Παρασκευή 3 Απριλίου 2009
Ο Ακάθιστος Δείπνος
Ζήτημα 1ον «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν κρούετε και ανοιγήσεται υμίν» (Ματθ. 7, 7)
Χτυπήσαμε επίμονα σχεδόν μαζί, το κουδούνι της μεγάλης Πύλης, απόρθητη σε κάθε επίδοξο επιδρομέα κάποτε (κανέναν δηλαδή σήμερα) αλλά κι εντελώς ανοιχτή στον καθένα που ψάχνει για βοήθεια ή ψάχνεται πολλαπλώς. Ηταν ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας που όλως περιέργως δεν είχε τίποτε το επιθετικό πάνω του. Απεναντίας, μια αίσθηση ρουτίνας και πλήξης απέπνεε το πλήρωμά του κι ούτε φυσικά είχαν κάτι μ’ έμενα. Που τέτοια τύχη να είσαι στο μάτι της δημόσιας δίωξης. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις!
Αργότερα έμαθα το λόγο της επίσκεψης του περιπολικού που για αυτές, τις μοναχές δηλαδή, γιατί γι’ αυτές ο λόγος και τη μονή Αναλήψεως, ήταν μια καθημερινή συνθήκη πολυετούς, ήδη, διάρκειας. Ηρθαν ουδέτερα οι υπηρεσιακοί αστυνομικοί να πάρουν το φαγητό για τους υπόδικους κρατούμενους στα εφήμερα κελιά της τοπικής αστυνομίας. Οπως πηγαίνουν στο εστιατόριο να πάρουν το φαγητό για τον ανώτερό τους, που λόγου φόρτου ...κυνηγετικής εργασίας δίωξης κακοποιών κι αναρχικών γευματίζει στο τμήμα! Οσοι συλλαμβάνονται και περιμένουν είτε μεταγωγή είτε το αυτόφωρο που θ’ αποφασίσει περί της άμεσης ή της τακτικής δίκης, όσοι έρχονται από άλλες πόλεις να δικαστούν εδώ λόγω τοπικής αρμοδιότητας του αδικήματος το Μοναστήρι τους δίνει φαγητό. Μέχρι κι ο αξιότιμος κ΄ριος Παλαιοκώστας προ της ιπτάμενης εμαυτής απελευθέρωσής του, ίσως να υπέστη το μοναστηριακό συσσίτιο, όταν πριν μήνες δικάζονταν στην Κοζάνη). Η πολιτεία μας αυτά τα αδέσποτά της δεν τα ταΐζει σ’ αυτό το στάδιο. – «Ας πρόσεχαν κι ας μην εγκληματούσαν». Το Μοναστήρι τους δίνει φαγητό, δεν τους ρίχνει τροφή, όπως κάνει το πανάθλιον κράτος μας, όσον αφορά τους φυλακισμένους, των οποίων τα ατομικά δικαιώματα έχουν αξία και τυγχάνουν προστασίας τόσης όσο εκείνων των αδέσποτων σκύλων. Μόλις πριν λίγες μέρες διαβάσαμε την τραγική κατάληξη της φυλακισμένης Κατερίνας Γκουλιώνη (αυτή που τέλειωνε τις αμέτρητες επιστολές της στους αρμόδιους με το: «Εχω όνομα είμαι η Κατερίνα Γκουλιώνη και έχω πολλά να πω» κι όχι: «Είμαι η Πετρούλα και μόλις τέλειωσα» με την αισθητική της οποίας συμβιώνουν όλοι οι χάφτες της μικρής και μεγάλης «εξουσίας». Την άφησαν, κάποια κτήνη –από εκείνα που το έφεραν βαρέως ότι τους στέρησε την ηδονή της πρωκτικής και κολπικής της ...έρευνας, με την οποία ίσως και να φτιάχνονταν πολλαπλώς κι όχι απαραίτητα σεξουαλικά, και τράβηξε μύρια όσα – και πέθανε πάνω στο καράβι, σε συνθήκες που μπορεί να συνόρευαν με δολοφονία (τι το ήθελε κι αυτή αυτό «το κι έχω πολλά να πω»), κατά τη μεταγωγή της από τις φυλακές Αλικαρνασσού προς Πειραιά και για τη Θήβα. Γυναίκα εξαρτημένη, ναι, παθών και λαθών, όμως άνθρωπος κι όχι κορμί χαμένο, όπως ορισμένοι απ’ αυτούς που την οδήγησαν στο θάνατό της έτσι ή αλλιώς.
