Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009

Περί ποιήσεως ο τρόπος


ANNA AXMATOBA
Αφιέρωση
27 Δεκεμβρίου 1940
Βσ. Κ.
………………………………..
… κι αφού είχα έλλειψη χαρτιού
Στο πρόχειρο τετράδιό σου γράφω.
Μια λέξη ξένη φαίνεται,
Σαν κάποτε μια του χιονιού νιφάδα,
Και λιώνει αθώα και γλυκά πάνω στο χέρι.
Κι οι μαύρες τ’ Αντίνοου βλεφαρίδες
άξαφνα σηκωθήκαν – κι’ εκεί
ένας πράσινος καπνός,
Φυσά ένα αεράκι γνώριμο…
Μην είναι η θάλασσα;
Όχι, πάνω στους τάφους μόνο τα φύλλα
Δέντρων κωνοφόρων είναι και η σαπίλα των ριζών
Ολοένα και πιο κοντά, πιο κοντά ….
Marche funebre …1
Σοπέν…

Νύχτα. Σπίτι στη Φοντάνα

1. Πένθιμο εμβατήριο

Το ποίημα της Αν. Αχμτβ. είναι σε μετάφραση του Δημ. Τριανταφυλλίδη
από το βιβλίο της "Το ποίημα δίχως ήρωα" που θα κυκλοφορήσει σε λίγο από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ
Η προδημοσίευση είναι από το τ.χ. 150 του περιοδικού "Παρέμβαση"
κι αυτήν σε λίγο


***

JORGE LUIS BORGES

Είμαι

Είμαι αυτός που ξέρει πως άδικα παλεύει
σαν κι εκείνον που κοιτάζει μάταια
μέσα στον σιωπηλό, κρυστάλλινο καθρέφτη
κι ακολουθεί την αντανάκλαση ή το σώμα (το ίδιο κάνει)
του ομοίου του.
Είμαι, σιωπηλοί μου φίλοι, αυτός που ξέρει
πως άλλη τιμωρία από τη λησμονιά δεν υπάρχει
ούτε κι άλλη συγγνώμη. Κάποιος θεός έδωσε
στο ανθρώπινο μίσος τούτη την παράξενη δικλείδα.
Είμαι κείνος που, μ' όλες τις φοβερές παραπλανήσεις του,
ποτέ δεν μπόρεσε ν' αποκρυπτογραφήσει τον απλό και μαζί πολλαπλό
αδιάβατο λαβύρινθο του χρόνου,
που ανήκει ταυτόχρονα σε έναν και σ' όλους.
Είμαι κάποιος που δεν είναι κανένας, εκείνος που στον πόλεμο
δεν έπιασε σπαθί. Είμαι αντίλαλος, λήθη, τίποτα.

2 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. «Στα φοβερά χρόνια του τρόμου της Γιεζόφ, δεκαεπτά μήνες πέρασα στις ουρές των φυλακών του Λένινγκραντ. Μια μέρα, κάποιος με “αναγνώρισε”. Μια γυναίκα με μελανιασμένα χείλη που έστεκε πίσω μου, η οποία ποτέ δεν είχε ακούσει το όνομά μου, ξύπνησε από τον λήθαργο, τυπικός για όλους εμάς εκεί, και με ρώτησε, ψιθυρίζοντας στο αυτί μου (καθένας μιλούσε ψιθυριστά εκεί): “Κι εσείς μπορείτε να περιγράφετε αυτό; ”Κι εγώ απάντησα: “Ναι, μπορώ.”

    Έπειτα κάτι που θύμιζε χαμόγελο γλίστρησε πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν το πρόσωπό της.

    1η Απριλίου 1957, Λένινγκραντ

    Αντί εισαγωγής από το ποίημα ''Ρέκβιεμ'' της Αννας Αχμάτοβα από τις εκδόσεις Μικρή Αρκτος σε μετάφραση-απόδοση Γιάννη Αντιόχου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή