Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

Και εμνήσθην ημερών όχι και πολύ αρχαίων...


Εφυγε, αφού μόνον τα κεριά άναψε στον εσπερινό τίμιο Πρόδρομο. Στην κεντρική πλατεία της, τώρα, πόλεως ενώπιον του εντυπωσιακά αναφανέντος -όπως τα νησιά στον ωκεανό τον καιρό της γεωλογικής τους δημιουργίας - ξενοδοχείου Ερμιόνιον, μετά χαλκίνου τρούλου, που συντηρείται και ωραιοποιείται, σε κάτι αχυρονοειδείς κατασκευές τού Δήμου, μια δραξ ντυμένων με παλιές ενδυμασίες, έψελναν μπροστά σε μια τριάδα ανθρώπων· κι αυτός, περαστικός και παγωμένος, με υπομηδενικό κρύο (-2) -κάτι σαν αργόσυρτα τοπικά κάλαντα. Κάπου κάπου, χτυπούσαν και μια κουδούνα. Τι γλυκιά εικόνα, και σε τι κρύο περιβάλλον και συνθήκη αγαλλιάσεως της πόλεως διαδραματίζονταν τα εκτάκτως φέτος σχεδιασθέντα αποκριάτικα γεγονότα των Χριστουγέννων, όπου ομάδες συλλόγων κρύωναν και ναυτιούσαν από πλήξη και εορταστική θλίψη. Ενας δε χοντρο-χαζούλης Αη Βασίλης, που τους ξέμεινε από την περσινή αποκριάτικη παρέλαση, δέσποζε χαμαί στην πλατεία. Ολο αη-Βασίληδες γέμισε τους στύλους με τις πικροκαστανιές, ο κυρ’ Δήμαρχος, ίσως επειδή προεκλογικά είχε βάλει στις αφίσες του σκηνές της Γεννήσεως με φάτνη, ζώα κι άλλα άλλογα όντα –ποια η σημασιολογία τους, άραγε, εκτός των αλόγων που είναι κατανοητά σε περίοδο εκλογών- και τους εμπέρδεψε ποσώς; Ετσι εκόντες άκοντες ηγαλλιάσθησαν οι κάτοικοι της πόλεως και έζησαν αυτοί καλά και ημείς καλύτερα, Χριστούγεννα του 2006.
***
Προς το εντελώς βράδυ, όμως, της αυτής ημέρας επέστρεψε και πάλι στο χωριό. Με αφορμή ότι είχε ξεχάσει να πάρει την αρμιά για τα γιαπράκια. Αλλά μάλλον ήθελε και πάλι να προσεγγίσει το οριστικά χαμένο του Αλλο στην αφετηρία του. Επέστρεφε, όπως επιστρέφει ο καθείς στις μνήμες, κάποιες μέρες του χρόνου, αναζητώντας εις μάτην, κάτι που απέδρασε. Προσέγγισε την καφενειο-ταβέρνα και ηύρε την παλιοπαρέα υποπίνουσα δια το έθιμον της προπαραμονής των Χριστουγέννων –κάλαντα, γαρ. Ινα, από το συνδυασμό προσώπων, ημέρας, τόπου (όλα άλλαξαν κι αλλάζουν, όσο κι αν κρατούν μια πέτσα του ίδιου) να βιώσει όπως όπως το οριστικά απωλεσθέν πολύτιμο περιλαίμιο τού χρόνου με το οποίο θέλει μείνει χειρο-λαιμο -δεμένος (αλλά, φευ) και συρόμενος σαν το σκυλί - κουτάβι σε μια φυλακή, στην οποία ο χρόνος δεν κινείται, τα πρόσωπα δεν φεύγουν, τα ωραία όνειρα γίνονται πράξη· τα πρόσωπα που αγαπά και τον αγαπούν, που σκέφτεται και τον σκέφτονται, που έχει και τον έχουν στην όποια προσευχή τους, υπάρχουν πάντα· τα χιόνια των Χριστουγέννων δεν λιώνουν και δεν λερώνονται ποτέ και μέσα στο γνήσια λευκό τους κρατούν ζεστό, καυτό το ρυάκι μιας αγάπης, η οποία στην καθημερινή της διάπραξη έχει την γλύκα του έρωτα. «Οπως και στο χρόνο ο έρωτας είναι το περιεχόμενό του» θυμήθηκε μια σκέψη του Α. Πολίτη από το βιβλίο του, εξαιρετικόν, «Αποτυπώματα του χρόνου» που κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Πόλις.
Έλαβε μέρος στη μετρημένη εδωδή και στην, ασύμμετρη, εφ’ όλης της τρέχουσας ύλης, λόγου-διάρροια. Συμπέρασμα ουδείς· ένας τζαζ παράλογο-διάλογος. Το κρασί σε όλες τις παραλλαγές -αν και η τηγανιά, που συνεχώς ανανεωνόταν στο πιάτο, συνιστούσε οίνον βαθιά κόκκινο· όμως το ροζέ και το λευκό δεν πήγαιναν πίσω. Κάπου κάπου τη συζήτηση διέκοπταν παιδάρια, που έρχονταν να πούνε από τα κάλαντα έναν - δύο στίχους που ήξεραν ή, χάριν συντομίας, να λάβουν το αντίτιμο και δρόμο.
Aλλά οι μέρες του χρόνου τελειώνουν, τέλειωσαν για να ξαναρχίσουν ευτυχώς. H ενιαύσια αυταπάτη είναι έτοιμη για να δώσει το ρόλο της. «Καρδιά του χειμώνος. Χριστούγεννα, Αις Βασίλης, Φώτα». Μνημονεύετε Αλ. Παπαδιαμάντη αυτές τις μέρες κι ό,τι ήθελεν προκύψει· έτσι, για το έθιμον και μόνο, αλλά όλο και κάτι μπορεί να μένει.
…………
«Κυρά μ’ τη δυχατέρα σου, κυρά μ’ την ακριβή σου,
γραμματικός την αγαπά, πραματευτής την θέλει·
κι ο δάσκαλος απ’ το σχολειό γυρεύοντάς την στέλλει.
Δεν ενθυμούμαι δυστυχώς την συνέχειαν του άσματος τούτου, το οποίον ήρχισε να γίνεται περίεργον, χάρις εις τα τολμηρά διαβήματα του δασκάλου· αλλά εις το μέλλον ίσως δυνηθώ να συλλέξω πλείονα· επί του παρόντος εύχομαι εις τον αναγνώστην εν υγεία και ευτυχία το νέον έτος. 1888». Εγραφε και ευχόταν ο Αλ. Ππδ. στο άρθρο του «Αγιοβασιλειάτικα», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εφημερίς», 6 Ιανουαρίου 1888, με την υπογραφή Βυζαντινός. (Α. Π. Απαντα τ. 5ος κριτική έκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αρμός)
Το αυτό και ημείς εις υμάς αυτούς δια το 2007.(1)

Χριστούγεννα του 2006

(1) Γιατί όχι και το 2010

1 σχόλιο:

  1. Και βέβαια μνημονεύσαμε Αλ.Παπαδιαμάντη αγαπητέ Β., και μάλιστα άπαντα τα Χριστουγεννιάτικα και τα Πρωτοχρονιάτικά του. Νάσαι καλά για την παρότρυνση και την υπενθύμιση. Σαφώς προτιμητέος από τον Πασκάλ Μπρυκνέρ ο οποίος (εξαιρετικός με την τοποθέτησή του στο βιβλίο του για τον Αγιο Βασίλη) αν και με προσέγγιση politically correct και μάλιστα αποδομητικά, δε συγκρίνεται με τον μαγικό Σκιαθίτη.
    Τα διάβασα από τα Απαντά του,υπό την επιμέλεια του Μιχ. Περάνθη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή