεια χριστιανοί»! σιώπησε.
          - «Δεν πιστεύουμε, είμαστε ορθολογιστές» σκέφτηκαν.
         – «Καλά κάνετε» είπε η πραγματικότητα στην όψη της ζητιάνας με το ανθρώπινο πρόσωπο της τραγωδίας, κι έχωσε το καρφί της στην πατούσα της βιβλιοϋποδηματοπερπατημένης. Τέσσερα ανήλικα ανυπόδητα. Φάνταζε δυχατέρα της θείας Αχτίτσας του Αλεξ. Ππδ. που μεγάλωσε και πολλαπλασίασε τη λογοτεχνική οδύνη. Θέλησε να κερδίσει χρόνο. Ομως οι εν λόγω τράπεζες κλειστές. Τη χρεώθηκε, δάνειον επαχθές. Μικρές δόσεις, ύπαρξης ανάσες· κι άλλοι πιστωτές κατέθεταν το χρόνο στο αδήλωτο ταμείο. Εν τω μεταξύ τα βιβλία παρατηρούσαν αμείωτα από τα ράφια και τους πάγκους την εξέλιξη. Εμείς τώρα τι γράφουμε; Γλιστρούσε από την πόρτα ως άδηλη απελπισία, ομίχλη που μπαίνει στην ψυχή. Μια μέρα είπε πως της φύτεψαν κι άλλο στην κοιλιά. Αλλοφρόνησαν οι ωραιολόγοι της εξέγερσης και πλιατσικολόγοι του ωραίου. Τώρα;
         Εβρισαν χύμα το σύστημα.
         Ενας ένας οι σύντροφοι μάζεψαν τα αναπεπταμένα φτερά της ουτοπίας κι άνοιξαν εκείνα τα προσγειωμένα της αλληλεγγύης.
         Δος μου το χρόνο να σταθώ τη γη αυτή ν’ αλλάξω
         κι όταν η αγάπη με φωνάξει στα πόδια της θ’ αράξω.


Το κείμενο είναι δημοσιευμένο στο ετήσιο ημερολόγιο της Εταιρείας Συγγραφέων, 2012 με θέμα: Η δική μας Ελλάδα. Επίσης υπάρχουν κείμενα των: Τατιάνα Αβέρωφ, Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ, Ρούλα Αλαβέρα, Δημήτρης Αλεξίου, Μαριγώ Αλεξοπούλου, Ανδρέας Αντωνιάδης, Διαμαντής Αξιώτης, Κώστας Αρκουδέας, Θανάσης Βαλτινός, Γιώργος Βέης, Γιώργος Γαβαλάς, Κωστής Γκιμοσούλης, Ηλίας Γκρης, Τάκης Γραμμένος, Βερονίκη Δαλακούρα, Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, Γεράσιμος Δενδρινός, Κατερίνα Ζαρόκωστα, Λεύκιος Ζαφειρίου, Κλείτος Ιωαννίδης, Ρούλα Κακλαμανάκη, Τασούλα Καραγεωργίου, Βασίλης Π. Καραγιάννης, Διονύσης Καρατζάς, Τάκης Καρβέλης, Αγγέλα Καστρινάκη, Νίκος Κατσαλίδας, Μαρία Κέντρου - Αγαθοπούλου, Γιώργος Κεχαγιόγλου, Γιάννης Κιουρτσάκης, Δημήτρης Κόκορης, Λίλα Κονομάρα, Δημήτρης Κοσμόπουλος, Στάθης Κουτσούνης, Μαρία Λαμπαδαρίδου - Πόθου, Κώστας Λογαράς, Ευτυχία - Αλεξάνδρα Λουκίδου, Νίκη Μαραγκού, Ελένη Μαρινάκη, Λία Μεγάλου - Σεφεριάδου, κ.ά. · εικονογράφηση Γιώργος Λαζόγκας. - 1η έκδ. - Αθήνα : Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, 2011.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου