Για το ελληνικά Ταχυδρομεία ομιλώ. Στην πόλη μας θεωρώ εαυτόν τον
παλαιότερον θαμώνα και χρήστη του ευρύτερου ταχ. χώρου και τρόπου· 34
συναπτά χρόνια μπαινοβγαίνω εκεί. Η αποστολή του περιοδικού η αιτία.
Ολοι οι παλιοί υπάλληλοι που γνώριζα συνταξιοδοτήθηκαν. Το λέω στους
σημερινούς σημασία δεν δίνουν και καλά κάνουν. Υπηρέτησα στο στρατό ως
διαχειριστής επιταγών (λοχίας παρακαλώ) για 28 μήνες στη ΒΣΤ 900Α, άρα η
συμπάθεια και η γνώση περί την διαχείρισιν των ταχ. αντικείμενων είναι
πέραν αυτής του κανονικού πολίτη.
Στην Κύπρο στέλνω κοντά 15 τεύχη (προς 2,70 ευρώ έκαστον). Μια φορά γύρισε πίσω φάκελος μ’ αυτήν μέσα αφού δεν είχα σημειώσει Κύπρος αλλά μόνον Λευκωσία. Οι επιχώριοι ή οι εξωχώριοι αγνοούσαν πως η Λευκωσία ανήκει στην Κύπρο εισέτι;
Διάφορα σοβαρά έως σπαρταριστά ακούω.
Ο έμπροσθεν μου στο εσπερινό στασίδι του αγίου ΝΙκολάου όσιος Νικόλαος Κρτς (εκεί 50 τόσα χρόνια -πολλά είπα μάλλον - πρωταθλητής των στασιδίων αυτός εγώ αραιός ακροατής - μου διηγείται κάπως δυνατά κι ο παπαΧρήστος μας κοιτά επιτιμητικά από το ιερό ως θορυβοποιούς ασεβείς.
- Που λες:
Εστειλε επιστολή στην Αθήνα, στην διεύθυνση υπήρχε ο αριθμός 7. Η επιστολή γύρισε πίσω ότι στον αριθμό 2, του είπαν, δεν υπάρχει ο παραλήπτης του. Διαμαρτυρία αυτός. - 7 είναι όχι 2. Ως δύο διάβασε το 7 ο διανομεύς. Ο αντίλογος της υπηρεσίας. Το 7 δε γράφεται χωρίς τη γραμμή στη μέση του. Αντεπίθεση του παθόντως. – Δείξε μου, τον απείλησε σχεδόν- σε όλη την ανθρωπότητα που χρησιμοποιεί τους αραβικούς αριθμούς αν γράφεται το 7 με γραμμή στη μέση. Το σκέφτηκε ή το έψαξε ο αρμόδιος ζήτηξε συγχώρεση και ξανάστειλε την επιστολή δαπάνες της υπηρεσίας.
«Που λες...» δεύτερον.
Εστειλε στα «Σερβιώτικα Νέα» εφημερίδα του Μορφωτικού Συλλόγου της πόλεως Σερβίων Κοζάνης, μελετηρήν επιστολήν περί μιάς σιαγώνος προϊστορικού τέρατος που υπάρχει στο Λαογραφικό Μουσείο. Του επεστράφη μετά από εικοσαήμερον με κάτι δυσανάγνωστες λέξεις σλαβικής γραφής. Είχε πάει Σερβία· το καλλίγραφον βυζαντινόν στυλ γραφής του εμπέρδεψε τους υπαλλήλους της ταξινόμησης. Τα πέρασαν Κυριλλική γραφή. Ούτε ο ταχ. κωδικός τους συνέτησε ούτε άλλον τι εκ της ελληνικοτάτης προσόψεως της επιστολής. Δεν δικαιώθηκε με το αιτιολογικό ας μη γράφει με τόσον ωραία γράμματα τις διευθύνσεις ότι είναι συνηθισμένοι μόνον στον δυσανάγνωστο γραφικό χαρακτήρα οι ταχ. υπάλληλοι.
Η κυρία Χριστίνα Καραντώνη κάτοικος του Δήμου Πατρέων (διεύθυνση δε γράφω ίνα μη τη στοχοποιήσω καλλιτεχνικά) είναι φιλόλογος, ζωγράφος, φωτογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, ποιήτρια εν τέλει και τελικά. ‘Αριστη σε όλα. Η γνωριμία μ’ αυτήν, μέσω του Λαμιέως ποιητού κι όχι μόνον, Κ. Θ. Ριζάκη, ήταν κάτι σαν ευλογία. Τόσον φιλότιμο, φιλόπονο ανθρώπινο πλάσμα δεν έχω ξανασυναντήσει στον δημόσιο, δηλ. φιλολογικό, λογοτεχνικό κύκλο (κι εδώ πολλά λέω). Πολλές φορές σχεδίασε εξώφυλλα της «Παρέμβασης» έξοχα που εντυπωσίαζαν καθώς και εξώφυλλα βιβλίων μας. Τέλος πάντων.
Που θέλω να καταλήξω;
Στο τελευταίο τχ της Π (188-189!) είχε δημοσιεύσει τρία μικρά ποιήματα. Στην μαζική αποστολή προς τους νεοέλληνες παραλήπτες από το δέμα της Πάτρας αφαίρεσα (ο έξυπνος) το όνομα της ίνα το στείλω με φάκελο πιο επίσημα και χάριν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως. Το θέμα δεν είναι ότι αργούσα να το κάνω αλλά και όταν έκανα ήλπιζα να το είχε λάβει προ της 21ης Σεπτεμβρίου. Ομως ξαναέλαβα το τεύχος πίσω αν και δεόντως γραμματοσημασμένο και με το σήμαντρο του ταχ. Κοζάνης πατημένο. Καμιά σημείωση επ’ αυτού. Τι έγινε; Αναστατωθήκαμε από κοινού στο διαδίκτυο. Καταλήξαμε σε κοινό πόρισμα ως ακολούθως.
Αλλά πριν το πόρισμα δύο μνήμες.
Οταν μου έστελνε επιστολές ο Λεωνίδας Κύρκος κάτω από το όνομα ή τον τίτλο του περιοδικού με τη διεύθυνση έγραφε διάφορα κολακευτικά κι άδολα πρωτίστως όπως «έξοχη» «ωραιοτάτη» η «Π» κ.λπ. Ηταν τόσον αισθαντικοί αυτοί οι φάκελοι! Κάποιον τον έχω βάλει σε κορνίζα. Από τη Βέροια ο μέγας ιστοριοδίφης της Γ. Χιονίδης όταν μου έγραφε, στο φάκελο έβαζε όλους τους εφήμερους διευθυντικούς μου τίτλους (είχα φτάσει κάποτε μέχρι και 5 ταυτοχρόνως)· όμως τον τίτλο του αναπληρωτού της εκκλησιαστικής επιτροπής στον ιερό ναό Τιμίου Προδρόμου Λευκοπηγής δεν τον γνώριζε αφού κι εγώ τον απέκρυψα στο βιογραφικό μου για την Εταιρεία Συγγραφέων. Στο τέλος σημείωνε «κ.λπ». Το διασκέδαζα ορισμένως άμα τη λήψει επιστολών του.
Στο κοινό μας πόρισμα τώρα. Χάριν παιδιάς κι ευχαριστήσεως το αρχικό γράμμα Χ του ονόματος της κυρίας παραλήπτριας Χριστίνας, το έγραψα τεράστιο. Ισως κι από έναν ανερμήνευτο ενθουσιασμό της στιγμής. Ενα Χ τεράστιο (τι το ήθελα ο δόλιος;) το οποίο οι υπάλληλοι του ταχ. το εξέλαβον ως Χ διαγραφής. Αλλά από ποιόν και γιατί; Αν ήθελα να διαγράψω την παραλήπτρια (άπαγε της βλασφημίας) δεν θα της το έστελνα απλώς. Δε διάβασαν το όνομα (και μάλιστα τόσον γλυκύτατον) ακολουθούμενο από επίθετο, διεύθυνση κ.λπ. Οχι καρδιές δεν έβαλα. Μυστήριον ξένον... Φαίνεται πως στην όποια ωραιότητα (πλην εκείνης του τροπαρίου των Χαιρετισμών) τα χάνουν οι τυποποιημένοι άνθρωποι. Θέλουν γραφικούς χαρακτήρες ιατρών συνταγογραφούντων (κάποτε) τις οποίες τις διαβάζουν με την πρώτη κι ακόπως.
Ξανάστειλα την «Παρέμβαση» με νέο φάκελο
Στην Κύπρο στέλνω κοντά 15 τεύχη (προς 2,70 ευρώ έκαστον). Μια φορά γύρισε πίσω φάκελος μ’ αυτήν μέσα αφού δεν είχα σημειώσει Κύπρος αλλά μόνον Λευκωσία. Οι επιχώριοι ή οι εξωχώριοι αγνοούσαν πως η Λευκωσία ανήκει στην Κύπρο εισέτι;
Διάφορα σοβαρά έως σπαρταριστά ακούω.
Ο έμπροσθεν μου στο εσπερινό στασίδι του αγίου ΝΙκολάου όσιος Νικόλαος Κρτς (εκεί 50 τόσα χρόνια -πολλά είπα μάλλον - πρωταθλητής των στασιδίων αυτός εγώ αραιός ακροατής - μου διηγείται κάπως δυνατά κι ο παπαΧρήστος μας κοιτά επιτιμητικά από το ιερό ως θορυβοποιούς ασεβείς.
- Που λες:
Εστειλε επιστολή στην Αθήνα, στην διεύθυνση υπήρχε ο αριθμός 7. Η επιστολή γύρισε πίσω ότι στον αριθμό 2, του είπαν, δεν υπάρχει ο παραλήπτης του. Διαμαρτυρία αυτός. - 7 είναι όχι 2. Ως δύο διάβασε το 7 ο διανομεύς. Ο αντίλογος της υπηρεσίας. Το 7 δε γράφεται χωρίς τη γραμμή στη μέση του. Αντεπίθεση του παθόντως. – Δείξε μου, τον απείλησε σχεδόν- σε όλη την ανθρωπότητα που χρησιμοποιεί τους αραβικούς αριθμούς αν γράφεται το 7 με γραμμή στη μέση. Το σκέφτηκε ή το έψαξε ο αρμόδιος ζήτηξε συγχώρεση και ξανάστειλε την επιστολή δαπάνες της υπηρεσίας.
«Που λες...» δεύτερον.
Εστειλε στα «Σερβιώτικα Νέα» εφημερίδα του Μορφωτικού Συλλόγου της πόλεως Σερβίων Κοζάνης, μελετηρήν επιστολήν περί μιάς σιαγώνος προϊστορικού τέρατος που υπάρχει στο Λαογραφικό Μουσείο. Του επεστράφη μετά από εικοσαήμερον με κάτι δυσανάγνωστες λέξεις σλαβικής γραφής. Είχε πάει Σερβία· το καλλίγραφον βυζαντινόν στυλ γραφής του εμπέρδεψε τους υπαλλήλους της ταξινόμησης. Τα πέρασαν Κυριλλική γραφή. Ούτε ο ταχ. κωδικός τους συνέτησε ούτε άλλον τι εκ της ελληνικοτάτης προσόψεως της επιστολής. Δεν δικαιώθηκε με το αιτιολογικό ας μη γράφει με τόσον ωραία γράμματα τις διευθύνσεις ότι είναι συνηθισμένοι μόνον στον δυσανάγνωστο γραφικό χαρακτήρα οι ταχ. υπάλληλοι.
Η κυρία Χριστίνα Καραντώνη κάτοικος του Δήμου Πατρέων (διεύθυνση δε γράφω ίνα μη τη στοχοποιήσω καλλιτεχνικά) είναι φιλόλογος, ζωγράφος, φωτογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, ποιήτρια εν τέλει και τελικά. ‘Αριστη σε όλα. Η γνωριμία μ’ αυτήν, μέσω του Λαμιέως ποιητού κι όχι μόνον, Κ. Θ. Ριζάκη, ήταν κάτι σαν ευλογία. Τόσον φιλότιμο, φιλόπονο ανθρώπινο πλάσμα δεν έχω ξανασυναντήσει στον δημόσιο, δηλ. φιλολογικό, λογοτεχνικό κύκλο (κι εδώ πολλά λέω). Πολλές φορές σχεδίασε εξώφυλλα της «Παρέμβασης» έξοχα που εντυπωσίαζαν καθώς και εξώφυλλα βιβλίων μας. Τέλος πάντων.
Που θέλω να καταλήξω;
Στο τελευταίο τχ της Π (188-189!) είχε δημοσιεύσει τρία μικρά ποιήματα. Στην μαζική αποστολή προς τους νεοέλληνες παραλήπτες από το δέμα της Πάτρας αφαίρεσα (ο έξυπνος) το όνομα της ίνα το στείλω με φάκελο πιο επίσημα και χάριν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως. Το θέμα δεν είναι ότι αργούσα να το κάνω αλλά και όταν έκανα ήλπιζα να το είχε λάβει προ της 21ης Σεπτεμβρίου. Ομως ξαναέλαβα το τεύχος πίσω αν και δεόντως γραμματοσημασμένο και με το σήμαντρο του ταχ. Κοζάνης πατημένο. Καμιά σημείωση επ’ αυτού. Τι έγινε; Αναστατωθήκαμε από κοινού στο διαδίκτυο. Καταλήξαμε σε κοινό πόρισμα ως ακολούθως.
Αλλά πριν το πόρισμα δύο μνήμες.
Οταν μου έστελνε επιστολές ο Λεωνίδας Κύρκος κάτω από το όνομα ή τον τίτλο του περιοδικού με τη διεύθυνση έγραφε διάφορα κολακευτικά κι άδολα πρωτίστως όπως «έξοχη» «ωραιοτάτη» η «Π» κ.λπ. Ηταν τόσον αισθαντικοί αυτοί οι φάκελοι! Κάποιον τον έχω βάλει σε κορνίζα. Από τη Βέροια ο μέγας ιστοριοδίφης της Γ. Χιονίδης όταν μου έγραφε, στο φάκελο έβαζε όλους τους εφήμερους διευθυντικούς μου τίτλους (είχα φτάσει κάποτε μέχρι και 5 ταυτοχρόνως)· όμως τον τίτλο του αναπληρωτού της εκκλησιαστικής επιτροπής στον ιερό ναό Τιμίου Προδρόμου Λευκοπηγής δεν τον γνώριζε αφού κι εγώ τον απέκρυψα στο βιογραφικό μου για την Εταιρεία Συγγραφέων. Στο τέλος σημείωνε «κ.λπ». Το διασκέδαζα ορισμένως άμα τη λήψει επιστολών του.
Στο κοινό μας πόρισμα τώρα. Χάριν παιδιάς κι ευχαριστήσεως το αρχικό γράμμα Χ του ονόματος της κυρίας παραλήπτριας Χριστίνας, το έγραψα τεράστιο. Ισως κι από έναν ανερμήνευτο ενθουσιασμό της στιγμής. Ενα Χ τεράστιο (τι το ήθελα ο δόλιος;) το οποίο οι υπάλληλοι του ταχ. το εξέλαβον ως Χ διαγραφής. Αλλά από ποιόν και γιατί; Αν ήθελα να διαγράψω την παραλήπτρια (άπαγε της βλασφημίας) δεν θα της το έστελνα απλώς. Δε διάβασαν το όνομα (και μάλιστα τόσον γλυκύτατον) ακολουθούμενο από επίθετο, διεύθυνση κ.λπ. Οχι καρδιές δεν έβαλα. Μυστήριον ξένον... Φαίνεται πως στην όποια ωραιότητα (πλην εκείνης του τροπαρίου των Χαιρετισμών) τα χάνουν οι τυποποιημένοι άνθρωποι. Θέλουν γραφικούς χαρακτήρες ιατρών συνταγογραφούντων (κάποτε) τις οποίες τις διαβάζουν με την πρώτη κι ακόπως.
Ξανάστειλα την «Παρέμβαση» με νέο φάκελο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου