Πέμπτη 28 Ιουνίου 2007

Αγιορείτικη πραγματολογία

Αγιορείτικη πραγματολογία

Του Β.Π.Καραγιάννη

Α. ΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ Παλαιό Η./21Απριλίου –Νέον Η./4 Μαίου

Τω αυτώ μηνί ΚΑ,’ μνήμη των αγίων Ιερομαρτύρων Ιαννουαρίου επισκόπου, Προκούλου, Σώσσου και Φαίστου των Διακόνων, Δισιδερίου Αναγνώστου, Ακουτίου και Ευτυχίου· τη αυτή ημέρα μνήμη της αγίας Αλεξανδρίας ή Αλεξάνδρας της βασιλίσσης και των θεραπόντων αυτής, Απολλώ, Ισαακίου, και Κορδάτου· μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Μαξιμιανού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (Μαξιμιανός ουχ’ ο παμφάγος λύκος/Αλλ’ ο τροφεύς τέθνηκε της Εκκλησίας)· οσαύτως μνήμη Οσίου Πατρός ημών Αναστασίου του Σιναϊτου (Αναστάσιος εν Σινά Μωσής νέος/και πριν τελευτής τον Θεόν βλέπειν έχει).1

Ταχύπλοον. Ακριβώς την 3ην πρωινή κοσμική και 9ην αγιορείτικη με έκτακτους συντρόφους: αριστερά, μια πλευροδυνία αρχομένη αποβραδίς, κεντρικά μια εν εξελίξει βρογχίτιδα και τακτικούς δεξιά τον Αλέξανδρο Β. (εορτάζει στις 30 Αυγούστου κι όχι τον Μάρτιο), όπισθεν τον αδελφό Νικόλαο Κ., πολυ-αθλητήν του αγ. Ορους (105 οι Είσοδοί του μέχρι σήμερα) και τον νεοεισαχθέντα, μαθητευόμενό στην παρέα, Αντώνιο Π. από Γρεβενά, όμορον δ/ντη εντύπου γλυκού γραπτού λόγου. Με το γεραρό Ι.Χ. στην Ουρανόπολη, ώρες 3 σχεδόν. Μας περιμένουν τα διαμονητήρια – προσκλήσεις των Μικραγιαννανιτών αδελφών (ήδη 25 ευρώ παρακαλώ) και το Ταχύπλοον «Μικρά Αγια Αννα», λες και πάμε στας νήσους του αιγαίου τουρισμού. Η «θάλασσα του πρωιού» της Ουρανουπόλεως ήσυχη, καθαρή και τα ένδον ασημαντόψαρά της να την σχίζουν σε όλες τις κατευθύνσεις δίχα, καθέτως, πλαγίως, οριζοντίως αλλά πάντα κοπαδιαστά.
Αρσανάς Αγίας Αννας Το δεύτερο μεγάλο λιμάνι του Ορους μας ξεφορτώνει όλους, φυτεύματα, πρόσφορα, τσιμέντα, εργαλεία, μοναχούς, κοσμικούς (κατά σειράν αξίας χρήσης η αναφορά). Γλυκύτατοι κι ειλικρινείς χαιρετισμο-ασπασμοί με τον π. Νεκτάριο, που αναχωρεί για τα έξω.
Αξιότιμος κ. Καστάνης (μουλάρι μεταφοράς μας). Ημίονος εν μεταφορά ανθρώπου σε ανηφόρα υπέχει θέση ελλόγου όντος, φορές πλέον λογικού του αναβάτου. Γι’ αυτό δεν έχασε το δρόμο των σκαλοπατιών κι αναγκάστηκα να πληρώσω δι’ ανηφορο-πεζοπορίας τον εγωισμό μου και το αλάνθαστο της ματαιότητάς μου. «Φορτωμένο το ζώο και καβάλα» με χαιρέτησε αγιορείτικα, σαρκαστικά, κατερχόμενος μοναχός. Ακόμα ντρέπομαι για την παρατήρηση. Σκήτη Μικράς αγίας Αννας. Μετά την καθιερωμένη στάση στη βρύση Αγίας Αννας, όπου περίμενε από ώρα η λοιπή συμπροσκυνηματική Τριάς που φορτωμένη, όπως πάντα, κι ανδρεία ανέβηκε την τσιμεντο-ανηφόρα, πεζή, προς τον τόπο της ενιαύσιας, ημερήσιας μετανοίας μας. Οι καθιερωμένες αγάπες που από την πολυκαιρία απέκτησαν την πατίνα του καιρού και της γνησιότητας, πράγματα καθόλου αυτονόητα σ’ αυτούς τους χώρους. Ο π. Πρόδρομος, με τις τραπεζοκομικές του μαγγανείες· ο π. Ευθύμιος, με τις αγαπητικές του εν γένει κι εν είδει χαρές. Κι όλα κατ’ ευχήν θεού, με τους δύο όμως πρώτους επιστήθιους συντρόφους να παραμένουν κολλημένοι στο φθοροποιό τους διακόνημα.
Αρχάγγελοι. Γειτονικό κτιριακό συγκρότημα στην αρμοδιότητα της Σκήτης, που μας μαζεύει τ’ απόγευμα, ένθα ξαπλωμένοι και με τη θάλασσα του Σιγγιτικού μπροστά μας κοσμολογούμε μετά πλήξεως και θεολογούμε μετ’ ευτελείας (εκ πνευματικής αδυναμίας, εννοείται, κι όχι εκ προθέσεως). Ετοιμος τάφος εν αναμονή σώματος κοσμικού, του πρώην Διοικητού Ορους («Επιτέλους εστεγάσθην», σημειώνει), αν τα καταφέρει φυσικά μεταθανατίως ζωή να ‘χει τώρα. Ο π. Νικηφόρος μετά την «Αλβανιάδα» του, -μας δείχνει σε φωτογραφικό άλμπουμ την ιεραποστολή του εκεί, ελιμενίσθη εδώ, στο πιο ωραίο, ορεινό λιμάνι του Ορους και καταπιάνεται – τέλειωσε, δηλαδή- την ογκώδη «Ιστορία της Αθωνιάδος Σχολής».
Δανιηλαίων ζωγραφικός οίκος. Δεν ακολούθησα την Τριάδα στην καθιερωμένη, απογευματινή επίσκεψη στη γειτονική Σκήτη. Τους έβλεπα να πηγαίνουν και να έρχονται. Στο μονοπάτι, ένας ημικαλόγερος άφοβος απομακρύνει χωρίς έχθρα ένα φίδι που χαζολογεί στο μεσημέρι.
Σπηλαιοεκκλησία Διονυσίου Ρήτορος και Μητροφάνους (κτιτόρων της Σκήτης). Μισός βράχος και μισή εκκλησία. Το κλειδί πάνω στο εξωτερικό υπέρθυρο. Θα μπεις, θ’ ανάψεις τα κεριά, θα προσκυνήσεις, θα εξέλθεις.
Αναστοχασμοί επί μνήματος Γεράσιμου Μικραγιαννανίτη. Κάθε χρόνο θα μείνεις μόνος ενώπιον του περίτεχνου τάφου. Κοιτώ χωρίς να σκέφτομαι άλλο τι. Από κει παίρνεις μια ευλογία, πνευματικής δημιουργίας σε ό,τι μπορείς και όπως μπορείς να καταπιάνεσαι εγκοσμίως. Δεν είναι άγιος των προσευχών και των διαμεσολαβήσεων. Είναι από τους νεότερους αναφανέντας αγίους των εκκλησιαστικών, ποιητικών γραμμάτων, κι αυτό μετρά για μένα περισσότερο.
Εσπερινός στο καθολικόν της Κοιμήσεως Θεοτόκου. «Καμαρούλα μια σταλιά, 2Χ3» αλλά τόσον ευρύχωρη! Στον έξω κόσμο ονειρεύομαι αυτή τη στιγμή σ’ αυτό το μικρό καθολικό, που ακούγονται μέχρι και οι σκέψεις μας, ελλείψει νοεράς προσευχής, που είναι μάλλον δύσκολο να την ενβιώσουμε. Οταν πας ν’ αφεθείς στα θεϊκά, να ‘σου τα κοσμικά που εισβάλλουν σφήνες. Οι μοναχοί πηγαινοέρχονται στο ψαλτο-στασίδι. Αφήνουν και πιάνουν το κορδόνι του τυπικού και των ήχων με άνεση, οικειότητα, συνήθεια (τόσες φορές, τόσα χρόνια), ακόρεστοι. Αυτή κι αν είναι τράπεζα αχορτασίας της ψυχής λίγο πριν την άλλη, του σώματος και του ιερο-σεφ π. Προδρόμου. Πού είναι πιο νόστιμα;
Υπνος. Πάντα μετά ροχαλητών, ευλογημένος σ’ αυτές τις ιερές μονιές.

Β. ΜΕΡΑ ΔΕΥΤΕΡΗ Π. 22/ Ν. 5

Τω αυτώ μηνί ΚΒ’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Θεοδώρου του Συκεώτου Επισκόπου Αναστασιουπόλεως (Φαίνεται δε, ότι δεν εγεννήθη ο άγιος ούτος με τρόπο τίμιο και επαινετό, νόθος γαρ ήτον και σκότιος. Επειδή η μήτηρ του Μαρία, με το να ήτον ωραία, ετράβηξεν εις τον έρωτά της ένα ταχυδρόμο βασιλικόν κ.λπ.) Τη αυτή ημέρα ο άγιος Μάρτυς Νέαρχος πυρί τελειούται· μνήμη της προς Χριστόν γνωρίσεως του Αγίου αποστόλου Ναθαναήλ, ός έστι Σίμων ο Ζηλωτής.

Προς Λαύρα πεζή. Ελεύθερος πάσης ενοχλήσεως επιτέλους νιώθω να εισήλθα στο Ορος! Νικόλαος, Αλέξανδρος, Αντώνιος εφήμεροι οσιο-βαδιστές. Κάθε είσοδος στο Ορος, ως γνωστόν, διαγράφει στον τελικό ισολογισμό της Κρίσεως και μια μεγάλη αμαρτία. Οσοι βαδίζουν όμως το Ορος, τυγχάνουν μιας εφήμερης οσιότητος και φυσικά ειδικής ευλογίας υπό της θείας και φυσικής φύσεως. Οταν βγουν, ή αν δεν περπατούν αίρεται η οσιότης τους. Κι αυτοί περπάτησαν εφτά ώρες διασχίζοντας τη μισή οδοιπορική ωραιότητα του Ορους.
Καθολικόν αγίας Αννης. Λίαν πρόσχαρος ο υπαίθριος αρχοντάρης. Προσκύνηση της θαυματουργού εικόνας, κυρίως για τις ασυλλαμβάνουσες γυναίκες αλλά και τις επίτοκες. Πολλά τα κεριά που ανάβω. Κατηφόρα για το λιμάνι και πάλι από άλλο δρόμο άρα κι α-μούλαρος λανθάνω.
Περίπλους ακρωτηρίου. Με μια παρέα χάνων αγιο-τουριστών. Τους ξεναγώ μετ’ εμφάσεως, ότι στα μάτια τους είμαι παντογνώστης, αν κι ημιμαθής, στον περίπλου του ποδιού επί των αγρίων βράχων, κελιών, ερειπίων, σπιτιών, Καυσοκαλυβιωτών κι άλλων τερατωδών, μοναχικών αθλητών της άσκησης, της προσευχής της συντριβής, κάθε μορφής, εγώ. Εκ των υστέρων διαπίστωσα κάποια λάθη μου. Θάλασσα κάτι μεταξύ λαδιού καντήλας και φαγητού. Λαύρα είδον, σία κι αράξαμε στο μικρό λιμάνι, ίδιο με δροσερή κι υπήνεμο αγκαλιά. Ούτε καν το μικρό μονοπάτι, από τον αρσανά προς τη Μεγίστη Μονή, πήρα. Στριμώχτηκα στο λεωφορειάκι για τους αναξιοπαθείς επισκέπτες, δηλαδή όλους τους συμπλόους του ταχυπλόου. Ετσι κι εγώ διέπλευσα τη μισή ωραιο-αγριότητα του Ορους
Τερατολογίες τουριστών. Ακούγονται παντού από την ανεξέλεγκτη κοσμική αφέλεια, η οποία περιφέρεται, συνήθως πνευματικά ανυπόδητη κι ανερμάτιστη, στο Ορος. Οπως λ.χ. το χιλιόχρονο (!) κυπαρίσσι της Λαύρας που χρειάζονται, λέει ο ηλιθιο-τερατολόγος, ...δέκα άτομα για να αγκαλιάσουν τον κορμό, ενώ επί του πραγματικού τρεις κι ένας μονόχειρ φτάνουν. Η ευπιστία ακολουθεί το προηγούμενο αμάρτημα. Αν πεις μετ’ εμφάσεως ότι από δω φαίνεται και η ...Κρήτη, κάποιοι θα προσπαθήσουν να τη δουν στον ορίζοντα! Αφέλειες συγχωρητέες.
Λαυριώτικοι εσπερινοί.
α) Παραμονή αγίου Γεωργίου. Επί του ορθίως -κόσμος κοσμικός πολύς- στο παρεκκλήσι του αγίου, σ’ ένα από τα χαοτικά του Μοναστηριού κτίρια. Νυστάζω και κινητο-φλυαρώ. Στο βάθος κάτι ακούγεται από την ακολουθία. Με την απόλυση κόλλυβα εξαιρετικά, καρύδια άσπαστα από το καλάθι, μια γουλιά κρασί. Εθιμο της γιορτής. Ευλογίες.
β) Επανάληψη εσπερινού στο Καθολικό. Μεγάλη δόση εσπερινών ύμνων πήραμε. Αλλά ο άγιος Γεώργιος, ο φερώνυμος άγιος των μισών Νεοελλήνων, είναι μέγας, δε λέω, του αξίζει η διπλή δόσις.
Λείψανα. Φάε ό,τι νόστιμα σου ρίχνουν κι αμέσως μετά προσκύνα ό,τι με πίστη σου δείχνουν. Μην κάνεις τον έξυπνο, γιατί δεν τα βγάζεις και πέρα με κανέναν απ’ όσους εγκαταβιώνουν εκεί. Ακόμα και με τα εξ αντικειμένου ολιγόνοα, μοναχικά οντάρια. Με ιδιοτελή ευλάβεια προσκυνώ την κάρα του Μ. Βασιλείου, ενώ τα άλλα αντιπαρέρχομαι με προσκυνηματική ουδετερότητα.
Ολονυκτία. Από τις ακολουθίες που δε παρέστην ποτέ άχρι τέλους. 9 το βράδυ με 3 το πρωί. Απόντες από κει αλλά παρόντες στον ύπνο.

Γ. ΜΕΡΑ ΤΡΙΤΗ Π.23/ Ν.6

Τω αυτώ μηνί ΚΓ’, μνήμη του αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου Τροπαιοφόρου· τη αυτή ημέρα ο άγιος Μάρτυς Ανατόλιος ο στρατηλάτης ξίφει τελειούται· ο άγιος Μάρτυς Πρωτολέων ο στρατηλάτης ξίφει τελειούται· ο άγιος Μάρτυς Αθανάσιος ο από μάγων ξίφει τελειούται (Αθανάσιος φαρμακός τομήν κάρας,/Ψυχής νοσούσης εύρε φάμακον ξένον)· ο άγιος Γλυκέριος ο γεωργός ξίφει τελειούται· ο άγιος Μάρτυς Ουαλέριος ξίφει τελειούται· οι άγιοι Μάρτυρες Δονάτος και Θερινός ξίφει τελειούνται· ο άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος, ο μαρτυρήσας εν πόλει ΠτολεμαΪδος (όχι του νομού Κοζάνης φυσικά) εν έτει αψνβ’ (1752) μαχαίραις κατακοπείς τελειούται· του αγίου Νεομάρτυρος Λαζάρου του Βουλγάρεως, αθλήσαντος εν έτει 1802.

Λεωφορεία στη σειρά. Ορθρου βαθέως, δίπλα από το ελικοδρόμιο, επιβίβαση σ’ αυτά, τα οποία έχουν αλλοδαπούς πλην ορθόδοξους οδηγούς· πορεία άνωθεν και προς το κέντρο.
Αγίασμα Αθανασίου αθωνίτη. Στροφή και στάση. Χτύπησε, λέει η μυθο-ιστορία, με τη βακτηρία το βράχο ως άλλος βιβλικός Μωυσής- κι ανέβλυσε ύδωρ ζωοποιόν και ζείδωρον. Πίνεις αδίψαστος από κει, γιατί δεν ξέρεις ή γιατί ένδον του Ορους όλα τα πιστεύεις, δεν έχεις να χάσεις και τίποτα. Αν μάλιστα κερδίσεις, χαρά Θεού.
Ιβήρων αρσανάς όπου παρκάρουν αγιο-ταξί και λεωφορεία. Κατευθείαν στην Τράπεζα. Μετά στην κατάφορτη με αναθηματικές ικεσίες Πορταϊτισσα· π. Παύλος, κοζανίτης, μας δίνει ευλογίες. Μια παρέα επίσης κοζανιτών, πρωτάρηδων, αυτοσχεδιάζει πορείες προς τα κάτω. Στο πωλητήριο ενθυμημάτων ο γέρων μοναχο-πώλης απήγγειλε στον Αντώνιο αγγλιστί Σαίξπηρ, «Μάκβεθ»: The Queen iw dying my Lord. «Αββάς Ισαάκ ο Σύρο·. Ενα πλησίασμα στον κόσμο του» του ιβηρίτη προηγούμενου υπερλογίου αρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη, τον οποίο ο Αντώνιος ψάχνει να πάρει την ευχή του και παραλίγο να χάσει την προσκύνηση της Πορταϊτισσας, ότι Αυτή ευλογεί με ωράριο εργασίας, εκ των μοναχών καθορισμένο.
Μορμυρίζων Κουτλουμουσιανός λάκκος. Κατερχόμενος να χυθεί στον κόλπο.... συμπαρασύρει όλα τα αδρανή υλικά της φύσης και των ανθρώπων. Οταν πάρεις το μονοπάτι από Ιβήρων προς Καρυές τον ακολουθείς πρώτα από δεξιά, προσπερνάς το κελί του Μάξιμου -μέγα οικονομικού(!) ευεργέτη της Μονής Βαζελώνος στην Κοζάνη, όπου και ο ανδριάντας του δέσποζε ακόμα κι όταν ζούσε σε φυτική κατάσταση- αλλά μετά περνάς το μεγάλο γεφύρι, βγαίνεις φωτογραφίες, ακούς τη συμπλοκή πέτρας και νερού και συνεχίζεις απ’ τ’ αριστερά του. Μια εξαίσια διαδρομή στην οποία συζητάς διάφορα σοβαρά κι ανούσια. Εγγύς του προορισμού περνάμε δεξιά εκ νέου, για τη Σκήτη Παντελεήμονος, ανηφόρα μικρή αλλά κανονική.
Σκήτη Παντελεήμονος. Η πρώτη μου γνώση του Ορους εκεί στην αρχική κι ακατάγραφη στον αριθμό εισόδων, είσοδο, ένθα ένας «σαλός», τότε, ξυπόλυτος καλόγερος μας συκο-βολούσε. Ούτε που καταλάβαινα τι μου γινόταν. Μετά έμαθα αρκετά, σχεδόν πολλά, αλλ’ όχι όλα. Αυτό έλειπε! Κελλίον του αγίου Χρυσοστόμου. Μια βιβλική μορφή, σε ύψος σώματος, πλάτος πνεύματος και βαθύτητος καλοσύνης, με γυαλιά όμως, μας περιμένει στην είσοδο ενός μικρού παραδείσου.
Μοναχός Μωυσής των βιβλίων, των αθωνικών και κοσμικών γραμμάτων, των ποιημάτων. Ετοιμάζει τώρα το πεντηκοστό βιβλίο του (ανήμερα Πεντηκοστής σημειώνω αυτά). Μια συλλογή ποιημάτων· ό,τι καλύτερο μας επιφυλάσσει η δόξα του.
Κοχλιοί Κρήτης. Στην οικογενειακή τράπεζα, τι είναι αυτό; Σαλιγκάρια, μικρότερα των χερσαίων που βλέπουμε στους όχτους μετά τη βροχή. Ας είναι ευλογημένο. Κάμνοντες την ανάγκην φιλοτιμίαν, δοκιμάσαμε. Στη συνέχεια, κάπου τριάντα κελύφη αδειανά με κοιτούσαν διαπορούντα για την αρχική μου συστολή. Στοιβάχτηκαν θημωνιά δίπλα προς επίρρωσιν του γευστικού πράγματος.
Κελί Αγίου Γεωργίου πανηγυρίζοντος. Προσέλευση του αγίου Νομάρχου Αγίου Ορους, πρωτεπιστάτου π. Βαρνάβα Βατοπεδινού, μετά μονομελούς ακολουθίας. Οι Νομάρχες συνήθως είναι πρώτοι στα πανηγύρια όπως και στους χορούς στις πλατείες ή στα ψαλτικά αναλόγια. Τι ωραιότητα κι αυτή εδώ! Οικοδεσπότης ο μ. Μελίτων, άριστος κατασκευαστής ηδύποτων (ρόδι, μούρο, κράνο, κεράσι) και σε αισθαντική συσκευασία, αντί 6 ευρώ. Το διακόνημα επιβίωσής του. Τα κεράσματα νέφος, το σωματικό προοιμιακόν φόρτωμα γενναίο. Βαρύτατος εσπερινός μαζί με το μνημόσυνο των κτιτόρων. Κανοναρχεί ένα νεαρό διακονίδιο από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, με όλο το ύφος της ημικοσμικής γενειο-κομμώσεως. Κρατήσαμε τη λαμπάδα που είχαμε αναμμένη, την έχω ακόμα μπροστά μου, δεν ξέρω τι να την κάνω. Εντελώς ευλύγιστη, δεν σπάζει λόγω γνησιότητος παρασκευής της.
Κυρία Σφυρίδα: ανήκει στην κοινή ονομασία των Περκόμορφων ψαριών, ερμαφρόδιτη και πρωτόγονη, αναπαράγεται την Ανοιξη. Είναι άνευ ακάνθων. Σε σάλτσα υποκίτρινη ξαπλωμένη και δίπλα της να παραστέκει ένα κολοκυθάκι βραστό. Κι αυτό το κτίσμα του Θεού στη χρήση του λαμβάνει υπόσταση λογικού όντος, με το οποίο μπορείς να συνομιλήσεις όχι επί μακρόν αλλά επί το ηδέστατον. Πού βρισκόμαστε, σε ποιο γαλλικό, ας πούμε, εστιατόριο; Τρώμε σαν πεινασμένοι, θέλω να πω βουλιμικοί εν στερήσει. Τράπεζα μοναχών εν πανηγυρισμώ, πανήγυρις εστί πανηγύρεως. Κρασί γεμίζει κι αδειάζει στα ποτήρια. Τροπάρια κατά παραγγελία εκτελούνται με πρωτοψάλτη και τυπικάρη του όλου τον ιερομόναχο Χρυσόστομο του ομώνυμου κελλίου, που μας φιλοξενεί πριγκιπικά.

Εσπέρας και νύχτας προκείμενο
στη Βιβλιοθήκη του Συγγραφέα

Στη νύχτα το πράσινο εδώ γίνεται μαύρο απαλό
Μια μαλακιά κουβέρτα που σε σκεπάζει λυτρωτικά
στο κελί του Παϊσίου στη συστάδα των κυπαρισσιών
κάτι σαν προορατική ψυχή φαίνεται να περιίπταται
να θέλει να μπει λίγο, να δει, ν’ ακούσει, να φύγει!
Τ’ αστέρια του Ορους εντελώς φιλικά σε ψιχαλίζουν
ψυχικής ηρεμίας αντίδωρα έως και ψίχουλα πετεινών.
Η κάπου στα ανατολικά θάλασσα είναι μια ξένη μακρινή
Κι Αυτός μέσα στον απέραντο λειμώνα των βιβλίων
κανοναρχεί σε μια ήρεμη ακολουθία λόγων εξαίρετων.
«Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου, Υπερευλογημένης»
περί γραμμάτων και εικοσασφράγιστων επιστολών
περι-δια-δραμάτων μοναχικών κι εκκλησιολογικών
περί Κολλυβάδων, γνόφου, νήψης, αποταγής βίου,
περί της Ποιήσεως κόσμου αλλά κι εγκόσμιας ποίησης.
Περί του πόνου σώματος και της μέλαινας ψυχής.
Μετά απ’ όλα αυτά ποιος να φοβάται τώρα τη νύχτα;
Κοιμάσαι ελαφρύς, φτερό στον α’ ή β’ πλάγιο ήχο
του μορμυρίζοντος λάκκου που κυλάει χρόνος άχρονος
Τα όντα της νύχτας που έχουν βάρδια θείων αίνων
σ’ έχουν βάλει στο μάτι και ας πούμε σε νανουρίζουν.