Αυτές οι τραγικές υπάρξεις για τον ένα ή άλλο αποχρώντα ποινικό λόγο, κάποτε δε και εκ τύχης, βρίσκονται υπό την κρίση της αδέκαστης (ωχ) δικαιοσύνης και κράτηση της συνακόλουθης σωφρονιστικής υπηρεσίας (ωχ, ωχ) συνεχίζουν να υπάρχουν ως ανθρώπινες οντότητες που χρειάζονται να τρώνε κιόλας. Εστω και πεταμένοι σαν ζώα, όντας αντικοινωνικά, ανθρώπινα στοιχεία, που έπεσαν σε συγκεκριμένο ποινικό αμάρτημα, στο όποιο αμάρτημα, τιμωρούμενο στο τώρα και όχι στην άλλη ζωή με τη «μέλλουσα να μας επισυμβή κρίση», (καλή ώρα όπως προσδοκά και θέλει ο πρώην Αττικής). Ποιός άλλωστε ο αναμάρτητος, απλά δεν μπορούμε όλοι να είμαστε μέσα ή να δικαζόμαστε σ’ αυτήν την εξαγριωμένη κι εξαχρειωμένη κοινωνία που ήδη συμβιώνουμε.
Τους εφήμερα κρατούμενους στην Ασφάλεια από την πόλη και την περιοχή, υπακούοντας με αφοσίωση ανόθευτου πιστού και άδολου χριστιανού στην πράξη κι όχι στην μεγαλοσταυρία, τους δίνουν φαγητό, οι μοναχές της Μ. Αναλήψεως. Σεμνά κι απέριττα κι άνευ κωδωνοκρουσιών. Μόλις προκύψει στα κελιά της αστυνομίας τέτοια ανθρώπινη υπόσταση τηλεφωνούν στο Μοναστήρι. – Ερχόμαστε! Φτάσαμε! Δεν χρειάζεται να προσθέσεις κάτι άλλο. Η πολυετής φιλανθρωπία τα λέει όλα κι οι συγκρίσεις είναι τραγικά υπέρ των σε σχέση με τους άλλους ...οργανωμένους παράγοντες της τοπικής κοινωνίας, πολιτείας, και της νόμω (αλλ’ όχι έργω) κρατούσης εκκλησίας και λοιπές τρίχες. Γι αυτό και είναι τόσον αγαπητή στους κατοίκους της πόλεως η Μονή Αναλήψεως.
Ζήτημα 2ον «Εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με (Ματθ. κε,36)
Στο θλιμμένο ακόμα από την μεγάλη απώλειά Της, αρχονταρίκι της μονής, μου άνοιξε τα χαρτιά της η αδελφή Σιλουανή. Δηλαδή κάτι ημερολόγια σπιράλ στα οποία ήταν καταχωρημένη η κίνηση των μηνιαίων εισφορών του Μοναστηριού υπέρ των φυλακισμένων όλης της επικράτειας των ελλαδικών φυλακών. Αδιακρίτως φυλής, ποινής, ανάγκης. Ισότητα στην απελπισία. Ξένοι επί το πλείστον και δίπλα στ’ όνομά τους ένα κεφαλαίο αρχικό γράμμα, που δηλώνει την πόλη και τον τόπο φυλακής. Σ’ όλη την Ελλάδα, απ’ όλη την Ελλάδα· ίσως να βρήκαν και φάμπρικα αφού διαδίδεται από στόμα σε στόμα πως μόνον εδώ «δίνουν» στέλνουν γράμματα, τηλεφωνούν, (ήμουν παρών σ’ ένα τηλεφώνημα όπου ο επαίτης απαιτούσε τήρηση της προθεσμίας καταβολής...), εκλιπαρούν, ζητούν να ενταχθούν θαρρείς στο πρόγραμμα βοηθείας της Μονής! Υποθέτω πως δεν είναι όλες οι περιπτώσεις καθαρές. Ομως είναι φυλακισμένοι. Αρα πρόσωπα υπεράνω πάσης διάκρισης. Ο τελευταίος λόγος στον κόσμο αυτό, της ηγουμένης Μαγδαληνή, καθώς όδευε εκεί που την καρτερούσαν οι δικοί της άγιοι ήταν: «Μην ξεχάσετε τους φυλακισμένους». Ηταν εντολή, διαταγή, όχι παράκληση. Η συμμόρφωση απόλυτη. Που τα βρίσκουν τα χρήματα και ό,τι άλλο! Το: «Μόνον αν δώσεις μ’ ανοιχτό χέρι και καρδιά σ’ αυτούς που προστρέχουν για βοήθεια, θα λάβεις από τον Θεό και τους ανθρώπους», είναι η προμετωπίδα της καθημερινής πρακτικής τους. Αυτές δίνουν αφείδωλα γι αυτό και λαμβάνουν, κι ο Θεός όλων ανεξαρτήτως, αν μη τι άλλο, τις ευλογεί.
Ζήτημα 3ον « Δος μοι τούτον τον ξένον» ιδιόμελον της Μ. Παρασκευής
Τις μόλις προάλλες επί κοσμικού καφέ τα λέγαμε με τον Αγιορείτη μοναχό Μωυσή, ποιητήν εξαίρετον και συγγραφέα πρώτης γραμμής επί του θρησκευτικού. Το βράδυ θα μιλούσε στην Παναγία Φανερωμένη με θέμα τα «Πάθη και τα εξ αυτών παθήματα» διότι, όπως είπε, τα πάθη είναι «φιλεπίστροφα». Επόμενο ήταν, όταν βρίσκεσαι με αυτόν ν’ αφήνεσαι και σε μια εφ’ όλης της ύλης ανασκόπηση των σημερινών παθημάτων του κράτους, της εκκλησίας, της κοινωνίας. Παρών κι ο κυρ’ Αντώνης Ππβσλ., εκδότης της εξαίρετης των Γρεβενών και πάσης Δ. Μακεδονίας, εβδομαδιαίας εφημερίδας «Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας». Εκεί αναφέρθηκε και το όνομα του πατρός Γερβάσιου Ραφτόπουλου στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος με την αδελφότητα «Οσία Ξένη» και το μέγιστο έργο του όσον αφορά τους φυλακισμένους τους οποίους απελευθερώνει εφ’ όσον είναι ζήτημα χρημάτων η υπόθεσή του. Να, κάπως έτσι φαντάζομαι ότι είναι οι άγιοι της σήμερον, δεν ξέρω οι παλιοί πως ήταν και τι πραγματικά έκαναν κι αν έκαναν όλα όσα στα συναξάρια τους διαθρυλούνται. Τον άγιο Αυτόν ιερέα θέλησε ο Δήμος Γρεβενά να τον ευχαριστήσει για το έργο ως καταγόμενον από την κοινότητα Αιμιλιανού. Ομως ο επιχώριος «άγιος» και δεσπότης πάντων απαγόρευσε την είσοδό του στα χωράφια του (εισπήδηξη γαρ), απειλώντας ότι θα τον οδηγήσει (δέσμιο άραγε και θα τον ταϊσουν οι μοναχές της Μονής Αναλήψεως) στο συνοδικό δικαστήριο –ναι, αυτό που αθώωσε το καταδικασθέντα για κλοπή άλλο «αγιολογικόν βερνίκι» Παντελήμονα, ήδη και αρεοπαγιτικά εγκάθειρκτον. Ο ως άνω «άγιος» Γρεβενών δεν επέτρεψε παλιότερα στον ίδιο μοναχό να μιλήσει στην περιοχή του! Αυτός ή μάλλον το ποίμνιό του έχασε· αλλά γι αυτούς που σαν κοπάδι τους αντιμετωπίζουν, ποιός αλήθεια νοιάζεται;
***
Τελειώνουν κι οι Παρασκευές των Χαιρετισμών με τους θεσπέσιους ικετήριους προς την Παναγία Βοήθεια και Παραμύθια, λόγους. Ομως οι Παρασκευές τής κάθε λογής δυστυχίας κι εξαθλίωσης δεν έχουν τελειωμό.(«Σαν νάχουν ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου» Αλξ. Ππδ.). Οι ταγμένοι εθελοντές εκ της προσωπικής πίστης, ιδεολογίας (όπως είναι η Πρωτοβουλία για τα δικαιώματα των κρατουμένων) και πεποιθήσεων (νομίζεις ότι εξ επαγγέλματος αγαπούν) να ελαφραίνουν τον πόνο του άλλου (και ιδίως του φυλακισμένου άλλου) δεν μπορούν, προφανώς, να σηκώσουν όλο το βάρος της πανανθρώπινης και ειδικής απελπισίας. Αρκούνται στον τόπο και τον τρόπο τους. Τότε οι Ακάθιστοι Υμνοι γι’ αυτούς γίνονται, (ευτυχώς που οσημέραι πληθύνονται), Ακάθιστοι Δείπνοι για τους ανήμπορους και παραπεταμένους της ζωής συνανθρώπους μας. Σ’ αυτούς και μόνον τους ελεήμονες (ότι αυτοί ελεηθήσονται), υποκλινόμεθα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου