Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

" Ονειροχλόη"

 
Αυτές τις μέρες διαβάζω μια συλλογή ποιημάτων του Ιβάν Γκολ σε μετάφραση του Δ. Παπαδίτσα με τον τίτλο “Ονειροχλόη” από τις εκδόσεις στιγμή.
         Ετσι ξεκάρφωτα αρχίζω με μια στροφή του που μπορεί και να μην ισορροπεί με την υπόλοιπη μου τοποθέτηση.
         Στο στόμα μου υπάρχει ακόμα
         μια μαγεία αιώνων
         μέσα στ’ αυτιά μου ένα κρυφομιλητό μια βοή
         και κανένας Θεός.
Ολόκληρη η “Ονειροχλόη” δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για τη μάταιη αναμονή του ποιητή και τη σιωπή του Θεού. Ποιός ξέρει μπορεί να είναι κι έτσι μπορεί και να μη είναι.


                           *********************

Τελειώνει η λεγόμενη «κουφή” στις λαϊκές δοξασίες, εβδομάδα λίγο πριν την Μεγάλη. Μέχρι πρότινος νόμιζα πως την ονόμαζαν “Τυφλοβδομάδα” από μια  ανακατωσιά γνώσεων. Ομως η “Τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα” του Γιάννη Σκαρίμπα μ’ έφερε στα κανονικά. Παρ’ όλα αυτά προτιμώ τον όρο “σιωπηλή» εβδομάδα, που της λείπουν οι Χαιρετισμοί στις εκκλησίες που ζωντάνευαν τις Παρασκευές με τον θρίαμβο της ανοίξεως και της κατανύξεως, από το κουφή, κουφό, που μπορεί κατ’ αμφίσημον ερμηνεία να παρερμηνευθεί. Η σιωπηλή βδομάδα παραπέμπει στη Rachel  Carson, αμερικανίδα συγγραφέα, επιστήμονα και οικολόγο η οποία με το βιβλίο της "Σιωπηλή Άνοιξη" (1962) έκανε μια δυναμική έκκληση για να σταματήσει η αδιάκριτη χρήση φυτοφαρμάκων και, σε ένα ευρύτερο επίπεδο, για μια αλλαγή στον τρόπο που βλέπουμε τη φύση. Σε μια εποχή που ο περισσότερος κόσμος ακόμη θαύμαζε άκριτα κάθε νέο τεχνολογικό επίτευγμα, η Κάρσον κατάφερε να αναταράξει τα νερά και να αφυπνίσει συνειδήσεις. Το βιβλίο σήκωσε ένα βουητό συζητήσεων κι εντυπώσεων κι επιβεβαιώνεται στις πιο γκρίζες του διαπιστώσεις με όσα συζούμε στον μικρό βιότοπο μας στο σπίτι, στην πόλη, τη χώρα τον κόσμο. Μια επιβλητική κι υποβλητική απώλεια της οποίας απλώς δεν γνωρίζουμε το μέγεθός της, είναι ο σημαιοφόρος της φρενιασμένης εποχής προς το μη περαιτέρω, το αδιέξοδο, τον αφανισμό. Ο άνθρωπος καβαλά αυτό το αλόγιστο κύμα υλισμού που δημιούργησε και περιδινίζεται (ίσως περιηδονίζεται) ως σώμα, ύλη φθαρτή κι αγωνιώδη. Γίναμε τόσο πανεπιστήμονες και παντογνώστες όλων των σημαντικών που λησμονήσαμε ή δε θέλουμε να γνωρίσουμε και να ζήσουμε με τις μικρές αλήθειες και τις σοφίες οι οποίες δεν έχουν σχέση με τον ευδαιμονισμό  της κατανάλωσης του περιττού και τη διαρκή έως πτώσεως απόλαυση του είναι. Ομως ζώντας τις σιωπηλές ανοίξεις, τα ανώμαλα καλοκαίρια, τους ανορθόδοξους χειμώνες με την αμεριμνησία του παρατηρητή, του τρίτου, του ξένου πάνω στα πράγματα τα οποία νομοτελειακά θα φέρουν τη αδιαπέραστη λύπη με την ανώμαλη ανατροπή από τον καθιερωμένο επίγειο τρόπο μας.
         Θα περισώσουν κάτι απ’ αυτήν τη θυελλώδη ψυχική διαταραχή του ανθρώπου οι ήπιοι λόγοι, οι σοφές κουβέντες, οι νουθεσίες, οι λεπτές βέργες γνώσης κι εμπειρίας που βιτσίζουν το πρόσωπο του μαρτυρίου του σύγχρονου ανθρώπου όπως οι βροχές αφύπνισης της γης την άνοιξη
         Δεν το πιστεύω.
         Αυτό δε σημαίνει πως δεν προσπαθούμε να φέρουμε τον τρόπο μας στα όποια μέτρα της γνώσης ή απόγνωσης μας. Οι μικρές αλήθειες, οι σοφοί λόγοι των παλιότερων ή των εμπειρότερων, οι παρηγορητικοί λόγοι της ποίησης μας χρειάζονται όπως η υγρασία στα αμφίβια. Ο ζωτικός τους ρόλος είναι λυτρωτικός αλλά όχι και υποχρεωτικός. Ελεύθερα μπορούμε να βυθιστούμε στο άδειο της ύπαρξης μας, όπως κι ελεύθερα να χωθούμε (κι ας χαθούμε) στο ελάχιστον έστω της προσπάθειάς μας για μια κάποια συνέχεια.
.................................................................

Θα μιλήσω λίγο για τις ιστορίες του κ. Στέφανου Ελμάζη αυτού του αγνώστου μου, ως φυσικό πρόσωπο, αλλά οικείο καθότι είμαστε ομόκλινοι στις περιοδικές μας προσπάθειες το «Αβατον» και την «Παρέμβαση», τα οποία τυπώνονται στην αυτή εκδοτική μήτρα της Λιθογραφίας στην Νέα Ραιδεστό. Ο κ.Ελμάζης έχει και τις εκδόσεις Αρχέτυπο τις οποίες ομολογώ πως δεν διεξέρχομαι επί της ουσίας τους, αλλά φυλλομετρώ όσες φορές πέφτουν στην αντίληψή μου στους πάγκους του ενταύθα βιβλιοπωλείου ή λάθρα σε εισαγωγικά ο όρος αφαιρώ από το κοινό τυπογραφείο. Ισως να προκύψει κι αυτό αφού οι τίτλοι τους είναι ερεθιστικοί σε πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον.
         «Στιγμές σοφίας απ’ όλο τον κόσμο», ο τίτλος του κι έτσι είναι. Η στιγμή, το λιγότερο του χρόνου μας, είναι το μόνο μετρήσιμο κύτταρο της χρονικής μας υλικής ύπαρξής αφού μέσα της συνεχώς υπάρχουμε προσπαθώντας να πολλαπλασιάσουμε τις ωραιότητες ή να εξαφανίσουμε το δυσάρεστο. Στον απέραντο κόσμο της σκέψης και της γραφής τα μικρά κομμάτια, τ’ αποφθέγματα, οι ρήσεις, οι μικροί παραμυθιόμυθοι, είναι τα πολύτιμα πετράδια του λογοτεχνικού είδους που μας υποχρεώνουν σε μια στάση χρόνου πάνω τους, δυσανάλογη του εύρους τους, αφού είναι το απόσταγμα, δηλαδή ό,τι καλύτερο μας προκύπτει από τη ζύμωση του πρωταρχικού υλικού, πολλών ανθρώπων εποχών, τόπων. Οπως και στη μουσική άλλωστε με την «Μικρή νυχτερινή μουσική» του Μότσαρτ την λίαν γνωστή σύνθεση, όπως και τα  «Μικρά πρελούδια και φούγκες» του Μπαχ.
         Το μικρό είναι όμορφο μας λέει κι ένα πασίγνωστο αξίωμα
         Δηλώνω εξαρχής πως οι ιστορίες του Στ. Ελμάζη είναι κι αυτές μικρές, όμορφες στιγμές στο χώρο της λαϊκής, φιλοσοφημένης λογοτεχνίας με ήπιες ιστορίες βγαλμένες από την εμπειρία όλου του κόσμου, μεταπλασμένες και μεταφερμένες στη γλώσσα μας, τις οποίες οικειώνεται αγαπητικά ο σ. και τις αφηγείται σαν δικές του. Ο αναγνώστης δυσκολεύεται ορισμένως ως προς τη συγγραφική αφετηρία και πατρότητα. Αλλά δεν μπαίνει κι επιτακτικά το ερώτημα τίνος είναι αφού στην πορεία της ανάγνωσής τους, αφηγητής κι αφηγήσεις δένονται  σε μια ενότητα ύφους δεδομένης και της κοινότητας του σκοπού που διαπερνά όλες τις ιστορίες, που δεν είναι άλλος από το ακόνισμα της ψυχής του αναγνώστη στο ακόνι της εμπράγματης σοφίας για την όποια μάθηση μαθητεία και τελείωση του ως χαρακτήρα επί γης.
         Ενα βιβλιαράκι 180 σελίδων με 70 περίπου ιστορίες που κάποιες  πιάνουν μισή σελίδα και άλλες φτάνουν ως 3-4. Διαβάζοντας τις ιστορίες από το τέλος προς την αρχή, το βιβλίο σου επιτρέπει τέτοιες τακτικές ανάγνωσης, αφού κάθε μια έχει την αυτονομία της και δεν σε υποχρεώνει σε εγρήγορση για τη συνέχεια ή για  τα προηγούμενα, το απολαμβάνεις σε δόσεις πολλές κι αυτοτελείς. Γουλιές ηδύποτες ή απ’ αυτές ποτών που αφαιρούν τον περίγυρό σου. Η λεπτοφυής σοφία σου προσφέρεται κέρασμα ψυχής κι όχι στις άλλες αισθήσεις της γνώσης κι έχει σαν αποκλειστικό λόγο αφήγησης την προετοιμασία για την υπέρβαση της ανθρώπινης αδυναμίας.
         Είναι κυρίως ερωτήσεις που οι απαντήσεις τους υπάρχουν στην τελευταία σειρά, ως επιμύθιόν τους δηλαδή, γι’ αυτό και δεν προέχει ο μύθος η πλοκή ίσως κι η τεχνική  της γραφής όσο το συμπέρασμα που θα σε βάλλει σε συλλογισμούς για τα διαρκή της ζωής κι όχι μόνον τα εφήμερα της ημέρας.
         «Αν θέλετε μόνο ιστορίες να πάτε στην αστυνομία. Η απολαυστική  ουσία της λογοτεχνίας βρίσκεται στο ύφος στο πως και όχι στο πόσο και στο τι που διακρίνει κάθε συγγραφέα» σημειώνει ο αιρετικός έως καταραμένος Γάλλος ΣΕΛΙΝ.
         Μέρες που είναι κι η Σαρακοστή πήρε να τελειώνει κορυφώνεται  η αδημονία ή το πλάσμα της, για κάτι το ακαθόριστα αναγεννητικό που συμβαίνει ενιαύσια στη φύση και στον άνθρωπο, αλλά που μπορεί να είναι και μόνο μια πολυχρόνια έφεση προς τη μεταφυσική θεώρηση του τρόπου μας αδιάφορο αν όλους μας συνεπαίρνει ποσώς κι αμέσως μετά θα πέσει πάλι στο συνηθισμένο. Νομίζω μου ήρθε σαν επιθυμητό διακόνημα η ανάγνωση το βιβλίο αυτές τις μέρες για·τί ειναι εντελώς  πρόσφορες ακόμα και σε όσους δεν βιώνουν τα σημαίνοντά τους με ιδιαίτερη ψυχική έμφαση κι ένταση αλλά και ως μια θολή αίσθηση μνήμης παιδικής ή σαν μια παραίσθηση ανακατεμένη  με ρομαντικά ή ανοιξιάτικα συνακόλουθα. Κι αυτό να γίνεται στις ιστορίες μέσα από μια αντιμετώπιση  της ζωής λίγο μακριά από το κέντρο και το επίκεντρο των γεγονότων και των αναγκών της. Συνηθισμένη  μορφή της κάθε αφήγησης είναι ο γέροντας στην ηλικία προφανώς, και κατ’ επέκτασιν στην πείρα, την εμπειρία, τη θεογνωσία, τη σοφία εν τέλει. Αυτοί οι γέροντες αποτραβηγμένοι από την τύρβη του κόσμου και του καιρού στο περιθώριο της ζωής και των Συναξαρίων υπάρχουν σε όλους τους τόπους, τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές δοξασίες και ζουν την ζωοποιό τους μοναξιά και την γειωμένη σοφία τους. Υπάρξεις της πραγματικότητας ή δημιουργήματα της αγωνίας και της ερημίας του ανθρώπου που ζητά εν απογνώσει τον εκάστοτε Δάσκαλο- Κύριο-Γκουρού σε όλες τις μορφές τους, ο οποίος θα του δείξει ή θα του ανοίξει τον άλλο δρόμο απ’ αυτόν του κόσμου της ασυλλόγιστης κι άμετρης ανθρώπινης ματαιότητας. Αποφαίνονται στα ερωτήματα με την ηρεμία την πραότητα και φορές δεν είναι σαφείς στις απαντήσεις· κι αφήνουν τον αναγνώστη  να καταλήγει μόνος του στο συμπέρασμα.  Δε μοιάζουν, αλλά αυτό τον καιρό ξεφυλλίζω άτακτα κι όπως μου τύχει παρόμοιες ειδολογικά σκέψεις ασκητών ή απλά γερόντων αγίων, οσίων της ορθοδόξου πίστεως από το «Γεροντικό» που βρίσκεται εκδοτικά προς την ολοκλήρωσή του και το φροντίζει ο Π. Β. Πάσχος. Αυτό το παράλληλο ξεφύλλισμα της παγκόμσιας ελάσσονος σοφίας και της ορθοδόξου νουθεσίας προς τους μοναχούς αλλά και σ' όλους τους ανθρώπους τελικά, μου προέκυψε σαν μια ευεργετική συγκριτική μεθοδολογία γύμνασης ψυχής σε μέρες έντονα αισθαντικές που διασχίζιουμε.
         Οι μικρές σοφίες που επιμελείται  ο Σ.Ελ.  εμπεριέχουν μέσα τους μια θεία απλότητα. Τίποτε το βαθυστόχαστο δεν σε ταλανίζει κι ούτε σε βουλιάζει σε διαλογισμούς χαοτικούς κι ατελέσφορους. Είναι διαλεγμένες από το σ. για να υπηρετήσουν την επιθυμία του να βοηθήσουν προς την εσωτερική γαλήνη απευθύνονται σε όλους ανεξαρτήτως παιδείας ακόμα και ο λειτουργικά απαίδευτος να τις νιώσει αλλά κι ο διανοούμενος να μη βρει πάτημα να τις προσπεράσει.
 Κι αυτή η σοφία εισχωρεί μέσα σου όπως μια απαλή χαλαρή γνώση που σε κατακλύζει και σωματικά κι όχι μόνον σαν δαθεση.
         Ο Σ. Ελ. έχει στο εξώφυλλο του βιβλίου τη σκιά ενός δερβίση. Δηλαδή ένα μοναχό από τους ακραίους αλλά και πιο ήμερους του μουσουλμανικού  λόγου και του εντελώς ανατολικού κόσμου που τους συναντάμε συνεχώς στις ιστορίες που αφηγείται. Συνομιλούμε  μέσω του σ. Σ. Ελ. με ερημίτες δηλαδή με την υψηλότερη ψυχική εξάσκηση η οποία είναι βασική προϋπόθεση για ν’ ασκηθείς σε τέτοιο βαθμό και να αφαιρέσεις από τη σκέψη και το λόγο σου όλα τα περίπλοκα διολισθήματα «αμαρτήματα», πολύ δε περισσότερο της πράξης. Για να μπορέσεις να γίνεις τόσο ελαφρύς απεκδυόμενος όλα τα φορτία και τα βαρίδια που σε κρατούν στο χώμα και σε θέλουν μόνιμο υλικό τους, σοφός στην απλότητα και δυνατός στη ιστορική μοναδικότητα και μοναχικότητα.

2 σχόλια:

  1. Ευχαριστώ θερμά για τα μεστά και βαθυστόχαστα λόγια σας στην παρουσίαση του βιβλίου μου. Ομολογώ, διαβάζοντας το κείμενο εδώ με την ησυχία μου, ότι το βρήκα ακόμη πιο ενδιαφέρον.
    Εύχομαι Καλό Πάσχα!
    Στέφανος Ελμάζης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ευχαριστώ θερμά για τα μεστά και βαθυστόχαστα λόγια σας στην παρουσίαση του βιβλίου μου. Ομολογώ, διαβάζοντας το κείμενο εδώ με την ησυχία μου, ότι το βρήκα ακόμη πιο ενδιαφέρον.
    Εύχομαι Καλό Πάσχα!
    Στέφανος Ελμάζης

    ΑπάντησηΔιαγραφή