Δ. ΜΙΣΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ ΜΕΡΑ Π.24/Ν.7

Τω αυτώ μηνί ΚΔ’, μνήμη της Οσίας Μητρός ημών Ελισάβετ της Θαυματουργού· τη αυτή ημέρα του αγίου Μάρτυρος Σάββα του στρατηλάτου και Γότθου· οι δια του αγίου Σάββα πιστεύσαντες τω Χριστώ εβδομήκοντα στρατιώται, ξίφει τελειούνται· μνήμη των αγίων Μαρτύρων Πασικράτους και Βαλεντίωνος· μνήμη των αγίων οκτώ Μαρτύρων, Ευσεβίου, Νέωνος, Λεοντίου, Λογγίνου, και ετέρων τεσσάρων, των δια του αγίου Γεωργίου πιστευσάντων τω Χριστώ και μαρτυρησάντων· ο άγιος Νεομάρτυς Δούκας ράπτης ο Μιτυληναίος ο μαρτυρήσας εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει αφξδ’ (1564), ζων αποδερματισθείς, τελειούται (Δούκας ο ράπτης εκδαρείς δοράν όλην/Ερραψεν αυτώ ιμάτιον φωσφόρον)· ο άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ο εν Μαγνησία μαρτυρήσας εν έτει αψος’ (1776) σφοδρώς τυφθείς τελειούται.

Ορθρος αγιορείτικος, κανονικός. Με νέον ιερέα εκπαιδευόμενο, να σκοντάφτει, να σηκώνεται, να προχωρά. Φεύγουμε από το Κελί του Μωυσή βαρύτατα συγκινημένοι, χωρίς όμως και να το δείχνουμε. Εγκόσμια συστολή; Τι θα μας πείραζε αν δείχναμε λίγο από τον μέσα κόσμο μας, τι αισθανθήκαμε, οι αφιλότιμοι;
Δάφνη (δέντρο). Τη ρίχνουν στις φακές, τις πατάτες κι αλλού που δεν ξέρω, γιατί μόνο την κόβω και τη δοκιμάζω. Ομως πριν από κάθε αναχώρηση όλο και θα ξεκλαρίσουμε κάποιο δέντρο της λιμασμένοι θαρρείς για το ξένο, το αλλότριο, το ηγιασμένο· να πάρουμε για το σπίτι, ότι μάνα, γυναίκα περιμένουν το ολιγότερον αυτήν. Ολοι μας κοιτούν φορτωμένους με τα κλαδιά της με μόλις ελεγχόμενο φθόνο για την αβελτηρία τους.
Καρυές. Το Πρωτάτον σκεπασμένο με σκέπαστρο προφυλακτικό αλά Καλατράβα για τις διάφορες επισκευές του. Κλειστό οριστικά και το μαγαζί του γέροντα Ιερόθεου, ιδιοκτήτη του γλυκύτατου περιοδικού «Πρωτάτον». Βγήκε στη σύνταξη. Δηλαδή; Η πόλη γεμάτη αναχωρητές, για τον κόσμο όμως. Με βακτηρίες, σακίδια λερωμένα, μπαινοβγαίνουν στα καταστήματα της πρωτεύουσας, αγοράζουν και υπάρχουν σαν αγιορείτικα ψώνια· κυκλοφορούν αόριστα- δηλαδή, κυκλοφορούμε. Προσκυνήσαμε δε και το «Αξιον Εστί».
Δάφνη (λιμάνι). Βόλτες μικρές, επιτόπιες στο λιμάνι, στο οποίο μπαινοβγαίνουν διάφορα πλοία και πλοιάρια, αργά ή ταχύπλοα. Στο ζυθεστιατόριο πίνουν μπύρες και φραπέδες οι στερηθέντες. Στο ταχυδρομείο ο υπάλληλος διαπορεί με την επίσκεψή μου. Πώς είναι δυνατόν κάποιος να αγαπά το χώρο εργασίας του; Κι όμως.
Ελεγχος δήθεν, από τους τελωνειακούς.
«Αξιον Εστί». Νυστάζουμε. Επιστροφή στον κόσμο της ύλης και μετά από μέρες στη νοσταλγία αυτού του εξαίσιου ταξιδιού που βιώσαμε και αναβιώνουμε τώρα, στη γραπτή ανάμνησή του σ’ αυτή την σελίδα.
- Κύριε διευθυντά, δια την αδολεσχία μας, Ευλόγησον!


1. ΟΙ εορτολογικές αναφορές μας παραπέμπουν στον «Συναξαριστή» αγίου Νικοδήμου αγιορείτου, εκ. Δόμος.

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος11/26/2010

    Generally I do not post on blogs, but I would like to say that this post really forced me to do so! really nice post. >

    ΑπάντησηΔιαγραφή