Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Του Αργυρίου το Χιόνη(ι)

Του Αργυρίου Χιόνη
που έφυγε με το χιόνι
η ανάμνηση δε λειώνει
αν κι η καρδιά του μόνη
σταμάτησε αιφνιδίως
-Θεέ μου τι αηδίως
για έναν ποιητή...

Ολο τον καιρό –βρέξει χιονίσει (πότε;) -οι χελώνες στις πλαγιές και τις υπώρειες της μικρής κοιλάδας με τις σιδηροδρομικές ράγες, αγωνίζονται να συν-ευρεθούν· και  όλο να γλιστρούν, ν’ ανάβουν, να φωνάζουν με μια κοφτή στοναχή σαν σφύριγμα, να σκαρφαλώνουν στην πλαγιά αγωνιζόμενες να ανεβούν η μια πάνω στην άλλη, να πέφτουν δίπλα στις ράγες και ξανά πάλι στη σισύφεια, θαρρείς, ερωτική τους δοκιμασία. Κι από την ένταση της τριβής και τα αγκομαχητά, τα καβούκια-σπίτια τους βγάζουν σπίθες καυτές και λάμψεις έντονες, κι άμα λάχει παίρνουν φωτιά χόρτα και δάση. Μην ψάχνετε αιτίες πυρκαγιάς στα δάση· είναι από τις χελώνες και τον επιδιωκόμενό τους έρωτα, όπως το τεκμηριώνει ποιητικά ο κύριος Αργύρης Χιόνης, κάτοικος Θροφαρίου Κορινθίας, γεωργός και ξυλοκόπος στο επάγγελμα από το οποίο ζει καθημερινά, συζώντας με την ποίηση εσαεί.
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου